Κείμενο – Φωτογραφίες: Γεώργιος Χουστουλάκης
Η Πρωτομαγιά ξέρουμε, ότι γιορτάζεται κάθε χρόνο από όλο τον κόσμο, έτσι και στην Ελλάδα.
Είναι ημέρα μνήμης, για μία εξέγερση που γράφτηκε με μελανά γράμματα στις σελίδες της παγκόσμιας ιστορίας, αλλά και σαν επίσημη γιορτή της άνοιξης.
Ήταν η Πρωτομαγιά του 1886 έμεινε γνωστή ως «η σφαγή του Χάιμάρκετ», και τα εργατικά συνδικάτα στο Σικάγο ξεσηκώθηκαν, διεκδικώντας το 8ωρο και καλύτερες συνθήκες εργασίας με σύνθημα «Οχτώ ώρες δουλειά, οχτώ ώρες ανάπαυση, οχτώ ώρες ύπνο».
Τουλάχιστον 400.000 άνθρωποι συμμετείχαν στις απεργίες που γίνονταν σε όλη την χώρα και πάνω από 80.000 στο Σικάγο!
Έτσι και στην Ελλάδα θεωρείται και ήμερα απεργίας και δεν θεωρείται εργάσιμη μέρα.
Από την άλλη όμως η 1η Μαΐου, θεωρείται η πρώτη επίσημη μέρα που γιορτάζει η Άνοιξη, η φύση, τα λουλούδια και η δύναμη της να αναγεννιέται. Από την αρχαιότητα γιόρταζαν στην Αθήνα τη φύση προς τιμήν της θεάς Δήμητρας, με θυσίες και στολισμούς με κλαριά δάφνης. Οι τελετές αυτές ήταν τα λεγόμενα Ανθεστήρια, και ήταν η γιορτή των λουλουδιών, που ξεκίνησε από την Αθήνα και επεκτάθηκε σε όλη τη χώρα.
Τοπικά Κρητικά έθιμα της Πρωτομαγιάς
Στην Κρήτη γιόρταζαν μέχρι την γερμανική κατοχή με τον δικό τους τρόπο την πρώτη μέρα της άνοιξης, με το να πηγαίνει ο κόσμος στην εξοχή, και εκεί αντί θυσίας επακολουθούσε ένα οικογενειακό ζεύκι, δηλαδή ένα εξοχικό φαγοπότι.
Την ημέρα της Πρωτομαγιάς, πολλοί άνθρωποι της υπαίθρου σχημάτιζαν παρέες και γευμάτιζαν στην εξοχή, αλλά όσοι είχαν κάποια σχετική οικονομική δυνατότητα, έκαναν περισσότερα πράγματα. Έβαζαν δηλαδή ένα δύο αρνιά, έπαιρναν μαζί τους κάποιους συγγενείς, αδερφούς, φίλους, Συντέκνους κλπ αζί με τις οικογένειες τους κι εκείνοι, για ένα ζεύκι σε κάποιο κοντινό χωράφι τους. Είχαν δηλαδή ετοιμάσει από βραδύς τα απαραίτητα, και σε δυο κανισκάρες ή καλάθια έβαζαν τρία τέσσερα γουλίδια κρέας, σε άλλη κανισκάρα έβαζαν τα ψωμιά και κρασιά κλπ. Έπιαναν τις κανισκάρες δύο – δύο, άλλοι δυο το σταμνί, και πήγαιναν περπατώντας όλοι μαζί στην εξοχή. Οι ερωτευμένοι νέοι πήγαιναν κρατώντας την αγαπημένη τους αγκαζέ ή χέρι – χέρι, και τα μικρότερα παιδιά ήταν στις πλάτες των ανδρών.
Οι πιο φτωχοί πήγαιναν και αυτοί, αλλά αντί αρνί ή κατσίκι, ετοίμαζαν ήδη από το σπίτι κάνα δυο κουνέλια τηγανητά ή κοτόπουλα, το τύλιγαν στα λεμονόφυλλα, και πήγαιναν στην εξοχή, ή κοντά σε κάποια κοντινή πηγή, κάτω από πλατάνια.
