Της Ελένης Μαράκη – Μπελαδάκη, Υποψήφιας Περιφερειακής Συμβούλου με το Σταύρο Αρναουτάκη
Η οροσειρά των Αστερουσίων ορέων και η εύφορη πεδιάδα της Μεσαράς καταλαμβάνουν περίπου το μισό νομό του Ηρακλείου.
Πρόκειται για δύο περιοχές που εκ πρώτης όψεως διαφέρουν μεταξύ τους, -το ένα μέρος είναι ορεινό, δύσβατο, άγονο και φτωχό. Το άλλο μέρος είναι πεδινό γόνιμο εύφορο και πλούσιο. Εντούτοις έχουν πολλά κοινά μεταξύ τους. Τόσο σε φυσικό όσο και σε ιστορικό επίπεδο. Τόσα πολλά κοινά που θα πρέπει να τα δούμε σαν μια ενιαία γεωγραφική ενότητα η οποία αποτελεί το νότιο κομμάτι του Νομού μας. Εξάλλου ό,τι λείπει από το ένα μέρος βρίσκεται στο άλλο. Αλληλοσυμπληρώνονται με τελικό αποτέλεσμα να έχουν τα πάντα. Δεν υπάρχει άλλος τόπος της κλίμακας αυτής, που να μπορεί να συνδυάζει τόσα πολλά πράγματα. Και όπως εύστοχα έχει παρατηρηθεί, αυτά που συναντά κανείς στο μέρος αυτό, σε ένα σχετικά περιορισμένο χώρο, δεν βρίσκονται μαζεμένα σε ολόκληρες άλλες χώρες. Από τον πολιτισμό, τα μνημεία τα είδης της χλωρίδας και της πανίδας, τους φυσικούς σχηματισμούς και φυσικά τα ξεχωριστά προϊόντα που παράγονται σε ένα τόπο όπου τα είδη δεν είναι μόνο πολλά αλλά και σπάνια.
Όλα αυτά παραμένουν αναξιοποίητα και εν πολλοίς άγνωστα και σε αυτά θα πρέπει να στραφούμε όσο και όπως πρέπει για να ελπίζουμε σε ένα καλύτερο μέλλον, αντάξιο του μακρού παρελθόντος.
Τα Αστερούσια όρη που είναι η νοτιότερη οροσειρά της Ευρώπης χαρακτηρίζονται από τρία στοιχεία: Το ιερό, το αρχέγονο, το αυτάρκες. Τα τρία αυτά στοιχεία θα πρέπει να καθορίσουν και την πορεία τους στο μέλλον. Με τα τρία αυτά στοιχεία πορεύτηκαν χιλιετίες και η διατήρηση τους είναι αυτό που κάνει να ξεχωρίζουν και να γοητεύουν. Αφού πέρασαν από ένα στάδιο μεγάλης απαξίωσης κατά τον 20ο αιώνα, επανακάμπτουν στην εποχή μας ως κύρια πρόταση ζωής, παρόλο που ξεχνάμε ότι στις προηγούμενες εποχές που σηματοδότησαν δεν προέκυψαν από την αναζήτηση τους αλλά ήταν αυτοφυή γεννήματα των συνθηκών και της ανάγκης και γι αυτό βιωματικά και αυτονόητα.
Όλη η ιδιαιτερότητα των Αστερουσίων είναι απόρροια μιας ευμενούς συγκυρίας και ενός επιτυχούς συνδυασμού του τόπου και του χρόνου. Η θέση και η μορφή των πολύπτυχων βουνών, η γειτνίαση τους με μια ανοικτή θάλασσα και μια πλούσια πεδιάδα και κυρίως οι εναλλαγές μεγάλων περιόδων ακμής και παρακμής, έντονης δραστηριότητας και απόλυτης ερημίας, δημιούργησαν τις συνθήκες να διαμορφωθεί ένας ξεχωριστός πολιτισμός που σήμερα μπορεί και να φαντάζει ως ιδανικός, αφού η διαχρονικότητα του μας δίνει την βεβαιότητα ότι και στην εποχή μας μπορεί να κομίσει πρόταση ζωής.
Η διατήρηση αυτής της κατάστασης είναι και το βασικό ζητούμενο. Η πρόοδος δεν ευρίσκεται πάντα στην αλλαγή. Τις περισσότερες φορές επιχωριάζει στην διατήρηση. Η δε διατήρηση μια κατάστασης ή κάποιων αξιών είναι τις περισσότερες φορές δυσκολότερη από την ανατροπή ή την αλλαγή της. Αν πάντως θέλουμε να υπάρξει μέλλον για τα βουνά αυτά, το μέλλον ευρίσκεται στην διατήρηση τόσο του φυσικού όσο και του ανθρώπινου περιβάλλοντος τους.
