Του Μιχάλη Στρατάκη*
Τον θυμούμαι σαν κι εδά.
Μπήκε στην κατάμεστη αίθουσα δίπλα στον Άη Μηνά, για να παρακολουθήσει τη διάλεξη του καθηγητή Γιώργου Παυλίδη για τη δυσλεξία.
Σκυφτός, κάτω από το βάρος των κοντά εννέα δεκαετιών που κουβαλάει στους ώμους του, διέσχισε την αίθουσα, μοιράζοντας ‘’καλησπέρες’’ σε όλους.
Ολομόναχος προσήλθε.
Χωρίς κουστωδίες, λαμπαδηφόρους, εξαπτέρυγα και τζερτζελέδες.
Ένα ξύλινο μπαστούνι στα χέρια του, περισσότερο για να μοιράζεται μαζί του το βάρος του Σταυρού του, και λιγότερο για να πιστοποιεί το εκκλησιαστικό αξίωμά του, όλος κι όλος ο στολισμός του.
Ένας απλός διάκονος του Χριστού.
Κι ας είναι ο Αρχιεπίσκοπος Κρήτης Ειρηναίος.
Σεβασμιότατος.
Όπως και όλοι οι άλλοι μητροπολίτες της Κρήτης.
Διότι, σε τούτο εδώ το νησί, ούτε ”Μακαριότατους”, ούτε ”Παναγιότατους” έχουμε.
Όλοι είναι ίσοι, και κατά την προσφώνηση.
Ρίγησα βλέποντας αυτόν τον φωτισμένο Ιεράρχη.
Και θύμωσα, φέρνοντας στο μυαλό μου κάποιους άλλους…
Και τώρα θυμωμένος είμαι.
Μ’ εκείνους που δείχνουν ακατανόητη βιασύνη, ν’ αντικαταστήσουν τον Κρητικό Ιεράρχη, εν όσο αυτός βρίσκεται στη ζωή.
Με περισσό ζήλο έχουν δρομολογήσει τις υπόγειες και υπέργειες διαδικασίες της διαδοχής, στένοντας χορό, στον οποίο έχουν ήδη πιάσει θέση ρασοφόροι και μη.
Κι εγώ, μέσα στο χαλασμό των μουσικάντιδων, παλεύω να βρω απάντηση στο ερώτημα που με βασανίζει:
«Αν ο καλός Θεός δεν ήθελε τον Ειρηναίο Αρχιεπίσκοπο Κρήτης, δεν θα τον είχε πάρει κοντά του;».
Αλλά πού να βρω απάντηση, αφού φαίνεται πως άλλο Θεό έχω στο μυαλό μου και σε άλλο θεό πιστεύουνε οι μουσικάντιδες και οι χορευταράδες, γύρω από το κρεβάτι του Ειρηναίου.
* Ο Μιχάλης Στρατάκης είναι Δημοσιογράφος και κατάγεται από τις Γκαγκάλες της Μεσαράς