Και πάνω που πάει η κατάσταση να ξεκαθαρίσει, εκεί περιπλέκεται.
Μόλις ανακοίνωσε η Περιφέρεια της Ανδαλουσίας τις επίσημες προβλέψεις για την παραγωγή της νέας χρονιάς 2023/24. Τα μηνύματα είναι απαισιόδοξα, χειρότερα των αναμενομένων καθώς ο πήχυς τοποθετείται στους 550 χιλ. τόνους, αυξημένος κατά το φτωχό και ανεπαρκές 7,4% σε σύγκριση με πέρσι. Προφανώς έχουμε πολύ δρόμο μπροστά μας, τα τελικά νούμερα θα επηρεαστούν από τις καιρικές συνθήκες του χειμώνα, όμως είναι βέβαιο πως ανατρέπουν το κλίμα υποχώρησης των τιμών που είχε δημιουργηθεί,
Οι τιμές ελαιολάδου στην Ισπανία υποχωρούν και Μήνας καθοδικής σταθερότητας ο Σεπτέμβριος για τις τιμές ελαιολάδων της Ισπανίας
καθώς και οι τρεις ποιοτικές κατηγορίες υποχωρούσαν από 5% το έξτρα παρθένο μέχρι 7,5% το (κοινό) παρθένο και ενδιαμέσως στο 6% το λαμπάντε 1º.
Θα προσπαθήσω να δώσω μια αντικειμενική, ψύχραιμη και για αυτό ίσως χρήσιμη απάντηση σε δύο ερωτήματα:
Ερώτημα 1ο: Γιατί οι τιμές παραγωγού υποχωρούσαν;
Να διευκρινίσουμε κατ’ αρχήν ότι αυτή η υποχώρηση ήταν ορατή στην Ισπανία, ενώ στην Ιταλία έχουμε σταθερότητα και στην Ελλάδα μάλλον θα το περιέγραφα σαν “μη άνοδο” (άρα απειροελάχιστη υποχώρηση). Γνωρίζουμε ότι όταν η Ισπανία φτερνίζεται οι άλλες χώρες παθαίνουν πνευμονία. Όμως ειδικά φέτος λόγω της πολύ μειωμένης ελληνικής παραγωγής (160-170-180 χιλ. τόνους) περιθώρια πραγματικής υποχώρησης δεν υπάρχουν. Γεγονός που δεν ξέρω αν είναι καλό ή κακό. Προσωπικά θα προτιμούσα να είχαμε και φέτος 350 χιλ. τόνους έστω με μια πτώση στα 7,5€ (άρα θεωρητικά 2,625 δις. ευρώ) παρά 175 χιλ. τόνους με 10€ που ορισμένοι “εν τη ρύμη του πληκτρολογίου τους” έχουν σπεύσει να προεξοφλήσουν αλλά θα αποδώσουν μόνο (πάλι θεωρητικά) 1,75 δις ευρώ.