Επιγραμματικά θα μπορούσαμε να συνοψίσουμε στα εξής.
Ο πολιτισμός: Στα Αστερούσια όσο και στην Μεσαρά έχουμε λαμπρά μνημεία όλων των περιόδων. Ξεκινώντας από τα πρωτομινωικά ή προανακτορικά χρόνια συναντούμε εδώ τις απαρχές του μινωικού πολιτισμού και μάλιστα σε τόσο μακρινή εποχή που το μεγαλύτερο μέρος της Κρήτης ήταν ακόμη ανεξερεύνητο. Τα σημαντικά μνημεία συνεχίζονται όλες τις εποχές με κορυφαίες αναλαμπές την ανακτορική περίοδο, την Ρωμαϊκή εποχή, τα πρωτοβυζαντινά χρόνια και φτάνουν μέχρι και την γερμανική κατοχή με τα ογκώδη οχυρωματικά έργα που άφησαν πίσω τους οι κατακτητές και είναι άγνωστα εν πολλοίς. Η διάσωση η ανάδειξη και η αξιοποίηση των μνημείων όλων των περιόδων είναι για πλείστους λόγους επιβεβλημένη.
Η Φύση. Η μοναδική φύση των Αστερουσίων με τα φαράγγια, τα σπήλαια κλπ, αλλά και τα σπάνια είδη φυτών πολλά εκ των οποίων ενδημικά ή και στενοενδημικά, όσο και η πανίδα με ιδιαίτερη έμφαση στην ορνιθοπανίδα μπορούν να καθιερώσουν ένα άλλο τρόπο τουρισμού ο οποίος σε άλλα μέρη του κόσμου με λιγότερα στοιχεία και μικρότερες προοπτικές αποδίδει ήδη λαμπρούς καρπούς.
Τα προϊόντα: Τα μοναδικής ποιότητας προϊόντα τόσο της Μεσαράς αλλά κυρίως των Αστερουσίων. Στην πρώτη περίπτωση της Μεσαράς ο πλούτος και η ποσότητα που θα μπορούσε να βελτιωθεί σε συνδυασμό με την ήδη υπάρχουσα Γεωργική Σχολή της Μεσαράς. Τα δε προϊόντα των Αστερουσίων χαρακτηρίζονται μοναδικά λόγο της υψηλής ποιότητα τους. Προϊόντα που σήμερα είναι άγνωστα στο ευρύ κοινό, παραγνωρισμένα ή και παρεξηγημένα. Όταν ρώτησαν τον Θάνο Μικρούτσικο τι παράγει ο τόπος που είχε επιλέξει, δηλαδή τα Αστερούσια, απάντησε: «Ότι νοστιμίζει και γλυκαίνει την ζωή» και εννοούσε το αλάτι και το μέλι. Δυο από τα πολλά και εξαιρετικά προϊόντα των Αστερουσίων που θα μπορούσαν να κομίσουν πλούτο και να δώσουν το κίνητρο, να παραμείνουν, σε αυτούς που φεύγουν από τον αγαπημένο τους τόπο. Είναι αδιανόητο να εισάγουμε αλάτι όταν μια ανοικτή και ως εκ τούτου καθαρή θάλασσα μας δίνει απλόχερα τον αστραφτερό ανθό της. Μοναδικό και το μέλι των Αστερουσίων καθώς είναι το μόνο που συνδυάζει το πεύκο με το θυμάρι και διαφοροποιείται από όλες τις άλλες παραγωγές. Τα κτηνοτροφικά προϊόντα των Αστερουσίων είναι ήδη φημισμένα παρά την έλλειψη προβολής και της μικρής παραγωγής τους. Αυτό οφείλεται στην τοπική ράτσα προβάτων αλλά και στην διατροφή τους που αποδίδουν ξεχωριστό κρέας και γαλακτοκομικά προϊόντα. Το «Κοκκινόματο πρόβατο των Αστερουσίων» μια σπάνια αρχαία ράτσα που επιβιώνει σε αυτά τα βουνά πρέπει να στηριχθεί και να επιδοτηθεί. Μια προσπάθεια που ξεκίνησε ήδη αλλά όπως όλα έχει και αυτή βαλτώσει. Το χαρούπι και τα προϊόντα του στο μοναδικό χαρουπόδασος που επιβιώνει στο μέρος αυτό, αλλά και που ευνοεί το κλίμα για επέκταση του, τα πλούσια βότανα, είναι δύο ακόμη ενδεικτικά προϊόντα που αξίζει να προβληθούν και να αξιοποιηθούν. Έχει ξεκινήσει η διάσωση των τοπικών σπόρων για την παραγωγή αυθεντικών προϊόντων και πρέπει και η προσπάθεια αυτή να στηριχθεί. Τα μοναδικά προϊόντα της Μεσαράς και των Αστερουσίων διαμορφώνουν και την