Της Χαριστής Κουκουμπεδάκη
Νικόλα Κουτσάκη αγαπητέ συμμαθητή…
Φτωχά τα λόγια…
Δε βγαίνουν στο άκουσμα της άδικης φεύγας σου….
Βουβός ο πόνος μα αντιστέκομαι να σε μοιρολογήσω κι όπως βγει γιατί ήσουν ο γελατσάρης άνθρωπος που έτσι θα σε θυμάμαι γιατί δεν είχα καρδιά και δεν ήθελα να σε δω να υποφέρεις μ’ αυτή την άτιμη αρρώστια που σε βρήκε…
Αγαπημένε μου συμμαθητή…
Κουτσουνικολή αξέχαστε…
…Κι οι πέτρες κλαίν’ τ’ Αντισκαριού κι οι δέτες νεστενάζου(ν)
Νικόλα ΓΙΑΝΤΑ έφυγες ετσά νωρίς φωνιάζου(ν)…..
Ο Τζίγκουνας νεστουλοχά και τα χαράκια σιούνται
τον άδικό σου το χαμό κι αυτά μοιρολογούνται….
Κι η θάλασσα του Τζίγκουνα φουρτούνιασε και κλαίει
και του Θεού παράπονα τούτη την ώρα λέει….
Κι οι γι- όμορφες ακρογιαλιές στη φεύγα σου βογγούνε
και τρία μέτρα κύματα σαν τα θεριά βρουχούνε….
Οι γλάροι ελουπάξανε και δεν ξαναπετούνε
ύστερο αποχαιρετισμό κι εκείνοι να σου πούνε….
Και τ’ αλμυρίκια στου γυαλού στέκουν θλιτά την άκρη
και στάσσει κουτσουναριστό ‘πό πάνω ντως το δάκρυ….
Τα όρη τ’ Αστερουσιανά βογγούνε …και τ’ αγρίμια
δεν τζέλουνται…. και τα θωρείς ράκος μα και συντρίμια…..
Εις στ’ Αντισκάρι που πενθεί φύλλο δε φυσσουρίζει
και κάθα πετροχάλικο χάμαι στη γης ραΐζει….
Γιατί…..’σουν ένας καντιφές ανθομπουμπουκιασμένος
τ’ Αντισκαριού ξεχωριστός και μοσκομυρισμένος….
Απού εδιασκόρπα τ’ άρωμα κι εμάγευγε τη Φύση
μα ‘δά τα μαύρα έβαλε κι αυτή να σε πενθήσει….
Στον κάτω γ-κόσμο που θα πας τον άδη θα στολίσεις
καντιφεδένιο άρωμα θα τονε πλημμυρίίσεις…..
Κι α ιδείς το Λαχειόκωστα τον κάτασπρό μου κρίνο
πε ντου απ’ οντεν εμίσεψε.. πρικοχολή πως πίνω…
Και σφιχταγκάλιασέ τονε και φίλο να τον έχεις
κι ωσάν τα δυο τα μάθια σου να μου τονε προσέχεις.. ..
Ήσουνα του Αντισκαριού κόσμημα και στολίδι
κι η υπομονή παράδειγμα απού ‘χες μας σε δίδει….
Πως…ότι κι ανε μ-πέψ’ ο Θιός και θάνατο ακόμη
τσ’ υπομονής να σκώνωμε στσ’ώμους μας το μιγόμι….
Κι αν εψυγομαράθηκες γροικάται τ’ άρωμά σου
κι από τη μνήμη μας ποτές δε σβήνει τ’όνομά σου….
Λουλουδιασμένος καντιφές στη σκέψη μας θα μείνεις
στη θύμησή μας μυρωδιές παντοτινά να δίνεις…
Ως και ο Θιος σε ρέχτηκε να σ’ έχει στο μπαξέ ντου
για κείνο και τον ήθελε κοντά τον καντιφέ ντου….
Μα και να σ’ έχει μπρόσκαιρας στσ’ αυλές του Παραδείσου
Αγγέλοι να ν’ αργά ταχιά κι η Παναγιά μαζί σου….