Γράφει ο Ηλίας Λουλούδης*
Ιστορίες με Αντώνης Κακλαμάνος – Αποχαιρετισμός σε ένα πολύτιμο φίλο που έφυγε σήμερα.
Ιστορίες από τα (καλά;) χρόνια που δεν υπήρχε κινητό, στορυ, φβ , instgm και άλλα τέτοια τεχνολογικά καλούδια.
Μαθητής μεγαλύτερος από εμένα με καταγωγή από το Φρατί ξεσκόλισε στο Σπήλι .
Παιδί της πιάτσας, μποέμ τύπος, της παρέας και του γλεντιού.
Λαγωνευε στην επαρχία λαγούς και κοπελιές βάζοντας εμάς τους μικρότερους μπούτι για να κολλήσει σε παρέες στις χοροεσπερίδες του σχολείου.
Τρελές παρέες και τραπέζια στο σπίτι τους και στα περίχωρα του Μυξορουματος.
Λίγο πριν τα Χριστούγεννα του 1982 ο λυκειάρχης του Σπηλιου ανακοίνωσε στους γονείς μας ότι δεν επιτρέπει το υπουργείο να λειτουργήσει πρώτη δέσμη με δύο μαθητές ( εγώ και ο Τσιριντάνης) και πρέπει να πάρουμε μεταγραφή για το Ρέθυμνο.
Ο πατέρας μου κατέβηκε στο Ρέθυμνο δύο τρεις φορές και έψαχνε κάμερα για να νοικιάσει αλλά δεν εύρισκε.
Γιορτινές μέρες κατέβηκα για δουλειές του μαγαζιού και συνάντησα τυχαία τον Αντώνη ο οποίος δούλευε οδηγός στο ταξί του Πολυμίλη νυχτερινός.
Πίνουμε καφέ και μου λέει να ψάξουμε να νοικιάσουμε μαζί μια κάμερα.
Πραγματικά βρήκαμε ένα δωμάτιο με μια κουζίνα στην οδό Λάπας.
Βάζουμε δύο κρεβάτια στο υπνοδωμάτιο και οργανώνουμε την καθημερινότητα μας.
Εγώ μαθητής έλειπα από το πρωί μέχρι το απόγευμα, σχολείο- φροντιστήρια και αντίστοιχα ο Αντώνης δούλευε νύχτα και κοιμόταν από το πρωί μέχρι το απόγευμα που επέστρεφα .
Τα καλάθια και οι τσάντες με τα φαγητά που ερχόταν από τα χωριά μας δεν είχαν σύνορα.
Ελάχιστες φορές συναντιόμασταν δια ζώσης .
Η επικοινωνία μας ήταν με γραπτά μηνύματα σε μπακαλοχαρτο στο τραπέζι στο κουζίνακι για τις κοινές έλλειψης της κάμερας.
Οι λογαριασμοί μεταξύ μας ήταν πάντα τίμιοι.
Τα μοιραζόμασταν όλα.
Πολλές φορές είχε την έγνοια μου και αν περνούσε τη νύχτα με το ταξί κοντά από το σπίτι σταματούσε να δει αν διαβάζω και να μου φωνάζει να κοιμηθώ , κάτι σαν κηδεμόνας την είχε δει και προστάτευε το μικρό.
Τραγουδούσε εξαιρετικά ριζίτικα και ακόμη αναρωτιέμαι γιατί δεν το προχώρησε.
Με το ταξί και τις κούρσες τη νύχτα είχε δικτυωθεί στην πιάτσα γνωρίζοντας όλα τα κατατόπια.
Ο τουρισμός τότε ήταν σε εμβρυακό στάδιο.
Πρώτη φορά με είχε πάει τότε σε ένα καπηλειό και φάγαμε γαλαντερα στου Ντόγα, το οποίο εξελίχθηκε σε
ταβέρνα που άφησε ιστορία στη γαστρονομία του Ρεθύμνου.
Οι κούρσες τη νύχτα εκείνη την εποχή με το ταξί ήταν σχολείο.
Τα ξημερώματα κουβαλούσε μεθυσμένους, καπετάνιους, νταήδες , πουτάνες , λουλουδούδες, τραγουδίστριες , νταβατζήδες, πορτιέρηδες, γκαρσόνια, κουμαρτζήδες κτλ από τα μαγαζιά της εποχής .
Τα σαββατοκύριακα που είχε πολύ κίνηση τη νύχτα, είχε μαζί του και ένα σιδερικο για κάθε ενδεχόμενο με τους μαλακές που του τυχαίνανε.
Κάνα δυο φορές ζορίστηκε αλλά τον καθάρισαν οι γνωριμίες της νύχτας που είχε.
Τις άλλες μέρες μου το εμπιστευόταν να το προσέχω κρύβοντας το κάτω από ένα σωρό κεραμίδια στην είσοδο της σπιτονοικοκυράς καλή της ώρα.
Ποτέ δεν πήρε χαμπάρι τι ψάχναμε στο σωρό με τα κεραμίδια , νόμιζε ότι κάναμε την ανάγκη μας.
Ένα σεφέρι τον αγάπησε μια τραγουδίστρια και όταν σχόλναγε πηγαίνανε για φαγητό στου Αποστολή , στα Βαλκάνια, στου Βιταλακη και μου έστελνε η κοπέλα και εμένα φαγητό γιατί διάβαζα λέει.
Το καλοκαίρι έφυγα για το πανεπιστήμιο και οι σχέσεις μας αραίωσαν αλλά ποτέ δεν έσβησαν οι μνήμες.
Οι γονείς μου τον υπεραγαπούσαν και όποτε σταματούσε στο Σπήλι τον είχαν στα ωπα ωπα.
Το δωμάτιο που διέμενα στο Ηράκλειο ήταν έτσι και αλλιώς κέντρο διερχομένων και ο Αντώνης είχε αυτοδίκαια κλειδί.
Θυμάμαι μετά από πολλά χρόνια που μου είχε πει ότι έχει ακόμη το κλειδί.
Τελευταία δούλευε σε λεωφορεία τουριστικά και με είχε κάνει μερικές φορές τρανσφερ σε λιμάνια και αεροδρόμια με εκδρομές του σχολείου.
Μανιώδης κυνηγός και συλλέκτης άγριων βοτάνων .
Τύπος από την παλιά πάστα της παρέας και του λόγω Τιμής.
Αυτές είναι οι λίγες αναμνήσεις που ήθελα να γράψω για το συγκάτοικο μου.
Ελαφρύ να είναι το Φρατιανό χώμα
Θερμά συλλυπητήρια Γεωργία Κακλαμάνου…
- Ο Ηλίας Λουλούδης είναι εκπαιδευτικός – Φωτογραφία: Ερμιόνη Κυριακάκη