τοπική κουζίνα που ως βασικό μέρος της λεγόμενης Μεσογειακής Διατροφής, που ξεκίνησε από εδώ, θα πρέπει να αναδειχτεί για όλα όσα είναι γνωστά ότι προσφέρει στην υγεία και την ποιότητα ζωής. Σήμερα μάλιστα που η περιοχή εντάχθηκε στην βιόσφαιρα της ΟΥΝΕΣΚΟ η προβολή και η αξιοποίηση όλων αυτών έχει σπουδαίες προοπτικές. Στην ενότητα αυτή εντάσσεται και η λεγόμενη «οικοτεχνία» που συμπεριλαμβάνει τις μικρές ποιοτικές παραγωγές κάτι που ουδέποτε έλλειψε από τα Αστερούσια και την Μεσαρά που χαρακτηρίζονταν πάντα από την αυτάρκεια τους. Με την υποστήριξη και διάδοση της οικοτεχνίας και τα προϊόντα θα αξιοποιηθούν και ο τόπος θα ωφεληθεί αφού θα κρατήσει τους ανθρώπους του και οι ίδιοι οι άνθρωποι θα βελτιωθούν οικονομικά και όχι μόνο στη ζωή τους.
Ο τουρισμός: Στην περιοχή θα μπορούσε να αναπτυχθεί κάθε είδος τουρισμού. Πέρα από τον κλασικό τουρισμό που θα μπορούσε αν χρειαζόταν να ευδοκιμήσει και εδώ, εμείς θα σταθούμε μόνο στον θεματικό τουρισμό που αποτελεί το μέλλον στον τομέα αυτό. Η περιοχή προσφέρεται για τον φυσιολατρικό τουρισμό χάρη στην ανόθευτη ομορφιά του τοπίου της και των σπάνιων ειδών της, για τον γαστρονομικό τουρισμό χάρη στην ιδιαίτερη κουζίνα και τα γνήσια και υγιεινά προϊόντα του, για τον αθλητικό τουρισμό για όσους ασχολούνται με τα «extreme» σπορ. Ήδη στα Αστερούσια υπάρχουν δεκάδες οργανωμένα, από ιδιώτες αναρριχητικά πεδία και κάποια από τα πολυάριθμα φαράγγια έχουν οπλιστεί. Πολλά άλλα φαράγγια προσφέρονται για canyoning και via Ferrata. Εκείνο όμως που θα μπορούσε να προσφέρει πραγματικό πλούτο και ανυπολόγιστες προοπτικές, στην περιοχή, είναι ο θρησκευτικός τουρισμός. Τα Αστερούσια υπήρξαν πάντα ιερά. Από την μινωική εποχή μέχρι τις μέρες μας. Η ιερότητα τους είναι διαχρονική παρά την εναλλαγή των θρησκειών και αυτό δεν είναι τυχαίο. Εδώ έχουμε τους πρώτους μοναχούς της Ευρώπης. Είναι το Άγιον Όρος της Κρήτης. Μοναδικά εκκλησιαστικά μνημεία, μοναστήρια έρημα και λειτουργούντα, παλαιοχριστιανικές βασιλικές, μορφές παγκόσμιας εμβέλειας όπως ο Απόστολος Τίτος, ο Ανδρέας Κρήτης ο Ιωσήφ Φιλάγριος, περιμένουν την προβολή και γιατί όχι και την αξιοποίηση τους. Δεν πρέπει να μας τρομάζει η λέξη αξιοποίηση λόγω της κακής χρήσης της κατά το παρελθόν. Η αξιοποίηση όταν γίνεται όπως πρέπει ταιριάζει και είναι επιβεβλημένη ακόμη και σε τόπους ιερούς, σε μνημεία και σε μορφές. Η Ιερότητα των Αστερουσίων με τους πρώτους και τελευταίους Αγίους της Κρήτης και την διαχρονικότητα αυτής της υποστάσεως τους, είναι ένα από τα μεγάλα αλλά αναξιοποίητα κεφάλαια της. Το ίδιο και για την υπόλοιπη Μεσαρά που δεν στερεί καθόλου σε θρησκευτικά μνημεία και μάλιστα μνημεία αυτοκρατορικής περιβολής όπως η πεντάκλιτη βασιλική της Μητροπόλεως. Επιπλέον ο Θρησκευτικός τουρισμός της Μεσαράς δεν έχει μόνο Ορθόδοξο χαρακτήρα αλλά παγχριστιανικό αφού οι αναφορές της στο Ιερό βιβλίο όλων των Χριστιανών, την Καινή Διαθήκη, την καθιστούν τόπο Αποστολικό. Το ίδιο και οι Άγιοι της δεν ανήκουν μόνο στην Ορθοδοξία αλλά είναι κοινοί της Μίας και Αδιαίρετης Εκκλησίας και όλων των σημερινών δογμάτων.
