Ένας σημαντικός δάσκαλος έφυγε πριν λίγο από τη ζωή.
Πρόκειται για το Χαρίδημο Καραλάκη, ο οποίος δίδαξε σε σχολεία της Μεσαράς και της Αθήνας.
Γεννήθηκε στο Σίβα το 1940.
Πατέρας του ήταν ο Φίλιππος Καραλάκης, δάσκαλος και προσωπικός φίλος του Σοφοκλή Βενιζέλου.
Μητέρα του η Μαρία, το γένος Ανδουλιδάκη, ου πέθανε λίγες ημέρες μετά τη γέννησή του.
Τα πρώτα του γράμματα τα έμαθε στο σχολείο του Σίβα και στο Γυμνάσιο της Πόμπιας.
Τέλειωσε την Παιδαγωγική Ακαδημία Ηρακλείου και μετεκπαιδεύτηκε στο Μαράσλειο.
΄Ηταν ένας υπέροχος άνθρωπος και δάσκαλος.
Χαμογελαστός, με ιδιότυπο χιούμορ, ευγενικός, γλυκομίλητος.
Με τη σύζυγό του Ελένη έκανε μια όμορφη οικογένεια και απέκτησαν δυο παιδιά.
Το Φίλιππο και τη Μαρία.
Δεν έγινε γνωστό πότε θα γίνει η κηδεία του.
Το “e-mesara.gr” εκφράζει τα θερμά του συλλυπητήρια στη σύζυγό του Ελένη, στα παιδιά του Μαρία και Φίλιππο και στον αδελφό του Μανώλη και στη σύζυγό του Δέσποινα και εύχεται η μnήμη του να είναι αιωνία κοντά στα Θεό.
Στη συνέχεια παραθέτουμε την ομιλία του στις 29 Αυγούστου 2019 στην πλατεία του Σίβα, που μίλησε για τον πατέρα του Φίλιππο σε εκδήλωση του Πολιτιστικού Συλλόγου, με ένα μοναδικό τρόπο και την οποία χαρακτηρίζει ως «Κορυφαία στιγμή της ζωής μου, θεωρώ αυτή που μίλησα στο χωριό μου ΣΙΒΑ ΠΥΡΓΙΩΤΙΣΣΗΣ»
Σιγά-σιγά με προσοχή
Τα μάθια μου σηκώνω,
Και βλέπω την παρέα μου
Και την νε καμαρώνω.
Συγκεντρωθήκαμε σήμερα εδώ για να ακούσουμε λίγα λόγια για τους δασκάλους που υπηρέτησαν στο χωριό μας, Σίβα Πυργιωτίσσης, και τους οποίους σήμερα τιμά, δια του πολιτιστικού του συλλόγου «Θέμος Κορνάρος» το χωριό μας Σίβα.
Ένας από αυτούς είναι και ο πατέρας μου Φίλιππος Καράλης ή Καραλάκης του Μανόλη και της Μαρίας.
Καταγωγή
Ο πρώτος Καράλης, ο Νικόλαος Καράλης μένει στο χωριό μας από το 1830. Αποκτά ένα γιο και τέσσερις κόρες.
Ο γιός του Μανόλης αποκτά τέσσερις γιούς:
- Το Χαρίδημο γνωστό σαν ψηλό, λεβέντη και παλληκάρι.
- Το Γεώργιο γνωστό σαν Καραλογιώργη.
- Τον Δημήτριο γνωστό σαν Καπετάνιο.
- Και τον Φίλιππο γνωστό σαν δάσκαλο, που τιμάμε σήμερα.
Τα πρώτα του χρόνια
Γεννήθηκε το 1887 και πέθανε στις 31 Δεκεμβρίου το 1972. Επίγειος βίος 85 έτη.
Παντρεύεται το 1920 την Μαρία Ανδρουλιδάκη του Νικολάου και της Κυριακής και απέκτησε τέσσερα παιδιά:
- Την Αριστέα το 1923,
- Την Ιωάννα το 1925,
- Τον Μανόλη το 1937 και
- Τον Χαρίδημο στις 6 Μαρτίου 1940.
