Της Μαρίας Τζενάκη*
Έχουν γραφτεί και ειπωθεί χιλιάδες λέξεις για το μεγάλο, τον ξακουστό με τα μεγάλα επιτεύγματα Νίκο Καζαντζάκη, εγώ απόψε θα επιχειρήσω ιχνηλατώντας το παρελθόν να σας μιλήσω για το μικρό Νίκο Καζαντζάκη. Θα προσπαθήσω να ταξιδέψουμε μαζί στα παιδικά του χρόνια, τα συναρπαστικά αυτά χρόνια που σημάδεψαν την ψυχή και το νου του. Συνήθως όταν θέλουμε να εξηγήσουμε τι επηρεάζει την εξέλιξη ενός ανθρώπου μιλάμε για την επίδραση των γενετικών καταβολών και του περιβάλλοντος. Στην περίπτωση του φαινομένου Νίκος Καζαντζάκης η ερμηνεία βρίσκεται στην εύνοια της τύχης και της φύσης. Και βέβαια η φύση ήταν απλόχερη στην ιδιοφυία, στις ικανότητες και το ταλέντο με τα οποία τον προίκισε. Απόψε επιχειρούμε να απαντήσουμε στο ερώτημα πόσο τον βοήθησε το οικογενειακό, το κοινωνικό και εκπαιδευτικό περιβάλλον στην πορεία του εστιάζοντας όμως πάντα την προσοχή μας τα μαθητικά του χρόνια.
Η οικογένειά του και κυριότερα ο πατέρας του, ο Καπετάν Μιχάλης, στάθηκε αρωγός στην πορεία της μόρφωσής του και εξασφάλισε όλες τις προϋποθέσεις για το μαθητή Νίκο Καζαντζάκη. Για τα δεδομένα των χρόνων εκείνων του παρείχε ευκαιρίες και ερεθίσματα και κυρίως εσωτερικά κίνητρα για να αποκτήσει παιδεία και μόρφωση, για να γίνει άνθρωπος όπως χαρακτηριστικά έλεγε. Την ίδια προτροπή δίνει κι ο παππούς του στο καστρινό του εγγόνι. Ο ίδιος ο Καζαντζάκης για αυτή την επιρροή αναφέρει στο έργο του Αναφορά στον Γκρέκο: “κυκλοφορούν κι οι δυο γονέοι στο αίμα μου, ο ένας άγριος, σκληρός, αγέλαστος, η μάνα μου τρυφερή, αγαθή, άγια”.
Για να κατανοήσουμε βαθύτερα την επίδραση του σχολικού περιβάλλοντος στη μαθησιακή πορεία του Νίκου Καζαντζάκη είναι αναγκαίο να αναφερθούμε επιγραμματικά στο εκπαιδευτικό σύστημα εκείνης της εποχής.
Στην Κρήτη στα ύστερα χρόνια της Τουρκοκρατίας, το δημοτικό σχολείο διαρκούσε τέσσερα χρόνια, το ελληνικό σχολείο τρία και το γυμνάσιο τέσσερα.
Κατά την περίοδο όμως των δύο πρώτων γυμνασιακών χρόνων του Νίκου Καζαντζάκη το εκπαιδευτικό σύστημα που ισχύει είναι αυτό της κρητικής πολιτείας. Κατά το εκπαιδευτικό σύστημα αυτό καταργείται η βαθμίδα του ελληνικού σχολείου και το δημοτικό γίνεται επταετές με δύο εναλλακτικές επιλογές, όπως φαίνεται και στο σχήμα.
Το 1901 επανέρχεται το προηγούμενο μοντέλο του εκπαιδευτικού συστήματος με επαναλειτουργία των ελληνικών σχολείων.
Βασικός σκοπός της εκπαίδευσης τότε ήταν βάσει των ιστορικοπολιτικών περιστάσεων που επικρατούσαν η καλλιέργεια του εθνικού φρονήματος στους νέους και για αυτό το λόγο εισήχθησαν στα σχολεία βιβλία με καθαρά εθνικό και θρησκευτικό περιεχόμενο.