Οι υποδομές: Θα αναφερθούμε μόνο σε δύο περιπτώσεις που θα έδιναν νέα πνοή στον τόπο και θα βελτίωναν την ζωή των κατοίκων του, ώστε να μην τον εγκαταλείπουν. Το ένα είναι ο Νότιος Οδικός Άξονας που δεκαετίες συζητείται αλλά παραμένει στα χαρτιά. Αυτός θα ενοποιήσει πολλές περιοχές με δύσκολη σήμερα πρόσβαση τόσο μεταξύ τους όσο και με τα κέντρα διοίκησης. Δεν πρέπει να ξεχνάμε επίσης ότι τα Αστερούσια βρέχονται από το πέλαγος που για αιώνες αποκαλείτο Λιβυκό και τα τελευταία έτη Νότιο Κρητικό. Ένα ανοικτό πέλαγος που θα μπορούσε να συμβάλει σε πολλά με την κατασκευή μαρίνων για την εύκολη πρόσβαση και τη σύνδεση των οικισμών που αναπτύσσονται στις ακτές του, όπως ήδη γίνεται στην επαρχία Σφακίων με μικρά πλοιάρια και τα αποτελέσματα είναι εμφανή και αξιόλογα. Επίσης τα προϊόντα που θα μπορούσαν να προκύψουν από αυτό ξεκινώντας από την αλιεία μέχρι το παρεξηγημένο αλάτι.
Οι άνθρωποι: Το κορυφαίο όμως στοιχείο της περιοχής είναι το ανθρώπινο δυναμικό. Ένας μοναδικός συνδυασμός της φύσης και της ιστορίας με ανθρώπους καλόχαρους, ειρηνικούς, φιλόξενους και φιλότιμους. Τελικά τον πολιτισμό δεν τον κάνουν τα μνημεία αλλά οι άνθρωποι από την καθημερινή συναναστροφή, τα ήθη τα έθιμα μέχρι τα έργα των χειρών τους.
Οι ενέργειες τους δεν είναι απόρροια μια λογικής διεργασίας αλλά μιας αυθόρμητης και αυτονόητης διαδικασίας. Το ωραίο και το καλό σε ένα λαό με χιλιάδες χρόνια σπουδαίου πολιτισμού αποτελεί βίωμα και η κάθε του πράξη έρχεται αυθόρμητα και αβίαστα όπως κάθε τι το φυσιολογικό που δεν απαιτεί καμιά σκέψη, ούτε πρώτη ούτε δεύτερη. Ίσως τελικά ο αφορεσμένος σκανδιναβός γενετιστής να είχε δίκιο όταν έλεγε ότι το ωραίο δεν είναι ούτε σχετικό ούτε επίκτητο αλλά βρίσκεται στα γονίδια των λαών με βαθύ και γνήσιο πολιτισμό.
Η όπως γνωμάτευσε ο Γάλλος φίλος μας Paul Faure στην πολύτιμη εργασία του για την καθημερινή ζωή στην Κρήτη τη μινωική εποχή: «η λέξη πολιτισμός υπονοεί για έναν δοσμένο λαό … την κατοχή μιας ανώτερης τεχνικής… μια πολιτική και οικονομική οργάνωση με ισχυρή δομή, μια πνευματική και ηθική ακτινοβολία, ανάλογη με αυτή μιας ζώσας ψυχής… οι πνευματικές αξίες παραμένουν …. αναλλοίωτες. Δεν πεθαίνουν ούτε κοιμούνται ποτέ εντελώς. Για το λόγο αυτό όταν ένας σημερινός χωριάτης φαίνεται να ονειρεύεται την δόξα τον προγόνων του δεν ονειρεύεται καθόλου».