Σπουδές
Τα πρώτα γράμματα τα μαθαίνει εδώ στο χωριό του.
Φοιτά στο Λύκειο Κοραή του Ηρακλείου, όπου γνωρίζεται, κάνει παρέα και μένει φίλος με το Σοφοκλή Βενιζέλο.
Σύμφωνα όμως με την νομοθεσία της εποχής για να διορισθεί δάσκαλος πρέπει να προσκομίσει απολυτήριο και από άλλο σχολείο εκτός του Νομού καταγωγής του. Γι’ αυτό πηγαίνει σε ένα σχολείο στα Χανιά και το παίρνει. Το σχολείο αυτό είχε άριστα το έξι (6).
Όταν στην Παιδαγωγική Ακαδημία Ηρακλείου γίνεται Διευθυντής ο εκ Χίου καταγόμενος Γλύκας, κάνει μετεκπαίδευση σε παλιούς δασκάλους, περί το 1930, στην οποία λαμβάνει μέρος και ο Φίλιππος.
Εργασία
Πριν διορισθεί δάσκαλος γύρω στο 1906 με 1909, εργάζεται, σαν Γραμματικός, στο πυρινοελαιουργείο του Πετρακογιώργη που τότε λειτουργούσε στον Κόκκινο Πύργο.
Διορίστηκε δάσκαλος το 1910 στο Κλίμα, και υπηρέτησε στα Πιτσίδια, στη Γαλιά, στου Σίβα και σε άλλα χωριά.
Πήρε δυσμενή μετάθεση λόγω των πολιτικών του πεποιθήσεων.
Όπου υπηρέτησε ασχολήθηκε περισσότερο με τη Γυμναστική, Μουσική, Τραγούδια, Εκκλησιαστικά Τροπάρια και χορούς. Διοργάνωνε τις Σχολικές Γιορτές.
Γνώριζε Βυζαντινή Μουσική και έπαιζε μαντολίνο.
Του άρεσαν τα Πατριωτικά, Δημοτικά και Σχολικά τραγούδια, τα Βυζαντινά άσματα κ.α. όπως: Σε ψηλό βουνό σε ριζιμιό χαράκι κάθεται αητός, Αγρίμια κι αγριμάκια μου, Από φλόγες η Κρήτη ζωσμένη, Τη Υπερμάχω Στρατηγώ κ.α.
Το μαντολίνο το είχε δώσει στον Μανόλη του Καραλογιώργη.
Μετά που εκείνος έπεσε «Υπέρ Πίστεως και Πατρίδος» η Σοφία του Καραλογιώργη, όταν εγώ με τον αδελφό μου Μανόλη, ήμασταν μικρά παιδιά, μας φώναξε και μας το έδωσε λέγοντάς μας κλαίγοντας: «Πάρτε το, είναι δικό σας, γιατί αυτός που το έπαιζε δεν θα γυρίσει ποτέ».
Όπως καταλαβαίνεται εμείς γρήγορα το διαλύσαμε.
Τα ήσυχα χρόνια του
Ανήκε στο κόμμα του Ελευθερίου Βενιζέλου.
Είχε πολλούς φίλους στο χωριό μας, στα γύρω χωριά μα και πολλούς Μικρασιάτες.
Διασκέδαζαν όλοι μαζί με τα αστεία τους, με τα ανέκδοτά τους και τα πειράγματά τους χωρίς να παραξηγούν ο ένας τον άλλο.
Πηγαίνει στα καφενεία, του αρέσει να παίζει χαρτιά (όχι επί χρήμασι). Ιδιαίτερα του αρέσει να παίζει το σκαμπίλι, που εκείνο τον καιρό άφησε εποχή στο χωριό.
Χρησιμοποιεί μπαστούνι και παίζει ένα χοντρό κομπολόι που χτυπούσε πολύ δυνατά. Το πρώτο, τον στήριζε στο βάδισμα, και με το δεύτερο ξεχνούσε φαίνεται τα βάσανά του.