Ύστερα από αυτή τη σύντομη αναφορά είναι ίσως ευκολότερο να κατανοήσουμε τις τρεις φάσεις της μαθητείας του Νίκου Καζαντζάκη. Από το 1889 έως το 1897 φοιτά στη Δημοτική και την Ελληνική Σχολή
Ηρακλείου, από το 1897 έως το 1899 φοίτα στη Γαλλική Εμπορική Σχολή Τιμίου Σταυρού Νάξου και από το 1899 έως το 1902 φοιτά στο Γυμνάσιο Ηρακλείου.
Εκτενέστερα απόψε θα αναφερθούμε στα χρόνια φοίτησης του στο δημοτικό σχολείο τα οποία τον σημάδεψαν βαθιά και για τα οποία κάνει λόγο στο αυτοβιογραφικό του έργο Αναφορά στο Γκρέκο.
Έχω την ιδιαίτερη χαρά να σας παρουσιάσω ένα ντοκουμέντο που θεωρώ εξ όσων γνωρίζω πως σήμερα βγαίνει για πρώτη φορά στο φως της δημοσιότητας και μας βοηθά να προσδιορίσουμε επακριβώς χρονικά την έναρξη της φοίτησης του στο δημοτικό σχολείο. Ευχαριστώ θερμά τον κύριο Δημήτρη Σάββα, διευθυντή της Βικελαίας Βιβλιοθήκης καθώς και τον κύριο Στέφανο Γρατσέα, υπεύθυνο των αρχείων για την πολύτιμη βοήθειά τους στην ανεύρεση αυτών των τεκμηρίων. Από αυτό το ντοκουμέντο, τον κατάλογο των εισιτηρίων ανα τάξη για το 1890-1891όπως βλέπετε προκύπτει ότι το 1890 ο Νίκος Καζαντζάκης ήταν το 1890 μαθητής της δευτέρας τάξης του δημοτικού σχολείου αφού όπως παρουσιάζουμε ο πατέρας του πλήρωσε τα δέκα γρόσια που κόστιζε το εισιτήριο για την φοίτηση του. Να επισημάνουμε ότι δεν ήταν υποχρεωτικό να πληρώνουν ωστόσο οι φιλοτιμότεροι και πλουσιότεροι έδιναν χρήματα για την αγορά εισιτηρίων εγγραφής των παιδιών τους, ενώ πλήρωναν αργότερα και για τα δικαιώματα ενδεικτικών και απολυτηρίων. Το ντοκουμέντο αυτό έχει ιστορική αξία γιατί μας πληροφορεί για το ποιοι ήταν οι συμμαθητές του αλλά και για όλο το μαθητικό δυναμικό του σχολείου.
Έτσι το φθινόπωρο του 1889, πρωτάκι ο Νίκος Καζαντζάκης το κρατά από το χέρι ο πατέρας του και το πηγαίνει στο πρότυπο δημοτικό σχολείο που βρίσκεται κοντά στην εκκλησία του Αη Μηνά. Το σχολείο του είναι παλιό με μια φαρδιά αυλή με τέσσερις μεγάλες καμάρες στις γωνιές κι ένα κατασκονισμένο πλατάνι στη μέση. Πληρώνει ο Καπετάν Μιχάλης το εισιτήριο, δέκα γρόσια, το γράφει ο δάσκαλος Μιχάλης Πατερόπουλος και αρχίζει μία εξαιρετική μαθητική πορεία. Ο δάσκαλός του είναι γεροντάκος, κοντός, αγριομάτης με κρεμαστά μουστάκια με μια βέργα στο χέρι κι εδώ και χρόνια το καθήκον του είναι να διδάσκει τα παιδιά τα πρώτα τους γράμματα. Περιγράφοντας ο Καζαντζάκης την κατάσταση που επικρατούσε στην πρώτη τάξη δημιουργεί έντονα συναισθήματα οίκτου για όσα υπέφεραν οι μικροί μαθητές από το βάναυσο δάσκαλό τους. Εκπλήσσει ίσως το γεγονός ότι ο ίδιος ο συγγραφέας καταλήγει να ευλογεί την άγια βέργα του δασκάλου γιατί αυτή τους έμαθε ότι ο πόνος είναι ο πιο μεγάλος οδηγός στον ανήφορο που φέρνει από το ζώο στον άνθρωπο. Ο δάσκαλος της πρώτης δεν ετύγχανε της εύνοιας του διευθυντή, Ανδρέα Κοκκινάκη, ο οποίος έκανε συστάσεις στους δασκάλους στην αρχή του ερχόμενου χρόνου για περιορισμό των ραβδισμών μάλιστα εν τοις κατωτέροις τάξασι πρέπει να λείψει ή τουλάχιστον να περιοριστεί μόνο εν εσχάτω ανάγκη και εν ελαχίστω μέτρο επιβαλλομένη διότι δεν έλειψαν εις προσφάτο παρελθόντι παράπονα εκ μέρους γονέων αφορμήν έχοντα τους υπερβολικούς ραβδισμούς.
