Του Δημητρη Χ. Σαββα
Άρρηκτα δεμένος είναι ο μήνας Μάρτιος με τη Σαρακοστή, ή κατά την παροιμιακή έκφραση: «δε λείπει ο Μάρτης απ’ την Σαρακοστή».
Σαρακοστή, μια περίοδος με πάρα πολλά έθιμα, που τηρούνται αρκετά απ΄ αυτά, αφού συνδέονται με την συμπεριφορά του λαού μας απέναντι στην Εκκλησία και κατ’ επέκταση στη θρησκεία μας. Βεβαία, αυτή την περίοδο, τον πρώτο λόγο έχουν τα σχετικά με τους νεκρούς έθιμα και οι πιο μεγάλοι τα τηρούν όλα αυτά, μετέχοντας στη λατρεία των ψυχών με τα διάφορα μνημόσυνα που γίνονται το Ψυχοσάββατο.
Τη δεύτερη Κυριακή της αποκριάς, την Τυρινή όπως λένε, επιτρέπεται μόνο η κατάλυση τυροκομικών αλλά ο λαός μας, του οποίου η φαντασία οργιάζει και δεν ξέρω αν κάποτε αυτή η υπέρμετρη πονηριά του βγει σε καλό, μαζί με τα γαλακτοκομικά επιτρέπει και την κατανάλωση άλλων αγαθών που έχουν σχέση με τα γάλα. Για παράδειγμα, αρνάκι, κατσικάκι, μοσχαράκι και γουρουνάκι γάλακτος. Ας είναι! Νηστεία, σημαίνει υγεία για όσους βέβαια μπορούν. Δεν έλειπαν όμως τα διάφορα σκωπτικά δίστιχα που αναφέρονταν στη Σαρακοστή
και λέγονταν κατά την γιορτή της Αποκριάς.
“Εμείς ετούτον
κλαίομεν,
εμάς ποιός
θα μας κλάψει,
όπου το σκορδακρεμμυδο
τ’ άντερα θα μας κόψει (Κρήτη).
Κι ακόμη:
Ο Λαζανάς ψυχομαχεί
κι ο Μακαρούνης κλαιει
κι ο Κρόμμυδος
σουσουραδεί
απάνω στο τραπέζι”.
(Λαζανάς, από το λαζάνι, ζυμαρικό. Με την ίδια έννοια και Μακαραύνης (μακαρόνι).
Η αποχή από το κρέας, τα γαλακτοκομικά, τα αυγά και γενικά από ουσίες που επιβαρύνουν τον ήδη καταπονημένο από το χειμώνα οργανισμό, θα διατηρηθεί μέχρι το Πάσχα, με κατάλυση ψαριών, μόνο του Ευαγγελισμού και των Βαΐων.
Για τη μεγάλη της νηστεία, παρίσταναν τη Σαρακοστή χωρίς στόμα, μια γυναίκα ξερακιανή – η “κυρά Σαρακοστή” – με χέρια σταυρωμένα, γιατί είναι όλα προσευχή και με επτά πόδια, όσες και σι εβδομάδες μέχρι το Πάσχα. Την έφτιαχναν από χαρτόνι ή πανί παραγεμισμένο με πούπουλα και την κρεμούσαν από το ταβάνι. Κάθε βδομάδα που περνούσε έκοβαν κι από ένα πόδι, μέχρι να φτάσει το Πάσχα.
Κατά την περίοδο της Σαρακοστής δεσπόζουν αρκετές θρησκευτικές εκδηλώσεις, όπως είναι οι χαιρετισμοί, διάφορες άλλες ιερές ακολουθίες και φυσικά τα Ψυχοσάββατα για τη λατρεία των νεκρών. Το πρώτο Σάββατο της Σαρακοστής είναι των Αγίων Θεοδώρων, αφιερωμένο στις ψυχές των νεκρών.
Είναι επιβεβλημένο να θυμηθούν όλοι τους νεκρούς τους. Φτιάχνουν κόλλυβα και τα πηγαίνουν στην εκκλησία. Επίσης κάνουν μνημόσυνα στο νεκροταφείο και προσφέρουν πίτες, κουλούρια και άλλα νηστίσιμα στους γείτονες, για να συγχωρήσουν εις ψυχές των νεκρών. Πιστεύεται ότι οι νεκροί βρίσκονται ήδη από την αρχή του Τριωδίου στον επάνω κόσμο, τα πράγματα λοιπόν είναι επικίνδυνα για τη ζωή. Οι ψυχές πρέπει να εξευμενιστούν. Έτσι, εκτός από την ανάμνησή τους, πρέπει να εις καλοπιάσουν για να βοηθήσουν στην αναπαραγωγή της ζωής και στη βλάστηση της φύσης.
