Ο κατά κόσμον Αλέξιος του Αλεξίου Αμβρόσιφ γεννήθηκε το 1846 μ.Χ. στο Ορενμπούργκ των Ουραλίων. Μετά τον θάνατο της συζύγου του, το 1876 μ.Χ., αναχώρησε για το Άγιον Όρος του Άθω, και εισήλθε στη μονή του Αγίου Παντελεήμονος.
Στις 12 Μαρτίου 1880 μ.Χ. εκάρη μοναχός κι έλαβε τ’ όνομα Αριστοκλής. Το 1884 μ.Χ. χειροτονήθηκε διάκονος και πρεσβύτερος και το 1886 μ.Χ. εκάρη μεγαλόσχημος μοναχός. Το 1887 μ.Χ. απεστάλη στο μετόχι της μονής του στη Μόσχα, όπου εφάνη νέος κτήτορας και υπήρξε πνευματικός πατέρας πολλών ψυχών. Η παραμονή του στο μετόχι από το 1891 – 1894 μ.Χ. δημιούργησε γύρω του ένα σπουδαίο πνευματικό έργο. Από το 1895 – 1909 μ.Χ. επέστρεψε στη μονή του. Από το 1909 – 1918 μ.Χ. μετέβη και παρέμεινε πάλι στο μετόχι της Μόσχας.
Τον κοσμούσαν τα χαρίσματα της προοράσεως και της θαυματουργίας, με τα οποία βοήθησε πολλές ψυχές. Η θυσιαστική του αγάπη και η ελεήμων καρδία μαλάκωνε και τις πιο πέτρινες καρδιές. Πλήθος αναγκεμένου κόσμου βρήκε πλησίον του τη σωτηρία του. Δίκαια ονομάσθηκε ο Γέροντας της Μόσχας.
Η μακαρία κοίμησή του συνέβη στις 24 Αυγούστου 1918 μ.Χ. στο κελλί του, του μετοχίου του Αγίου Παντελεήμονος. Έκανε τρεις φορές τον σταυρό του, βλέποντας την εικόνα της Γοργοϋπηκόου, την οποία ιδιαίτερα είχε σε ευλάβεια και στην οποία είχε κτίσει ναό, και παρέδωσε ήσυχα το πνεύμα του στον Πλάστη του. Το σώμα του ετάφη κάτω από τον ναό της Γοργοϋπηκόου. Το 1923 μ.Χ., για να μη βεβηλωθεί από τους άθεους, μεταφέρθηκε στη μονή του Οσίου Δανιήλ, όπως το είχε προείπει ο όσιος Αριστοκλής. Το 2001 μ.Χ. το Πατριαρχείο Μόσχας τον κατέταξε στο Ρωσικό Αγιολόγιο. Το 2004 μ.Χ. έγινε η ανακομιδή των τιμίων λειψάνων του και μεταφέρθηκαν στο ναό του μετοχίου, όπου συνεχίζουν να θαυματουργούν και να ευωδιάζουν.
Πηγή: saint.gr