του Πέτρου Μηλιαράκη*
Η ΑΙΦΝΙΔΙΑ και άκαιρη, αλλά πρόσφατη ανάρτηση του Στέφανου Μάνου στον λογαριασμό του στο Facebook, με την οποία κατηγορεί τον Κώστα Καραμανλή ως υπεύθυνο για τη χρεοκοπία της χώρας (επειδή «δεν καταλάβαινε και δεν άκουγε κανέναν» –sic), δίδει δικαίωμα για τα παρακάτω παρατιθέμενα.
Με αφορμή την ανάρτηση αυτή, τα ΜΜΕ παρέχουν πληροφορίες για ένα «γεύμα εργασίας» που έλαβε χώρα στην Αθήνα τον Αύγουστο του 2014, με τη συμμετοχή του Ζαν-Κλοντ Γιουνκέρ, του Αντώνη Σαμαρά, του Ευάγγελου Βενιζέλου και του Δημήτρη Αβραμόπουλου. Παρόντες ήταν επίσης ο Μάρτιν Σελμάγιερ, και ο Σταύρος Παπασταύρου. Το γεύμα παρατέθηκε σε κεντρικό ξενοδοχείο στο Σύνταγμα.
Κάποια στιγμή η συζήτηση έφθασε στα αίτια της χρεοκοπίας και στη διαχείρισή της από την κυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου, οπότε ο Γιουνκέρ φέρεται ότι τοποθετήθηκε με τα εξής: «Ο Γιώργος Παπανδρέου, δυστυχώς, δεν είχε τις ικανότητες να χειριστεί την κρίση. Ωστόσο ο υπεύθυνος για τη χρεοκοπία είναι ο Καραμανλής».
ΜΙΑ ΧΡΗΣΙΜΗ ΓΕΝΙΚΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Ως χρήσιμη προδιάθεση, όμως, για ιστορικούς λόγους, ας τεθούν υπ’όψιν του αναγνώστη τα εξής:
Από τη σύσταση του Νέου Ελληνικού Κράτους μέχρι το 1898, που η χώρα τέθηκε υπό Διεθνή Οικονομικό Έλεγχο, τα δάνεια (δέκα συνολικώς) ανέρχονταν στο συνολικό ποσό των 920 εκατ. γαλλικών φράγκων, από τα οποία τα 270 εκατ. γαλλικά φράγκα αφορούσαν τους μεσάζοντες των τραπεζών! Τα υπόλοιπα διατέθηκαν κατά σειρά για αμοιβές αγωνιστών, έξοδα αντιβασιλείας, αποζημίωση στην Τουρκία για τον ατυχή πόλεμο του 1897 και ελάχιστα για επενδύσεις την περίοδο του Χαρίλαου Τρικούπη (Σιδηρόδρομοι κ.λπ.). Από το 1898 μέχρι το 1932 η Ελλάδα έλαβε άλλα 1.280 εκατ. γαλλικά φράγκα, για την εξυπηρέτηση παλαιών δανείων, τους Βαλκανικούς Πολέμους κ.ά.
Λόγω των δανείων αυτών μέχρι το 1932 είχαμε καταβάλει 130 εκατ. γαλλικά φράγκα περισσότερα από ό,τι είχαμε λάβει και οφείλαμε ακόμα άλλα 2 δισ. εκατ. γαλλικά φράγκα. Έκτοτε και μέχρι το 1945 δεν υπήρξε εξωτερικός δανεισμός, ενώ είχε παγώσει η εξυπηρέτηση των παλαιών δανείων συνεπεία της παγκόσμιας κρίσης και του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Την περίοδο 1946-1967, η Ελλάδα συνολικώς έλαβε δάνεια ύψους 406 εκατ. δολαρίων, ενώ κατά την περίοδο που αφορούσε μέχρι και τη λήξη της δικτατορίας, η Ελλάδα ως απομονωμένη χώρα, ήταν εκτός διαδικασίας αγορών χρήματος.
ΟΙ ΜΕΤΑΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ- ΕΝΑ ΣΤΟΙΧΕΙΟ ΠΟΥ ΔΕΝ ΣΥΖΗΤΕΙΤΑΙ
Είναι κοινός τόπος ότι το 2010 η χώρα εισήλθε αιφνιδίως στη μνημονιακή περίοδο λόγω «ΕΛΣΤΑΤ-ΓΕΩΡΓΙΟΥ», οπότε το διαχειρίσιμο έλλειμμα του 8% «αποκαταστάθηκε» στο 15,6%.
Η εκτίναξη αυτή ήταν αντίθετη με τους Κανονισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο τότε επικεφαλής της ΕΛΣΤΑΤ, Ανδρέας Γεωργίου, ως μονοπρόσωπο Όργανο προσδιόρισε το έλλειμμα της χώρας, εντάσσοντας σ’ αυτό κάθε λογαριασμό που μπορούσε να εντοπίσει προκειμένου να τον καταστήσει Δημόσιο Χρέος!
Το έλλειμμα 15,6% προδήλως οφείλεται σε αναθεωρήσεις των στοιχείων και ασφαλώς δεν οφείλεται στην αποκάλυψη δήθεν κρυφών ελλειμμάτων. Οφείλεται στην «επανακατηγοριοποίηση» κρατικών δαπανών και ανοιγμάτων (βλ. ελλείμματα επιχειρήσεων του ευρύτερου Δημόσιου Τομέα και των ΔΕΚΟ), που για πρώτη φορά υπολογίστηκαν στο έλλειμμα, που κατέληξε στη διόγκωσή του.