Στηρίζοντας το ανθρώπινο δυναμικό αυτού του τόπου θα πρέπει πρωτίστως να σταθούμε στις τελετουργίες που επιβίωσαν στα Αστερούσια. Δεν αναφέρομαι σε έθιμα που είναι γνωστά σε όλη την Κρήτη και τον υπόλοιπο κόσμο. Αναφέρομαι σε τελετουργίες μοναδικές και πανάρχαιες που κουβαλούν όλο το παρελθόν και αντικατοπτρίζουν περισσότερο απ΄ οτιδήποτε άλλο την ιστορική διαδρομή και τις ιδιαιτερότητες του τόπου. Και όλη η περιβεβλημένη με την αίγλη της Ουνέσκο με τον σύνθετο τίτλο και τον ακόμη πιο πολύπλοκο επεξηγηματικό υπότιτλο της, δραστηριότητα, αφορά περισσότερο απ΄ οτιδήποτε άλλο τις Ιερές τελετουργίες των Αστερουσίων.
Καθώς εκείνο που ξεχωρίζει και συγκινεί στα Αστερούσια δεν είναι η ιερή τους ιστορία, αλλά η διαχρονικότητα της. Πως δηλαδή, τελετές των μινωιτών επιβίωσαν ως τις μέρες μας, όχι ως φολκλορικά δρώμενα, αλλά ως καθημερινή πράξη, καθώς δεν έχουμε να κάνουνε με αναβιώσεις αλλά με αυθεντικές επιβιώσεις αρχαίων συνηθειών που άντεξαν στο χρόνο και που η κάθε διάδοχη θρησκεία τα αποδεχόταν και τα ενέτασσε αρμονικά στο τελετουργικό της. Δρώμενα και τελετές όπως η Δεντρολατρία, ο περισχοινισμός, ο ιερός κόμβος οι σπονδές τα ενύπνια οι λατρευτές, οι μύστες οι ιεραποδημίες, η ιερά ιατρική, το αρμύρισμα της Αναλήψεως, για να αναφέρω μόνο μερικά ονόματα που τους δώσαμε συμβατικά, παραμένουν άγνωστα και αδημοσίευτα.
Η πορεία μας μέσα στον χρόνο δεν έχει συντεταγμένες.
Τα ιερά δρώμενα και οι τελετουργίες των Αστερουσίων, γνωστές και άγνωστες, πιστεύω ότι είναι αυτές και μ΄ ότι αυτές κουβαλούν, συμβολίζουν και διδάσκουν αυτό που πρέπει να προστατευτεί και να στηριχτεί χωρίς να καταλήξουν όπως άλλα έθιμα μας σε ένα φτηνό φολκλορικό θέαμα όπως αυτά που ίσως καλοπροαίρετα άλλα μάταια προσπαθούν κάποιοι φορείς να αναβιώσουν.
Η έλλειψη, βιωματικής σχέσης με το δρώμενο το καθιστά ευτελές και ξένο ότι ονόματα και αν του δώσουμε με ότι ηχηρό και αν το περιβάλουμε.
Η συμμετοχή και η βιωματική σχέση επομένως των κατοίκων αυτού του τόπου με τις ιερές τελετουργίες τους, είναι που δεν πρέπει να διασπαστεί καθώς αυτός είναι κρίκος της αδιάσπαστης αλυσίδα που μας ενώνει και που συγκινεί τουλάχιστον όσους από εμάς αποδεχόμαστε ακόμη έστω και ενοχικά την ρήση των Αθηναίων δια μέσον του Ηροδότου: «το ελληνικόν εόν όμαιμόν τε και ομόγλωσσον και θεών ιδρύματα κοινά και θυσίαι ήθεά τε ομότροπα», ή όπως πιο κατανοητά μας επεξηγεί ο Γιώργος Σεφέρης διαπιστώνοντας «ότι τελικά δεν είμαστε ένα άχυρο στ΄ αλώνι»!
Μια διαπίστωση τόσο απλοϊκή αλλά και τόσο σπουδαία, αφού αποτελεί την απαρχή του Πολιτισμού, καθώς είναι η μόνη που μπορεί να ξεγελάσει τον φόβο του θανάτου!