Αυτό το ανοιξιάτικο φρούτο, το μούσμουλο, με το μικρότερο ίσως διάστημα διάθεσης στην αγορά, έχει μόνο πιστούς φίλους και το ίδιο πιστούς εχθρούς. Να φταίει που η σάρκα του, αν και ζουμερή και μυρωδάτη είναι ελάχιστη, σε σχέση με τα μεγάλα κουκούτσια του; Να φταίει ότι αν το φας άγουρο είναι ξινό και στυφό; Μπορεί να φταίει και η ομολογουμένως υψηλή τιμή του.
Οι θαυμαστές του, όμως, θα αντιτάξουν τη νοστιμιά και την ευωδιά της ώριμης ζουμερής του σάρκας, ιδιαίτερα αν είναι καλοαναθρεμμένο και από φημισμένη ποικιλία. Ας γνωρίσουμε λοιπόν λίγο καλύτερο το ακριβοθώρητο μούσμουλο και πώς μπορούμε να το αξιοποιήσουμε στην κουζίνα.
Η μουσμουλιά (Εriobotrya japonica) είναι δέντρο της οικογένειας Ροδοειδών με πανάρχαια προέλευση από την ανατολική Ασία και την Ιαπωνία– από την τελευταία έχει άλλωστε πάρει και το όνομά του και συχνά στα φυτώρια το συναντάμε και ως ιαπωνική μουσμουλιά. Στην Ελλάδα έφτασε στα τέλη του 19ου αιώνα, περισσότερο ως δέντρο καλλωπιστικό παρά ως παραγωγικό, καθώς γίνεται ψηλό, φτάνοντας ακόμα και τα 10 μέτρα, με καταπράσινο, αειθαλές φύλλωμα από μεγάλα σκουροπράσινα και λογχοειδή φύλλα που δίνουν στο δέντρο αρχοντική και εντυπωσιακή όψη, ιδιαίτερα όταν είναι γεμάτο με ζωηρόχρωμους λαμπερούς καρπούς. Απαιτεί σχετικά μέτρια φροντίδα, κυρίως σωστό πότισμα, λίπανση και αραίωμα καρπών και μπορεί να ζήσει έως και 50 χρόνια.
Το ότι προτιμήθηκε ως καλλωπιστικό είναι και ο λόγος που το βλέπουμε σήμερα σε αυλές και κήπους ακόμη και πολυκατοικιών στο κέντρο της Αθήνας. Είναι δέντρο που προσαρμόζεται εύκολα σε εδαφοκλιματικές συνθήκες, αγαπά το σχετικά ήπιο κλίμα, έχει μεγάλες αντοχές στη ζέστη αλλά λιγοστές στον παγετό και θέλει χώματα όχι ιδιαίτερα πλούσια, ελαφρώς αλκαλικά και με καλή στράγγιση, όχι βαριά. Οι περιοχές που το υποδέχτηκαν πρώτες και εκεί συναντάμε τις λιγοστές και μικρής έκτασης καλλιέργειες είναι η Κόρινθος και η Κρήτη, ακριβώς γιατί το ευνοεί το κλίμα τους. Η Κόρινθος ιδιαίτερα παράγει μια από τις καλύτερες ποικιλίες, την «Ροζενών», από την ομώνυμη περιοχή Ροζενά στο Ξυλόκαστρο, αλλά καλλιεργείται και σε όλη την παραθαλάσσια έκταση από τη δυτική Κορινθία έως την ανατολική Αιγιάλεια. Είναι η πιο διαδεδομένη ποικιλία με μεγάλο μέγεθος καρπού και ψωμωμένη σάρκα έντονου πορτοκαλί χρώματος. Μια άλλη ποικιλία είναι η «Τουρλωτή» με κιτρινόλευκη σάρκα, ελαφρώς λιγότερο αρωματική, και καλλιεργείται στην ανατολική Κρήτη. Τέλος, η ποικιλία «Μόρφου» στην ομώνυμη περιοχή της Κύπρου, είναι μεγαλόκαρπη και αρωματική περίπου όσο και η Ροζενών. Πολύ περιορισμένες καλλιέργειες και για τοπική διάθεση, συναντάμε και σε άλλες περιοχές της Πελοποννήσου, καθώς και στα Επτάνησα –εκεί τα μούσμουλα τα λένε μέσπολες ή μέσπιλες. Επίσημα στατιστικά στοιχεία έτσι κι αλλιώς δεν υπάρχουν για την καλλιέργεια της μουσμουλιάς στην Ελλάδα.
