Γράφει η Φρίντα Κριτσωτάκη*
Τα εμβόλια έχουν σώσει πολλές ζωές παγκοσμίως και έχουν αυξήσει το προσδόκιμο ζωής. Τους τελευταίους μήνες γίνεται πολύς λόγος για τον υποχρεωτικό εμβολιασμό.
Αναρωτιόμαστε, όμως, πολλοί από εμάς πώς γίνεται οι ίδιοι άνθρωποι που επέβαλαν συνθήκες πείνας ή εξαθ-λίωσης στο μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού να νοιάζονται, τώρα, για την υγεία του. Πώς γίνεται όλοι αυτοί, οι λίγοι, οι οποίοι συνεχίζουν να ζουν μέσα σε μεγάλες ανέσεις έχοντας επιβάλλει «για το καλό μας» αυστηρά μέτρα πείνας να θέλουν τώρα να μας σώσουν εμβολιάζοντάς μας υποχρεωτικά;
Πώς είναι δυνατόν να πιστέψομε ότι όλοι αυτοί ενδιαφέρονται για την υγεία μας όταν κανείς δεν ενδιαφέρθηκε για τη μείωση μισθών και συντάξεων, για την απελπισία των πολιτών που έβλεπαν καθημερινά τα έσοδά τους να μειώνονται συνεχώς με αποτέλεσμα να αδυνατούν να ανταπεξέλθουν στις τρέχουσες ανάγκες τους. Τώρα νοιάζο-νται για τη δημόσια υγεία; Δημόσια υγεία δεν είναι οι τόσοι άνθρωποι που αυτοκτόνησαν, που αρρώστησαν ψυχι-κά και σωματικά την τελευταία δεκαετία λόγω της οικονομικής κρίσης;
Ποιος μπορεί να ξεχάσει τα παιδιά που πέθαναν από αναθυμιάσεις μαγκαλιού (το είχαν για λόγους οικονομίας), τους πολίτες που σε έναν ζοφερό χειμώνα πέθαιναν στους δρόμους των μεγάλων πόλεων, καθώς σπίτι τους είχε γί-νει το παγκάκι, ο δρόμος, οι χαρτόκουτες… και κανείς δεν ενδιαφερόταν. Τότε κανείς από τους ιθύνοντες που πη-γαινοέρχονται, σήμερα, στα τηλεπαράθυρα δεν εμφανίστηκε να δηλώσει με μένος ότι η φτώχεια απειλεί τη δημό-σια υγεία. Όλοι αυτοί βγαίνουν, σήμερα, και απειλούν, εκλιπαρούν, εκβιάζουν για να κάνομε το νέο εμβόλιο γιατί ένας ιός απειλεί τη δημόσια υγεία. Γιατί; Ένα μεγάλο γιατί πλανάται στον αέρα… Πότε άλλοτε όλοι αυτοί βγήκαν για να υποστηρίξουν το δίκαιο ή την υγεία του λαού;
Πώς γίνεται άνθρωποι σε θέσεις ευθύνης οι οποίοι ουσιαστικά έχουν εκπαιδεύσει τους πολίτες αυτής της χώρας ότι κάνουν τραγικά λάθη να βγαίνουν τώρα και να επιβάλλουν υποχρεωτικό εμβολιασμό κόντρα σε τόσες αποφά-σεις του Συμβουλίου της Ευρώπης και εμείς θα πρέπει να πιστέψομε ότι το κάνουν για το καλό μας. Ας επιτραπεί σε κάποιους από εμάς να έχομε αντίρρηση γι’ αυτό. Να έχομε αντίρρηση για την ευθυκρισία και την ειλικρίνειά τους. Και η αντίρρηση αυτή δεν υπάρχει τυχαία ούτε δημιουργήθηκε από τη μια στιγμή στην άλλη. Είναι η αντίρρηση ό-ταν μας μείωναν τους μισθούς και τις συντάξεις, όταν για ελάχιστες οφειλές έπαιρναν τα σπίτια μας και για πάρα πολλούς άλλους λόγους έχομε αντίρρηση.
