Οι γονείς μου ήταν πρόσφυγες.
Από τη Νέα Ιωνία, όπου γεννήθηκα, βρεθήκαμε στη Δραπετσώνα και από εκεί στην Κοκκινιά.
Ο πατέρας μου ήταν ναυτικός.
Τη μητέρα μου την έχασα όταν ήμουν επτά μηνών, νεότατη, στα είκοσί της.
Μας μεγάλωσε η μητέρα της, η γιαγιά μου, εμένα, που ήμουν το πιο μωρό, και τα δύο αδέρφια μου.
Αν και επίσης πολύ νέος ο μπαμπάς μου όταν χάσαμε τη μητέρα μου, όχι μόνο δεν ξαναπαντρεύτηκε αλλά ούτε καν ακούσαμε ότι ”τον είδαμε με την τάδε γυναίκα”.
Δεν ήθελε επ’ ουδενί λόγο να βάλει μητριά να μας μεγαλώσει.
Τελείωσα το Δημοτικό και ξεκίνησα να κάνω πολλές δουλειές:
δούλεψα κορδελιάστρα, μετά πήγα σε τυπογραφείο, μετά σε παπουτσάδικο, ενώ στα δεκατρία μισό ήμουν βοηθητική νοσοκόμα στην κλινική του Περδίκη στην Πέτρου Ράλλη.
Ένα χρόνο μετά δούλεψα στου Παπαστράτου για μια πενταετία.
Είχα ένα φίλο, το Γιώργο Σουρμελίδη, ο οποίος είχε φιλικές σχέσεις με τους αδελφούς Μενιδιάτη.
Πολύ καλά παιδιά ήταν αυτοί, καλοί άντρες!
Στη Φαντασία, στις Τρεις Γέφυρες, στο μαγαζί τους, συνηθίζαμε να πηγαίνουμε με τον Γιώργο, αφού τον ήξεραν και δεν πληρώναμε ποτέ.
Ένα βράδυ, το 1968, έρχεται ο Μενιδιάτης στο τραπέζι.
– Αυτή που τραγουδάει στραγάλια έχει στο λαιμό της; τον ρωτάω.
– Γιατί Ρένα, δηλαδή εσύ τραγουδάς καλύτερα;
– Απ’ αυτήν, ναι του λέω.
Με σιγοντάρει ο Σουρμελίδης, ”βγες, βγες!”
Κοπανάω κι εγώ μια μπύρα, χαλαρώνω και λέω ”θα βγω!”
Είπα το τραγούδι ”Απόψε χάνω μια ψυχή κι αυτή πονάει για μένα” της Μαρινέλλας.
”Ρενάκι, εσύ τραγούδησες;” μου είπε μετά ο Σουρμελίδης.
”Εγώ!”, του απάντησα, που ντρεπόμουν να λέω ”καλησπέρα”.
Από τον Γιώργο Σουρμελίδη γνώρισα τον Τάσο Σχορέλη, που πήγαινε στην Πλάκα κι έκλεινε ως ιμπρεσάριος μικρά σχηματάκια που ποιοτικού τραγουδιού πάντα.
Γίνεται ένα ωραίο σχηματάκι με τη Μαίρη Δαλάκου στο πιάνο κι ένα νέο παιδί που μόλις είχε έρθει από τη Θεσσαλονίκη – ο Μανώλης Μητσιάς.
Δεν ξέραμε ούτε πώς να στηθούμε.
Ένα βράδυ έρχεται ο Λοίζος.
Τότε έψαχναν μια τραγουδίστρια για τον δίσκο Ο Δρόμος του Πλέσσα.
Πάει ο Μάνος Λοίζος στον Λευτέρη Παπαδόπουλο, ”σου βρήκα τραγουδίστρια”.
Ο Μάνος μού τον φέρνει στην μπουάτ Απανεμιά.
”Από ‘δω ο Λευτέρης Παπαδόπουλος.”
”Τραγουδάς πολύ ωραία”, λέει αυτός, ”από μένα είσαι εντάξει, αλλά πρέπει να περάσεις και από το στούντιο της Κολούμπια.”
Παίρνω μια φίλη μου και πάμε.
Στο πιάνο ήταν ο Γιάννης Σπανός.
Αρχίζω να τραγουδάω το ”Δεν είναι όνειρο η ζωή”.
Ο Πατσιφάς μού λέει:
”Αύριο θα είσαι Κριεζώτου 11.”
Πάω και μου δίνει 50.000 δραχμές, τεράστιο ποσό για την εποχή.
Μου κάνει το πρώτο μου συμβόλαιο.
Έμεινα τέσσερα χρόνια στη Lyra και ηχογράφησα 160 τραγούδια.
Το επόμενο μεγάλο ραντεβού ορίστηκε στου Μίμη Πλέσσα.
Πάω, ανοίγει η πόρτα και βλέπω τον Γιάννη Πουλόπουλο, το Θεό, μου κόβεται η μισή φωνή.
Ευγενέστατος ο Πλέσσας κάθεται στο πιάνο και μου παίζει τα δύο τραγούδια, το ”Δώσε μου το στόμα σου” (Σα χελιδονάκι στο μπαλκόνι μου) και το ”Πρώτη φορά” (Πρώτη φορά που σ’ αγαπώ πρώτη που σε μαθαίνω, πρώτη στα χέρια σου φορά γεννιέμαι και πεθαίνω).
Τα λέω – ”πολύ ωραία” κάνει ο Πλέσσας.
Μπαίνουμε στο στούντιο.
Μετά απ’ το Δρόμο η καριέρα μου εκτινάχθηκε.
Δεν υπήρχε συνθέτης που να μη μου ζητήσει συνεργασία.
Έβγαλα χρήματα καλά, άλλαξε η ζωή μου!
Εισπράττω ακόμη αγάπη από τον κόσμο.
Δεν εμφανίζομαι συχνά.
Δε μου αρέσει να γίνομαι μαιντανός.
Θεωρώ την απουσία σημαντικότερη της παρουσίας.
Έκανα πέντε πράγματα, ας μην τα κάνω σκόνη.
Ρένα Κουμιώτη
Χθες έφυγε από τη ζωή.
………………………………………………………….
Πηγή: lifo. gr
Απόσπασμα από συνέντευξη στον Αντώνη Μποσκοίτη.
Πηγή: Πρόσωπα