Της Χαριστή Φανουράκη Κουκουμπεδάκη
Αγαπητέ κύριε Γιώργο Γκερεδάκη τα θερμά μου συλλυπητήρια σε σένα και στους οικείους σου…
Θα κάνω ένα μικρό αφιέρωμα για το φευγιό της ακριβής σου μάνας μα και για κάθε μάνα που φεύγει για το μακρύ ταξίδι που δεν έχει γυρισμό…
Μάνα….
Ποιά χείλη μάνα δε θα πουν σ’ ενούς χειμώνα μπόρα
και ποιός δεν κλαίει σα θα ‘ρθει του μισεμού τζ’ η γι-ώρα…
Τη μάνα ντου την ακριβή ποιός θα νεκροφιλήσει
κι από τα μάθια ντου καυτό δάκρυ δε θα κυλήσει…
Μια μάνα ποιός ποχαιρετά να μην ποσκοτεινιάσει
ο ουρανός του και τη γη απ’ τα πόδια ντου μη χάσει…
Στον τελευταίον ασπασμό τση μάνας ποιός δεν κλαίει
και τ’ άχι τ’ αποχωρισμού πέτε μου ποιός δε λέει…
Ποιός χάνει μάνα αχ μην πει όσω χρονώ και να ‘ναι
π’ ολογυρίς οι στεναγμοί στέκουν να τονε φάνε…
Την ακριβή τη μάνα ντου πέτε μου ποιός θα χάσει
και στσ’ ορμηνιές που του λεγε ο νους μην κάμει στάση….
Ποιός δε θα πει αχ μάνα μου πόσα δεν έχεις σύρει
στσ’ αναθροφής μας τον καιρό, στσι κάψες στο λιοπύρι….
Πόσες κρυγιώτες πέρασες στσ’ αναθροφής το χρέος
κι έδειξες με τσι πράξεις σου είντα θα πει γονέος…
Πόσα θαλασσοφούρτουνα
δεν έχεις ξεπεράσει
που λεγες μες στο ζόρε σου…μπόρά ‘ναι θα περάσει…
Το μεγαλύτερο θεριό, ως κι ένας άγριος δράκος
ώρα που σ’ αποχαιρετά γίνεται ένα ράκος…
Ποιός δε θα βάψει την καρδιά
με του καημού το χρώμα
και να μην πει χαλάλι σου να ‘ναι τση γης το χώμα…
Που θα σκεπάσει μάνα μου δυο χέρια κουρασμένα
που ‘χουνε τα κοπέλια σου με κόπο ανεθρεμένα….
Τίνος μισεύγει η μάνα ντου και δεν ψυχοραΐζει
και με λιβάνι μερτζουβί να μην τη θυμιατίζει…
Ένα μεγάλο ευχαριστώ σου ντιγιαξίζει μάνα
ώρα που παίζει νεκρικά τση φεύγας σου η καμπάνα…
Έναν απλό συχωρεμό σου λεν’ τα δυο μου χείλη
και θ’ άφτει μες στη σκέψη μου για σέ χρυσό καντήλι….