Γράφει ο Γιώργος Παναγιωτάκης*
Στο ξαφνικό και επικίνδυνο ξέσπασμα του θυμού που κρύβει μέσα του ο Εγκέλαδος, η Κρήτη έχει πλούσια τη συμμετοχή της. Οι απολογιστικές συνέπειες του σεισμού είναι άλλοτε ελαφρές και άλλοτε βαριές με ανυπολόγιστες ζημιές.
Από τα βάθη της αρχαιότητας το νησί έχει δοκιμάσει άπειρους σεισμούς, μικρού ή μεγάλου μεγέθους. Στο παρόν άρθρο καταγράφονται οι σπουδαιότεροι σεισμοί και οι συνέπειές τους τα τελευταία διακόσια χρόνια.
1810 Φεβρουαρίου 18. Σημειώθηκε σεισμός 7,5 ρίχτερ. Οι συνέπειές του ήταν ιδιαίτερα καταστροφικές, αφού άφησε πίσω του 2.000 θύματα και ισοπέδωσε τα δύο τρία των σπιτιών του Ηρακλείου. Το κύμα του σεισμού έγινε αισθητό σε Μάλτα, Τεργέστη, Κύπρο και ακτές της βόρειας Αφρικής. Επλήγησαν και πολλά πλησιόχωρα προς το Ηράκλειο χωριά καθώς και 17 οικισμοί της Μεσαράς. Οι σοβαρές συνέπειες του σεισμού ήταν εμφανείς όπως βεβαίωσε αργότερα το 1830 και ο περιηγητής C. Robert Scott. Aλλά και άλλες πηγές επιβεβαιώνουν την τραγικότητα που είχε ο σεισμός.
1856 Σεπτεμβρίου 30. Ένας άλλος φονικός και καταστροφικός σεισμός πλήττει και πάλι το Ηράκλειο. Το επίκεντρό του ήταν η πόλη του Ηρακλείου και το μέγεθός του 7 ρίχτερ. Το βάρος των συνεπειών του σεισμού εισέπραξε η πόλη αφού τα θύματά της ήταν 358 και οι τραυματίες 673. Άλλες πηγές αναφέρουν πολύ μεγαλύτερο αριθμό θυμάτων. Από τα 3.600 σπίτια της πόλης μόνο 18 έμειναν όρθια.
Για τον άμορφο αυτό όγκο που δημιούργησε η ισοπεδωτική δύναμη του σεισμού, ο Ν. Σταυράκης έγραψε χαρακτηριστικά ότι «καθίστατο ευκολωτέρα η διάβασις εκ των θέσεων εφ’ ων την προτέραν ίσταντο οικίαι». Οι βενετικοί ναοί που είχαν μετατραπεί σε τζαμιά είχαν υποστεί σημαντικές ζημιές. Ο ναός του Αγίου Τίτου, τότε Βεζύρ Τζαμί, κατεδαφίστηκε για να χτιστεί λίγο αργότερα με εντολή του Αλή Πασά. Σοβαρές ζημιές είχε υποστεί ο ναός του Αγίου Μηνά (μικρός), καθώς και ο ναός του Αγίου Φραγκίσκου. Η μοναδική ευεργετική πλευρά του σεισμού ήταν η κατακρήμνιση των τουρκικών φυλακών της πόλης και η φυγή των φυλακισμένων οι οποίοι γλίτωσαν τον αναμενόμενο θάνατο, όπως γράφει ο Ν. Σταυρινίδης.
Τα χωριά που πλήγηκαν από το σεισμό ήταν οι Βούτες με 42 θύματα, τα Καλέσα, το Πενταμόδι, το Πετροκέφαλο, η Κιθαρίδα, οι Ασίτες, ο Άγιος Μύρωνας, η Επισκοπή και τα Αϊτάνια. Από τον γειτονικό νομό Λασιθίου ο σεισμός έβλαψε τα χωριά Μίλατο, Φουρνή και Λίμνες. Ξένοι περιηγητές έκαναν μνεία του σεισμού. Η λαϊκή μούσα θα πει μεταξύ των άλλων: «Τρία λεπτά βοά η γης, καπνός ‘πο κάτω βγαίνει».
1926 Ιουνίου 26. Ένας νέος σεισμός των 7,6 ρίχτερ με το όνομα «παγκόσμιος» πλήττει την Κρήτη με μεγαλύτερο θύμα και πάλι το νομό Ηρακλείου. Θύματα δεν σημειώνονται. Αναφέρονται μόνο τραυματισμοί. Οι απογευματινές ώρες που σημειώθηκε ο σεισμός, έπαιξαν τον σωστικό τους ρόλο. Ζημιές έπαθαν το αρχαιολογικό μουσείο, ο Άγιος Μηνάς, ο Άγιος Τίτος και ο Άγιος Κωνσταντίνος. Την κρισιμότητα του σεισμού υπογραμμίζει ο Έβανς που βρισκόταν τότε στο Ηράκλειο.
Τα χωριά που πλήγηκαν και στα οποία σημειώθηκαν καταρρεύσεις ή άλλες επικίνδυνες βλάβες που τα καθιστούσαν ακατοίκητα ήταν εκείνα που κατά το μεγαλύτερο μέρος τους είχαν πληγεί και από τον προηγούμενο σεισμό του 1856. Στην πόλη του Ηρακλείου καταρρεύσανε εντελώς 52 οικίες, 107 έμειναν επικίνδυνα ετοιμόρροπες, 295 απλά ετοιμόρροπες και 195 παρουσίασαν ρωγμές. Οι συνολικές ζημιές της πόλης υπολογίστηκαν σε 20.000.000 και του νομού σε 52.240.000 δρχ.
Αλλά και οι σεισμοί των ετών 1930 και 1935 επιφέρανε αρκετές καταστροφές, όπως ανέγραψε και ο τύπος της εποχής.
Στις μέρες μας αφυπνίστηκε και πάλι ο Εγκέλαδος και ωρυόμενος επέλεξε για τη δράση του την περιοχή του Αρκαλοχωρίου. Αφαίρεσε τη ζωή ενός ανθρώπου, περιορίζοντας τελικά το καταστροφικό του έργο, στον τομέα της οικοδομής. Εκατοντάδες σπίτια κατέρρευσαν και άλλα έμειναν ακατοίκητα. Η παραπέρα πορεία είναι η ενίσχυση και ενδυνάμωση των ψυχικών αποθεμάτων των κατοίκων που επλήγησαν για το ξανακτίσιμο των σπιτιών τους με τις σύγχρονες τεχνικές προδιαγραφές. Η κυβέρνηση επιβάλλεται να επιδείξει το απαραίτητο ενδιαφέρον και την απόλυτη συμπαράσταση για τη θεραπεία των πληγών των κατοίκων του Αρκαλοχωρίου και των όμορων χωριών.
* Ο Γ. Παναγιωτάκης είναι συγγραφέας, ιστορικός ερευνητής
Πηγή: patris.gr