Ωστόσο, το ποσοστό ελλείμματος που αφορά στο 15,6%, είναι ολιγότερο από το έλλειμμα του 16,1% του 1990 επί κυβερνήσεως Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και ασφαλώς ελάχιστα ολιγότερο από το 13,8% επίσης του έτους 1993 επί κυβερνήσεως Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. Το στοιχείο όμως αυτό αποσιωπάται. Και τούτο γιατί δεν είχε επέλθει ο χρόνος να τεθεί η χώρα στο καθεστώς της δανειακής εξάρτησης.
ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΑ Η ΜΕΤΑΠΟΛΙΤΕΥΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ
Το Δημόσιο Χρέος υπολογιζόμενο σε ευρώ (και σε απόλυτες τιμές) ανερχόταν το 1974 στα 14,7 δισ. Η περίοδος 1974-1981 αφορούσε πολιτικές αναδιοργάνωσης της ελληνικής οικονομίας και ο δημόσιος δανεισμός κυρίως κατευθυνόταν σε επενδύσεις για έργα υποδομής, όπως ο Μόρνος, οι εθνικές οδοί, κλπ. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής παρέλαβε δημόσιο χρέος 14,7 δισ. ευρώ και δια του Γεωργίου Ράλλη η Ν.Δ. παρέδωσε Δημόσιο Χρέος 28,9 δις ευρώ. Ωστόσο παρά το διπλασιασμό της σχετικής επιβάρυνσης, το χρέος αντίκριζε μόλις στο 29,7% του ΑΕΠ.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου το 1981 παρέλαβε Δημόσιο Χρέος 28,9 δισ. ευρώ και παρέδωσε 75,9 δισ. ευρώ. Έτσι, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης παρέλαβε Δημόσιο Χρέος 75,9 δισ. ευρώ και παρέδωσε 139,1 δισ. ευρώ, που αφορά αύξηση 63,2 δισ. ευρώ.
Το 1993 ανέλαβε και πάλι ο Ανδρέας Παπανδρέου και συνέχισε ο Κώστας Σημίτης, ο οποίος παρέδωσε στον Κώστα Καραμανλή 231 δισ. ευρώ Δημόσιο Χρέος. Έτσι ο Κώστας Καραμανλής παρέλαβε 231 δισ. ευρώ και παρέδωσε 301 δισ. ευρώ, που αφορά αύξηση ανάλογη εκείνης της τριετίας Κωνσταντίνου Μητσοτάκη.
Ο Κώστας Καραμανλής ως αχθοφόρος βάρους προηγούμενων κυβερνήσεων, υποχρεώθηκε τα έτη 2004-2009 να αυξήσει το Δημόσιο Χρέος κατά 70 δισ. ευρώ περίπου για την καταβολή τόκων, αποπληρωμή Ολυμπιακών έργων, παλαιών χρεών για εξοπλισμούς κλπ.
Όμως, αν και το Δημόσιο Χρέος αυξήθηκε τα έτη 2004-2009 κατά 70 δισ. ευρώ, με αντικειμενικό σκοπό να καλυφθούν οι υποχρεώσεις των προηγούμενων κυβερνήσεων, η ανάληψη της εξουσίας από τον Γιώργο Παπανδρέου (βλ. «λεφτά υπάρχουν» –sic), ήταν καθοριστική, καθόσον σε μικρό χρονικό διάστημα το χρέος των 301 δισ. ευρώ αυξήθηκε στα 355 δισ. ευρώ.
Κοντολογίς, η βραχεία διάρκεια της κυβέρνησης του Γιώργου Παπανδρέου αύξησε το Δημόσιο Χρέος κατά 54 δισ. ευρώ, ενώ η κυβέρνησή του δεν ήταν σε θέση να διαχειριστεί την κρίση, ενόψει και των προεκλογικών επαγγελιών του «λεφτά υπάρχουν»(sic). Έτσι προέκυψαν οι δανειακές συμβάσεις και τα μνημόνια συνεργασίας, καταστάσεις που θα είχαν αποφευχθεί εάν η Ελλάδα πολιτευόταν στο δόγμα του Κώστα Καραμανλή, που με λόγο συνετό προειδοποίησε για την αναγκαία μεταβολή της οικονομικής πολιτικής τουλάχιστον για την προσεχή διετία…
Όσοι θεωρούν ότι ο Κώστας Καραμανλής είναι υπεύθυνος για τη χρεωκοπία της χώρας πλανώνται και περί το δίκαιον και περί τα πράγματα. Η σκοπιμότητα δεν πείθει και ο υπερχειλής δόλος ή η ανεπίτρεπτη αμέλεια συναρτώνται με ανομολόγητες σκοπιμότητες!..
——————————————–
* Ο Πέτρος Μηλιαράκης δικηγορεί στα Ανώτατα Ακυρωτικά Δικαστήρια της Ελλάδας και στα Ευρωπαϊκά Δικαστήρια του Στρασβούργου και του Λουξεμβούργου (ECHR και GC- EU).