Του Λάμπρου Ν. Βαμβακά*
Τον τελευταίο χρόνο διεθνώς και στη χώρα μας σημειώνεται σημαντική αύξηση των τιμών, η οποία, μεταξύ άλλων, οφείλεται στην αύξηση των τιμών στα ενεργειακά προϊόντα, σε προβλήματα στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα που σχετίζονται με τις συνέπειες του πολέμου της Ρωσίας στην Ουκρανία και της πανδημίας. Παρουσιάζεται, δηλαδή το φαινόμενο του πληθωρισμού, που είναι η συνεχής τάση ανόδου των τιμών σε μια οικονομία. Ο πληθωρισμός μετράτε με τον Γενικό Δείκτη Τιμών, που λέγεται τιμάριθμος.
Οι αιτίες του πληθωρισμού
Ο πληθωρισμός προκαλείται από την πλευρά της προσφοράς, με την αύξηση των στοιχείων του κόστους (πρώτες ύλες, κέρδη κ.λπ.) και για τον λόγο αυτό λέγεται και πληθωρισμός κόστους. Αντίστοιχα η επιδίωξη των επιχειρηματιών να αυξήσουν τα κέρδη τους, μέσω της αύξησης των τιμών, έχει ως αποτέλεσμα τον πληθωρισμό κερδών. Με τον ίδιο τρόπο η αύξηση των τιμών των πρώτων υλών και των καυσίμων ή η μείωση της προσφοράς τους, μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση των τιμών και επόμενα σε πληθωρισμό. Στη χώρα μας, εκτός από τις διεθνείς αιτίες, υπάρχουν και εσωτερικές διαστάσεις και ιδιαιτερότητες που οφείλονται σε διαρθρωτικά προβλήματα της Ελληνικής Οικονομίας, σε στρεβλώσεις της αγοράς και δυσλειτουργίες των κανόνων του υγιούς ανταγωνισμού. Αυτοί είναι και οι λόγοι που σε ορισμένες περιπτώσεις ο πληθωρισμός στην Ελλάδα είναι υψηλότερος, πιο επίμονος, ενώ οι τιμές καθυστερούν να υποχωρήσουν όταν μειώνεται ο πληθωρισμός, σε σύγκριση με άλλες χώρες της ζώνης του ευρώ.
Οι συνέπειες του πληθωρισμού
Όταν αυξάνονται οι τιμές και επόμενα ο πληθωρισμός, χωρίς αντίστοιχη αύξηση των εισοδημάτων, τότε με το ίδιο εισόδημα οι καταναλωτές μπορούν να αγοράσουν λιγότερα προϊόντα. Αποτέλεσμα της κατάστασης αυτής είναι η μείωση του πραγματικού εισοδήματος, δηλαδή της αξίας των αγαθών που μπορεί να αγοράσει ο καταναλωτής, μέσω της μείωσης της αξίας του χρήματος. Η κατάσταση αυτή είναι δυνατόν να εξομαλυνθεί με τη λεγόμενη τιμαριθμική αναπροσαρμογή των μισθών, δηλαδή της αύξησης των μισθών ανάλογα με την αύξηση του πληθωρισμού.
Οι συνέπειες του πληθωρισμού στο πραγματικό εισόδημα και στην αγοραστική δύναμη του χρήματος δεν είναι ίδιες για όλες τις κοινωνικές ομάδες. Οι έμποροι, οι ελεύθεροι επαγγελματίες και όσοι δεν έχουν εξαρτημένη σχέση εργασίας έχουν τη δυνατότητα να αυξήσουν τις τιμές των προϊόντων ή των υπηρεσιών στο επίπεδο του πληθωρισμού, μετακυλώντας έτσι το κόστος αυτό στους καταναλωτές, χωρίς να έχουν αρνητική επίδραση στο πραγματικό εισόδημά τους. Αντίθετα οι μισθωτοί, οι συνταξιούχοι και οι απασχολούμενοι με σχέση εξαρτημένης εργασίας, δεν έχουν αυτή τη δυνατότητα, αφού το ύψος του εισοδήματος και η όποια αύξησή του προσδιορίζεται από την ακολουθούμενη κάθε φορά κυβερνητική εισοδηματική πολιτική. Με τον τρόπο αυτό προκαλείται αναδιανομή του εισοδήματος από τους μισθωτούς και συνταξιούχους, των οποίων το πραγματικό εισόδημα μειώνεται, προς τις υπόλοιπες ομάδες του πληθυσμού, των οποίων το πραγματικό εισόδημα αυξάνεται.
Ο υψηλός πληθωρισμός, με τη μείωση των πραγματικών εισοδημάτων που προκαλεί, αποθαρρύνει τους πολίτες να αποταμιεύσουν μέρος του εισοδήματός τους, φοβούμενοι την απαξίωσή του με συνέπεια τη μείωση των επενδύσεων και ως εκ τούτου την αναπτυξιακή υστέρηση της οικονομίας.