Βαρύ το πρόγραμμα για το μικρό πρωτάκι, 36 ώρες τη βδομάδα, πρωι και απόγευμα, ένα άλλο ολοήμερο της εποχής με ολοκληρωμένο πρόγραμμα και με πολλά μαθήματα όπως Ιερά, Ιστορικά Διηγήματα, Ανάγνωση, Διδασκαλία Γλώσσης, Γραφή, Αριθμητική, Πραγματογραφία, Πατριδογραφία, Ιχνογραφία, Άσματα, Παιδειάς και δύο ώρες τη βδομάδα διδακτικό περίπατο.
Τα πρώτα του γράμματα ο μικρός Νίκος τα μαθαίνει από το Νέον Μεθοδικόν Αλφαβητάριον και Αναγνωσματάριον μετ εικόνων που έχουν συγγράψει ο Μιλτιάδης Βρατσάνος και ο Ανδρέας Κοκκινάκης που όπως προείπαμε ήταν ο διευθυντής του σχολείου του, ο δε πρώτος των συγγραφέων υπήρξε διευθυντής του Διδασκαλείου Αθηνών. Από το Αλφαβητάριο λοιπόν των ίων και των ρόδων έμαθε να διαβάζει ο Νίκος Καζαντζάκης.
Φθινόπωρο του 1890 κι ο μικρός Καζαντζάκης είναι μαθητής της δευτέρας δημοτικού. Δάσκαλός του ήταν ο Στυλιανός Παπαδάκης ή αλλιώς όπως ήταν το παρατσούκλι του Τίτιρος. Τρυφερός και ευαίσθητος μάλλον παράταιρος για τις παιδαγωγικές αντιλήψεις περί αμοιβών και ποινών εκείνων των καιρών αυτός ο δάσκαλος δεν τους έδερνε μα προσπαθούσε με παρακάλια και υπομονή να τους μάθει. Τους διάβαζε από το Ροβινσώνα, βιβλίο του Βλάσσιου Σκορδέλη, βιβλίο που είχε σαγηνεύσει το Νίκο και αργότερα κατά την ενασχόληση του με τη μετάφραση παιδικών βιβλίων έκανε τη μετάφραση του Ροβινσώνα Κρούσου του Δανιήλ Ντιφόου. Μα από όλα τα μαθήματα που διδάσκονταν όπως μπορείτε να δείτε το διαμορφωμένο πρόγραμμα εκείνου του άρεσε η Ιερά Ιστορία. Παράξενο παραμύθι, αναφέρει ο ίδιος, πολύπλοκο, σκοτεινό με φίδια που μιλούσαν, με κατακλυσμούς και λοιπά. Έχει απορίες μα ο δάσκαλος δεν τις λύνει, είναι αμαρτία. Αυτά είναι πράματα του Θεού, τους λέει. Κι ο μικρός μαθητής αρχίζει τους μεγάλους στοχασμούς.
