Ενετικό κτίσμα περί το 1220 με 1230, οικία ονομαζόμενη “του Ζαμπετογιώργη”, στη συνοικία Γύρος, της Ανώπολης Σφακίων. Ήταν το πατρικό σπίτι της οικογένειας των Σεϊμένηδων, με τελευταίο ιδιοκτήτη τον Δήμαρχο Εμμανουήλ Σεϊμένη και πατέρα των αδελφών Γιάννη και Μανούσου που εκτέλεσαν οι Γερμανοί στις 25 Νοεμβρίου 1943 στο σκοπευτήριο της Καισαριανής
(Δημήτριος Σεϊμένης, Ιωάννης Σεϊμένης, Μανούσος Σεϊμένης, Γεώργιος Μανουσογιαννάκης.2 Ιουνίου 1941 και 25 Νοεμβρίου 1943)
Του Γιώργου Α. Καλογεράκη*
Η Ανώπολη είναι ένα χωριό του Δήμου Σφακίων με πλούσια ιστορία. Τέσσερις φορές καταστράφηκε και πυρπολήθηκε, αφού πρώτα λεηλατήθηκε στο πέρασμα των αιώνων από κατακτητές.
Οι κάτοικοί της, μετά τις καταστροφές έγιναν πρόσφυγες, αφού αναγκάστηκαν να μετοικήσουν σε άλλους τόπους και το χωριό ερημώθηκε. Η Ανώπολη καταστράφηκε: Το 1364 μετά την επανάσταση των Καλλεργών. Το 1770 μετά την επανάσταση του Δασκαλογιάννη. Το 1821 στη μεγάλη Ελληνική επανάσταση και το 1866-69 στη διάρκεια της Κρητικής Επανάστασης. Για την Ανώπολη διαβάζουμε:
«Η Ανώπολη είναι χωριό και κοινότητα επαρχίας Σφακίων νομού Χανίων, κάτοικοι (1981) 333, υψόμετρο 600 μ. στις νότιες βουνοπλαγιές των Σφακιανών βουνών. Απέχει από τα Χανιά 84 χιλιόμετρα και 10,5 από τη Χώρα Σφακίων.
Το χωριό είναι κτισμένο στη θέση της αρχαίας ομώνυμης πόλης. Την εποχή εκείνη υπήρχαν δυο πόλεις. Η Ανώπολη και η Κάτω Πόλη, που ήταν γνωστή με το όνομα Φοίνικας, όπως αναφέρεται και στις Πράξεις των Αποστόλων στη θέση του σημερινού Λουτρού. Η αρχαία Ανώπολη υπόγραψε τη συνθήκη συμμαχίας των 30 Κρητικών πόλεων με τον Ευμένη και σαν ανεξάρτητη και ελεύθερη είχε κόψει δικά της νομίσματα.
Στον οικισμό Ρίζα σώζονται πελασγικά τείχη που ο Pashley τα παρατήρησε σε μήκος 300 βημάτων και είχαν πάχος 6 και ύψος 5-11 πόδια. Ήταν πολυάνθρωπη και είχε λιμάνι τον Φοίνικα. Αναδείχτηκε κυρίως στη ρωμαϊκή περίοδο και την επόμενη βυζαντινή. Αλλά ο Πεντλέμπουρυ παρατήρησε και όστρακα Ελληνιστικής περιόδου, που σημαίνει πως κατοικούνταν και παλαιότερα.
Η ύδρευσή της γινόταν από δεξαμενές, που σώζονται υπολλείμματά των. Τη Β΄ Βυζαντινή περίοδο ήταν φέουδο των Σκορδιλών, όπως αναφέρεται στο έγγραφο της διανομής της Κρήτης στα 12 αρχοντόπουλα το 1182.
Τους πρώτους αιώνες της Βενετοκρατίας η Ανώπολη έπαιξε στη δυτική Κρήτη το ρόλο που έπαιξε το Λασίθι στην Ανατολική, ως έδρα των επαναστατών κατά των Βενετών. Γι’αυτό είχε την ίδια τύχη με το Λασίθι.
