του Πέτρου Μηλιαράκη*
ΣΤΟ ΣΥΡΙΖΑ ανατέθηκε η διακυβέρνηση της χώρας με το κυρίως «σύνθημα»: «πρώτη φορά αριστερά». Βεβαίως η κυβερνητική θητεία των περίπου τεσσάρων (4) ετών μέχρι σήμερα, στο πλαίσιο του κρατούντος ιδεολογικοπολιτικού δόγματος στον ευρωπαϊκό χώρο, μετατόπισε το ΣΥΡΙΖΑ ως κομματικό σχηματισμό σε δεξιότερα πεδία της πολιτικής. Οποιος αμφισβητεί αυτή την αλήθεια είτε λαϊκίζει είτε εθελοτυφλεί.
Παρά ταύτα εγείρεται το ερώτημα, εάν πράγματι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει μετασχηματιστεί σε «κεντροαριστερό υποκείμενο».
Όποιος μπορεί να συνομιλεί με αρκετά από τα πρόσωπα που στελεχώνουν το ΣΥΡΙΖΑ ή (και) απαρτίζουν τον κυβερνητικό του σχηματισμό, με δυσκολία μπορεί να πιστέψει ότι τα άτομα αυτά έχουν μετατοπιστεί σε δεξιότερα πεδία ιδεολογίας και τούτο ανεξαρτήτως των κυβερνητικών επιλογών ή της κυβερνητικής πρακτικής. Έτσι, υπάρχει η «ιδιομορφία» τα άτομα αυτά να διακατέχονται από μια αριστερή αντίληψη-ιδεολογία, αλλά ως κυβέρνηση να υποχρεώνονται να υποστηρίζουν ή να εφαρμόζουν πολιτικές που υπό άλλες συνθήκες δεν μπορούσαν να διανοηθούν.
Με τούτο το «ιδιόμορφο» δεδομένο, πράγματι τίθεται το ερώτημα εάν ο ΣΥΡΙΖΑ ως κόμμα αφορά κεντροαριστερή εκδοχή ή όχι.
- η απάντηση στο ερώτημα
Η απάντηση στο ερώτημα μπορεί να συμπυκνωθεί στα εξής:
Η ιδεολογία του χώρου φαίνεται να είναι η λογική της ανανεωτικής αριστεράς στο πλαίσιο όμως πολιτικών που δεσμεύουν τη χώρα. Εφαρμόζεται δε σε κυβερνητικό επίπεδο η πολιτική κανόνων που υπερισχύουν των πολιτικών προθέσεων και της ιδεολογίας.
Το πολύ «περίεργο» δε στην υπόθεση είναι, ότι πράγματι αριστεροί στην ιδεολογία, της ανανεωτικής πάντοτε αριστεράς, εφαρμόζουν με την ίδια ευκολία ή σε τελευταία ανάλυση με δυσφορία, την πολιτική που ανεπιφυλάκτως θα εφάρμοζαν πολιτικά πρόσωπα του κεντρώου ή δεξιού χώρου.
Το «υποκείμενο –ΣΥΡΙΖΑ» είναι και παραμένει κόμμα της ανανεωτικής αριστεράς. Συνεπώς για να απαντήσει πειστικά ως φορέας πολιτικής, στο ερώτημα εάν είναι ή έστω και στο κατά πόσο μπορεί να μετεξελιχθεί σε «κεντροαριστερά» (και συνεπώς να διεμβολίσει τα λοιπά κόμματα του κέντρου και της δεξιάς), αφορά απάντηση ιδιαιτέρως δυσχερή. Ο ΣΥΡΙΖΑ για να απαντήσει πειστικά στο συγκεκριμένο ερώτημα, θα πρέπει: α) να διευρυνθεί με τα αναγκαία πρόσωπα ή συλλογικότητες που εκφράζουν το συγκεκριμένο χώρο και β) να διαμορφώσει πολιτικές που αντιστοιχούν στις ανάγκες του μεσαίου χώρου –όπως παρακάτω γίνεται αναφορά.
Η διεύρυνση αυτή εάν λάβει χώρα και εάν οι εσωκομματικοί σχηματισμοί του ΣΥΡΙΖΑ το επιτρέψουν(!) τότε θα εμφανισθεί το ιδιόμορφο πολιτικό φαινόμενο, αντί να υπάρχει συμμαχία κυβερνητική, δηλαδή συμμαχία ετέρων, να ενσωματώνονται συνεργασίες προσώπων και οργανώσεων και έτσι να διευρύνεται η εκλογική βάση και κυρίως να μετασχηματίζεται η ιδεολογική ταυτότητα του εν γένει σχηματισμού. Κατά πόσο μια «τέτοια διεύρυνση» μπορεί να ανατρέψει στο πολιτικό σκηνικό, προτεραιότητες και επιλογές του εκλογικού σώματος, δεν μπορεί ακόμη τουλάχιστον να απαντηθεί, εάν δεν προσδιορισθεί ποιός είναι ο «μεσαίος χώρος» σήμερα και ποιούς αφορά και ως εκ τούτου ποιές θα πρέπει να είναι οι προτάσεις πολιτικών στο χώρο αυτό.