Είναι να αναρωτιέται κανείς γιατί ένας τόσο χαμηλός κατώτατος μισθός (από την επόμενη χρονιά 570 Ε καθαρά), δεν αποτελεί κίνδυνο για τη δημόσια υγεία και αποτελούν οι πολίτες οι οποίοι δεν επιθυμούν να εμβολιασθούν, πολλοί εκ των οποίων, μάλιστα, είναι υπέρ των εμβολίων και έχουν κατανοήσει απόλυτα ότι πολλά εξ αυτών έχουν σώσει την ανθρωπότητα.
Η φτώχεια δημιουργεί κοινωνική αναταραχή και εγκληματικότητα. Όμως η σοβαρότερη συνέπειά της είναι οι επι-πτώσεις στην υγεία του ατόμου. Είναι ν’ απορεί κανείς γιατί όλοι αυτοί οι τηλεγιατροί (μάλλον περί νέας ειδικότη-τας της ιατρικής πρόκειται) με τους παχυλούς μισθούς και με τα έξτρα τους ενδιαφέρονται τόσο πολύ για την υγεία μας όταν όλοι γνωρίζομε ότι για οποιαδήποτε ιατρική πράξη χρειάζονται χρήματα πολλά ή λίγα, ανάλογα με την πε-ρίπτωση και αν δεν υπάρχουν κανείς απ’ αυτούς τους τηλεγιατρούς δεν θα προχωρήσει σε καμμιά ιατρική πράξη αν δεν πάρει προκαταβολικά τα χρήματα από τον πελάτη. Η «τεράστια αγάπη» τους προς τον συνάνθρωπο εν καιρώ οικονομικής κρίσης φαίνεται και από το γεγονός ότι οι παραπληρωμές (υπερβολικές χρεώσεις, τυπικές στα ιδιωτικά νοσοκομεία ή άτυπες «φακελάκι» σε γιατρούς στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα) αυξήθηκαν από το 2009 έως το 2014 κατά περίπου 300 εκατ. ευρώ σύμφωνα με εφημερίδα της εποχής. Πώς γίνεται, λοιπόν, να εμπιστευθούμε όλους αυτούς τους τηλεγιατρούς όταν όλοι γνωρίζομε, σήμερα, ότι η ιατρική επιστήμη έχει πάψει προ πολλού να είναι λειτούργημα;
Πώς ζητούν με τόσο απόλυτο τρόπο από τους πολίτες (αυτούς οι οποίοι δεν θέλουν να εμβολιαστούν) να τους εμπιστευθούν για ένα εμβόλιο που έχει ελάχιστο χρόνο ζωής, γιατί αυτός είναι ο μεγαλύτερος φόβος των περισσο-τέρων ατόμων που δεν εμβολιάζονται. Μάλλον δεν έχει γίνει κατανοητό από τους κάθε είδους ιθύνοντες ότι στην Ελλάδα δεν υπήρχε αντιεμβολιαστικό κίνημα. Οι ίδιοι το δημιούργησαν με τις υποχρεωτικότητες και με το να προ-τάσσουν το αίτημα της δημόσιας υγείας (την οποία δεν σεβάστηκαν στα σκληρά και επώδυνα χρόνια της οικονομι-κής κρίσης) και της ατομικής ευθύνης όταν εκείνοι καμμία ατομική αλλά ούτε και συλλογική ευθύνη επέδειξαν ώστε να βοηθήσουν τον λαό να καλυτερεύσει τη σωματική, ψυχολογική, οικονομική υγεία του κατά τα προηγούμενα έτη. Τον άφησαν να ζει στη φτώχεια ή στα όρια αυτής. Όλα αυτά εδημιούργησαν τον φαύλο κύκλο της μη εμπιστοσύνης, της αμφιβολίας, της καχυποψίας, της αναποφασιστικότητας σε σχέση με τα εμβόλια. Η απώλεια της εργασίας, του εισοδήματος, της κατοικίας όλα αυτά τα τελευταία 13 χρόνια δεν ήταν θέμα δημόσιας υγείας; Γιατί δεν έπραξαν κάτι γι’ αυτό το θέμα και τώρα στο όνομα της δημόσιας υγείας θέλουν να καταστρατηγήσουν τα κεκτημένα ανθρώπινα δικαιώματα;