Στην τρίτη τάξη του δημοτικού δάσκαλός του είναι ο Αθανάσιος Κρασάκης και όχι Περίανδρος όπως λογοτεχνικά τον αναφέρει ο Νίκος Καζαντζάκης θέλοντας να δώσει το στίγμα της εποχής με τη λατρεία των αρχαίων. Τους διδάσκει από την Ιερά Ιστορία για τρίτη και τετάρτη τάξη του Σπύρου Μωραίτη και από την Οδύσσεια του Μιλτιάδη Βρατσάνου. Να είναι άραγε η απαρχή της μεγάλης έμπνευσης για την δική του χιλιοδιαβασμένη Οδύσσεια? Όμως στις αναμνήσεις του ο δάσκαλος αυτός έχει μείνει για την εμμονή του στον έλεγχο της καθαριότητας. Πού να ήξερε ότι αυτό ήταν μέσα στα διδακτικά καθήκοντα του δασκάλου του και υπακοή στην έβδομη εντολή του κυρίου διευθυντή? Πλην των ειρημένων η σχολική υπηρεσία απαιτεί παραδειγματικήν τάξην και ακρίβειαν περί την έναρξην και λήξη της διδασκαλίας, ήταν η εντολή. Ο δημοδιδάσκαλος οφείλει να ευρίσκειται εν τη αιθουσει της παραδόσεως τουλάχιστον εν τέταρτον της ώρας προ της ενάρξεως του μαθήματος ίνα προπαρασκευάζει τα της διδασκαλίας, εξετάζει τα της καθαριότητος των μαθητών και διακωλύει δια της παρουσίας του τα ατακτήματα αυτών άτινα ο διδάσκαλος οφείλει να προλαμβάνει μάλλον ή να τιμωρεί. Αγωνιούσε ο κύριος Κρασάκης να τους βάλει στο κεφάλι τη Γραμματική του Αποστολοπούλου μα τα τριτάκια καμία όρεξη δεν είχαν να ακούνε για οξείες και περισπωμένες. Σ΄ αυτό το δάσκαλο είπε το Νικολιώ, ο συμμαθητής του Καζαντζάκη, που είχε έρθει από το χωριό το γνωστό Σώπα δάσκαλε να ακούσουμε το πουλί. Ο θάνατος του δασκάλου εκείνη τη χρονιά ήταν ένα γεγονός που του έδωσε ένα ακόμα ερέθισμα να στοχαστεί γύρω από το θάνατο.
Στην τετάρτη και τελευταία του τάξη βασίλευε και κυβερνούσε ο κύριος διευθυντής, που όπως έχουμε ήδη πει ήταν ο Ανδρέας ο Κοκκινάκης, αριστούχος του διδασκαλείου Αθηνών με υποτροφία από την τμηματική εφορία. Ο μικρός μαθητής όμως τον έβλεπε κοντοπίθαρο, μ΄ ένα γενάκι σφηνωτό, με γκρίζα πάντα θυμωμένα μάτια, στραβοπόδη, ενώ θυμάται τη Νέα Παιδαγωγική που είχε φέρει από την Αθήνα, το πολυσυζητημένο θέμα της νέας εκείνης μεθόδου δηλαδή της συνδιδακτικής έφτασε και μέχρι τα παιδιά. Και βέβαια για να είμαστε δίκαιοι ο Ανδρέας Κοκκινάκης είναι αυτός που έφερε στην Κρήτη σύστημα οργάνωσης του δημοτικού σχολείου με αναλυτικό πρόγραμμα, βιβλία, η επιλογή των οποίων ήταν ο,τι πιο σύγχρονο διέθετε η εποχή εκείνη πανελληνίως για παράδειγμα βιβλία του Σπύρου Μοραΐτη, ιδρυτή της γνωστής σχολής Μοραΐτη, του Οικονόμου, διευθυντή του προτύπου Θεσσαλονίκης και κυρίως μέθοδο με στέρεα θεωρητική και πρακτική βάση, ενώ σε αυτόν οφείλονται οι πρώτες επιμορφώσεις δασκάλων στο Νομό Ηρακλείου στον οποίο είχε αναδειχτεί ο αναμφισβήτητος πάτρωνας της δημοτικής εκπαίδευσης. Να είναι άραγε η μετέπειτα πορεία του Νίκου Καζαντζάκη με τα βιώματα του από τις εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις του εικοστού αιώνα που επηρέασαν τον ίδιο στη σκληρή κριτική που κάνει στο πρόσωπο του διευθυντή του σχολείου ή ίσχυε το δάσκαλε που δίδασκες και νόμο δεν εκράτεις? Κάνει λόγο για τις πρακτικές των τιμωριών του γράφοντας χαρακτηριστικά: μας ξεκούμπωνε, μας κατέβαζε τα παντελονάκια, μας έδερνε κατάσαρκα με το βούρδουλα κι όταν βαριόταν να ξεκουμπώσει μας έδινε βουρδουλιές στ αυτιά ωσότου έβγαζε αίμα και τα μάτια μας τέσσερα, αταξίες δεν θέλει, μήτε γέλια μήτε φωνές στο διάλλειμα και σταυρό τα χέρια. Ωστόσο στην αναφορά του μας δίνει πολύτιμες πληροφορίες για τον τρόπο διδασκαλίας. Έπρεπε λέει ο,τι μαθαίναμε να το βλέπαμε και να τα αγγίζαμε ή να το ζωγραφίζαμε σ ένα χαρτί γεμάτο κουκίδες. Την τάση του διευθυντού για υπερβολική χρήση της εποπτείας περιγράφει και κατακρίνει και ο Συμεών και διακωμωδείται από το Νίκο Καζαντζάκη στην Αναφορά στο Γκρέκο όταν προβαίνει σ ένα παιδαγωγικό ολίσθημα όταν Μεγάλη Παρασκευή γυρνώντας από την εκκλησία στο σχολείο παρομοιάζει έναν μαθητή του με τον Ιούδα με αποτέλεσμα το παιδί να μην ξαναπάει στο σχολείο.