Στου Σίβα είχε την τιμή και τη χαρά να υπηρετήσει με δύο πολύ φημισμένους δασκάλους της εποχής: τον Ιωάννη Συγκελλάκη και την Πρατικάκη-Σπυριδάκη Στέλλα.
Η συνεργασία τους υπήρξε άψογη.
Ήταν βαρήκοος και πέρασε πολλές αρρώστιες στη ζωή του, εγκεφαλικό, άνοια και δύσκολα γεράματα.
Κοιμόταν με μας τα παιδιά του, στον οντά του σπιτιού μας.
Το βράδυ που γύριζε από το καφενείο, πολλές φορές εγώ δεν είχα κοιμηθεί και τον έβλεπα να στέκει μπροστά στο εικονοστάσι του σπιτιού μας να κάνει με ευλάβεια το Σταυρό του και άκουα μερικά που έλεγε στην προσευχή του, όπως το Πάτερ Ημών και το Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησέ μας τους αμαρτωλούς και τους ανάξιους.
Ένδυση
Όπως όλοι οι άνδρες της εποχής του, έτσι και αυτός φορούσε την παραδοσιακή Κρητική φορεσιά του βρακοφόρου.
Επειδή όλοι τότε άλλαζαν φορεσιά, έτσι κι αυτός αγόρασε και πήρε τα ευρωπαϊκά ρούχα (παντελόνια κ.α.) Στις επίμονες ερωτήσεις των οικείων του: Φίλιππε πότε θα φορέσεις τα νέα ρούχα; Απαντούσε σιγά-σιγά. Σιγά-σιγά από δω, σιγά-σιγά από κει κάποτε έφθασαν και οι Απόκριες. Ε! και τότε με τέχνασμα τις Απόκριες έξυπνα, ανώδυνα και μόνιμα έγινε Ευρωπαίος Πολίτης.
Κάποτε φαίνεται του παραπονέθηκε ένας συνοράτοράς του, ότι ο ζευγάς που έστειλε να οργώσει το χωράφι του, έκαμε μια αυλακιά παραπάνω. Παρά το γεγονός ότι τους χώριζε δρόμος, πήρε εμένα μικρό παιδί τότε, και πήγαμε και χαλάσαμε με τα πόδια την αυλακιά.
Τα δύσκολα και ταραγμένα χρόνια του.
Στις 13 Απριλίου 1940 πεθαίνει η γυναίκα του Μαρία 38 τριάντα οκτώ μέρες αφού έφερε στον κόσμο εμένα.
Το χτύπημα γι’ αυτόν ήταν πολύ-πολύ σοβαρό και αβάστακτο. Τον διέλυσε κυριολεκτικά, γιατί η γυναίκα του ήταν ο στύλος της ζωής του και του σπιτιού του. Αυτός, όπως λένε αυτοί που τον ήξεραν καλύτερα από μένα ήταν ένα άκακο αρνί. Εκείνη στήριζε την οικογένειά του και έκανε κουμάντο στο σπίτι του.
Για το θάνατο της δικής του γυναίκας και δικής μου μάνας, όταν μεγάλωσα ο γιατρός ο Καπελλάκης μου έλεγε: «Χαρίδημε αν είχαμε τότε μια πενικιλίνη, η μάνα σου θα ζούσε».
Μια μικρή παρένθεση
Εγώ τότε έχασα τη φυσική μου μάνα, ευτυχώς όμως και πάλι απόκτησα πολλές Σιβιανές Μανάδες, που μαζί με τα δικά τους μωρά θύλαζαν και μένα με πολλή αγάπη και μητρική στοργή. Πάντα τις φέρνω στο νου μου με πολύ-πολύ αγάπη και μεγάλο σεβασμό. Η μία μάλιστα εξ αυτών με κράτησε και με μεγάλωσε για πολύ χρονικό διάστημα στο φτωχικό της.
Ας είναι αιωνία η μνήμη τους.
