Ένα βράδυ στο κελί του ο μακαριστός γέροντας Αναστάσιος έκανε τον κανόνα του. Ξαφνικά άνοιξαν οι τοίχοι και η οροφή και το κελί του μεταβλήθηκε σε ένα απέραντο χώρο. Κοιτάζοντας ξαφνιασμένος το παράξενο γεγονός άρχισαν να έρχονται από μακριά κάποιες γυναίκες οι οποίες ήταν λαμπρές και στολισμένες με σοφρωσυνη. Ο γέροντας παρακολουθούσε εκστατικός την ιερή πομπή μέχρι που κάποια από τις σεμνές αυτές γυναίκες τον πλησίασε και του είπε να περιμένει γιατί θέλει να τον συναντήσει κάποια που είναι συγγενής του. Τότε άρχισε να παρακολουθεί κάθε μία από τις ιερές αυτές γυναίκες προσπαθώντας να αναγνωρίσει πια μπορεί να είναι αυτή.
Στο τέλος της πομπής, υπήρχε στο κέντρο μια γυναίκα που διέφερε πολύ από τις υπόλοιπες, λουσμένη στο φως με τα χέρια απλωμένα στον ουρανό η οποία σταμάτησε μπροστά του. Τότε ο γέροντας με μεγάλη συστολή την πλησίασε και της είπε: ποια είστε; Εκείνη του απάντησε. Εγώ είμαι η Έγκορφος. Τότε ο ταπεινότατος γέροντας της απάντησε ότι τότε δεν θα είμαστε μάλλον συγγενείς γιατί εγώ είμαι άκορφος, εννοώντας ότι βρίσκεται πάντα χαμηλά.
Ο γέροντας Αναστάσιος δεν μας αποκάλυψε ποτέ πώς συνεχίστηκε αυτή η ιερή συνομιλία. Μόνο εξηγούσε πως η Θεοτόκος είναι Εγκορφος ως κορυφή της δημιουργίας του Θεού και επειδή έφερε τον ίδιο τον Θεό στον κόρφο της. Μας παρακαλούσε δε όσο καιρό βρισκόταν κοντά μας να φτιάξουμε μια εικόνα με την Παναγία δεομένη στον ουρανό και να την ονομάσουμε Έγκορφο και ο ίδιος είχε μια μικρή εικόνα παρόμοια στο κελί του που είχε ζωγραφίσει για αυτόν κάποια πνευματική θυγατέρα του.
Πηγή: imkoudouma.gr