Η πιο συνηθισμένη ποικιλία μούσμουλων της ελληνικής αγοράς είναι η ποικιλία Ροζενών, με στρογγυλό καρπό έντονου πορτοκαλί χρώματος στη φλούδα και τη σάρκα, και με εξαίρετη νοστιμιά στην ωριμότητά τους.
Λιγοστές καλλιέργειες αλλά μεγάλη ζήτηση
Το μούσμουλο ωριμάζει από τα τέλη Απριλίου μέχρι τα μέσα Ιουνίου και τότε το βρίσκουμε σε λαϊκές αγορές και μανάβικα. Παρά το ότι είναι φρούτο που αγαπούν πολλοί καταναλωτές και το ζητούν αυτό το διάστημα, δεν το βρίσκουμε πάντα, καθώς, όπως προαναφέρθηκε, οι καλλιέργειες είναι περιορισμένες. «Τα μούσμουλα είναι πολύ ευάλωτα στις μετακινήσεις, συντηρούνται για πολύ μικρό διάστημα και οι ποικιλίες που δίνουν καρπό με καλή τιμή είναι ελάχιστες», εξηγεί ο αναπληρωτής καθηγητής του Εργαστηρίου Δενδροκομίας στο Τμήμα Επιστήμης Φυτικής Παραγωγής της Σχολής Επιστημών των Φυτών του ΓΠΑ, Γιάννης Παπαδάκης. «Οι σωστές καλλιεργητικές φροντίδες για καλό αποτέλεσμα δεν ακολουθούνται, με αποτέλεσμα ένα δέντρο να παράγει πολλούς καρπούς αλλά χωρίς υψηλή ποιότητα. Για παράδειγμα, οι καλλιεργητές τις περισσότερες φορές δεν αραιώνουν όπως πρέπει τους καρπούς, θέλοντας να έχουν περισσότερους αλλά χωρίς την αναμενόμενη νοστιμιά και χαρακτηριστικά. Επειδή, όμως, η ζήτηση είναι και πάλι μεγαλύτερη από την ντόπια παραγωγή, γίνονται εισαγωγές με τιμές φυσικά πολύ αυξημένες», προσθέτει ο κ. Παπαδάκης. «Το ζήτημα λοιπόν είναι να βελτιώσουμε στην Ελλάδα την καλλιεργητική τεχνική ώστε να μη χρειαζόμαστε εισαγωγές καρπού αλλά να δοκιμάσουμε και να καλλιεργήσουμε και ξένες, ανθεκτικές ποικιλίες που δίνουν καρπό μεγάλο όσο ένα βερίκοκο», συμπληρώνει.
Αγορά και συντήρηση
Τα μούσμουλα έχουν σχήμα στρογγυλό ή ελαφρώς μακρουλό με ζουμερή σάρκα και 3-5 μεγάλα στρογγυλά και στιλπνά κουκούτσια στο εσωτερικό. Η φλούδα τους είναι κίτρινη και ιδιαίτερα λεπτή, και μωλωπίζεται εύκολα. Τα αγοράζουμε όσο πιο ώριμα γίνεται (όταν τα πιέσουμε να είναι ελαφρώς μαλακά), χωρίς σκούρα σημεία στη φλούδα και χωρίς ζουλήγματα. Συντηρούνται στο ψυγείο, μέσα σε χάρτινη σακούλα, χωρίς να βάλουμε άλλα φρούτα ή λαχανικά πάνω τους για να μην πιέζονται.
Σούπερ κόλπο για εύκολο καθάρισμα μούσμουλων
Η Νένα Ισμυρνόγλου δίνει μια θαυμάσια συμβουλή για το καθάρισμα του δύστροπου αυτού φρούτου, αφού συχνά τόσο η φλούδα όσο και τα κουκούτσια αφαιρούνται σχετικά δύσκολα: Βράζουμε καλά πλυμένα ολόκληρα μούσμουλα για 4-5 λεπτά στον ατμό και τα αφήνουμε να κρυώσουν. Μπορούμε επίσης να τα «στεγνώσουμε» ελαφρά στον φούρνο, στους 170°C για 6-8 λεπτά. Και στις δύο περιπτώσεις τα αφήνουμε να κρυώσουν και αφαιρούμε (πολύ πιο εύκολα) φλούδες και κουκούτσια με τις μεμβράνες τους. Αν ωστόσο μπορούμε να τα καθαρίσουμε εύκολα ωμά, ραντίζουμε τη σάρκα τους με λίγο χυμό λεμονιού για να μη μαυρίσει.
Δείτε ΕΔΩ πώς να αξιοποιήσετε τα μούσμουλα στην κουζίνα!
Πηγή: gastronomos.gr