Ήταν 3.30 το μεσημέρι της 30ής Μαρτίου 2017 όταν κουκουλοφόροι με ομοιόμορφα στρατιωτικά ρούχα, μαύρες κουκούλες, γάντια και όπλα στα χέρια άρπαξαν μέσα από το αυτοκίνητό του τον Μιχάλη Λεμπιδάκη, διευθύνοντα σύμβουλο της εταιρείας «Πλαστικά Κρήτης». Ο επιχειρηματίας είχε μόλις επιστρέψει από επαγγελματικό ταξίδι στο εξωτερικό, όταν οι δράστες, χρησιμοποιώντας δύο κλεμμένα αυτοκίνητα δίχως πινακίδες κυκλοφορίας του έφραξαν τον δρόμο πέφτοντας πάνω στο αυτοκίνητο που οδηγούσε, μία Mercedes χρώματος ασημί. Με βαριοπούλα έσπασαν το τζάμι του οδηγού και απειλώντας τον με καλάσνικοφ τον επιβίβασαν σε ένα από τα αυτοκίνητά τους.
Οδηγώντας με ιλιγγιώδη ταχύτητα διήνυσαν μερικά χιλιόμετρα και στην περιοχή κοντά στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Ηρακλείου πυρπόλησαν τα δύο κλεμμένα οχήματα και επιβιβάστηκαν σε τρίτο, ένα μαύρο τζιπ Cherokee με κατεύθυνση προς την ενδοχώρα του νομού Ηρακλείου. Eτσι έγινε, στα Κάτω Καλεσιά Ηρακλείου, η απαγωγή του Μιχάλη Λεμπιδάκη, η μεγαλύτερη σε διάρκεια απαγωγή στην Ελλάδα που δοκίμασε τα όρια αντοχής του επιχειρηματία και της οικογένειάς του και επί έξι και πλέον μήνες συγκλόνιζε την κοινή γνώμη.
Με αφορμή τη δίκη των συνολικά δώδεκα κατηγορουμένων που είναι προγραμματισμένη να ξεκινήσει στις 10 Δεκεμβρίου στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Ανατολικής Κρήτης, η «Κ» αποκαλύπτει άγνωστες πτυχές από τον ογκώδη φάκελο της ΕΛ.ΑΣ. για την υπόθεση.
Ο επιχειρηματίας απελευθερώθηκε νωρίς το πρωί της 2ας Οκτωβρίου 2017 στη διάρκεια επιχείρησης της Αστυνομίας, στις εγκαταστάσεις εταιρείας που βρίσκεται στη γέφυρα της Ζουρίδας, στο Ρέθυμνο. «Εντός δωματίου βρήκαμε ξαπλωμένο σε στρώμα τον Μιχάλη Λεμπιδάκη. Ήταν ξύπνιος και τον απομακρύναμε αφού πρώτα κόψαμε την αλυσίδα με την οποία ήταν δεμένος», περιέγραψε σε κατάθεσή του αστυνομικός του τμήματος Ειδικών Αποστολών Κρήτης.
Είχαν προηγηθεί 32 επικοινωνίες των απαγωγέων με την οικογένεια Λεμπιδάκη για την καταβολή των λύτρων και την απελευθέρωση του φυλακισμένου επιχειρηματία. Οι αρχικές απαιτήσεις τους ανέρχονταν σε 100 εκατ. ευρώ, ενώ στα τέλη Σεπτεμβρίου το ποσό που ζητούσαν είχε πέσει στα 18 εκατ.
Αρχικά, συνελήφθησαν επτά ύποπτοι, ανάμεσα στους οποίους ο ιδιοκτήτης της εταιρείας όπου κρατήθηκε φυλακισμένος ο επιχειρηματίας (εκπροσωπείται από τον δικηγόρο Σάκη Κεχαγιόγλου) και μια ανήλικη, η οποία μέσω ΚΤΕΛ και κατόπιν προτροπής του επίσης κατηγορουμένου πατέρα της έστελνε επιστολές των απαγωγέων στα μέλη της οικογένειας Λεμπιδάκη. Μερικές εβδομάδες αργότερα οδηγήθηκε στη φυλακή ένα ακόμα άτομο που φέρεται να εκτελούσε χρέη φύλακα στο τελευταίο κρησφύγετο των απαγωγέων. Αποτύπωμά του ανιχνεύθηκε στα πειστήρια από το δώμα, όπου οι απαγωγείς κρατούσαν φυλακισμένο τον Μιχάλη Λεμπιδάκη.
