Γράφει ο Γεώργιος Χουστουλάκης
Θυμούμαι πάντα τέτοιες μέρες που είχε χιονόνερο, οι παλιοί και οι ιδιαίτερα οι γερόντοι, η χαρά ντως ήτανε να σμίξουν δυο τρεις, και να ανάψουν ένα θυμαράκι, ναι να καψαλίσουν στο άψε – σβήσε μια δυο φρίσσες!
Ήταν ο αγαπημένος τους μεζές, να «σκεπάσουν» το κρασάκι της βραδιάς, και να ζεσταθούν, αλλά προ πάντων να το καλαμπουρίσουν!
Και είχανε το χάζι τους, να τσοι γρικά κιανείς, και να λέει ο γ’ εις τ’ άλλου, πως δεν κάνει στην ηλικία του να τρώει φρίσσες, και ο άλλος να του απαντά, πώς να βάλει στοίχημα να φάει μια φρίσσα μόνος του και να μη πάθει πράμα, και πάει λέγοντας!
Ήτανε βλέπεις τραβηχτική η άτιμη, και είχανε δεν είχανε οι γέροι προβλήματα υγείας, και μόνο που τη τρώγανε ανάσταινε η ψυχή τους!
Εδώ που τα λέμε, αν και δεν αισθάνομαι γέρος, και εγώ να’ χα μια εδά στα κάρβουνα θα την έτρωγα!