Σαν έφθαναν στην εξοχή, εκεί οι μεγαλύτεροι μάζευαν πέτρες να καθίσουν, και άλλοι έφερναν ξύλα για τη φωτιά.
Τα παιδιά πήγαιναν να παίξουν τα παιγνίδια τους, αμάδες, κρυφτό, ντελιμά, τα κορίτσια καλόγερο (κουτσό), κίσκιντο, και στη συνέχεια μαζί με τους νέους ξεχύνονταν στη φύση να μαζέψουν κι αυτά λουλούδια να κάνουν στεφάνια, να φτιάξουν κολαΐνες. Για τις κολαΐνες, προτιμούσαν άνθη κυρίως από άγριες μαργαρίτες (μαντιλίδες) και χαμομήλια που ήταν πιο συμπαγή, τις τρυπούσαν με τζαγκαροβελόνα και χονδρή κλωστή, για να τις κρεμάσουν στο τέλος στον λαιμό τους.
«Ο Μάιος μας έφθασε•εμπρός! βήμα ταχύ!
να τον προϋπαντήσωμεν παιδιά στην εξοχή»
(Άγγελος Βλάχος, 1838-1920, Έλληνας πολιτικός & ποιητής)
Οι μεγάλοι έκαναν ένα λάκκο και άναβαν φωτιά για να ψήσουν το οφτό κρέας, που συνήθως το έκαναν αντικριστό όπως και στο ζεύκι. Σαν ήταν όλα έτοιμα, οι γυναίκες έστρωναν στο έδαφος πατανίες, και φώναζαν όλη την παρέα να καθίσουν γύρω – γύρω να φάνε και να πιούν. Κάποια στιγμή οι άνδρες αφού είχαν πιεί τα σχετικά κρασάκια, άρχιζαν το τραγούδι, αφού έβγαιναν εύκολα στο κέφι! Δεν έχαναν καιρό και οι γυναίκες να πιάσουν μάνι – μάνι το χορό, και να αχίσουν το τραγούδι, έστω και χωρίς όργανα, ακόμα κι αν τραγουδούσαν μόνες τους!
«Μες του Μαγού τις μυρωδιές στα πράσινα χορτάρια,
για δέστε πως χορεύουνε της Κρήτης τα κοράσια.
Με περηφάνια Ελληνική, σεμνά και τιμημένα,
χορεύουνε της Κρήτης μας τα τέκνα τα ανδρειωμένα…»
Στην περίπτωση βέβαια που υπήρχε λύρα ή μαντολίνο, ακόμα καλύτερα!
Έφτιαχναν επίσης οι νέοι για τον «Μάη», εκτός από τις κολαΐνες , και μια ανθοδέσμη με λουλούδια, που θα την κρεμούσαν κι αυτή μαζί με την κολαΐνα, μπροστά στην πόρτα του σπιτιού τους.
Για τα στεφάνια χρησιμοποιούσαν είτε κληματόβεργες, είτε ασπαλάθους , είτε κάτι αγκαθωτές βίτσες που υπήρχαν στη φύση. Τους συνιστούσαν οι μεγαλύτεροι να βάζουν και αγκαθωτά κλαριά για να τιμούν την Σταύρωση του Χριστού που ήταν πρόσφατη.
Τις βίτσες αν δεν είχαν κλωστή, τις στερέωναν με ράπες από τα σπαρτά ή αγγελάμους (άγρια σίκαλη), είτε από κουσκουμπάκια. Με τα ίδια φυτά έδεναν επάνω στα στεφάνια και τα μικρά ματσάκια με τα διάφορα λουλούδια, που με αυτά θα πλέξουν το στεφάνι..
Για την ανθοδέσμη του Μάη προτιμούσαν τις άγριες μαργαρίτες (μαντιλίδες), τις μαχαιρίδες, τις άγριες ορχιδέες, τις μολόχες, το άνθος του άγριου λούμπινου, της σταρίθρας, της χοιρομουρίδας, του πηγουνήτη, του βρωμόχορτου, του σταφυλίνακα, του σκολιάμπρου, κόκκινα άνθη από κουτσουνάδες, γενικά από όλα τα άνθη ακόμα και το αγκαθωτό άνθος του αγκάβανου, που κάνει ένα ωραίο τρίχρωμο λουλούδι. Απέφευγαν τις ανεμώνες, γιατί αν στο σπίτι τις έβλεπαν οι κότες, πίστευαν πως τότε δεν θα έκαναν αυγά!