Οι έρευνες, ωστόσο, για τον εντοπισμό και άλλων εμπλεκομένων δεν σταμάτησαν εκεί. Τον Σεπτέμβριο του 2018 η ανακρίτρια απήγγειλε κατηγορίες σε τέσσερα ακόμα άτομα, αποδίδοντάς τους πρωταγωνιστικό ρόλο στην απαγωγή του επιχειρηματία. Πρόκειται για δύο αδέλφια από την Κρήτη, που εργάζονταν στην προσωπική ασφάλεια ισχυρών επιχειρηματιών, έναν εξ αγχιστείας συγγενή τους και τον ξάδελφο ενός από τους ήδη προφυλακισμένους για την απαγωγή. Τον Ιούλιο του 2017 είχαν δώσει το «παρών» σε καφετέρια – πιτσαρία επί της λεωφόρου Συγγρού, μια συνάντηση που είχε θεωρηθεί ύποπτη και πραγματοποιήθηκε υπό τα βλέμματα αστυνομικών της Ασφάλειας Αττικής.
Μετά την απελευθέρωση του Λεμπιδάκη και οι τέσσερις είχαν εξεταστεί ως μάρτυρες. «Κατάλαβα ότι η αστυνομία με έχει και μένα στους υπόπτους για την απαγωγή. Δεν ξέρω τίποτα για την υπόθεση, μόνο φήμες που φτάνουν στα αυτιά μου για Μυλοποταμίτες», είχε καταθέσει στις 2 Οκτωβρίου το ένα από τα αδέλφια, που διώκεται μάλιστα ως ο «εγκέφαλος» της απαγωγής. Προέκυψε ότι είχαν ανταλλάξει δεκάδες κλήσεις με τους φερόμενους ως απαγωγείς, ενώ τηλεφωνικές κάρτες που βρέθηκαν στην κατοχή τους διαπιστώθηκε ότι ανήκαν στην ίδια «παρτίδα» με άλλες που χρησιμοποίησαν οι απαγωγείς στις επικοινωνίες τους με την οικογένεια του απαχθέντος. Τη σημασία των ευρημάτων αμφισβητεί ο συνήγορός τους Διονύσης Βέρρας.
Το μπλόκο και η παρακολούθηση
Ο έλεγχος των τριών επιβατών ενός αγροτικού, που τη νύχτα της 6ης Ιουλίου εκινείτο στον Βόρειο Οδικό Αξονα Κρήτης και η μυστική παρακολούθηση του σπιτιού ενός από τους υπόπτους, στον Βρασκά Σφακίων είχαν κομβικό ρόλο στην ταυτοποίηση των απαγωγέων και στην απελευθέρωση του επιχειρηματία Μιχάλη Λεμπιδάκη.
Σύμφωνα με τις αναλύσεις των αστυνομικών, κάθε φορά που οι απαγωγείς επικοινωνούσαν με την οικογένεια του θύματος, τα κινητά τους τηλέφωνα ενεργοποιούσαν τις κεραίες κινητής τηλεφωνίας που λειτουργούν κατά μήκος της εθνικής οδού στον νομό Ρεθύμνου. Αστυνομικοί με πολιτικά και αυτοκίνητα χωρίς διακριτικά περιπολούσαν κατά μήκος του δρόμου έχοντας, όπως περιγράφει στέλεχος της ΕΛ.ΑΣ., «την προσοχή μας στραμμένη στα οχήματα που θα κινούνταν στο τμήμα από το Μοναστήρι της Παναγίας Χαρακιανής μέχρι την πόλη του Ρεθύμνου».
Πηγή: kathimerini.gr
Γράφημα: Νότης Ρήγας/ Ατελιέ «Κ»