Συνολικά 87.863 δείγματα από αγροτικά προϊόντα συλλέχθηκαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 2021, προκειμένου να αναλυθούν για υπολείμματα φυτοφαρμάκων.
Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση της EFSA, η ανάλυση των αποτελεσμάτων δείχνει ότι το 96,1% των δειγμάτων εμπίπτει στα νομικά επιτρεπόμενα επίπεδα. Επίσης, για το υποσύνολο των 13.845 δειγμάτων που αναλύθηκαν στο πλαίσιο του συντονισμένου από την ΕΕ προγράμματος ελέγχου (EU MACP), το 97,9% ήταν εντός των νόμιμων ορίων.
Το MACP της ΕΕ αναλύει δείγματα που συλλέγονται τυχαία από 12 προϊόντα διατροφής. Για το 2021, αυτές ήταν μελιτζάνες, μπανάνες, μπρόκολο, μανιτάρια, γκρέιπφρουτ, πεπόνια, γλυκές πιπεριές, επιτραπέζια σταφύλια, παρθένο ελαιόλαδο, σιτάρι, βόειο λίπος και αυγά κοτόπουλου.
Από τα δείγματα που αναλύθηκαν στο συντονισμένο πρόγραμμα:
- Το 58,1% (8.043 δείγματα) βρέθηκε να είναι απαλλαγμένο από μετρήσιμα επίπεδα υπολειμμάτων.
- Το 39,8% (5.507) περιείχε ένα ή περισσότερα υπολείμματα σε συγκεντρώσεις κάτω ή ίσες με τα επιτρεπόμενα επίπεδα (γνωστά ως μέγιστα επίπεδα υπολειμμάτων ή MRL).
- Το 2,1% (295) περιείχε υπολείμματα που υπερέβαιναν τα επιτρεπόμενα επίπεδα.
Τα ίδια προϊόντα ελέγχονται κάθε τρία χρόνια, πράγμα που σημαίνει ότι μπορούν να εντοπιστούν ανοδικές ή καθοδικές τάσεις.
Αποτελέσματα ανά περιοχή
Συνολικά ελήφθησαν 13.845 δείγματα για το πολυετές πρόγραμμα ελέγχου της ΕΕ (MACP). Από αυτά, κατά μέσο όρο το 53,3% των δειγμάτων που αναλύθηκαν ήταν εγχώρια, το 22,8% ήταν από άλλες χώρες της ΕΕ, το 19,6% από τρίτες χώρες και το 4,3% ήταν άγνωστης προέλευσης.
Οι χώρες με πάνω από το 80% των εγχώριων δειγμάτων ήταν η Λιθουανία (100%), η Ισπανία (90,4%), η Ιταλία (84,18%) και η Ελλάδα (82,01%). Τα περισσότερα δείγματα τρίτων χωρών αναφέρθηκαν από τη Ρουμανία (47,6%), την Ισλανδία (43,5%), την Αυστρία (37%) και την Ιρλανδία (35,6%). Η Ολλανδία (27,5%) και η Γερμανία (11,7%) είχαν πάνω από το 10% των δειγμάτων άγνωστης προέλευσης.
Σε 21 εκατ. ανέρχονται οι αναλύσεις
Το 2021, οι χώρες που υπέβαλαν αναφορά κατέθεσαν στην EFSA σχεδόν 21 εκατομμύρια αναλύσεις βασικών τροφίμων που ελέγχθηκαν για φυτοφάρμακα. Ο αριθμός των αναλύσεων για τις οποίες τα επίπεδα υπολειμμάτων ποσοτικοποιήθηκαν στο ή πάνω από το LOQ ήταν 103.229 (δηλ. 0,5% των συνολικών αναλύσεων).
Συνολικά, υπήρξαν χώρες που ανέλυσαν δείγματα για 854 διαφορετικά υπολείμματα φυτοφαρμάκων, ενώ κατά μέσο όρο, αναλύθηκαν 271 διαφορετικά υπολείμματα φυτοφαρμάκων ανά δείγμα. Υπήρξαν επίσης χώρες οι οποίες ανέλυσαν δεδομένα για περισσότερα από 600 φυτοφάρμακα: Λουξεμβούργο (656 φυτοφάρμακα), Γερμανία (636 φυτοφάρμακα), Πορτογαλία (630 φυτοφάρμακα), Μάλτα (623 φυτοφάρμακα), Γαλλία (620 φυτοφάρμακα) και Βέλγιο (614 φυτοφάρμακα).
Από τα 87.863 δείγματα που αναλύθηκαν, το 44,3% (38.947) των δειγμάτων περιείχε ένα ή περισσότερα φυτοφάρμακα σε μετρήσιμες συγκεντρώσεις. Πολλαπλά υπολείμματα αναφέρθηκαν στο 26,4% (23.177) των δειγμάτων, ενώ σε μεμονωμένο δείγμα σταφίδων άγνωστης προέλευσης αναφέρθηκαν έως και 39 διαφορετικά φυτοφάρμακα.
Το συνολικό ποσοστό με το οποίο τα υπολείμματα φυτοφαρμάκων υπερβαίνουν τα όρια αυξήθηκε από 1,4% το 2018 σε 2,1% το 2021. Εξαιρουμένων των γκρέιπφρουτ, το μέσο ποσοστό υπέρβασης ήταν 1,4% το 2021, όπως και το 2018. Το 2021, τα κράτη μέλη επέστησαν την προσοχή στην υψηλότερη παρουσία υπολειμμάτων φυτοφαρμάκων σε γκρέιπφρουτ που εισάγονται από χώρες εκτός της ΕΕ και την ίδια χρονιά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αύξησε τους συνοριακούς ελέγχους.
Η έκθεση επισημαίνει δε, ότι τα τρόφιμα που αναλύθηκαν το 2021 είναι απίθανο να προκαλέσουν ανησυχία για την υγεία των καταναλωτών. Ωστόσο, η έκθεση περιλαμβάνει ορισμένες συστάσεις για την αύξηση της αποτελεσματικότητας των ευρωπαϊκών συστημάτων ελέγχου των υπολειμμάτων φυτοφαρμάκων.
Πηγή: in.gr