Δεν υπήρξε, και δεν υπάρχει λαός, που να μην τιμά τους νεκρούς του, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, με τρισάγια, με μνημόσυνα, με μακαρίες και οποιασδήποτε άλλες τελετές. Αυτή την περίοδο οι αρχαίοι Αθηναίοι γιόρταζαν τα Ανθεστήρια, τιμώντας τους νεκρούς μ’ αυτή τη γιορτή των λουλουδιών, αργότερα οι Ρωμαίοι και οι Βυζαντινοί γιόρταζαν τα Λεμούρια ή Ροσάλια.
Σύμφωνα με διάφορα έθιμα της Σαρακοστής, η ερμηνεία που δίνεται είναι ότι η περίοδος αυτή σημαίνει και την αναγέννηση, τόσο της φάσης, αλλά και της ζωής. Τα έθιμα αυτά θέλουν να εξασφαλίσουν γονιμότητα, πανσπερμία, βλάστηση και καλή τύχη. Στην πατρίδα μου, στα χωριά του Πηλίου, οι ανύπαντρες κοπέλες στη γιορτή των Αγίων Θεοδώρων έβαζαν λίγα κόλλυβα κάτω από το μαξιλάρι τους, πιστεύοντας ότι στο όνειρό τους θα φανερώνονταν ο μελλοντικός σύζυγός τους.
Στη Σκύρο και αλλού, αι κοπέλες ζύμωναν αρμυροκουλούρα κι έπλαθαν πιτάκια στο σχήμα γραμμάτων του αλφαβήτου που τα έψηναν και τα «ξάστριζαν», τα άφηναν δηλαδή σκεπασμένα μ’ ένα κόκκινο πανί, στη στέγη όλη νύκτα, «να τα δουν τα άστρα». Το πρωί καθεμιά έπιανε στο τυφλά ένα πιτάκι κάτω από το πανί, κι όποιο γράμμα της τύχαινε αυτό ήταν το αρχικό του ονόματος του άντρα που θα την έπαιρνε.
Η έννοια της Σαρακοστής φέρνει στο μυαλό μας και μια άλλη έννοια, αυτή της νηστείας, η οποία ετυμολογικά αναλύεται από το αρνητικό μόριο νη (νη) και από τη ρίζα του ρήματος εσθίω, πράγμα που σημαίνει αποχή από την τροφή. Σας παροθέτω την άποψη του φιλαλογου – ερευνητή του Πανεπιστημίου του Κιέβου Βιτάλη Ζαϊκόφσι, σχετικά με το έθιμο της νηστείας:
«Το έθιμο είναι πανάρχαια και συναντάται σε όλους τους λαούς και τις εποχές. Θεωρείται ότι σχετίζεται με τους εποχικούς περιορισμούς στην ανάλωση συγκεκριμένων ειδών τροφής, υπαγορευόμενους από την ανάγκη λελογισμένης χρήσης των περιορισμένων αποθεμάτων τροφής ήκαι την πρόθεση να μαζεύεται τροφή για την επόμενη θυσιαστήρια προσφορά. Τα έθιμο συνδέεται επίσης με φυσιολογικούς μηχανισμούς: η στέρηση της τροφής, με το στρες που προκαλείται στον οργανισμό, αυξάνει την αντοχή σε κρίσιμες καταστάσεις, αλλά και την επιθετικότητα: σε πολλούς λαούς νήστευαν πριν από το κυνήγι ή τον πόλεμο. Είναι γνωστό ότι οι Λακεδαιμόνιοι πριν από σοβαρές πολεμικές επιχειρήσεις κήρυτταν γενική νηστεία. Όμως η νηστεία πριν από το κυνήγι είχε σε πολλούς πρωτογόνους και μιαν άλλη βάση. Επειδή πίστευαν ότι η σάρκα Του ζώου που είχαν φάει πριν, μπορούσε να προειδοποιήσει το κυνηγημένο ζώα, νήστευαν για να καθαριστούν από τις προηγούμενες τροφές».
