Γράφει ο Μιχάλης Ανδριανάκης*
Κάθε φορά που για οποιονδήποτε λόγο βρίσκομαι στο Νασοκομείο, βλέπω με θλίψη την ιστορική Μονή του Αγίου Ελευθερίου στις Μουρνιές, στην ουσία μέσα στον αστικό χώρο των Χανιών σήμερα. Από τη μια μεριά το λαμπρό-παρά τα προβλήματά του-κτήριο του Νοσοκομείου και σε απόσταση αναπνοής να ερειπώνεται καθημερινά ένα σημαντικό μνημείο, κάτι που ίσως δείχνει τη σύγχρονη νοοτροπία που έχει επικρατήσει γενικότερα.
Η Μονή του Αγίου Ελευθερίου, κτίσμα του 16ου-17ου αιώνα, ξεπροβάλλει από τη δυτική πλευρά του Νοσοκομείου Χανίων, το οικόπεδο του οποίου, όπως και πολλά άλλα οικόπεδα, που εξυπηρέτησαν άλλες κοινωνικές ανάγκες, ανήκε στη Μονή. Το καθολικό του σώζεται σε άριστη κατάσταση, το είχαμε φροντίσει στο παρελθόν η Αρχαιολογική Υπηρεσία, σε συνεργασία με την Ενορία Μουρνιών και είχαμε κάνει και κάποιες εργασίες στα υπόλοιπα κτήρια, ιδίως στο μεγάλο ελαιοτριβείο. Αυτά τα κάναμε χωρίς πιστώσεις, με το προσωπικό της Υπηρεσίας και έτσι το θέμα έμεινε, όπως το βλέπετε στης φωτογραφίες με το μνημείο να ερειπώνεται. Στο απώτερο παρελθόν για ένα διάστημα, ανήκε στη Μονή Χρυσοπηγής. Πολλές φορές έκανα την πρόταση στους συναρμόδιους φορείς της πόλης (δεν μπορεί να τα αντιμετωπίσει μόνο του το ΥΠΠΟΑ), καθώς υψωνόταν το μεγαλοπρεπές νέο Νοσοκομείο, να φροντίσουν να βρεθεί κάποια πίστωση, ώστε το Μνημείο να συνδεθεί με το Νοσοκομείο. Έλεγα τότε πως θα μπορούσαν να αποκατασταθούν τα κελιά και τα άλλα κτήρια και να φιλοξενούν τους συγγενείς των ασθενών, ιδίως αυτών που έχουν μακροχρόνια προβλήματα. Από ό,τι έμαθα προτιμήθηκε-και καλώς-να κτιστεί ένας νέος, σύγχρονος ξενώνας. Οι ευαίσθητες στα θέματα της τοπικής κοινωνίας μοναχές της Μονής Χρυσοπηγής, θα μπορούσαν να αναλάβουν ένα ακόμη εποικοδομητικό και παρηγορητικό ρόλο λειτουργώντας τον ξενώνα, ως παράρτημα (Μετόχι) της Μονής με την ενίσχυση του κράτους.
Δεν ξέρω αν ο νέος ξενώνας είναι επαρκής, σκέφτομαι όμως πως η αξιοποίηση της Μονής εξυπηρετεί δυο χριστιανικούς στόχους, πρώτο τη σωτηρία του εκκλησιαστικού μνημείου και δεύτερο την εξυπηρέτηση μιας σημαντικής κοινωνικής ανάγκης. Είναι κρίμα να το βλέπουμε να συνεχίσει να ερειπώνεται.
Θα πρέπει να επισημάνουμε ότι το καθολικό της Μονής του Αγίου Ελευθερίου ανήκει στην ενδιαφέρουσα αρχιτεκτονική ομάδα των τρίκογχων με τρούλο, που έχουν την προέλευσή τους ως προς την κάτοψη τις Μονές του Αγίου Όρους και ως προς τα αρχιτεκτονικά στοιχεία επηρεάζονται από τον Βενετσιάνικο Μανιερισμό. Κανένα από αυτά δεν ήταν τοιχογραφημένο. Μέχρι σήμερα έχουν γίνει πολύ σοβαρές προσπάθειες για την ανάδειξη των χαρακτηριστικών αυτών μνημείων από τα μοναστηριακά Συμβούλια, με πρώτη τη Μονή Χρυσοπηγής από τη δεκαετία του 1970, τη Μονή της Αγίας Τριάδας των Τζαγκαρόλων τη Μονή Γωνιάς και το ναό της Παναγίας στα Τσικαλαριά με τη στενή συνεργασία με την Αρχαιολογική Υπηρεσία. Τα μνημεία αυτά αποτελούν σημείο αναφοράς από κάθε άποψη για την Κρήτη. Δυστυχώς δε μπορεί να πει κανείς το ίδιο και για την ιστορική Μονή Γουβερνέτου (την παλιότερη της ομάδας, για την οποία επίσης είχαμε κάνει κάποιες προσπάθειες στο παρελθόν), που όπως διαπιστώσαμε από πρόσφατες φωτογραφίες στο διαδίκτυο, αλλοιώθηκε πλήρως από τη σημερινή αδελφότητα κατά παράβαση της Νομοθεσίας και της εγκεκριμένης μελέτης, με τη “μεταφύτευση” στην “Αναγεννησιακή” Κρήτη της “νεορθόδοξης” παράδοσης του Αγίου Όρους, που αλλοίωσε αρκετά και το Άγιον Όρος. Η σωτηρία λοιπόν ενός από τα σημαντικά μνημεία της ομάδας, είναι επιβεβλημένη για πολλούς λόγους.
Μετά από τα παραπάνω, πιστεύω ότι δεν είναι λάθος να συζητήσουν μεταξύ τους με πρωτοβουλία του Δήμου Χανίων και της Ιεράς Μητρόπολης Κυδωνίας και Αποκορώνου, με τη στενή συνεργασία της Εφορείας Αρχαιοτήτων Χανίων. Δεν ξέρω αν η παλιά πρότασή μου έχει αξία ακόμη, ας εξεταστούν όμως και άλλες χρήσεις, ιδίως για το διώροφο ελαιουργείο, το οποίο μπορεί να εξυπηρετήσει πολλές ανάγκες της περιοχής. Η Μονή Χρυσοπηγής, με δεδομένη την τεχνογνωσία της στην αποκατάσταση μνημείων, την ιστορική της σχέση με τη Μονή, τον κοινωνικό της ρόλο, αλλά και-πιστεύω-τις οικονομικές της δυνατότητες, μπορεί να παίξει σημαντικό ρόλο.
* Ο κ. Μιχάλης Ανδριανάκης είναι Επίτιμος Έφορος Αρχαιοτήτων