Παραίτηση
Αμέσως μετά το θάνατο της γυναίκας του υποβάλει την παραίτησή του. Ευτυχώς όμως και πάλι του τυχαίνει καλός επιθεωρητής και του συνιστά να παραμείνει στην υπηρεσία του για λίγο χρονικό διάστημα ώστε να συμπληρώσει το νόμιμο χρόνο, ίσως 25\ετία, για να δικαιωθεί κάποιας σύνταξης.
Με την παρέμβαση συγγενών, συναδέλφων, φίλων και χωριανών παραμένει και συμπληρώνει τον νόμιμο χρόνο υπηρεσίας.
Η νομοθεσία όμως της εποχής όριζε ότι για να δικαιωθεί αυτής της σύνταξης έπρεπε εκτός από την συμπλήρωση του χρόνου, να τον απολύσει η υπηρεσία του για κάποια σοβαρή αιτία. Γι’ αυτό και πάλι ο καλός αυτός επιθεωρητής κάλεσε μαζί με δύο άλλους επιθεωρητές Υπηρεσιακό Συμβούλιο, το οποίο τον κρίνει τάχα ανεπαρκή για τα καθήκοντα του δασκάλου και τον απέλυσε προς το συμφέρον της υπηρεσίας και έτσι επιτέλους πήρε τη σύνταξή του.
Εφάπαξ
Μέσα στην κατοχή, λοιπόν , δεν πήρε μόνο τη σύνταξή του αλλά πήρε και το εφάπαξ.
Ξέρετε πόσο; Εξακόσιες (600) δραχμές με τις οποίες αγόρασε μια ΝΤΙΝΑ. Ένα μεγάλο δηλαδή σιδερένιο βαρέλι που χωρούσε πεντακόσιες (500) οκάδες λάδι.
Την ντίνα αυτή την έχει σήμερα κάποιος βοσκός.
Κατοχή
Η κατοχή τον βρίσκει με ορφανή την οικογένειά του και σε πολύ κακή οικονομική κατάσταση. Ευτυχώς όμως και πάλι τότε εφημέριος και πρόεδρος της επιτροπής απορίας του χωριού μας, ήταν ο άξιος παπάς Αλέξανδρος Συγκελάκης ο οποίος καλεί αμέσως την επιτροπή απορίας της ενορίας Σίβα. Η επιτροπή τον κρίνει άπορο και έτσι παίρνει από την πρόνοια κάποια βοήθεια και συντηρεί την ορφανή πια οικογένειά του.
Ας είναι Αιωνία η Μνήμη και του παπά Αλέξανδρου και των μελών της επιτροπής απορίας της ενορίας Σίβα.
Μετά την κατοχή
Η κόρη του Αριστέα παντρεύεται τον Μιχαήλ Δασκαλάκη που γίνεται εφημέριος του χωριού και του χαρίζουν τρία εγγόνια.
Η κόρη του Ιωάννα μένει ελεύθερη και μαζί με την Αριστέα του συμπαραστέκονται στο χαμό της γυναίκας του.
Οι κόρες του Αριστέα και Ιωάννα μαζί με τη νύφη του Δέσποινα και με τους περαχωριανούς του συμπαραστέκονται στα πολύ δύσκολα γεροντικά του χρόνια.
Ο γιος του Μανώλης με τη νύφη του Δέσποινα του συμπαραστέκονται στις γεωργικές του εργασίες (μάζεμα ελιών, οικόσιτη κτηνοτροφία κ.α.) και του χάρισαν δύο εγγόνια.
Ο γιος του Χαρίδημος με τη νύφη του Ελένη του χάρισαν δύο εγγόνια.
Εγώ του χάρισα και μια μικρή χαρά στην ταραγμένη ζωή του. Ποια είναι αυτή;
Ακούστε:
Με τον πρώτο μισθό που πήρα σαν δάσκαλος του έστειλα μέσα σ’ ένα γράμμα (100) δραχμές για να πιεί ένα καφέ. Η χαρά του ήταν απερίγραφτη. Πήρε το εκατοστάρικο στο χέρι και όποιον έβλεπε του το έδειχνε και του έλεγε: «Ο Χαρίδημος μου το έστειλε».