Ύστερα από την καταστολή της επανάστασης των Καλεργών το 1365, κατεδαφίστηκαν τα σπίτια της και οι κάτοικοί της διασκορπίστηκαν σε άλλες επαρχίες και ο τόπος ερημώθηκε. Αργότερα ξανακατοικήθηκε και στις αρχές της τουρκοκρατίας ήταν ανθηρό χωριό.
Στην απογραφή του Καστροφύλακα του 1583 δεν αναφέρεται. Σε έγγραφο του 1388 αναφέρεται ως d’Anopoli. Το 1577 αναφέρεται από τον Barozzi Anopoli. Στην αιγυπτιακή απογραφή του 1834 αναφέρεται Anopolis με 115 χριστιανικές οικογένειες. Τούρκοι δεν κατοίκησαν στην Ανώπολη. Το 1881 είναι έδρα ομώνυμου Δήμου με 765 χριστιανούς κατοίκους και το 1900 με 726. Το 1920 είναι έδρα ομώνυμης κοινότητας με 553 κατοίκους, το 1928 με 629, το 1940 με 610, το 1951 με 513, το 1961 με 581 και το 19711 με 432.
Το σημερινό χωριό αποτελείται από πολλούς οικισμούς. Κάμπος, Γύρος, Άσες, Ρίζες, Καμπιά, Μαρανά, Σκάλα, Παυλιανά, Λιμνιά, Άγιος Δημήτριος και Βαρδιανά, που είναι κρυμμένοι σε πλούσια βλάστηση, σε ένα μικρό αλλά εύφορο οροπέδιο. Υπήρχαν και ελαιόδενδρα, μα τα κάψαν οι Τούρκοι.
Οι κάτοικοι, όπως και οι κάτοικοι του Λουτρού ασχολούνταν με το ναυτικό επάγγελμα, από την εποχή των Βενετών και κυρίως τα πρώτα χρόνια της τουρκοκρατίας. Είχαν δικά τους καράβια που τα ναυπηγούσαν οι ίδιοι, χρησιμοποιώντας ξυλεία από τα βουνά τους. Ταξίδευαν σε όλη τη Μεσόγειο, αποκομίζοντας πλούσια κέρδη. Ένας από τους καραβοκύρηδες εκείνους ήταν και ο Δασκαλογιάννης, ο αρχηγός της πρώτης επανάστασης κατά των Τούρκων το 1770.
Η Ανώπολη είχε ωραίες οικοδομές αλλά ύστερα από την καταστολή της επανάστασης του Δασκαλογιάννη καταστράφηκαν, το πλούσιο σπίτι του Δασκαλογιάννη πυρπολήθηκε. Ερείπιά του σώζονται στη συνοικία Κάμπος.
Λιβανιανά κι Ανώπολη, Μουρί και Κομιτάδες,
πού είναι τα κονάκια σας, χαμόσπιτα κι οντάδες;
Ούλα γενήκαν τρόχαλος και ποιος να τ’αναχτίσει
που πιάσαν οι νοικοκυροί Ανατολή και Δύση!
Στην επανάσταση του 1866-69, ο Ομέρ πασάς έκαψε και κατάστρεψε άλλη μια φορά την Ανώπολη.
(Στέργιος Γ. Σπανάκης, Πόλεις και χωριά της Κρήτης στο πέρασμα των αιώνων, τόμος Α΄, έκδοση τρίτη, Ηράκλειο 2006, σελ. 114).
Το έτος 1870, η Εκκλησία της Βουλγαρίας αποσχίσθηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο παίρνοντας το όνομα «Εξαρχία». Οι Βούλγαροι, από τότε ξεκίνησαν προσπάθειες να επικρατήσουν στη Μακεδονία, όπου ο πληθυσμός ήταν ανάμεικτος. Στις μεγάλες πόλεις υπερτερούσαν οι Έλληνες, οι Τούρκοι διέμεναν στις εύφορες πεδιάδες και στην ύπαιθρο οι κάτοικοι ήταν διαφόρων εθνοτήτων. Έτσι με τη λέξη «Εξαρχικός» προσδιοριζόταν ο Βούλγαρος και με τη λέξη «Πατριαρχικός» ο Έλληνας.
