Γράφει ο Γιώργος Μαρουλοσηφάκης*
Σε τούτο τον τόπο, σ’ αυτή τη χώρα τα έθιμα ήταν πολλά. Ήταν, γιατί σήμερα δύο μονάχα ακόμη κρατούν και θα κρατούν. Είναι το έθιμο της ομαδικής βάφτισης παιδιών μετά από τάξιμο των γονιών τους. Το ένα ήταν το ομαδικό βάπτισμα στη Γκιώνα στον εορτασμό του προφήτη Προδρόμου στις 29 Αυγούστου και το άλλου του Αγίου Ευτυχούς στο Σέλινο.
Στη Γκιώνα οι γονείς που είχαν ταμένα παιδιά, τα άφηναν σε ένα περβάζι άλλα ντυμένα ροζ και άλλα γαλάζια.
Αυτός που ήθελε να γίνει νονός ή νονά, πήγαινε και σήκωνε ένα παιδάκι. Αυτό θα βάφτιζε. Το ίδιο γινόταν και στην εκκλησία του Αγίου Ευτυχούς. Ποτέ δεν υπήρχε πριν συνεννόηση, γιατί τότε χανόταν το τάξιμο. Η βάφτιση γινόταν από δύο ιερείς. Ο ένας ήταν για τα προκαταρκτικά. Συνετάξω τω θεώ, συνεταξάμην και πιστεύω σ’ αυτώ… και συνεχιζόταν με τον δεύτερο ιερέα στην κολυμπήθρα. Ο νονός και η νονά κρατούσε μαζί του και τα βαφτιστικά, οπωσδήποτε και τον χρυσό σταυρό.
Ο Στέλιος Μαρινάκης ήθελε να βαφτίσει ένα κοριτσάκι, γι’ αυτό σήκωσε ένα από τα πολλά με τα ροζ. Έγινε η βάφτιση και τα σταυρώματα θα λύνονταν αργότερα στο σπίτι των γονιών του κοριτσιού. Τα σταυρώματα λύθηκαν τον επόμενο Μάη.
Ο νονός και οι σύντροφοι του φιλοξενήθηκαν υπέροχα και πλουσιοπάροχα από τους γονείς και στο τέλος πήγαν στο δωμάτιο της μικρής, όπου λύθηκαν τα σταυρώματα και έγιναν τα χαρίσματα, συνήθως χρήματα. Δυο χρυσές λίρες Αγγλίας ήταν τα χαρίσματα του Μαρινάκη στη “φιλιότσα” του. Ανάλογο γλέντι γινόταν και στο Ροδοβάνι, όταν λυνόταν κι εκεί τα σταυρώματα.
Κάποτε τα παιδιά περίμεναν τον νονό ή τη νονά για να βαφτιστούν. Τώρα λιγοστεύουν, όμως το έθιμο καλά κρατεί και θα κρατεί.
Ποτέ, πάντως, δεν επιτρέπονταν σε πολιτικό να κάνει βάφτιση.
ΞΕΝΙΟΣ ΖΕΥΣ
Πριν χρόνια στις θρησκευτικές εορτές στα χωριά της Ρίζας όλα τα σπίτια ήταν ανοιχτά για να υποδεχτούν τους προσκυνητές- πανηγυριώτες.
Πλούσια εδέσματα και καλό κρασί περίμενε τους ξένους επισκέπτες. Σε διάφορα σημεία του χωριού στηνόταν ψησταριές για τους ξένους. Με τον καιρό το έθιμο άρχισε να σιγοσβήνει και τα σπίτια δέχονταν μόνο καλεσμένους ή συγγενείς. Το χρήμα είχε διώξει μακριά τη φιλοξενία.
ΤΑ ΚΑΝΙΣΚΙΑ
Στους γάμους παλιά ήταν έθιμο οι καλεσμένοι να πηγαίνουν κανίσκια, δηλαδή ένα ολόκληρο αρνί ή κατσίκι. Ορισμένα από τα αρνιά ήταν ζυγούρια, δηλαδή χρονιάρικα αρνιά για να χρησιμοποιηθούν στο ψήσιμο του γαμοπίλαφου.Το πήγαιναν την προηγούμενη του γάμου, για να φαγωθεί την ημέρα του γάμου. Το κανίσκι έπρεπε οπωσδήποτε να καταναλωθεί στον γάμο. Ο γαμπρός δεν μπορούσε να κρατήσει τότε ένα μικρό κομμάτι. Ό,τι περίσσευε δινόταν στους καλεσμένους μέσα σε ένα βοργιάλι μαζί με άλλα, με το κουλούρι του γάμου και άλλα “καλούδια”.
Λεγόταν ότι στον γάμο του Σπυριδόπετρου τα κανίσκια ήταν γύρω στα 140 και στον γάμο του αδελφού του Αντρέα τα κανίσκια ξεπέρασαν τα 150. Σήμερα τα κανίσκια αντικαταστάθηκαν από το φακελάκι με τα χρήματα που δινόταν στην τελετή του γάμου. Ακόμα και στις βαφτίσεις, αντί το λύσιμο των Σταυρωμάτων, δίνεται το φακελάκι με τα χρήματα. Τα έθιμα ξεχάστηκαν, έγιναν πλέον τα πάντα για το χρήμα. «Κρίμα τα έθιμα μα κρίμα, τι κάνει τ’ άτιμο το χρήμα».
ΤΟ ΞΕΚΑΘΑΡΙΣΜΑ
Ένα ακόμα έθιμο που κι αυτό πάει να εκλείψει ήταν ο όρκος που έπαιρνε όποιος κατηγορούνταν για κάτι, και τον έπαιρνε όταν ήταν αθώος. «Πάμε στην εκκλησία να σου ξεκαθαρίσω ότι είμαι αθώος». Δύο ήταν οι εκκλησίες που γίνονταν το ξεκαθάρισμα. Η μία στα Ρεθεμιώτικα και η άλλη στα Κεραμειά. Όποιος “ξεκαθάριζε” στην εικόνα ήταν πραγματικά αθώος. Μία μόνο ιστορία υπάρχει. Κάποιος ξεκαθάρισε για έναν φόνο. Ορκίστηκε ότι ήταν αθώος, όμως βρέθηκε νεκρός σ’ ένα φαράγγι και δίπλα του το ασημένιο μαχαίρι για το οποίο είχε κάνει τον φόνο.
* Ο Γιώργος Μαρουλοσηφάκης είναι απόμαχος δημοσιογράφος – τυπογράφος
Πηγή: haniotika-nea.gr