- οι διαστρωματώσεις
Οι σύγχρονες κοινωνίες ασφαλώς εξακολουθούν να έχουν την κατ’ αρχήν βασική «ταξική αντίθεση». Ωστόσο οι σύγχρονοι κοινωνικοί σχηματισμοί κατά το μάλλον και μάλλον είναι διαρθρωμένοι και σε επιμέρους διαστρωματώσεις, με χαρακτηριστικό τους γνώρισμα τις κοινές κοινωνικές, οικονομικές, ακόμη και πολιτιστικές καταβολές και αναφορές.
Στη βασική ταξική αντίθεση παρεμβάλλεται ασφαλώς ο «μεσαίος χώρος». Προφανές είναι δε ότι ο «μεσαίος χώρος» συνιστά ιδιαίτερες διαστρωματώσεις πολιτών που αν και κατά τεκμήριο διαβιούν με σχετική άνεση, εν τούτοις ανήκουν όχι μόνο στους «μη κατέχοντες» αλλά και στους «κατεχόμενους».
Από τότε που στις παραγωγικές διαδικασίες έγιναν πραγματικότητα με τις δυναμοηλεκτρικές μηχανές (1867), τους κινητήρες εσωτερικής καύσης (1877), το τραμ (1879), τις πετρελαιομηχανές (1891), την ασύρματη επικοινωνία (1901), το αεροπλάνο (1903), την τηλεόραση (1929), τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές (από το 1950 και μετά), είναι προφανές ότι μετεξελίχθηκαν οι παραγωγικές σχέσεις. Όμως οι κοινωνικές δυνάμεις του «μεσαίου χώρου» ουδέποτε έγιναν ιδιοκτήτες των μέσων παραγωγής.
Ο «μεσαίος χώρος» συνεπώς μπορεί να αφορά τους μη κατέχοντες. Ωστόσο στην ιδιομορφία της ελληνικής κοινωνίας των αυτοαπασχολούμενων, των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, των αγροτών και εν γένει των μελών της κοινωνίας που διαβιούν με «σχετική άνεση» συγκροτεί μια «κοινωνική πραγματικότητα» που αφορά άτομα και στρώματα της κοινωνίας που παρά το ότι δεν προέρχονται από «κοινούς τόπους», εν τούτοις (όμως) υποστηρίζουν τα ίδια συμφέροντα που εστιάζουν στο δόγμα: εφόσον στην παρούσα ιστορική φάση δεν μπορεί να υπάρξει επάνοδος των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση, τότε επιβάλλεται να παγιωθεί-σταθεροποιηθεί το παρόν επίπεδο διαβίωσης με την παράλληλη έλλογη ελάφρυνση των δημοσιονομικών βαρών.
Για πρώτη φορά στην κοινωνία συγκροτείται μια «άτυπη συνιστώσα» όπου: συνταξιούχοι μέσου και ανώτερου επιπέδου, δημόσιοι υπάλληλοι και γενικώς όλοι όσοι αμείβονται από τον κρατικό προϋπολογισμό ή τους δημόσιους φορείς, προσδοκούν στην σταθερότητα της παρούσας κατάστασης. Παραλλήλως «παρίστανται» όσοι δρουν στα μικρομεσαία επίπεδα της οικονομίας και προσδοκούν σταθερότητα της κατάστασης με ελάφρυνση της φοροδοτικής τους προσφοράς –επιβάρυνσης.
Ταυτοχρόνως όμως υφίσταται και μια άλλη παράμετρος της κοινωνίας, που αφορά στους ανέργους. Πρέπει δε και η παράμετρος αυτή να αντιμετωπισθεί: α) μέσω ειδικών προνοιών του ΟΑΕΔ και β) μέσω επαναφοράς έλλογων πιστώσεων του τραπεζικού συστήματος που θα στοχεύουν κυρίως στη στήριξη της μικρομεσαίας παραγωγικής αστικής τάξης.
Τα προαναφερόμενα «σημεία» μπορούν να απευθυνθούν στο ακροατήριο του «μεσαίου χώρου. Πολλώ δε μάλλον εάν υλοποιούνται μέσω κυβερνητικής πολιτικής. Με τούτα τα δεδομένα ο ΣΥΡΙΖΑ χωρίς να μετατοπίζεται ιδεολογικά ως φορέας, μπορεί να θεωρηθεί και ως «εκδοχή της κεντροαριστεράς». Τέλος:
Ως προς το Κίνημα Αλλαγής που λόγω ιστορικής παράδοσης μπορεί να θεωρηθεί, αλλά και να διεκδικείται από πλευράς του, ότι είναι το αυθεντικό κόμμα της «κεντροαριστεράς», καθώς και ως προς τη Νέα Δημοκρατία που έχει φιλοδοξίες να διεμβολίσει το «χώρο του κέντρου» και εν πάση περιπτώσει να εμφανισθεί ως «κεντροδεξιά», αφορούν πολιτικά υποκείμενα που θα μας απασχολήσουν σε προσεχές κείμενο.
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ
«πράγματι τίθεται το ερώτημα εάν ο ΣΥΡΙΖΑ ως κόμμα αφορά κεντροαριστερή εκδοχή ή όχι».
——————————————–
* Ο Πέτρος Μηλιαράκης δικηγορεί στα Ανώτατα Ακυρωτικά Δικαστήρια της Ελλάδας και στα Ευρωπαϊκά Δικαστήρια του Στρασβούργου και του Λουξεμβούργου (ECHR και GC- EU).