Από το 1903 ως το 1908, τη Βουλγαρική προσπάθεια για την επικράτηση και την προσάρτηση της Μακεδονίας, τις δολοφονίες και τα ανοσιουργήματα που ακολούθησαν, αντιμετώπισαν εθελοντές απ’όλη την Ελλάδα, με κυρίαρχα σώματα από την Κρήτη. Αυτή η περίοδος ονομάστηκε «Μακεδονικός Αγώνας».
Κυρίαρχη θέση στα εθελοντικά σώματα, καταλαμβάνει το χωριό Ανώπολη Σφακίων με έναν Αρχηγό, τον Ιωάννη Καραβίτη και πενήντα τέσσερις (54) Μακεδονομάχους. Από τους 54 εθελοντές Ανωπολίτες, δεκατέσσερις έδωσαν τη ζωή τους για τη λευτεριά και την Ελληνικότητα της Μακεδονίας
Η παρουσία του Γεωργίου Σεϊμένη από την Ανώπολη Σφακίων στο πρώτο σώμα εθελοντών που στάλθηκε στη Μακεδονία τον Μάιο του 1903 με την ομάδα των δέκα Κρητικών και ο σφαγιασμός του από Βούλγαρους κομιτατζήδες στα υψώματα του Λεχόβου στις 23 Ιουλίου 1903, τον καθιστούν πρωτοπόρο και καταγράφεται στις σελίδες της Ελληνικής ιστορίας ως ο πρώτος νεκρός του Μακεδονικού Αγώνα, ο πρώτος νεκρός που έδωσε τη ζωή του για το μεγαλείο και τη δόξα της Ελλάδας.
Η ιστορική οικογένεια των Σεϊμένηδων της Ανώπολης, έχει προσφέρει το αίμα πολλών μελών της, στους απελευθερωτικούς αγώνες της πατρίδας μας.
Την περίοδο της Γερμανικής κατοχής 1941-1945, τέσσερα μέλη της οικογένειας Σεϊμένη στήθηκαν στο εκτελεστικό απόσπασμα των Γερμανών στρατιωτών της Βέρμαχτ:
Ο Δημήτρης Σεϊμένης του Παύλου, αδελφός του πρώτου νεκρού του Μακεδονικού Αγώνα Γεωργίου και ο ανιψιός του Γεώργιος Μανουσογιαννάκης (παιδί της αδελφής του Αμαλίας) που έσβησαν στην ομαδική εκτέλεση στον Κυρτομάδω Χανίων στις 2 Ιουνίου 1941 και τα αδέρφια Ιωάννης και Μανούσος Σεϊμένης, που εκτελέστηκαν στο σκοπευτήριο της Καισαριανής στις 25 Νοεμβρίου 1943.
Ο Παύλος Μανούσου Σεϊμένης, ανιψιός των τεσσάρων εκτελεσμένων, ζει σήμερα στην Αθήνα και μας απέστειλε το χρονικό του θανάτου των θείων του. Γράφει ο κ. Παύλος Σεϊμένης:
«Στις 2 Ιουνίου 1941 στον οικισμό Κυρτομάδω της κοινότητας Αγυιάς της επαρχίας Κυδωνίας Χανίων Κρήτης, γράφτηκε μία τραγική ιστορία την εποχή της Γερμανικής κατοχής. Ο Κυρτομάδος πλήρωσε ακριβά την απανθρωπιά των Γερμανών.
Τα τραγικά γεγονότα που συνέβησαν τότε έγιναν γνωστά από παλαιότερη αφήγηση της κυρίας Ανδρονίκης Διγαλάκη συνταξιούχου δασκάλας. Στη θέση “Τηγανίτη” βρέθηκαν σκοτωμένοι ένας Γερμανός επιτελάρχης και ο ακόλουθος του.
