Κείμενο – Φωτογραφία: Πόπη Σπανάκη
Οι πατάτες απού εφυτέψαμε στο κήπο μας ΄΄στ αργιάκια΄΄ τσι προάλλες εφυτρώσανε και εσειραδιάσανε στην αυλακιά τα πράσινα βλασταράκια.
Είναι καιρός να ποτιστούνε.
– Άμε μπρέ να φέρεις τα πανιά του μύλου να πάμε να τα βάλομε , γιατί εφυτρώσανε οι πατάτες στ’ αργιάκια και θέλουνε πότισμα να μη ξεραθούνε, λέει στη μητέρα μου ο μπαμπάς
– Ντά πούνε; θυμάσαι που τα στέρεψες όντε τά βγαλες οπέρισυ από το μύλο ?
– Άτε πο κάτω στον αχεριώνα τα κρέμασα σ ένα σίντερο στο τοίχο
– Να πάω θέλει, μ αυτά σάϊκα δα τάχουνε φαουμένα οι ποντικοί και δα θέλουνε ανέραμα, μόνο να μη τα νημένεις για σήμερο.
– Πήνε να τα φέρεις κι αδέ μ-προκάμομε σήμερο να τα βόλομε στο μύλο, όποτε μ-προκάμομε.
Η μητέρα όντως επήαινε ντελόγο στο ν-αχεριώνα και ήφερε τα πανιά και τα ξετύλιξε για επιθεώρηση.
Δυό μεγάλες τρύπες τως είχανε καουμένες οι ποντικοί.
Η μητέρα τ ανέραψε και τά πλυνε.
Τη ν- άλλη μέρα ο μπαμπάς, ήπηρε τα πανιά, το σκεπάρνι και τα απαραίτητα ειδικά μπροκαλάκια και με τη βοήθεια του αδερφού μου του Βαγγέλη που εκράθειενε το μύλο για να μη κουνιέται, αφού ήκαμε το σταυρό του, όπως το συνηθίζει σε κάθε τι που ξεκινά, τα κάρφωσε στα αντενάκια του μύλου και τ άπλωσε για ν αρχίξει να αλέθει με τον δροσερό Λασιθιώτικο αέρα.
Από εδά και πέρα και για όλο το καλοκαίρι, ο μπαμπάς δα μολέρνει το μύλο ( αφού κάθ αργά δα τονε μαζώνει ) για ν αλέθει και να βγάνει το νερό από το πηγάϊδι για το πότισμα τω πατατώ.
Στη φωτο ο μπαμπάς σκαρφαλωμένος στη κορφή του μύλου και με το σκεπάρνι στη χέρα, καρφώνει τα πανιά, ενώ ο αδερφός μου ο Βαγγέλης τονε κρατεί σφιχτά από τ αντενάκι για να παραμένει ακίνητος.
Δεν γίνεται πλέον εδώ και χρόνια αυτή η διαδικασία, αφού ανεμόμυλοι δεν υπάρχουνε πιά στο κάμπο του Λασιθιού
Έχει γίνει ανάμνηση κι αυτό και μιά νοσταλγική εικόνα για όσους Λασιθιώτες τη ζήσαμε την όμορφη εκείνη εποχή.
Όταν ο Λασιθιώτικος κάμπος ήτανε στσι δόξες του, πανέμορφος κατάαπαρτος από τους γνωστούς ανεμόμυλους.