Πολλοί ιθύνοντες λένε ότι «Η πανδημία έχει τραγικό κόστος σε ανθρώπινες ζωές». Δεν ακούσαμε, όμως, ποτέ ό-λα αυτά τα χρόνια της κρίσης να λέει κάποιος ότι «Η οικονομική κρίση έχει τραγικό κόστος σε ανθρώπινες ζωές». Γιατί; Γιατί τότε δεν βόλευε. Χωρίς αιδώ αποφαίνονται ότι «Πολλοί έχουν χάσει σημαντικό μέρος του εισοδήματός τους γιατί δεν μπορούν να συμμετέχουν ισότιμα στην αγορά εργασίας επειδή δεν έχουν εμβολιασθεί». Τι να πει κανείς και τι να μην πει. Πώς να ερμηνεύσει κάποιος αυτό το θέατρο του παραλόγου; Πώς γίνεται να εκφράζει κάποιος τέτοιες απόψεις ενώ ήταν απόλυτα σύμφωνος με τις αναστολές εργασίας που άφησαν χωρίς καμμία απολαβή χιλιάδες συμπολίτες μας;
«Μια ευνομούμενη πολιτεία πρέπει πρώτα και κύρια να προστατεύει τους πραγματικά ευάλωτους και αδύνα-μους», λένε εν καιρώ πανδημίας. Είμαστε, τώρα, ευάλωτοι και αδύναμοι εν καιρώ πανδημίας και δεν ήμασταν εν καιρώ οικονομικής κρίσης; Τότε που δεκάδες άτομα αυτοκτόνησαν γιατί κανείς δεν ενδιαφέρθηκε γι’ αυτούς. Ποιος λογοδότησε; Ποιος θα τιμήσει, επιτέλους, αυτήν τη χώρα;
Ποιος θα ενδιαφερθεί για την υγεία των ανέργων (1.002.261) όπως τους κατέγραψε ο ΟΑΕΔ τον Ιούλιο του 2021 και όλων αυτών των πολιτών που σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ αδυνατεί να καλύψει μηνιαίες αναγκαίες δαπάνες ύψους 395 Ε; Ο πλούτος είναι αδίστακτος, ανελέητος, άσπλαχνος, αμείλικτος δεν υπολογίζει την ανθρώπινη ζωή και υγεία. Δεν την υπολόγισε εν καιρώ οικονομικής κρίσης, δεν την υπολογίζει εν καιρώ πανδημίας. Δεν το λέμε εμείς οι απλοί πολίτες, το λένε τα δεδομένα και οι θάνατοι των προηγούμενων και των τωρινών χρόνων. Σε ποια εμπιστοσύνη, λοιπόν, αναφερόμαστε;
Η Φάιζερ και η Μοντέρνα, παρ’ ότι έχουν ηθική και κοινωνική υποχρέωση, αρνούνται να μοιραστούν τις φόρμου-λες των mRNA εμβολίων τους κατά του κορωνοϊού με παραγωγούς σε άλλες χώρες, παρ’ ότι και οι δύο εταιρείες έ-χουν χρηματοδοτηθεί με δισεκατομμύρια δολάρια από τα Εθνικά Ινστιτούτα Υγείας των χωρών τους για τουλάχιστον μία δεκαετία. Αναγκάζουν ακόμη και τις χώρες που τις χρηματοδότησαν να αγοράζουν τα εμβόλιά τους σε τιμή κόστους για να τα δωρίζουν στη συνέχεια στις φτωχές χώρες του κόσμου.
Για ποια εμπιστοσύνη μιλούμε, λοιπόν; Γιατί πρέπει οπωσδήποτε να εμπιστευτούμε ένα εμβόλιο κάποιων εται-ρειών που δεν έχουν ολοκληρώσει όλες τις φάσεις των δοκιμών και που δεν μοιράζονται τη φόρμουλα; Και εν πάση περιπτώσει γιατί να εμπιστευτούμε κάτι το οποίο δεν θέλομε να εμπιστευτούμε; Επειδή το λένε οι «ειδικοί»; Ποιοι ειδικοί; Αυτοί που γίνονται ειδικοί όταν τους συμφέρει; Με αυτήν τη λογική όλοι ειδικοί έχομε καταντήσει σήμερα.