Οι Γερμανοί αμέσως άρχισαν τις συλλήψεις. Έπιασαν τους Μιλτιάδη Μανιά, Βασίλη Διγαλάκη και Γιώργο Κουτσογιαννάκη ως υπόπτους. Τους έβαλαν να θάψουν τους νεκρούς και στη συνέχεια τους κακοποίησαν, αφήνοντας τους όμως μετά ελεύθερους για λόγους σκοπιμότητας. Η μαύρη ημέρα πλησίαζε, αυτή που θα έγραφε με τα μελανότερα χρώματα μια μακάβρια σκηνή, μία φρικτή τραγωδία, την ομαδική εκτέλεση 23 Ελλήνων στη θέση Λεπιδέ Κυρτομάδω.
Η 2α Ιουνίου 1941 ξημέρωνε, όταν ξαφνικά ξέσπασε η μαύρη καταιγίδα. Ξέσπασε η χιτλερική μπόρα που σπίλωσε την ανθρωπιά. Το τι έγινε είναι δύσκολο να περιγραφεί. Σαν μαινόμενοι ταύροι έσπαζαν τις πόρτες, φώναζαν, ούρλιαζαν, έδερναν τους γέρους που δεν μπορούσαν να προχωρήσουν και φώναζαν άγρια στα μικρά παιδιά. Με αυτό το βάναυσο τρόπο συγκέντρωσαν όλο τον πληθυσμό στα δυτικά του χωριού στη θέση Λεπιδέ.
Οι γυναίκες βλέπαν γύρω τους στημένα πολυβόλα, έτοιμα να σκορπίσουν τον θάνατο. Πολλές ψιθύριζαν, θα μας σκοτώσουν, θα φάνε τους άνδρες μας. Οι άνδρες μοιάζανε με αγρίμια κλεισμένα σε κλουβιά ανήμπορα να υπερασπίσουν τον εαυτό τους.
Τους διέκρινε μία σιωπή αξιοπρέπειας και περηφάνιας. Μερικοί έλεγαν “μη φοβάστε, αγγαρεία θα μας πάρουν” και η ψυχή τους έμενε αλύγιστη. Αυτοί ήταν οι τραγικοί ψίθυροι της στιγμής εκείνης. Το εναρκτήριο σάλπισμα της στυγνής τραγωδίας ήταν όταν άρχισε η μακάβρια επιλογή από τους Βασίλη, Γιάννη και Μανόλη Διγαλάκη (αδέλφια), Θεοφάνη Σαρτζετάκη, Ματθαίο Τζομπανάκη, Ιωάννη Νύκτα και Νικόλαο Λελάκη. Επτά στον αριθμό, όλοι τους εκλεκτοί.
Το εκτελεστικό απόσπασμα ήταν έτοιμο. Ένα μικρό παιδί τεσσάρων ετών που δεν αποχωριζόταν τον πατέρα του, ο Νίκος Βασιλείου Διγαλάκης, πετάχτηκε σαν μπάλα από τους Γερμανούς. Τον Νίκο Διγαλάκη γνώρισα προσωπικά πριν μερικά χρόνια, ο οποίος υπήρξε ένας ευγενικός και αξιόλογος άνθρωπος που δυστυχώς δεν βρίσκεται πλέον στην ζωή.
Η μοιραία διαταγή από τον επικεφαλής του εκτελεστικού αποσπάσματος δόθηκε και μάλιστα μπροστά στα μάτια του γυναικόκοσμου τον οποίο υποχρέωσαν να κοιτάζει, και το εκτελεστικό απόσπασμα εξαπέλυσε τους μύδρους του. Μία φοβερή σκοτοδίνη
και ένα τρίξιμο δυνατό ένιωσαν όλοι τότε. Τα παιδάκια γαντζώθηκαν στις μάνες τους και οι γυναίκες ξέσπασαν σε γοερές κραυγές και θρήνους. Οι εκτελεστές απαθανάτισαν όλες τις φάσεις του δράματος με αδιαφορία και σαδισμό παίρνοντας
φωτογραφίες για αναμνήσεις μία τρομερής ασέβειας, μίας βρομερής εκδίκησης.
Η δεύτερη εκτέλεση έγινε αμέσως μετά από τον Γερμανό ταγματάρχη λόγω της συμμετοχής των πολιτών στη κορυφαία των Μαχών της Κρήτης στο αεροδρόμιο του Μάλεμε Χανίων, με την πρόφαση ότι βρέθηκαν παραμορφωμένα και κακοποιημένα πτώματα Γερμανών αλεξιπτωτιστών. Στο εκτελεστικό απόσπασμα στήθηκαν 16 άντρες.
Ο ΣΕΙΜΕΝΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ του Παύλου, αδελφός του πατέρα μου Μανούσου, ο οποίος τότε κατοικούσε με την οικογένεια του στον Κυρτομάδω με καταγωγή από την Ανώπολη Σφακίων όπου και γεννήθηκε το 1901. Ο Δημήτρης Σεϊμένης προκειμένου να προστατεύσει την οικογένεια του από τους Γερμανούς κατά τις ημέρες της πτώσης των αλεξιπτωτιστών, έστειλε τη σύζυγό του Μαρία, το γένος Φραγκοδημητράκη και τις δύο κόρες του, την Ελένη Σεϊμένη – Παπαμαστοράκη και την Υβόννη Σεϊμένη – Γαλυφιανάκη σε ασφαλές μέρος μακριά από το χωριό. Αυτός όμως παρέμεινε αψηφώντας τον κίνδυνο, συμμετέχοντας με τους συγχωριανούς του σε πολεμικές επιχειρήσεις εναντίον των Γερμανών. Ήταν τότε ένα παλικάρι 40 ετών.
Ο ΜΑΝΟΥΣΟΓΙΑΝΝΑΚΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ του Ιωσήφ, κάτοικος Κυρτομάδω με καταγωγή από την Ίμβρο Σφακίων, γιος της αδελφής του πατέρα μου και του θείου Δημήτρη, της Αμαλίας Σεϊμένη – Μανουσογιαννάκη, η οποία γεννήθηκε στην Ανώπολη Σφακίων. Ο Γιώργος Μανουσογιαννάκης, πρώτος μου εξάδελφος, ένα λεβεντόπαιδο και τολμηρός νέος είχε την ατυχία να πέσει σε μπλόκο των Γερμανών και να συλληφθεί μαζί με άλλους συγχωριανούς και να στηθεί στο εκτελεστικό απόσπασμα στην τοποθεσία “Λεπιδέ” σε ηλικία μόλις 22 ετών.
Τα παλικάρια που συμπλήρωσαν την ομάδα των εκτελεσθέντων από τους Γερμανούς ήταν οι: Κουτσογιαννάκης Γεώργιος, Μαλινδρέτος Λάμπης, Κατσούλης Αλέξανδρος, Τσιραντωνάκης Ανδρέας, Σηφαλάκης Αναστάσιος, Ανάογλου Αναστάσιος, Αναστασιάδης Χρήστος, Αρτσιδάκης Μιχαήλ, Γουδής Σταύρος, Χαμηλοθώρης Μάνθος, Φουράκης Χρήστος, Πενταράκης Γιώργος και Φραγγιδάκης Νικόλαος.
Η διαταγή της εκτέλεσης δόθηκε και εδώ οι εκτελεστές απαθανάτισαν τις φάσεις της τραγωδίας με σαδισμό, παίρνοντας και αναμνηστικές φωτογραφίες, αδιαφορώντας αν σκότωναν άοπλους και ανυπεράσπιστους ανθρώπους. Αυτούς του γενναίους που έπραξαν το καθήκον τους να αντισταθούν στον κατακτητή. Η ταφή των νεκρών έγινε στο ρυάκι του ΛΕΠΙΔΕ στο σημείο όπου έχει χτιστεί το ηρώον. Σε μαρμάρινη πλάκα στο χώρο του ηρώου που βρίσκεται και το οστεοφυλάκιο με τα οστά των εκτελεσθέντων, γράφτηκαν τα εξής:
Τι κι αν σας πήρε την πνοή, του Γερμανού το βόλι,
εσείς δεν εδακρύσατε, δεν λύγισε η ψυχή σας.