Αργότερα βέβαιο η νηστεία, πήρε τη μορφή αποχής και κάθαρσης από διάφορες τροφές. Παράδειγμα, εδώ έχουμε τη νηστεία προκειμένου να λάβουμε τη Θεία Κοινωνία. Επίσης η νηστεία προκειμένου να εκφραστεί το πένθος, π.χ. η νηστεία της Μεγάλης Παρασκευής ή κατά τη γιορτή των Θεσμοφορίων, όπου τη δεύτερη μέρα νήστευαν στη μνήμη του πένθους της θεάς Δήμητρας για την απώλεια της κόρης της Περσεφόνης.
Η χριστιανική πίστη θεωρεί τη νηστεία όχι μόνα εξωτερική θρησκευτική πράξη, αλλά εσωτερική ηθική. Ιδιαίτερη βαρύτητα δίνεται στην Πνευματική μετάνοια. Για να έχει η νηστεία χαρακτήρα πνευματικής κάθαρσης, πρέπει να προέρχεται από μέσα μας ως έκφραση αγάπης. Τότε μόνα έχει αξία. Η έννοια όμως της νηστείας φαίνεται ότι έχει σχέση και με τους φόρους. Όλοι είμαστε υπέρμαχοι ενός δίκαιου φορολογικού συστήματος αλλά για τους άλλους. Επανέρχομαι όμως: Η φορολογία που για μεγάλα χρονικό διάστημα εφαρμοζόταν στις διάφορες κοινωνίες, ήταν της δεκάτης. Από τα κέρδη τους δηλαδή οι άνθρωποι κατέβαλαν το 10%. Και ένας λόγος παραπάνω για τους Χριστιανούς, εφόσον είχαν, έπρεπε να καταβάλουν το φόρο που τους αναλογούσε.
Κατά την έννοια αυτή, της αποδόσεως δηλαδή μιας “φορολογίας”, μπορεί να ερμηνευτεί “πολιτικός” και η εντολή της αποχής από ορισμένες τροφές για ορισμένο χρονικό διάστημα. Η περίοδος της νηστείας, που αρχίζει ύστερα από τις Απόκρεω, διαρκεί επτά εβδομάδες, δηλαδή 49 ημέρες. Από το σύνολο αυτών των ημερών, αν αφαιρεθούν τα Σάββατα και σι Κυριακές, τότε μένουν νηστίσιμες 36. Αυτός λοιπόν ο αριθμός συνιστά την “απαδεκάτωση του έτους” το οποίο βέβαια αποτελείται από 365 ημέρες. Έτσι, αφού σ άνθρωπος λαμβάνει κατά χάριν τροφή για διάστημα 365 ημερών, πρέπει κατά αναλογία προς τους πολιτικούς νόμους, να καταβάλει μέσω του περιορισμού των τροφών, την δεκάτη.
Όλα υπολογισμένα λοιπόν κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο, χωρίς τίποτα να είναι τυχαίο. Και οι γιορτές και σι νηστείες και οι αργίες και όλες οι εκδηλώσεις γενικά είχαν και έχουν τον σκοπό τους. Το καθένα στην ώρα τους και στην εποχή τους. Σήμερα τείνουμε να ισοπεδώσουμε τα πάντα, να μην τηρούμε τίποτα, να μη γνωρίζουμε τίποτα. Ίσως έτσι νιώθουμε πια άνετοι και πιο σίγουροι ότι απλοποιήσαμε περισσότερο τη ζωή μας.
Βιβλιογραφία: 1) Η Καθημερινή, 4-3-2001, άρθρο της Πολυμέραυ – Καμηλάκη Αικατερίνης.
2) Μέγας, Γ.Α. ‘Ελληνικαί εορταί και έθιμα λαϊκής λατρείας”, Αθήναι 1963 σ. ί 24 κ.εξ.
3) Λουκάτος Δημ. Σ. ‘Τίασχαλινά και της Ανοιξης”, Αθήνα 1980, σ. 15 κ. εξ. του ίδιου,
“Συμπληρωματικά του Χειμώνα και της Ανοιξης”, Αθήνα 1985, σ. 152-155.
4) Μεγάλη Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια.