του Πέτρου Μηλιαράκη*
Προσφάτως και με αφορμή τη διαδικασία εκλογής νέας ηγεσίας στο ΚΙΝΑΛ, «κυριαρχεί» στον πολιτικό λόγο ο όρος «σοσιαλδημοκρατία». Κοντολογίς, σχεδόν όλοι οι υποψήφιοι για την ηγεσία του ΚΙΝΑΛ εμφανίζονται ως «σοσιαλδημοκράτες». Βεβαίως, ο καθένας έχει δικαίωμα να αυτοπροσδιορίζεται με το «στίγμα» της πολιτικής τοποθέτησης και ιδεολογίας που ανήκει και θέλει να υπηρετεί.
Ωστόσο -και αυτό επιδιώκει η παρούσα μου «παρέμβαση»- με καλή πίστη και με απόλυτο σεβασμό στην ιδεολογία του χώρου που υπηρέτησε το αυθεντικό-παραδοσιακό ΠΑΣΟΚ υπό την ηγεσία του Ανδρέα Παπανδρέου, επιβάλλεται να λεχθούν τα εξής:
- ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΣΟΣΙΑΛΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ…
Εξ’ ανάγκης υποχρεώνομαι να επανατοποθετηθώ με το ότι για όσους είναι συνιδρυτικά μέλη του ΠΑΣΟΚ και είχαν την τιμή και την ευκαιρία να συνεργαστούν με τον ίδιο τον Ανδρέα Παπανδρέου και να συμμετάσχουν σε πολλά «εργαστήρια παραγωγής πολιτικής και ιδεολογίας» (ο «όρος» αφορά στο γράφοντα), μπορούν με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο να βεβαιώσουν ότι ο Ανδρέας Παπανδρέου δεν ήταν σοσιαλδημοκράτης!
Στον όρο «σοσιαλδημοκρατία» και ειδικότερα «ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία» ο Ανδρέας αντιδρούσε με τον πιο έντονο τρόπο! Ίσως ο «όρος σοσιαλδημοκρατία» να «αρέσει», προκειμένου σε επικοινωνιακό επίπεδο το αφήγημα να γίνει πιο ελκυστικό… Όμως, ο όρος «σοσιαλδημοκρατία» για τα ελληνικά πολιτικά πράγματα ταυτίζεται με το λαϊκισμό. Και τούτο διότι ο όρος «σοσιαλδημοκρατία» ουδεμία σχέση είχε ή έχει ή θα έχει στο άμεσο και έμμεσο μέλλον με την ελληνική πραγματικότητα. Ο όρος «σοσιαλδημοκρατία» για την ελληνική πραγματικότητα αφορά παραπλάνηση του λαού!
Με την εξ’ αρχής επισημείωση ότι ο όρος «σοσιαλδημοκρατία» αφορά κυρίως στον «ευρωπαϊκό μητροπολιτικό χώρο» και αποτελεί μύθο ότι πράγματι συνιστά αντιιμπεριαλιστική ή αντικαπιταλιστική εκδοχή στα πολιτικά πράγματα, επιβάλλεται να θυμηθούμε τον Ανδρέα Παπανδρέου.
- ΑΣ ΘΥΜΗΘΟΥΜΕ ΤΟΝ ΑΝΔΡΕΑ ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ
Ας θυμηθούμε, λοιπόν, τον Ανδρέα Παπανδρέου και τη «Σχολή του Στρουκτουραλισμού», όπως εκτίθεται παρακάτω. Συμπερασματικώς η λεγόμενη «σοσιαλδημοκρατία» ως ιδεολογία και σύστημα διακυβέρνησης ιστορικά χαρακτηρίζεται από την εκμετάλλευση των «Χωρών της Περιφέρειας» και τη μεταφορά αυτού του κοινωνικού πλεονάσματος, της εκμετάλλευσης δηλαδή άλλων λαών(!) στην εργατική τάξη και στο μεσαίο χώρο της εκμεταλλεύτριας Μητροπολιτικής Χώρας! Η οικονομική ολιγαρχία που επικυριαρχεί στις Μητροπολιτικές Χώρες δεν θίχτηκε σε καθεστώς σοσιαλδημοκρατίας.
Όσοι έχουν μελετήσει τη συσσώρευση του κεφαλαίου σε παγκόσμια κλίμακα και όσοι ασχολήθηκαν με τη διάκριση: «Μητρόπολης-Περιφέρειας», αποκρούουν τη σοσιαλδημοκρατία ως εκδοχή συμπολίτευσης στα κοινωνικά δικαιώματα των κατώτερων και μεσαίων στρωμάτων. Έτσι, ασφαλώς αποδεικνύεται ότι στις Μητροπολιτικές Χώρες του καπιταλισμού (βλ. ενδεικτικώς Γερμανία), οι Σοσιαλδημοκράτες έσπευσαν και σπεύδουν ευχαρίστως να συμπράξουν με Χριστιανοδημοκρατικά ή αμιγώς δεξιά κόμματα, σε συνασπισμό υπεράσπισης των συμφερόντων της οικονομικής ολιγαρχίας!