Η αύξηση του πληθωρισμού και επόμενα των τιμών των προϊόντων και των υπηρεσιών που παράγει η χώρα, επιδρά αρνητικά και στο ισοζύγιο εξωτερικών πληρωμών. Τα προϊόντα της χώρας μας θα είναι ακριβότερα στις ξένες αγορές, από τα αντίστοιχα προϊόντα των χωρών με χαμηλότερο πληθωρισμό. Με αποτέλεσμα να προτιμώνται τα φθηνότερα προϊόντα των χωρών με τον χαμηλό πληθωρισμό και όχι τα ακριβότερα της χώρας με τον υψηλό πληθωρισμό. Αυτό οδηγεί στη μείωση των εξαγωγών και στην αύξηση των εισαγωγών, στην αύξηση του εμπορικού ελλείμματος και στην επιδείνωση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας της χώρας με υψηλό πληθωρισμό.
Το μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματος των πολιτών διατίθεται στην κατανάλωση. Εκτός του εισοδήματος, που είναι ο βασικός προσδιοριστικός παράγοντας της κατανάλωσης, υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που προσδιορίζουν το μέγεθος της.
Μία αύξηση της φορολογίας οδηγεί στη μείωση του διαθεσίμου εισοδήματος των πολιτών και επόμενα στη μείωση της καταναλωτικής δαπάνης. Αντίθετα, μια μείωση της φορολογίας θα έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση του διαθεσίμου εισοδήματος και ως εκ τούτου την αύξηση της κατανάλωσης.
Ένα υψηλό επιτόκιο μπορεί να αποθαρρύνει την κατανάλωση υπέρ της αποταμίευσης, αξιοποιώντας το κίνητρο της μεγαλύτερης απόδοσης της αποταμίευσης θυσιάζοντας την κατανάλωση. Στην περίπτωση αυτή υπάρχει αρνητική σχέση μεταξύ επιτοκίου και καταναλώσεως. Αντίθετα σε χαμηλό επιτόκιο, αποθαρρύνεται η αποταμίευση και ενισχύεται ο δανεισμός, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση της κατανάλωσης, οπότε προκύπτει αρνητική σχέση μεταξύ του επιτοκίου και της κατανάλωσης.
Ο κρατικός προϋπολογισμός, αποτελεί και εργαλείο αναδιανομής του εισοδήματος από τις εύπορες στις φτωχότερες κοινωνικές ομάδες. Μία αύξηση των κρατικών δαπανών θα συμβάλλει στην αύξηση του εισοδήματος, η οποία θα ενισχύσει την κατανάλωση, ενώ αντίθετα μία μείωση των κρατικών δαπανών θα οδηγήσει στη μείωση του εισοδήματος και κατά συνέπεια στη μείωση της κατανάλωσης. Η ενίσχυση του εισοδήματος των φτωχότερων κοινωνικών στρωμάτων (π.χ. συνταξιούχων ή χαμηλόμισθων), θα έχει ως αποτέλεσμα τη μεγαλύτερη αύξηση της κατανάλωσης, αφού η ροπή για κατανάλωση των στρωμάτων αυτών είναι μεγαλύτερη από την αντίστοιχη ροπή των εύπορων κοινωνικών στρωμάτων.
Προτάσεις πολιτικής για την αντιμετώπιση της ακρίβειας
- Ενίσχυση του εισοδήματος εργαζομένων και συνταξιούχων, προκειμένου να καλυφθούν οι απώλειες του διαθεσίμου εισοδήματός τους από την ακρίβεια.
- Μέτρα δημοσιονομικής πολιτικής, δηλαδή αύξηση των δημοσίων δαπανών και μείωση των φόρων( μείωση Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης, μείωση Συντελεστή ΦΠΑ σε βασικά είδη)
- Ειδικότερα μέτρα απαιτούνται για την εισοδηματική στήριξη για τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, όπως οι άνεργοι, τα άτομα με αναπηρία, οι πολύτεκνοι και οι μονογονεϊκές οικογένειες, που λόγω της ακρίβειας αντιμετωπίζουν τα εντονότερα προβλήματα επιβίωσης, στα όρια της απόλυτης φτώχειας.
- Μέτρα νομισματικής πολιτικής, όπως η μείωση των επιτοκίων δανεισμού και η αύξηση του επιτοκίου των καταθέσεων.
- Κρατική παρέμβαση για τον έλεγχο των τιμών και κυρίως για την αντιμετώπιση της αισχροκέρδειας, με πλαφόν στη λιανική αγορά ενέργειας, που θα επιτρέψουν την αύξηση του διαθεσίμου εισοδήματος των εργαζομένων
- Ενίσχυση των ελέγχων για τη διασφάλιση της λειτουργίας του υγιούς ανταγωνισμού, την αντιμετώπιση αθέμιτων ανταγωνιστικών πρακτικών και των στρεβλώσεων στην αγορά.
- O Λάμπρος Βαμβακάς είναι Ιατρός Παθολόγος -Ογκολόγος, Δ/ντής ΕΣΥ ΠαΓΝΗ. Υποψήφιος Βουλευτής Ηρακλείου με το ΠΑΣΟΚ -Κίνημα Αλλαγής