Η Μαργαρίτα Καλούμενου, κόρη του Νίκου Καλούμενου, που εκτελέσθηκε μαζί με τον Νίκο Μπελογιάννη και στου οποίου το σπίτι είχε διαμορφωθεί η κρύπτη για τον ασύρματο του ΚΚΕ και τον ασυρματιστή Νίκο Βαβούδη, κατέθεσε τη μαρτυρία της από τους δύσκολους, σκληρούς αγώνες των κομμουνιστών στην παρανομία.
«Ηρθα εδώ για να σας μιλήσω για αγώνες μιας άλλης δύσκολης εποχής. Σ’ αυτήν εδώ τη γειτονιά, σε μια μικρή μονοκατοικία, στο διάστημα 1946 – 1952, έγινε αγώνας δύσκολος, θανάσιμος μπορώ να πω, αλλά μυστικός, για να διασωθεί το Κόμμα μας, το ΚΚΕ».
Η Μαργαρίτα Καλούμενου, κόρη του Νίκου Καλούμενου, περιέγραψε τη μέρα εκείνη, τον Νοέμβρη του 1951, όταν η Ασφάλεια ανακάλυψε τον μυστικό ασύρματο του ΚΚΕ στο σπίτι τους, στην Καλλιθέα. Μιλώντας στη χτεσινή εκδήλωση, η μαρτυρία της Μ. Καλούμενου ξεσηκώνει βροχή συνθημάτων και χειροκροτημάτων.
Οπως σημείωσε η Μ. Καλούμενου, ο πατέρας της, Νίκος, ήταν «κομμουνιστής πριν από το 1920, στην Κωνσταντινούπολη, πιστός και αδιασάλευτος στις αρχές του. Τότε, εκεί, γνώρισε τον Νίκο Ζαχαριάδη, παιδί με κοντά παντελονάκια, εργάτη, μα τον εντυπωσίασε η προσωπικότητά του. Και ήταν κοντά του. Οταν ο Ζαχαριάδης ήρθε στην Ελλάδα, το 1934 και έγινε Γραμματέας του ΚΚΕ, ειδοποίησε τον Καλούμενο να έρθει από την Πόλη να δουλέψουν στην Αθήνα για το Κόμμα. Ο Καλούμενος, με γυναίκα και δύο παιδιά, τύπος σιωπηλός, εργάτης, σχεδόν αφανής, είχε αρμοδιότητα να νοικιάζει για να μένει οικογενειακώς, μικρές μονοκατοικίες, διαδοχικά, όπου εκεί γίνονταν μυστικές συναντήσεις, εργασίες, ακόμα και κρυφά συνέδρια του Κόμματος, επί Μεταξά τότε. Στη γερμανική κατοχή, εντάχθηκε στον τομέα πόλης του ΕΑΜ.
Το 1946, με γυναίκα και τρία παιδιά έμενε εδώ, στη Λυκούργου 39 τότε, σε μια μονοκατοικία με πλυσταριό πίσω στον κήπο, δέντρα, κοτέτσια κ.λπ. Σ’ αυτό το σπίτι του έκρυβε τον ασύρματο του ΚΚΕ και τον ασυρματιστή, Νίκο Βαβούδη. Δηλαδή, ο Καλούμενος και η οικογένειά του, έβαλαν “το κεφάλι τους στον ντορβά”, που λένε, γνωρίζοντας τον κίνδυνο που διέτρεχαν. Ηξεραν ότι τέτοια παράνομη δράση είχε συνέπειες οριστικές για όλους.
Ο ασυρματιστής Νίκος Βαβούδης, παράνομος, διωκόμενος, διότι γνωστός στην ασφάλεια, ως παλαιός κομμουνιστής, ήταν άνθρωπος ιδιοφυής, με πολλές γνώσεις και ικανότητες. Και ήταν ο βασικός συνδετικός κρίκος σε όλη τη μυστική προσπάθεια που γινόταν για την ενημέρωση και οργάνωση που γινόταν με το μυστικό και παράνομο δίκτυο του Κομμουνιστικού Κόμματος στην Ελλάδα.
