Της Μαρίας Μαυρουδή
Δυστυχώς τα τέσσερα Ευαγγέλια δε δίνουν αρκετές πληροφορίες για την καταγωγή και τη γέννηση της Θεοτόκου. Τις πληροφορίες που γνωρίζουμε τις αντλούμε από το απόκρυφο Πρωτευαγγέλιο του Ιακώβου (2ος αιώνας), στο οποίο αναφέρεται ότι η Θεοτόκος γεννήθηκε στα Ιεροσόλυμα με θαυματουργικό τρόπο από μια ενάρετη ηλικιωμένη γυναίκα, την Άννα μετά από επίμονες δεήσεις προς τον Θεό, αυτής και του συζύγου της, Ιωακείμ.
Η γιορτή της γέννησης της Θεοτόκου καθιερώθηκε για πρώτη φορά στα τέλη του 5ου αιώνα ή στις αρχές του 6ου αιώνα στα Ιεροσόλυμα και από εκεί άρχισε σταδιακά να διαδίδεται σε όλη τη χριστιανική Ανατολή. Η εισαγωγή της στη Ρώμη έγινε στα τέλη του 7ου αιώνα από τους Έλληνες μοναχούς που βρήκαν καταφύγιο στην Ιταλία μετά τους διωγμούς των Αράβων. Πρώτος από όλους ο πάπας Σέργιος Α’ (687-701) την καθιέρωσε ως επίσημη γιορτή και την περιέλαβε μαζί με άλλες θεομητορικές εορτές στο εορτολόγιο της Δυτικής Εκκλησίας. Τον 11ο αιώνα η γιορτή της γέννησης της Θεοτόκου είχε επικρατήσει σε ολόκληρη τη Χριστιανοσύνη.
Η γιορτή αυτή κατέχει επίσης σημαντική θέση στην υμνογραφία της Ορθόδοξης Χριστιανικής Εκκλησίας. Εξαιρετικοί υμνογράφοι (ο Σέργιος και ο Στέφανος Αγιοπολίτες, ο Γερμανός Α’ Κωνσταντινουπόλεως, ο Ρωμανός ο Μελωδός, ο Ιωσήφ Υμνογράφος) έχουν γράψει ιδιόμελα, κανόνες και κοντάκια, που ψάλλονται κατά την ημέρα της συγκεκριμένης γιορτής. Παράλληλα, οι διηγήσεις για τη γέννηση της Θεοτόκου έχουν καταλάβει ξεχωριστή θέση στην εκκλησιαστική ζωγραφική. Εικόνες εκλεκτής τέχνης υπάρχουν στο Άγιο Όρος, στον Μυστρά και την Κρήτη, ενώ αξιόλογα μωσαϊκά υπάρχουν στη Μονή του Δαφνίου (Αθήνα) και στο τζαμί Καχριέ στην Κωνσταντινούπολη.