Όμως στις ανθοδέσμες δεν έβαζαν μονάχα λουλουδικά, έβαζαν σχεδόν απ’ όλα τα φυτά της φύσης, και κυρίως στάχυα από κριθάρι ή σιτάρι για να πάει καλά η σοδιά τους, ακόμα και τσουκνίδες και μικρά κλαράκια δένδρων, διότι πίστευαν πως όλα τα φυτά της φύσης ήταν χρήσιμα! Έβαζαν και άνθη από θάμνους αλαδανιάς, αλιματσάς, ασπάλαθου, σπάρτου, αν και αυτά μαδούσαν εύκολα, προτιμούσαν κλαδιά από σκίνο, που έκανε τα όμορφα κόκκινα «κομπάκια».
Με αυτόν τον τρόπο, δηλαδή με την εξόρμηση στην εξοχή, με το να φάνε και να φτιάξουν ανθοδέσμες, ήθελαν να τιμήσουν τη φύση και την ομορφιά της!
Στην εξοχή λοιπόν πήγαιναν όλοι για να «πιάσουν τον Μάη», ή να «προϋπαντήσουν τον Μάη». Γενικά πίστευαν πως τον Μάη γίνεται μια σύγκρουση του καλού και του κακού, και απέφευγαν τον μήνα αυτό να κάνουν σοβαρές δουλειές, μήπως και κάτι στραβώσει και δεν τους πάνε καλά. Οι μανάδες τη Πρωτομαγιά μουντζούρωναν λιγάκι με μουζωτήρια (κεφάλια σιτηρών που είχαν σαπίσει) το μέτωπο στα παιδιά τους «να μην τα πιάσει ο Μάης», δηλαδή το κακό πνεύμα του Μάη. Οι έγγειες γυναίκες έφτιαχναν ένα μικρό ματσάκι λουλούδια, και με αυτό σταύρωναν το εικόνισμα της Παναγίας για να έχουν μια καλή και ομαλή εγκυμοσύνη, δηλαδή να μην τις επηρεάσει το κακό πνεύμα του Μάη.
Το βράδυ σαν τέλειωνε η γιορτή επέστρεφαν στα σπίτια τους όλοι ευτυχείς, και οι νέοι με τα παιδιά, γενικά όσοι είχαν στολιστεί με λουλούδια, στα κεφάλια με στεφάνια κλπ, θα τα βγάλουν από πάνω τους, και θα τα κρεμάσουν μπροστά στη κεντρική πόρτα. Μαζί με την ανθοδέσμη και την κολαΐνα, στην πόρτα επίσης κρεμούσαν μαζί και ένα σκόρδο και μια αγκινάρα! Την αγκινάρα καμία φορά την έβαζαν και σε ένα πρόχειρο ανθοδοχειο, και το τοποθετούαν δεξιά στο κατώφλι της κεντρικής πόρτας. Τα λουλούδια του Μάη, τα σκορδα και η αγκινάρα, δεν κατεβαίνουν σε καμία περίπτωση, ακόμα κι αν ασβέστωναν το σπίτι, ακόμα κι αν χρειαζόταν να βάψουν την πόρτα!
Θα κατέβει ο «Μάης» από την πόρτα ξερός πια, μονάχα την παραμονή του Άη Γιαννιού που θα ανάψουν τις φωτιές, για να τον κάψουν.
Από το πρωί δηλαδή της παραμονής του Άη Γιάννη, τα παιδιά θα πηγαίνουν από σπίτι σε σπίτι και θα ρωτάνε την νοικοκυρά.
-«Θα μας δώσετε θεία τον Μάη σας γιατί θα τους κάψουμε ούλους αργά το βράδυ»;
-«Ναι παιδί μου, ελάστε να τον ε πάρετε»!