Επανέρχομαι στο αρχικό ερώτημα, γιατί υποχωρούσαν οι τιμές παραγωγού; (χονδρικής, βυτίο, ex-factory)
- Γιατί ανέβηκαν, ίσως όχι τόσο υπερβολικά, σίγουρα όμως υπερβολικά γρήγορα (μέσα σε 2-3 μήνες μετά την άνοιξη). Και είναι νόμος όχι μόνο της φύσης αλλά και της οικονομίας πως ό,τι ανεβαίνει κάποια στιγμή πέφτει. Πόσο μειώθηκε η κατανάλωση ελαιολάδου στην Ισπανία; Τα ευχάριστα και τα δυσάρεστα
- Γιατί μειώθηκε η κατανάλωση και αυτό έχει δύο πολύ σοβαρές συνέπειες: α) Η μείωση της κατανάλωσης σήμανε συναγερμό όχι μόνο στους βιομήχανους – εξαγωγείς αλλά ακόμη και στους αγροτοσυνδικαλιστές που νοιάζονται για το προϊόν και σκέφτονται το αύριο. Αν δεν είχαν ανέβει οι τιμές, ο κόσμος θα είχε ξεμείνει από ελαιόλαδο από τον Ιούνιο(Ο Antonio Luque είναι πρόεδρος ενός συνεταιρισμού, της DCoop, μίας από τις 2-3-4 μεγαλύτερες επιχειρήσεις ελαιολάδου, επιτραπέζιας ελιάς, πυρηνέλαιου κ.ά. στον κόσμο. Εκτός λοιπόν από συνδικαλιστής είναι και ρεαλιστής). Όλοι, ιδιώτες και συνεταιριστές, ξέρουν πολύ καλά ότι οι εκατοντάδες χιλιάδες τόνοι της κατανάλωσης και των εξαγωγών κερδήθηκαν με πολύ κόπο και επενδύσεις τις τελευταίες 3-4 δεκαετίες. Αν τους χάσουν τώρα γιατί θα πάνε στα σπορέλαια θα είναι σχεδόν αδύνατον να τους ξανακερδίσουν. Επιλέγουμε, ελαιόλαδο ή σπορέλαια; β) Η μείωση της κατανάλωσης προκάλεσε αναλογικά μια αύξηση των αποθεμάτων που θα κλείσει η φετινή εμπορική περίοδος 2022/23. Σε αυτά προστίθεται η παραγωγή της 2023/24, οπότε έτσι ελπίζουν πως “κουτσά – στραβά” θα βγούν οι επόμενοι μήνες μέχρι την κρίσιμη άνοιξη του 2024.
Ερώτημα 2ο (ακόμα πιο κρίσιμο): Μπορούμε να κάνουμε κάποια εκτίμηση για τους επόμενους μήνες;
- “Κάνε με μάγο, να σε κάνω πλούσιο”
- Θα συνεχίσουμε να πλέουμε σε αχαρτογράφητα νερά
- Τα μελλοντικά συμβόλαια για τέλη Νοεμβρίου- αρχές Δεκεμβρίου τοποθετούσαν το έξτρα Ισπανίας και Πορτογαλίας στα 8,0-8,20€. Τώρα με τα νέα δεδομένα ίσως έχουμε ανατροπές.
- Πάντως θα πρέπει να ξεχωρίσουμε τη μέση ποιότητα και τιμή του έξτρα, που αποτελεί και τον κυριότερο όγκο, από τα εξτρίσσιμα, τα premium, με 0,3º, άριστα οργανοληπτικά, ελεύθερα υπολειμμάτων. Όταν λοιπόν μιλάμε για κάποιες μέσες τιμές των έξτρα π.χ. το 8,0-8,20€, αυτό δεν αποκλείει ότι τα σούπερ εξτρίσσιμα των λίγων βυτίων δεν θα πωληθούν σε πολύ υψηλότερες τιμές, ίσως και τα 9,0 ή 10€ και ακόμη περισσότερο. Όμως, η ουσία είναι μία, είναι ο μέσος όρος, το μουαγιέν που λένε και οι σωστοί επαγγελματίες.
Προσωπικά μου λοιπόν συμπεράσματα:
- Το επόμενο μεγάλο κρίσιμο ραντεβού τοποθετείται για την άνοιξη του 2024. Τότε, ανάλογα με τα μετεωρολογικά δεδομένα του χειμώνα θα δούμε: α) είτε τις τιμές να αποκλιμακώνονται αν προηγήθηκε ένας καλός, φυσιολογικός χειμώνας με κρύα, χιόνια και βροχές, σημάδι ότι θα επανέλθει η μεθεπόμενη παραγωγή της 2024/25 σε φυσιολογικά επίπεδα, ιδίως μιλώντας για την Ισπανία, β) είτε οι τιμές να εκτοξευθούν σε απρόβλεπτα ύψη αν οι προβλέψεις προοιονίζουν και μία 3η κακή εσοδεία, σενάριο που δεν γνωρίζω αν κανείς σήμερα σκέφτεται στα σοβαρά τι μπορεί να σημαίνει για όλες τις ελαιοπαραγωγικές χώρες.