Η Ελλάδα ουδέποτε υπήρξε Μητροπολιτική Χώρα, ούτε εκμεταλλεύτηκε ποτέ λαούς της Περιφέρειας. Αντιθέτως, η Ελλάδα είναι χώρα της Περιφέρειας και συγκεκριμένα του «Ευρωπαϊκού Νότου».
- ΓΙΑ ΝΑ ΓΝΩΡΊΖΟΥΜΕ «ΤΙ» ΛΈΜΕ ΚΑΙ «ΓΙΑΤΊ»…
Για να γνωρίζουμε «τι» λέμε και «γιατί» το λέμε, υπ’ όψιν τα εξής, σε σχέση με τις Σχολές Σκέψης, όπως αυτές έχουν προκύψει -με κοινή παραδοχή- στις επιστήμες των Διεθνών Σχέσεων και της Μακροοικονομίας:
Πρώτη ιστορικά «Σχολή» είναι η «Σχολή του Ιδεαλισμού» με κήρυκά της τον πολιτειολόγο (τέως) Πρόεδρο των ΗΠΑ Woodrow Wilson και «συμμέτοχους» το Νικόλα Πολίτη, τον HansKelsen κ.ά. Κύρια βάση της Σχολής αυτής ήταν η δεσμευτικότητα και ο σεβασμός στους κανόνες του δημοσίου διεθνούς δικαίου, που αφορούσε στη συγκρότηση της διεθνούς έννομης τάξης και στη συγκρότηση των επιμέρους κοινωνιών των κρατών. Η Σχολή αυτή που συνδέθηκε με την τύχη της «Κοινωνίας των Εθνών» αποδυναμώθηκε από τη «Σχολή του Ρεαλισμού» με πρωτοπόρους τους Harold Nicolson, Frederick Schuman κ.ά. και συστηματικούς ερευνητές τους George Schwarzenberger με το έργο του Power politics(1941) και τον «πολύ» Hans Morgenthau με το έργο του Politics Among Nations-The Strugglefor Power and Peace (1948).
Κορυφαίος, όμως, σήμερα εκφραστής της Σχολής του Ρεαλισμού είναι ο γνωστός μας HenryKissinger (βλ., άλλωστε, αντί πολλών το εντυπωσιακό έργο του «Diplomacy» (1994). Όταν, όμως, η θεωρία «εντόπισε» και η πράξη «διαπίστωσε» πως υφίσταται μια «Παγκόσμια Τάξη»και μάλλον ότι δομούνται «Παγκόσμιες Αρχές» (World Order Models Project= WOMP), με κυρίαρχη πλέον την «ιδεολογία του Νεοφιλελευθερισμού», στην οποία ανήκουν τα Χριστιανοδημοκρατικά κόμματα της Ευρώπης και οι πρόθυμοι συνεργάτες τους σοσιαλδημοκράτες, η μόνη Σχολή Σκέψης για μία προοδευτική κατεύθυνση, με επιστήμονες και πολιτικούς αμιγώς σοσιαλιστές και όχι σοσιαλδημοκράτες, ήταν και είναι η «Σχολή του Στρουκτουραλισμού» (δηλ. του «δομισμού» ή «διαρθρωτισμού»). Η Σχολή αυτή εντόπισε ακριβώς το «ρόλο των σοσιαλδημοκρατών»(!) για την εκμετάλλευση των κοινωνιών της Περιφέρειας, ώστε να μη θιχτεί η οικονομική ολιγαρχία της Μητρόπολης.
Η Σχολή αυτή στηρίζεται κατ’ αρχήν στη μαρξιστική θεωρία και ανάλυση και ενώ αφετηρία της έχει την περίοδο του «Ψυχρού Πολέμου», εντούτοις επιβεβαιώνεται και στις παρούσες συνθήκες. Υποστηρίχθηκε δε από επιστήμονες κύρους όπως οι : Ανδρέας Παπανδρέου, Samir Amin, Paul Sweezy, Arghiri Emmanuel, Walter Rodney, Andre Frank, Paul Baran κ.ά. Κύρια αντίληψη της Σχολής αυτής ήταν η σχέση «Κέντρου-Περιφέρειας» και το επιφαινόμενο «Βορρά-Νότου».
Αντίπαλος της θεωρίας αυτής είναι η «Σχολή του Νεοφιλελευθερισμού» (από κοντά η «Σχολή του Μονεταρισμού»), με κύρια αντανάκλαση στις πολιτικές του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ).
Συνεπώς: «Σχολή του Στρουκτουραλισμού» και «Σχολή του Νεοφιλελευθερισμού» ή «Σχολή του Μονεταρισμού», αφορούν αντιτιθέμενες Σχολές Σκέψης και ασφαλώς πολιτικής δράσης.
Ως εκ τούτου, είναι άκρως λαϊκιστικό το να υποστηρίζει κάποιος πολιτικές του νεοφιλελευθερισμού, δηλώνοντας ότι είναι σοσιαλδημοκράτης.
Κάποτε πρέπει ο λαϊκισμός να τύχει της κριτικής και της απάντησης που του αξίζει από τις κοινωνίες που πλήττονται!
* Ο Πέτρος Μηλιαράκης δικηγορεί στα Ανώτατα Ακυρωτικά Δικαστήρια της Ελλάδας και στα Ευρωπαϊκά Δικαστήρια του Στρασβούργου και του Λουξεμβούργου (ECHR και GC – EU).