Τα μαθητικά χρόνια του Νίκου Καζαντζάκη μετά το δημοτικό σχολείο θα τα περιγράψω εντελώς επιγραμματικά αφού τα περιθώρια του χρόνου δεν μας επιτρέπουν να αναφερθούμε εκτενώς. Με την έκρηξη της τελευταίας κρητικής επανάστασης, η οικογένεια Καζαντζάκη εγκαθίσταται στη Νάξο, όπου παραμένει για δύο περίπου χρόνια. Ο Νίκος ξεκινά τις γυμνασιακές του σπουδές στη γαλλική Εμπορική Σχολή του Τιμίου Σταυρού, την οποία διοικούσαν φραγκισκανοί μοναχοί. Μαθαίνει γαλλικά και ιταλικά και αρχίζει να γνωρίζει την ευρωπαϊκή λογοτεχνία, κυρίως όμως έρχεται σε επαφή με το δυτικό πολιτισμό.
Για τη Γαλλική Σχολή αναφέρει πως τούτο στάθηκε το πρώτο κι ίσως το πιο αποφασιστικό πήδημα της πνευματικής του ζωής. Ενώ εκεί άναψαν μέσα του δύο καινούρια πάθη, η ομορφιά και η δίψα της μάθησης, έχοντας αίσθηση ευθύνης ο Κρητικός να΄ναι ο πρώτος. Εκεί διακρίνεται για τις υψηλότατες επιδόσεις του.
Το 1899, μετά την αποκατάσταση της ειρήνης, η οικογένεια επιστρέφει οριστικά στο Ηράκλειο, όπου ο Νίκος περατώνει τις γυμνασιακές του σπουδές, το 1902.
Το ιστορικό Γυμνάσιο Ηρακλείου στεγαζόταν τότε στο κτίριο της σημερινής Νομαρχίας όπως φαίνεται στη φωτογραφία της εποχής εκείνης. Και θεωρούμε πολύ σημαντικό να τοποθετηθεί μία αναμνηστική πλακέτα με τη μνεία πως εκεί φοίτησε ο Νίκος Καζαντζάκης. Το ιστορικό κρητικό γυμνάσιο ιδρύθηκε από τον Αντώνιο Μιχελιδάκη, εξέχουσα προσωπικότητα με λαμπρές σπουδές και πολιτικός αντίπαλος του Ελευθέριου Βενιζέλου. Διετέλεσε δε Πρωθυπουργός Κρήτης, Πρόεδρος της Κρητικής Βουλής, Πρόεδρος της δεύτερης Συντακτικής Συνέλευσης και Υπουργός Εκκλησιαστικών και Δημόσιας Εκπαίδευσης. Ενώ ήταν γυμνασιάρχης επί εικοσιπενταετία.
Οι καθηγητές του Γυμνασίου κατείχαν υψηλή κοινωνική θέση και διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην εκπαιδευτική και πολιτική ζωή της Κρήτης. Οι περισσότεροι ήταν κάτοχοι διδακτορικών του Πανεπιστημίου Αθηνών ή του εξωτερικού, ιδιαίτερα από πανεπιστήμια της Γερμανίας.
