Κείμενο – Φωτογραφία: Ηλίας Θεοδωρόπουλος
Το Μ. Σάββατο μια γιατρός φεύγοντας από την εφημερία της σε νοσοκομείο της Πάτρας διέσχισε την ισόπεδη διάβαση του τρένου, παρότι οι μπάρες ήταν κατεβασμένες, ηχούσε το προειδοποιητικό σήμα και το τρένο ερχόταν με χαμηλή ταχύτητα κορνάροντας, επειδή σε λίγα μέτρα ήταν ο σταθμός. Το αποτέλεσμα ήταν η σύγκρουση με το τρένο και ο σοβαρός τραυματισμός της. Είναι προφανές ότι όταν οδηγούμε πρέπει να αφιερώνουμε όλη την προσοχή μας στο δρόμο, γιατί οποιαδήποτε απροσεξία μπορεί να στοιχίσει τη ζωή ή το σοβαρό τραυματισμό και τον δικό μας αλλά και συνανθρώπων μας που θα εμπλακούν στο τροχαίο που θα προκαλέσουμε. Στο συγκεκριμένο όμως τροχαίο υπάρχει μια άλλη παράμετρος πολύ σημαντική, που θα πρέπει να αναδείξουμε. Η συγκεκριμένη συνάδελφος επέστρεφε από εργασία που είχε υποχρεωθεί να κάνει, σε συνθήκες απάνθρωπες, υπερεργασίας 36 συνεχόμενων ωρών δουλειάς, που εξαντλούν τον υγειονομικό και τον καθιστούν επικίνδυνο και για τον εαυτό του και για τους ασθενείς του και για πολλούς που θα “βρεθούν στο δρόμο του”. Δυστυχώς έχουν χαθεί ή έχουν τραυματιστεί σοβαρά πολλοί συνάδελφοι επιστρέφοντας από τέτοιες εφημερίες στο σπίτι τους. Εξηγείται και ψυχολογικά αυτό, όταν ζεις τέτοιες ψυχοπιεστικές καταστάσεις και κάτω από το βάρος της ευθύνης που νιώθεις να ανταποκριθείς καλά στο καθήκον που έχεις απέναντι στον ασθενή σου, με το που τελειώσει η εφημερία, αντανακλαστικά χαλαρώνεις και δεν δίνεις την δέουσα προσοχή σε άλλα σημαντικά πράγματα.
Αυτές τις μέρες συμπλήρωσα 30 χρόνια υπηρεσίας στο ΕΣΥ (ως αγροτικός, ειδικευόμενος και ειδικευμένος ιατρός) Σε αυτή μου τη διαδρομή επέλεξα να κάνω “μάχιμες” εφημερίες και δεν έλειψα κανένα λεπτό από το χώρο της δουλειάς μου την ώρα της εφημερίας μου. Υπολόγισα λοιπόν (επειδή κρατάω ένα μεγάλο αρχείο των εφημεριών μου) ότι έχω εργαστεί (έχω βρεθεί στο χώρο εργασίας μου) για 7500 μέρες επιπλέον, κάτι που ισοδυναμεί με 32 χρόνια επιπλέον δουλειάς. Δουλεύω 30χρόνια και είναι σαν να έχω δουλέψει 62 χρόνια. Κ δεν συνυπολογίζω τις χαμένες κανονικές άδειες που χαρίζω στο ΕΣΥ κάθε χρόνο (γιατί δεν “βγαίνει” το πρόγραμμα να τις πάρω όλες) δεν συνυπολογίζω τις μέρες εκπαίδευσης που θα κάνω χρησιμοποιώντας πολλές φορές ρεπό μου ή κανονική άδεια. Κ δεν συνυπολογίζω ότι κοντά στις μισές από αυτές τις παραπάνω μέρες είναι σε νυχτερινές ώρες ή αργίες που θα έπρεπε να “μετρούν” παραπάνω ως χρόνος υπηρεσίας.
Ο χρόνος εργασίας που υποχρεώνεται να εκτελέσει ένας γιατρός στο ΕΣΥ είναι τεράστιος, εξουθενωτικός για το γιατρό και σε προσωπικό και σε οικογενειακό επίπεδο, πληρώνεται εξευτελιστικά, δεν είναι συντάξιμος και τον καθιστά επικίνδυνο πολλές φορές απέναντι στον ασθενή του. Οι συγκεκριμένες συνθήκες εργασίας αποτελούν και το βασικό αποτρεπτικό παράγοντα εισόδου στο ΕΣΥ νέων γιατρών και καθιστούν τις προκηρύξεις “άγονες”, ιδιαίτερα σε “μάχιμες” ειδικότητες. Αυτό πρέπει να αλλάξει, και όπως σε όλα τα κακώς κείμενα η αλλαγή δεν γίνεται με ευχολόγια. Πρέπει οι γιατροί μαζί με τους χρήστες των υπηρεσιών υγείας, μαζί με τους πολίτες, να διεκδικήσουν ένα ανθρώπινο ωράριο στο ΕΣΥ, σύμφωνο με την ευρωπαϊκή νομοθεσία, ασφαλές για τον ασθενή. Να γίνει τι δηλαδή; Να γίνουν προσλήψεις γιατρών. Πόσων; Τόσων ώστε ο ασθενής να βρίσκει απέναντί του ένα ξεκούραστο γιατρό, που θα δουλεύει μία βάρδια, και με μέγιστο χρόνο επιπλέον εργασίας την εβδομάδα, όπως σε όλες τις χώρες του ανεπτυγμένου κόσμου, που δεν θα παραβιάζεται και θα πληρώνεται επαρκώς ώστε να είναι θελκτικές οι προκηρύξεις των θέσεων, και ο ασθενής να μην πληρώνει έξτρα για τις υπηρεσίες που χρειάζεται.
Οι συνθήκες εργασίας στο ΕΣΥ αφορούν και τους εργαζόμενους και τους ασθενείς και για να έχουμε ένα καλύτερο ΕΣΥ, που είναι δικαίωμά μας, υποχρεούμαστε να το διεκδικούμε και να αγωνιζόμαστε γι αυτό