Πράγματι το βράδυ του Άη Γιάννη του Κληδόνου, όλους τους «Μάηδες» του χωριού τους συγκέντρωναν σε ένα σωρό και τους έκαιγαν στη φωτιά. Πίστευαν έτσι , πως με το «κάψιμο του Μάη» εξόρκιζαν το κακό και τη κακή γλωσσοφαγιά πηδώντας μετά επάνω από τη φωτιά! Εκείνα τα χρόνια πίστευαν πολύ στην καταστροφική επίδραση της γλωσσοφαγιάς στα σπιτικά. Για αυτό εξάλλου κρεμούσαν και σκόρδο ή μια αγκινάρα έξω από την πόρτα, για να μην μπει μέσα η γλωσσοφαγιά, το κακό μάτι, ή το κακό συναπάντημα!
Λένε μάλιστα οι παλαιότεροι, πως από τα αποκαΐδια από τους Μάηδες το βράδυ του Κλήδονα, έπαιρναν λίγη στάχτη όσοι είχαν μυρμηγκιές, και έτριβαν με αυτή το πάσχον σημείο, και οι μυρμηγκιές έφευγαν.
Μαντινάδες και παροιμίες για τον Μάη
Είναι χιλιάδες ίσως οι μαντινάδες, οι παροιμίες και τα τραγούδια που αφορούν τον μηνα Μάη, και για αυτό μπορούμε ανεπιφύλακτα να πούμε πως είναι ο πιο πολυτραγουδισμένος μήνας!
-Να ‘μουν το Μάη γάιδαρος, τον Αύγουστο κριάρι, όλο το χρόνο κόκορας, και γάτος το Γενάρη.
-Ούλους τσι μήνες τα αγαπώ, μα πιο πολύ τον Μάη,
που η σκέψη της αγάπης μου, στα λούλουδα με πάει.
Φτιάξε στεφάνι του Μαγιού, με άνθη της ψυχής σου
και θα ‘χεις πάντα ευωδιά, στη στράτα της ζωής σου.
Τη μέρα της πρωτομαγιάς, που η φύση όλη γιοτράζει
Εύχομαι όλη η ζωή, με Άνοιξη να μοιάζει.
-Μάη μου καλέ μου μήνα, να σουν δυο φορές τον χρόνο.
-Ζήσε, Μάη μου, να φας τριφύλλι & τον Αύγουστο σταφύλι.
-Μην βγάλεις μήτε μπάλωμα, πριν βγει ο Μάιος μήνας.
-Μην πάρεις Μάη άλογο, μήτε γυναίκα τη Λαμπρή.
-Τον Μάη βουι μη ρεχτείς και τη Λαμπρή γυναίκα.
-Απρίλης Μάης κουκιά μεστωμένα.
-Απρίλης με τα λούλουδα κι ο Μάης με τα ρόδα.
-Απρίλης Μάης κοντά το θέρος.
-Απρίλης έχει τ’ όνομα κι ο Μάης τα λουλούδια.
– Οντο -ν ήπρεπε δεν ήβρεχε και το Μάη εδροσολόγα.
-Το Μάη εγεννήθηκα και μάγια δε φοβούμαι.
-Στον καταραμένο τόπο, τον Μάη μήνα βρέχει.
-Ο Αύγουστος πουλεί κρασί και ο Μάης πουλεί σιτάρι
-Εδά ναι Μάης κι Άνοιξη, εδά ‘ναι καλοκαίρι.
-Ο Μάης φτιάχνει τα σπαρτά κι ο Μάης τα ξεκάνει, ή:
-Ο Μάης κάνει τη χρονιά κι ο Μάης τη ξεκάνει.
-Ο Μάης ρίχνει την δροσιά κι ο Απρίλης τα λουλούδια.
– Το Μάη με πουκάμισο, τον Αύγουστο με κάπα.
– Το Μάη βάνε εργάτες κι ας είναι κι ακαμάτες.
– Μάη κρασί μην πίνετε κι ύπνο μην αγαπάτε.
-Καλός ο ήλιος του Μαγιού, τ’ Αυγούστου το φεγγάρι.
-Μάης άβρεχτος, χρόνια ευτυχισμένα.
-Ο γάμος ο μαγιάτικος πολλά κακοποδίδει.
(Για το θέμα βοήθησε η μαρτυρία 94χρονου κ. Μύρωνα Μαραγκάκη)