Ηταν κύριος, σοβαρός, καλά ντυμένος. Ερχόταν σαν “θείος Κώστας” για επίσκεψη στο σπίτι της οικογένειας Καλούμενου. Εκεί, επί ώρες και μέρες κρυβόταν στο υπόγειο του πλυσταριού, ειδικά κατασκευασμένο από εκείνον και τον Καλούμενο, με αόρατη είσοδο. Εκεί, με τον ασύρματο, μέρες και συνήθως νύχτες, επικοινωνούσε για να διασυνδέει όλα τα δίκτυα του ΚΚΕ και να μεταφέρει με μυστικούς κωδικούς ειδήσεις και ενημέρωση και να παίρνει οδηγίες, ανάμεσα σε Αθήνα και τον πυρήνα του ΚΚΕ στο εξωτερικό (…)
Εκείνο το βράδυ του Νοέμβρη…
Εκεί, πάνω στον ασύρματο, βρέθηκε την ώρα της δουλειάς του, όταν δύο η ώρα τη νύχτα, η αστυνομία, που έψαχνε με το τζιπ και το ραδιογωνιόμετρο στην περιοχή, εισέβαλε άγρια στο σπίτι, όπως και σε όλα τα σπίτια του τετραγώνου. Δεν μπορούσαν να εντοπίσουν από πού προέρχονταν τα σήματα Μορς. Τραβώντας ένα καλώδιο, διακόψαμε αυτόματα τη σύνδεση με το υπόγειο πριν αντιληφθούν οι αστυνομικοί.
Δυόμισι εικοσιτετράωρα έψαχναν σε όλα τα σπίτια. Ολη η γειτονιά ταλαιπωρήθηκε. Ομως εμείς, όλη η οικογένεια Καλούμενου, κάναμε τους αδιάφορους, για να μην υποψιαστούν. Και ο Βαβούδης, άγρυπνος, χωρίς τροφή και νερό, χωρίς εξαερισμό καν, έμενε στην κρύπτη του. Ξέραμε ότι δεν υπήρχε τρόπος διαφυγής. Ούτε τρόπος σωτηρίας. Περιμέναμε μόνο. Ωσπου ήρθε το μηχανικό του στρατού με τον συνταγματάρχη Παυλίδη και τον εντόπισαν με τα μηχανήματά τους.
Τότε – πότε πρόφθασαν; – κατέφθασαν ο υπουργός εσωτερικών, Ρέντης, ο αρχηγός της αστυνομίας, Ρακιτζής και άλλοι. Κοσμοσυρροή στο σπίτι. Χαλασμός.
Με διέταξαν, με το όπλο στο χέρι, εμένα προσωπικά, να μιλήσω στον Βαβούδη από μια τρύπα. Εκείνος μου απάντησε: “Πες τους, αυτουνούς ότι εμένα δε θα με βάνουνε στο χέρι ζωντανό!”. Είχε δυο όπλα, μας τα είχε δείξει. Κατέστρεψε ασύρματο, έκαψε χαρτιά και αυτοπυροβολήθηκε, εκεί, κάτω από τα πόδια μας. Αναστάτωση. Χάος στο σπίτι. Με απείλησαν “θα σε σκοτώσουμε, πες μας από πού ανοίγει να τον πάρουμε”. Εγώ ήξερα. “Δεν μπορώ να σας πω, από μέσα ανοίγει, αυτός ο ίδιος πρέπει να σας ανοίξει”. “Πες μας, εδώ, δείξε μας”. “Δεν μπορώ, από μέσα ανοίγει”. Είχαν τρελαθεί όλοι τους, τρέμαν. Ερήμωσαν, τρύπησαν, γκρέμισαν, άνοιξαν μια τρύπα στο πλυσταριό, με πήραν άρον – άρον με ένα τζιπ στην ασφάλεια…
Μετά από καιρό, η γειτονιά μας είπε ότι τον είδαν που τον έβγαλαν στα χέρια, με το κεφάλι όλο αίματα. Κι αυτοί, έψαξαν, γκρέμισαν, τρύπησαν, ερήμωσαν το σπίτι.
Οσο για την οικογένεια Καλούμενου, γονείς και τρία παιδιά, σύρθηκαν όλοι, χώρια χώρια στην ασφάλεια. Ανακρίσεις και τσιμεντένια κελιά χωρίς στρώματα.
Ενα χειμώνα ολόκληρο.
Δίκες, καταδίκες, εκτελέσεις.
Οι παλιοί πρέπει να θυμούνται.
Και οι νέοι να τα μάθουν.
Ετσι γίνονταν οι αγώνες τότε.
1952, 30 Μαρτίου, Κυριακή αξημέρωτα!
Εκτελέστηκαν από την ελληνική κυβέρνηση με εντολή των Αμερικανών: Μπελογιάννης, Καλούμενος, Αργυριάδης, ο οποίος ήταν υπεύθυνος για το δεύτερο ασύρματο στη Γλυφάδα, και ο σπουδαίος οικονομολόγος Δημήτρης Μπάτσης, που το σύγγραμμά του είχε σκοπό να υποδείξει τις πλουτοπαραγωγικές πηγές της Ελλάδας και να βοηθήσει στην ανάπτυξή τους.
Αυτή είναι η ιστορία.
Από εκεί και πέρα, κατατρεγμοί, μυστικοί αγώνες και ακόμα σήμερα αγώνες».
Πηγή: Stefanos Pantos