Όταν κάποιος τολμά να αμφισβητήσει τους «αδιαμφισβήτητους» εξεγείρετε το σύμπαν. Σε λίγο δεν θα τολμούμε να αρθρώσουμε λέξη, δεν θα μπορούμε να παίρνομε αποφάσεις για τη ζωή μας… Αυτούς τους τελευταίους 18 μη-νες δημοσιογράφοι και κάθε λογής ιθύνοντες πήραν τη σκυτάλη για να διαφημίσουν το προϊόν. Βγαίνουν με μανία στα τηλεπαράθυρα για να το διαφημίσουν στους αδαείς, σαν να πρόκειται για ένα οποιοδήποτε προϊόν προς κατά-νάλωση. Αλλοίμονο αν έχεις άλλη άποψη. Αν έχεις δε τελείως αντίθετη είναι πανέτοιμοι να σε ρίξουν στην πυρά. Αυτή η μανία τους είναι που διαμόρφωσε ουσιαστικά την άλλη άποψη. Δεν έχομε πλέον δικαίωμα να διαφωνούμε, δεν έχομε το δικαίωμα να εκφέρομε αντίθετη άποψη. Μα με τη διαφωνία και τις αντίθετες απόψεις πήγαν μπροστά όλες οι επιστήμες, πήγε μπροστά η ζωή… Πρωτόγνωρα πράγματα… Κεκτημένα δεκαετιών έχουν αλλάξει με απλούς νόμους πράγμα το οποίο γίνεται μόνο σε περιόδους ολοκληρωτικών καθεστώτων.
Ερχόμαστε τώρα στην τροπολογία για την υποχρεωτικότητα των εμβολιασμών. Όπως λένε έγκριτοι νομικοί, είναι αντισυνταγματική αυτή η τροπολογία για την υποχρεωτικότητα εμβολιασμού συγκεκριμένων ομάδων του πληθυσ-μού, γιατί δεν τηρήθηκε η αναλογικότητα η οποία είναι μια γενική αρχή του δικαίου άμεσα συνυφασμένη με τη δι-καιοσύνη. Με την αρχή της αναλογικότητας εκφράζεται η ιδέα του «μέτρου», η απαγόρευση υπερβολών κατά την άσκηση μιας εξουσίας. Το κράτος οφείλει σύμφωνα με την αρχή αυτήν να λαμβάνει τα ηπιότερα μέτρα ανάμεσα σε περισσότερα προτεινόμενα.
Και εδώ πρόκειται για ηθικοπολιτική από την πλευρά της εξουσίας, που είναι άκρως επικίνδυνη γιατί νομίζει αυ-τός που την ασκεί ότι πράττει το σωστό, ότι υπηρετεί ανώτερες αξίες και ιδανικά. Δεν είναι όμως έτσι. Η πολιτική βία έχει δημιουργήσει ανά τους αιώνες μεγάλη αναστάτωση στις κοινωνίες, έχει δημιουργήσει ολοκληρωτικά κάθε-στώτα. Εμείς, εδώ στην Ελλάδα, θα έπρεπε να είμαστε πιο προσεκτικοί σε τέτοιου είδους πράξεις μιας και βιώσαμε με τον πιο επώδυνο τρόπο αυτό που λέγεται ολοκληρωτισμός. Δεν πρέπει να πέφτομε στην παγίδα να ασκούμε πο-λιτική βία νομίζοντας ότι υπηρετούμε ανώτερα ιδανικά βάζοντας, όμως, σε κίνδυνο την σωματική ακεραιότητα κά-ποιων κοινωνικών ομάδων. Γιατί οι αναστολές εργασίας κοινωνικών ομάδων, οι οποίες δεν συναινούν με την υπο-χρεωτικότητα του εμβολιασμού τους, είναι μια μορφή πολιτικής βίας, κατά την ταπεινή μου άποψη, η οποία βάζει σε κίνδυνο την υγεία τους στερώντας τους την εργασία και κατά συνέπεια τα βασικά αγαθά, απαραίτητα για τη δια-βίωσή τους.
