Το έτος 1993 αρρώστησα βαρειά. Οι γιατροί διέγνωσαν καρκίνο στους λεμφαδένες. Έτσι ξεκινάει η περιπέτειά μου με τα Νοσοκομεία, χειρουργικές επεμβάσεις, χημειοθεραπείες, μία συνεχής φθορά και ταλαιπωρία…
Αφού τελείωσαν όλα αυτά και δεν υπήρξε καμμία βελτίωση, οι γιατροί μου συνέστησαν να πάω σπίτι μου, αφού από ιατρικής πλευράς, δεν μπορούσε να γίνη κάτι περισσότερο. Όταν ευρέθηκα στο σπίτι μου, ήμουν ένα ψυχικό ράκος, γεμάτος απογοήτευσι, γιά τον επερχόμενο θάνατο…
Σ’ αυτή την τραγική κατάστασι που ευρισκόμουν, έστρεψα το βλέμμα μου εις τον Θεόν, ζητώντας την βοήθειά Του! Μου ήλθε μάλιστα ένας λογισμός, να πάω εις το Άγιον Όρος και να συναντήσω τον Άγιο Παΐσιο τον Αγιορείτη. Μέσα μου άναψε μία ελπίδα και συνοδευόμενος από έναν συγγενή μου, μετά κόπων και βασάνων, λόγω της σωματικής και ψυχικής καταστάσεώς μου, φθάσαμε στο κελλί του Γέροντα.
Εκεί ευρήκαμε άλλους τριάντα ανθρώπους να περιμένουν. Μου έδωσαν ένα κούτσουρο να καθήσω, αφού η εμφάνισί μου πρόδιδε έναν άρρωστο και ταλαιπωρημένο άνθρωπο. Μετά από μισή ώρα ανοίγει η πόρτα του κελλιού και βγαίνει ο Γέροντας. Χαιρέτησε τους προσκυνητές, με μία καλοσυνάτη έκφραση, που μου έκανε μεγάλη εντύπωσι. Καθήσαμε στα κούτσουρα και ο Γέροντας εκάθησε δίπλα μου. Άρχισε η συζήτησι και ο Γέροντας απαντούσε στις ερωτήσεις, με αγάπη και υπομονή. Ήταν ευλογία που κάθησε δίπλα μου ο Γέροντας, αλλά ακόμη περισσότερο που εις την συνέχεια με ακουμπούσε με το χέρι Του. Η αίσθησι αυτή δεν μπορεί να περιγραφή, διότι ένοιωθα μία απροσδόκητη ξεκούρασι στο σώμα μου. Σκέφθηκα να μην εκθέσω το πρόβλημά μου, αφού έλαβα την ευλογία Του με αυτόν τρόπο.
Όταν σηκωθήκαμε να φύγουμε, ο Γέροντας απευθυνόμενος σε μένα, μου είπε:
«Εσύ, παιδί μου, μην φύγης, διότι σε θέλω. Πέρασε μέσα στο κελλί».
Ξαφνιάσθηκα, αλλά ακολούθησα τον Γέροντα.
Πήγαμε στο Εκκλησάκι και μου είπε:
«Κωνσταντίνε γνωρίζω τον λόγο της επισκέψεώς σου, αλλά και το πρόβλημά σου».
Εγώ τα ‘χασα… Όταν εις τη συνέχεια μου ζήτησε να ιδή τα πόδια μου, τις τομές των εγχειρήσεων που είχα κάνει, τότε κόντεψε να μου φύγη το μυαλό, αφού δεν μπορούσα να εξηγήσω πώς συμβαίνουν αυτά τα πράγματα, καθ’ ότι ορθολογιστής. Ο Γέροντας τότε, επήρε λάδι από το κανδήλι και εσταύρωσε τα εγχειρισμένα πόδια μου. Μου είπε να περιμένω και αυτός προσευχήθηκε γιά λίγα λεπτά μπροστά εις τις Εικόνες!
Ύστερα μου είπε:
«Κωνσταντίνε, ο Θεός σε ελέησε! Από σήμερα, δεν θα έχης κανένα πρόβλημα υγείας, αλλά και ό,τι δουλειά κάνεις εις την ζωή σου, θα είναι ευλογημένη!»!
Όντως από εκείνη την ημέρα, έχουν περάσει τόσα χρόνια, δεν ξαναπήγα ποτέ σε ιατρό, ούτε πήρα κάποιο φάρμακο και η δουλειά μου πηγαίνει θαυμάσια! Δόξα τω Θεώ!
Δυστυχώς, άλλη φορά δεν ξαναείδα τον Γέροντα…
Οι δουλειές μου και η αμέλειά μου, δεν μου επέτρεψαν να ξαναπάω εις το Άγιον Όρος, αλλά ούτε και εις το Μοναστήρι εις την Σουρωτή. Κάποτε, όμως, πήγε η αδελφή μου να δή τον γέροντα εις την Σουρωτή. Ήταν χιλιάδες οι προσκυνητές που ήθελαν να Τόν δουν και να πάρουν την ευλογία Του. Ενώ ήταν άρρωστος και έβλεπε έναν-έναν τους ανθρώπους, όταν η αδελφή μου ευρέθη μπροστά Του, τον άκουσε με παράπονο να της λέει:
«Γιατί ο Κωνσταντίνος δεν έρχεται να με δή;».
Η αδελφή μου τα ‘χασε!
Μου το διηγήθηκε το γεγονός αυτό και με επέπληξε γιά την αμέλειά μου… Ύστερα από μερικούς μήνες επήγα εις το Άγιον Όρος γιά να τον συναντήσω, αλλά έμαθα ότι, είχε κοιμηθή. Ελέγχθηκα μέσα μου γιά την αμέλειά μου και σκέφθηκα ότι, γιά να επανορθώσω, πρέπει να πάω να προσκυνήσω τον τάφο Του, εις την Σουρωτή. Με συντριβή προσκύνησα τον τάφο Του και γιά ευλογία πήρα λίγο χώμα και ένα κομμένο λουλούδι. Το χώμα το έβαλα σε ένα κουτάκι και πάνω του έβαλα το λουλούδι. Εκείνη την ημέρα, γέμισε το δωμάτιο μου με ευωδία! Αλλά το πιο σημαντικό είναι ότι, μετά από τόσα χρόνια, το λουλουδάκι εξακολουθεί να είναι ζωντανό!! Δεν ξεράθηκε!!>>!!!
Μαρτυρία Λ.Κ. από την Θεσσαλονίκη.
Πηγή: Αγαπώ τον Χριστό – Γιάννης Θάνος