- Μέχρι την άνοιξη του 2024 θα συνεχίσουμε μεν σε αχαρτογράφητα νερά αλλά χωρίς τις μεγάλες διακυμάνσεις της 2022/23 που ξεκίνησε από τα 4,5-5,0 ευρώ/κιλό για να κλείσει στα 8,0-8,5€. Αν επιβεβαιωθεί μια μέτρια έως κακή φετινή χρονιά τότε οι ανοδικές τάσεις, έστω και όχι σε αυτούς τους ρυθμούς, ωστόσο θα συνεχιστούν.
- Η μειωμένη ισπανική παραγωγή θα έχει σαν αποτέλεσμα, πρώτον το αυξημένο τους αγοραστικό ενδιαφέρον από τις άλλες ελαιοπαραγωγικές χώρες (άρα και την Ελλάδα), και δεύτερο, την εντατικοποίηση των δράσεων προώθησης της κατανάλωσης και εξαγωγών σε τρίτες χώρες.
- Ειδικά τώρα για την κατανάλωση την οποία όλα τα ΜΜΕ θυμήθηκαν και συμπόνεσαν μετά από δεκαετίες αδιαφορίας, υπάρχει ένα ερώτημα, το οποίο τίθεται και με διαφορετικό τρόπο σε κάθε χώρα, ανάλογα με τις ιδιαιτερότητες όλης της αγροδιατροφικής της αλυσίδας, από το χωράφι στο ράφι (και στο πιάτο). Πως διαμορφώνεται η τιμή του ελαιολάδου στο ράφι; και Στο λαβύρινθο των σούπερ μάρκετ, ζητείται ο μίτος της Αριάδνης Η χρονική υστέρηση μεταξύ μεταβολής της τιμής παραγωγού και της αποτύπωσής της στα ράφια των σούπερ μάρκετ είναι κάτι που εγώ προσωπικά δεν μπορώ να προβλέψω αλλά σίγουρα δεν θα έχει μια ενιαία συμπεριφορά.
Θέλω όμως, με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο, να επιμείνω σε αυτό που υποστηρίζω με κάθε ευκαιρία που μου δίνεται: “Να υπερασπιστούμε το ελαιόλαδο (μας)“, να περιορίσουμε και (εκ)λογικεύσουμε την κινδυνολογία περί ανεξέλεγκτης ακρίβειας, που το μόνο που επιτυγχάνει είναι να στρέφει τους καταναλωτές στα σπορέλαια. Η Ελλάδα έχασε την 1η θέση στην κατά κεφαλή κατανάλωση ελαιολάδου Ίσως αυξάνει τις κυκλοφορίες και ακροαματικότητες των ΜΜΕ αλλά αυτό δεν με ενδιαφέρει.
Εκτός των “αξιακών” και “υπαρξιακών” λόγων υπεράσπισης και προστασίας του εθνικού μας προϊόντος, Φάε λάδι κι έλα βράδυ, στην Ελλάδα που βουλιάζει νομίζω πως και τα πραγματικά οικονομικά δεδομένα συντείνουν στο συμπέρασμα πως αυτός ο ανοδικός γύρος των τιμών πλησιάζει να αρχίσει να εκτονώνεται. Διαφορετικά, η ελαιοκομία της Μεσογείου θα δοκιμαστεί σκληρά.
ΥΓ Τα νέα της Ανδαλουσίας ήρθαν “επί του πιεστηρίου” αναθεωρώντας σημαντικά τις εκτιμήσεις που υπήρχαν. Αναγκαστικά η παρούσα άμεση ανάλυση θα επανεξεταστεί τις προσεχείς ημέρες.
Πηγή: olivenews.gr