Η υποχρεωτικότητα δημιουργεί ψέματα για την αποφυγή της τιμωρίας. Αναρωτιούνται πολλοί για τα πλαστά πιστοποιητικά εμβολιασμού. Μα είναι γνωστό ότι όταν κάποιος φοβάται ότι θα τιμωρηθεί μπορεί να χρησιμοποιή-σει το ψέμα με την ελπίδα ότι θα την «γλυτώσει», έστω και προσωρινά. Κάθε πολίτης έχει ανάγκη να νιώθει ανε-ξάρτητος. Με την υποχρεωτικότητα διαλύεται η έννοια της ελευθερίας και της ανεξαρτησίας του και για τον λόγο αυτόν χρησιμοποιεί το ψέμα για να ξεφύγει από την παντοδυναμία και τον έλεγχο των γονέων αρχικά, της κοινω-νίας και του κράτους στη συνέχεια. Η διαπαιδαγώγηση μιας ολόκληρης κοινωνίας δεν μπορεί να στηριχθεί στην τιμωρία και τον εξαναγκασμό, γιατί όποιος δέχεται βία προκειμένου να πειθαρχήσει, κάποια στιγμή θα ανταποδώσει με βία στη βία.
Αυτές οι μέθοδοι δεν έχουν κανένα νόημα και δεν οδηγούν πουθενά. Φέρνουν τα αντίθετα αποτελέσματα όπως έχουν δείξει αιώνες ιστορίας. Οι πολίτες υπακούν σε υποχρεωτικότητες γιατί δεν θέλουν να απολυθούν, να είναι τα μαύρα πρόβατα κλπ αλλά εσωτερικά δημιουργείται θυμός και πολλές φορές μίσος και κακία. Η υπακοή στους θεσ-μούς, απαραίτητη για την εύρυθμη λειτουργία μιας κοινωνίας, είναι θέμα εμπιστοσύνης και έχει όρια. Και ειδικά τα τελευταία χρόνια η εμπιστοσύνη των πολιτών έχει εξανεμιστεί και η υπακοή έχει πάψει να είναι καθήκον για μεγά-λη μερίδα των πολιτών. Το κράτος θα έπρεπε να δείξει αλληλεγγύη και όχι εκδικητικότητα στους αντιδρώντες στον εμβολιασμό τους και να μην καταφεύγει σε τιμωρίες όπως οι αναστολές εργασίας, στερώντας έτσι από τους πολίτες το δικαίωμα της ελεύθερης βούλησης. Θα μπορούσε να εφαρμόσει άλλα ηπιότερα μέτρα, όπως αλλαγή καθηκόντων ή συχνότερη υποβολή δωρεάν διαγνωστικών τεστ ανίχνευσης του ιού σε εβδομαδιαία βάση.
Αναρωτιέται κάποιος, εύλογα, γιατί δεν έγινε αναστολή εργασίας των υγειονομικών και των εργαζομένων σε μονάδες φροντίδας ηλικιωμένων όταν ξεκίνησε η πανδημία και ήταν όλοι ανεμβολίαστοι, γιατί εμβόλιο δεν υπήρχε. Κανονικά έπρεπε όλοι να φύγουν από την εργασία τους γιατί έρχονταν σε επαφή με ασθενείς και θα μπορούσαν να τους μεταδώσουν την ασθένεια. Τώρα πώς έγινε και ξαφνικά τους θεωρούμε επικίνδυνους για τους άλλους; Είναι κι αυτό ένα από τα παράλογα των εποχών που διανύομε. Η αναστολή εργασίας και η υποχρεωτικότητα σήμερα αφορά συγκεκριμένες ομάδες του πληθυσμού (ΕΜΑΚ, ΕΚΑΒ, ιατρικό, νοσηλευτικό προσωπικό κλπ), αύριο μπορεί να είναι μια άλλη ομάδα εργαζομένων ή ολόκληρος ο πληθυσμός. Όμως ένα κράτος δικαίου δεν λειτουργεί έτσι, ένα κράτος δικαίου δεν εκδικείται τους πολίτες του. Το εκδικητικό τιμωρητικό δίκαιο δεν οδηγεί πουθενά, δημιουργεί κοινωνική νοσηρότητα με απρόβλεπτες συνέπειες. Ο υπόλοιπος πληθυσμός που δεν θέλει να εμβολιασθεί τι έχει να περιμένει; Φυλακίσεις, εξορίες, βασανιστήρια, τι; Αλλά ποιος νοιάζεται για τον λαό, όταν ακόμη και το ΣτΕ αποφάνθηκε ότι η μείωση των μισθών και των συντάξεων ήταν συνταγματική… για το καλό της χώρας. Ποιας χώρας; Αυτής που έχει καταστραφεί, ξεπουληθεί σε ιδιωτικά συμφέροντα και πολυεθνικές;
Ξεκινήσαμε τον μεγάλο κατήφορο όταν πολιτικοί έλεγαν «να μου κοπούν και τα δύο χέρια παρά να ψηφίσω το μνημόνιο (το πρώτο)» και καλούσαν σε αντιμνημονιακό αγώνα. Στη συνέχεια όχι δύο, αλλά 4 χέρια χρησιμοποίησαν για να ψηφίσουν και το πρώτο και το δεύτερο μνημόνιο, για το καλό μας βέβαια!