Άξια κορμιά λεβέντικα, παιδιά της Κρήτης όλοι,
αγέρωχα, περήφανα, στήσατε την τιμή σας.
Άγιο βωμό που πάνω του, υπέροχη θυσία
σαν θείο ολοκαύτωμα, νιάτα είκοσι τρία.
Στου Λεπιδέ τα χώματα θα γράψει η ιστορία
για της πατρίδας την τιμή και την ελευθερία,
τη δόξα αγκαλιάσατε και την αθανασία.
…………………………………..
Τα δύο αδέλφια ο Ιωάννης Σεϊμένης ετών 37 και ο Μανούσος Σεϊμένης ετών 27 γαιοκτηματίες με καταγωγή από την Ανώπολη Σφακίων του νομού Χανίων Κρήτης, ήταν τέκνα των Εμμανουήλ Σεϊμένη επί χρόνια Δημάρχου Ανώπολης Σφακίων και της Παγώνας Σεϊμένη. Ήταν επίσης πρώτα εξαδέλφια του μακαρίτη πατέρα μου Μανούσου Σεϊμένη του Παύλου.
Το έτος 1939, τα δύο αδέλφια ήλθαν στην Αθήνα από την Κρήτη φιλοξενούμενοι από εξαδέλφια τους στην περιοχή του Βοτανικού. Την περίοδο της γερμανικής κατοχής στην Ελλάδα, διαμένοντας ακόμα στην Αθήνα, τα δύο αδέλφια οργανώθηκαν στην Εθνική Αντίσταση (ΕΑΜ), λαμβάνοντας μέρος σε σαμποτάζ εχθρικών θέσεων.
Ένα πρωινό του Νοεμβρίου του 1943 και ενώ ευρίσκοντο στο κέντρο του Πειραιά, μία γερμανική περίπολος σε γενόμενο έλεγχο τους συνέλαβε, επειδή έφεραν μαζί τους οπλισμό και προέβαλαν αντίσταση. Στη συνέχεια τους οδήγησαν στις φυλακές Αβέρωφ και μετά στο γερμανικό στρατοδικείο όπου και τους καταδίκασαν σε θάνατο.
Επειδή όμως ήταν αδέλφια, οι Γερμανοί θέλησαν να αφεθεί ο ένας εκ των δύο ελεύθερος, όποιος απεφαζίζετο από τους ίδιους. Κανένας όμως δεν δεχόταν την ελευθερία του σε βάρος του άλλου και έτσι οι Γερμανοί απεφάσισαν να οδηγήσουν στο εκτελεστικό απόσπασμα στο σκοπευτήριο της Καισαριανής και τα δύο αδέλφια. Όταν όμως οι Γερμανοί θέλησαν να οδηγήσουν πρώτο στην εκτέλεση τον μεγάλο αδελφό Ιωάννη, ο μικρότερος αδελφός Μανούσος στη θέα του αδελφού του να οδηγείται στον θάνατο θόλωσε το μυαλό του.
Γνωρίζοντας ότι έρχεται και η σειρά του, έγινε θηρίο και όρμησε στον Γερμανό που τον φύλαγε και βασιζόμενος στη σωματική του ρώμη μπόρεσε και τον έπιασε από τον λαιμό και τον έπνιξε πριν προλάβουν οι παρακείμενοι Γερμανοί να τον συγκρατήσουν.
Αυτό όμως είχε σαν επακόλουθο στη συνέχεια και τα δύο αδέλφια να βρουν μαρτυρικό θάνατο δια λογχισμού από τούς παρευρισκομένους Γερμανούς στρατιώτες. Το ημερολόγιο έδειχνε 25 Νοεμβρίου 1943.
Τιμή και Δόξα σε όλους όσους έδωσαν τη ζωή τους για τη λευτεριά της πατρίδας μας. Αιωνία τους η μνήμη».
* Ο Γεώργιος Α. Καλογεράκης, είναι δρ. Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, διευθυντής Δημοτικού Σχολείου Θραψανού Πεδιάδος
Πηγή: patris.gr