Η πνευματική άνθηση που συμπίπτει με τα χρόνια μαθητείας του Νίκου Καζαντζάκη από λαμπρούς ευπατρίδες ανάμεσα σε αυτούς και ο Αντώνιος Βορεάδης που εκτός από εκλεχτός γυμνασιάρχης διηύθυνε την πολύ ποιοτική εφημερίδα Ηράκλειο με εκδότη το λόγιο ιατρό Στυλιανό Αλεξίου. Το νομοθετικό του έργο ως υπουργού Παιδείας και Δικαιοσύνης είναι προϊόν βαθιάς γνώσης της εκπαιδευτικής πράξης. Η αναφορά μου σε αυτές τις προσωπικότητες αποσκοπεί στο να φωτίσουμε το κλίμα της εποχής και το επίπεδο του εκπαιδευτικού κόσμου.
Το κρητικό γυμνάσιο ευτύχησε τα χρόνια εκείνα να έχει λαμπρούς επιστήμονες ως διδακτικό προσωπικό όπως ήταν ο Ιωάννης Περδικάρης ο οποίος υπηρέτησε αρχικά ως καθηγητής, στη συνέχεια ως επιθεωρητής δημόσιας εκπαίδευσης στα Χανιά και με αίτηση του ήρθε στο κρητικό γυμνάσιο το 1901.Εκείνος υπογράφει ως γυμνασιάρχης τον τίτλο σπουδών του Νίκου Καζαντζάκη. Στη συνέχεια ο Περδικάρης ήταν εκείνος που ίδρυσε το 1905 το Λύκειο ο Κοραής.
Άλλοι καθηγητές που υπηρετούσαν στο κρητικό γυμνάσιο ήταν ο Χρήστος Βαρουτάκης, μαθηματικός, ο Ιωσήφ Κόρπης των γαλλικών, ο αρχιμανδρίτης Δωρόθεος Κλωναράκης των Θρησκευτικών, ο Γεώργιος Αεράκης, φιλόλογος και ο Στυλιανός Γεωργίου μάλλον φυσικός.
Το επίπεδο σπουδών που παρείχε το κρητικό γυμνάσιο ήταν αναμφισβήτητα υψηλότατο, ιδιαίτερα δε στον τομέα της φιλολογικής κατεύθυνσης. Ο Νίκος Καζαντζάκης ήταν ο τυχερός μαθητής που μαθήτευσε δίπλα σε ξεχωριστούς καθηγητές, άξιους διδασκάλους και πνευματικούς αλλά και συνάμα βαθύτατα ηθικούς ανθρώπους.
Βέβαια στα γυμνασιακά του χρόνια διακατέχεται από τις εφηβικές του ανησυχίες και είχε υπαρξιακούς προβληματισμούς και στοχασμούς. Θυσιάζει τον προσωπικό του χρόνο στις πνευματικές του αναζητήσεις και διακατέχεται από τις πρώτες ερωτικές ανησυχίες.
Ο δικός μας Καζαντζάκης μεγάλωσε και διαμόρφωσε την προσωπικότητά του, επηρεάστηκε από την πνευματικότητα της εποχής και του τόπου αλλά παρέμεινε ελεύθερος στο νου και την ψυχή.
Τυχερό το Ηράκλειο, τυχερά τα σχολεία στα οποία μαθήτευσε ο μεγάλος στοχαστής, η μοναδικής εμβέλειας προσωπικότητα. Χρέος δικό μας να τον θυμόμαστε και αυτόν κι όσους συνέβαλαν στην παιδεία και την μόρφωσή του. Έτσι θα πραγματώσουμε την επιθυμία που μέσα από τα δικά του λόγια ο ίδιος εκφράζει: Θα ζω και γω, θα στοχάζομαι και θα βλέπω κι ακόμα αφού πεθάνω φτάνει να υπάρχουν ακόμα καρδιές να με θυμούνται.
* Η κ. Μαρία Τζενάκη είναι συνταξιούχος Δασκάλα και Σχολική Σύμβουλος Π. Ε.