Μετά, μια ολόκληρη κοινωνία εθίστηκε στο ψέμα όταν το «όχι» μετατράπηκε σε «ναι», εν μία νυχτί. Τώρα ολό-κληρη κοινωνία εθίζεται στη δωροδοκία προκειμένου να εμβολιαστεί. Η τελευταία δωροδοκία των 50 μεγαμπάιτ για τους εφήβους 15-17 ετών ανατρέπει όσα οι γονείς και οι δάσκαλοι λένε στα παιδιά. Μάχες δίνονται για να στα-ματήσουν να είναι 24 ώρες πάνω από ένα κινητό ή έναν υπολογιστή και τώρα τους δίνομε κίνητρο να είναι πάνω α-πό το κινητό για τους επόμενους 5 μήνες. Θεωρώ ότι κινούμαστε σε σκοτεινά νερά και η επιστροφή σε απάνεμο με-ρος θα είναι δύσκολη και χρονοβόρα.
Σύμφωνα με το άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος, τα δικαιώματα του ανθρώπου ως ατόμου και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου και η αρχή του κοινωνικού κράτους τελούν υπό την προστασία του κράτους και όλα τα κρατικά όργανα είναι υποχρεωμένα να διασφαλίζουν την ανεμπόδιστη και αποτελεσματική άσκησή τους.
Στην ψήφιση της τροπολογίας για την υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού όχι μόνο δεν τηρήθηκε η αρχή της ανα-λογικότητας, σε καιρούς ζοφερούς για τον απλό πολίτη, αλλά μας δίνει την εντύπωση της εκδικητικότητας. Και αυτό γιατί η βλάβη που προξενεί είναι μεγαλύτερη από την ωφέλεια που περιμένει. Πολίτες έμειναν άνεργοι με την ε-φαρμογή αυτού του νόμου. Κάποιοι θέλουν να εμφανιστούν ως σωτήρες του κοινωνικού συνόλου ενδιαφερόμενοι για την υγεία του. Ποιος σωτήρας, όμως, που ενδιαφέρεται πραγματικά για την υγεία των πολιτών ενός κράτους, θα ψήφιζε έναν τέτοιο νόμο ξέροντας ότι πάμπολλοι συμπολίτες του θα στερηθούν την εργασία τους με αποτέλεσμα να μην έχουν ούτε τα αναγκαία για να συντηρήσουν την οικογένειά τους. Αυτό, όμως, δεν μπορούν να το σκεφτούν κάποιοι οι οποίοι στέλνουν τα παιδιά τους σε σχολεία όπου πληρώνουν, ανάλογα με την τάξη στην οποία φοιτούν, πολλές φορές περισσότερα από 10.000 Ε μηνιαίως.
Η εφαρμογή του νόμου δεν θα είναι αποτελεσματική, θα φέρει τα αντίθετα αποτελέσματα, γιατί ενώ θα έπρεπε να είναι ηπιότερος ως προς τις δυσμενείς συνέπειες που θα επιφέρει είναι επαχθής και σκληρός. Επίσης, δημιουρ-γεί στους πολίτες ένα αίσθημα ανασφάλειας ότι κάποιος άλλος από τώρα και στο εξής θα αποφασίζει γι’ αυτόν και θα του στερεί βασικά δικαιώματα εάν δεν συμμορφώνεται προς τις υποδείξεις.