Όταν ήμουν μικρό παιδί μου έλεγε ότι στην κηδεία του δεν θέλει να κλαίμε αλλά να τραγουδάμε και να καλέσουμε λυράρηδες να μπουν μπροστά να παίζουν και να τραγουδούν και να τον πάμε να τον θάψουμε στα λιβαδοπά στην πάνω μεριά, για να θωρεί λέει από κεια όλη την περιοχή.
Εμείς βέβαια τον πήγαμε χωρίς λυράρηδες στο κοιμητήριο του Αη-Γιώργη για να μένει για πάντα μαζί με την αγαπημένη του γυναίκα Μαρία.
Για το Σύλλογο
Ο Πολιτιστικός Σύλλογος του χωριού μας «Θέμος Κορνάρος» επιτελεί σπουδαίο έργο.
Αξίζει, λοιπόν σήμερα, να του απευθύνουμε:
- Ένα μεγάλο ευχαριστώ,
- Πολλά θερμά συγχαρητήρια,
- Και με προθυμία να τον στηρίζουμε όλοι, όπως μπορεί ο καθένας.
- Ευχαριστώ και ‘γω το Σύλλογο
- που μου ‘πε νάρθω να μιλήσω
- κι όλους σήμερα εδώ
- να σας ευχαριστήσω.
Και κάτι ακόμα
Πριν τελειώσω ήθελα να πω και μια μαντινάδα για όλους τους Δασκάλους που κατάγονται από το πανέμορφο, υγιεινό, ιστορικό και ξακουστό χωριό μας Σίβα, είτε υπηρέτησαν είτε όχι εδώ.
« Σ’ αυτό εδώ το κτήριο
Πίσω απ’ αυτή την πόρτα
Πολλοί δασκάλοι μάθανε
Τα γράμματα τα πρώτα»
Άντε άλλη μια
« Οι δάσκαλοι από το χωριό
Είναι όλοι ξακουσμένοι,
Και σκόρπισαν τα φώτα τους
Σ’ όλη την οικουμένη».
Και κάτι για το χωριό
Μου ζητήθηκε να πω και κάτι για το χωριό μας. Γι’ αυτό καταθέτω σήμερα εδώ μπροστά σας μια πρόβλεψη:
Το χωριό μας κάποτε θα γίνει Πολυεθνικός-Πολυθρησκευτικός ΔΗΜΟΣ.
Μου ζητήθηκε ακόμη να πω για τη σχέση που έχω εγώ με το χωριό μας. Την καταθέτω κι αυτή σήμερα εδώ μπροστά σας:
«Αν θα ξανάρθω στη ζωή
Θέε μου να βρείς τον τρόπο,
Κάνε με πάλι Κρητικό
Κι από τον ίδιο τόπο».
«Σε τούτο τ’ όμορφο χωριό
Που όλο καλά σου δίνει
Πρέπει να ζούμε όλοι μας
Μ’ ΑΓΑΠΗ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗ»
« Εγώ θα φύγω από ‘δω,
Θα πάω στην Αθήνα,
Μα θα ‘ρχομαι συχνά-πυκνά
Γιατί περνάω φίνα»
«Όσοι Δασκάλοι θ’ ακουστούν,
Του Σίβα είναι καμάρι,
Και λάμπουν στο στερέωμα
Σαν ήλιος, σαν φεγγάρι»
Με συγχωρείτε αν σας κούρασα, μα εκφράζω και σε σας, μέσα από την καρδιά μου, ένα μεγάλο ευχαριστώ που είχατε την υπομονή και με ακούσατε.
Κυρίες και Κύριοι
Φίλοι και φίλες
Γεια σας και καλή συνέχεια
Σίβας 29 Αυγούστου 2019
Καραλάκης Χαρίδημος του Φιλίππου