Ο Νόμος 4820/2021 αναιρεί το δικαίωμα στην εργασία και στην αξιοπρεπή διαβίωση. Διχάζει έναν ολόκληρο λαό, έχει τιμωρητικό και εκδικητικό χαρακτήρα και δημιουργεί ακροδεξιές, συνωμοσιολογικές, ανορθολογικές απόψεις κατά του εμβολίου για την ίωση από τον SARS-CoV-2. Έρχεται δε σε αντίθεση με την απόφαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την υγεία, το οποίο με το ψήφισμα 2361/2021 ζητά ρητά από τα Ευρωπαϊκά Κράτη να ενημερώσουν τους πολίτες τους ότι ο εμβολιασμός ΔΕΝ είναι υποχρεωτικός και ότι κανείς δεν θα υποστεί πίεση με πολιτικοκοινωνικά ή άλλα μέσα προκειμένου να εμβολιαστεί, εάν δεν το επιθυμεί. Επίσης, ζητά να διασφαλίσουν ότι κανείς δεν θα υποστεί διακρίσεις για το ότι δεν έχει εμβολιαστεί, λόγω πιθανών κινδύνων για την υγεία ή για το γεγονός ότι δεν θέλει να εμβολιαστεί.
Λέει, επίσης, το Συμβούλιο σε άλλο σημείο του ψηφίσματος, «Ωστόσο, η ταχύτητα με την οποία έχουν αναπτυ-χθεί τα εμβόλια μπορεί να είναι δύσκολο να καταπολεμηθεί η πρόκληση για την οικοδόμηση εμπιστοσύνης σε αυ-τά». Η λέξη ταχύτητα είναι η λέξη κλειδί πάνω στην οποία στηρίζεται και ο φόβος των πολιτών (αυτών που δεν είναι από συνείδηση ενάντια σε κάθε εμβόλιο) για το νέο εμβόλιο.
Το ψήφισμα αυτό υπερψήφισαν στις 27/1/2021 οι εκπρόσωποι του ελληνικού κοινοβουλίου στο Συμβούλιο της Ευρώπης (Πρόεδρος: Ντόρα Μπακογιάννη-ΝΔ, Τακτικά μέλη: Γιώργος Παπανδρέου-ΚΙΝΑΛ, Γιώργος Κατρούγκαλος-ΣΥΡΙΖΑ, Νίνα Κασιμάτη-ΣΥΡΙΖΑ). Πώς να τους εμπιστευθούμε, λοιπόν, όταν ψήφισαν κάτι το οποίο, μάλλον, δεν πί-στευαν και άλλα είχαν στο μυαλό τους;
Δεν απαντάς, σαν κράτος, στον φόβο, στη διστακτικότητα, στην αντίθετη άποψη των πολιτών με απολύσεις οι ο-ποίες οδηγούν σε φτώχεια και ανεργία. Δεν αρκούν όσοι βρέθηκαν, τελείως ξαφνικά και απροειδοποίητα, στον δρόμο ή οδηγήθηκαν σε αυτοκτονία όλα αυτά τα έτη της οικονομικής κρίσης, θέλομε κι άλλους να αυτοκτονούν και να μένουν στον δρόμο; Γιατί; Γιατί ο εγωισμός και η εγωπάθειά μας δεν μας επιτρέπει να κατανοήσομε ότι υπάρ-χουν χιλιάδες ατομικές διαφορές, σύμφωνα με τη σύγχρονη ψυχολογία. Πατώντας πάνω στις ατομικές διαφορές των ανθρώπων μπορούμε να κατανοήσομε γιατί ο ένας φοβάται και ο άλλος ρισκάρει διαρκώς, γιατί ο ένας είναι ντροπαλός και ο άλλος κοινωνικός, γιατί ο ένας εμβολιάζεται και ο άλλος όχι.
«Καλούμε κάποιες ομάδες του πληθυσμού να εμβολιαστούν έτσι ώστε να μην χρειαστεί να εφαρμοστούν αυτές οι διατάξεις», λέει το κράτος. Σε ποιους νομίζουν, όμως, ότι απευθύνονται όταν εκφράζουν τέτοιες απόψεις; Δεν γί-νεται κάποιος να προβαίνει σε απολύσεις μόνο και μόνο επειδή κάποιοι δεν επιθυμούν να ακολουθήσουν την πολι-τική και την ηθική τους, ειδικά όταν όλοι γνωρίζομε πλέον καλά ότι για τον λαό και τα προβλήματά του ουδόλως ενδιαφέρεται κανείς.
Πολλοί έχομε αναρωτηθεί γιατί στην πολύπαθη αυτή χώρα δεν έρχονται τα φάρμακα που μερίδα επιστημόνων ε-πιμένει εδώ και καιρό ότι θα έσωζαν ζωές, αλλά επιμένουν στον εμβολιασμό και μάλιστα στον υποχρεωτικό εμβο-λιασμό, ορισμένων ομάδων σήμερα, περισσοτέρων αύριο. Και τι θα κάνουν αν αρνηθούν να εμβολιαστούν εκατομ-μύρια πολίτες; Θα τους απολύσουν όλους; Μέχρι εκεί φθάνει η ενσυναίσθησή τους; Πώς θα αντιμετωπίσουν τις τε-ράστιες μάζες των ανέργων που θα δημιουργηθούν; Ή, μήπως, σκέφτονται ότι με τις απειλές στο τέλος θα συναινέ-σουν όσοι είναι διστακτικοί για ένα εμβόλιο το οποίο θα τελειώσει την 3η και τελευταία φάση των δοκιμών τον Απρίλιο (Φάιζερ) και τον Μάιο του 2023 (Μοντέρνα). Δεν κατανοούν πολλοί πολίτες αυτή την επιμονή-εμμονή «για το καλό μας». Πώς γίνεται να ψηφίζουν υποχρεωτικότητα ενός εμβολίου που βρίσκεται ακόμη στο πειραματικό του στάδιο (άσχετα από τις εγκρίσεις που έχει πάρει από τους διάφορους οργανισμούς) και πολλοί πολίτες αυτού του κόσμου το φοβούνται; Για το καλό μας; Μα για ποιο καλό μιλάμε όταν απολύεις από την εργασία τους τις ομάδες για τις οποίες αποφάσισες ότι πρέπει να εμβολιασθούν;
Δεν εξετάζω τους λόγους που κάποιος επιθυμεί να εμβολιαστεί και κάποιος άλλος όχι. Όμως, πίστευα ότι μετά τη δίκη της Νυρεμβέργης κανείς άλλος ΔΕΝ ΘΑ ΤΟΛΜΟΥΣΕ να διαπράξει παρόμοια αδικήματα.
Οι Γυναίκες του Μπλοκ 10, στο στρατόπεδο του Άουσβιτς, θα είχαν πολλά να πουν για τις ιατρικές επεμβάσεις στο σώμα τους χωρίς τη θέλησή τους. Πολλές από αυτές τις γυναίκες που επέζησαν ανέφεραν ότι δεν ρωτήθηκαν ποτέ αν ήθελαν να συμμετάσχουν στα πειράματα. Εξ άλλου και όσες ρωτήθηκαν, αν ρωτήθηκαν, δεν είχαν πραγματικά καμμία επιλογή… Ο γιατρός Γιόζεφ Μένγκελε, του Γ΄ Ράιχ, δεν τιμωρήθηκε ποτέ γιατί δεν συνελήφθη ποτέ…
Οι άνδρες, οι γυναίκες, τα παιδιά των στρατοπέδων συγκέντρωσης κατά τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο θα είχαν πολλά να πουν όταν διεστραμμένα ιατρικά μυαλά επειραματίζοντο στο σώμα τους χωρίς τη θέλησή τους.
Ένα μεγάλο ναι, λοιπόν, για τα εμβόλια και ένα μεγάλο όχι για την υποχρεωτικότητά τους.
Παρ’ όλα αυτά εγώ δεν θέλω να πιστέψω ότι το κράτος δικαίου δεν ζει πια εδώ…
* Η Φρίντα Κριτσωτάκη είναι αρχιτέκτονας, εκπαιδευτικός, συγγραφέας.