Γράφει ο Μανώλης Ψαρουδάκης*
Οι ευρωπαϊκές οικονομίες λόγω των περιοριστικών μέτρων (lockdowns), έχουν εισέλθει σε ένα κύκλο πολλαπλών επιπτώσεων οι οποίες επηρεάζουν μια σειρά από κλάδους, προφανώς περισσότερο αυτούς που βασίζονται στην άμεση διαπροσωπική επαφή (λιανικό εμπόριο, εστίαση, τουρισμός κλπ). Σε κάθε περίπτωση, εξετάζοντας τα σχετικά δεδομένα (σε επίπεδο κύκλου εργασιών, για παράδειγμα), γίνεται φανερό ότι οι αρνητικές επιπτώσεις της πανδημίας συνεχίζονται και κατά την τρέχουσα περίοδο.
Είναι χαρακτηριστικό το ότι ο κύκλος εργασιών του Ελλ. Εμπορίου το πρώτο τρίμηνο 2021 ανήλθε σε 10,9 δισ. ευρώ, σημειώνοντας πτώση της τάξης του 4,9% σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο 2020, όπου είχε διαμορφωθεί σε 11,5 δισ. ευρώ. Το στοιχείο αυτό και μόνο, δείχνει πως παρά τη σημαντική μεγέθυνση του ηλεκτρονικού εμπορίου η καθίζηση του τζίρου του κλάδου συνεχίζεται.
Όμως πέρα από τις, συχνά δραματικές βραχυπρόθεσμες συνέπειες της κρίσης (σε επιχειρηματικό κλίμα, απασχόληση, μείωση πωλήσεων, αύξηση ιδιωτικού χρέους κλπ.), επωάζεται μια σειρά ευρύτερων μεταλλαγών στο εύθραυστο, λόγω πανδημίας, οικοσύστημα της αγοράς. Από ότι διαφαίνεται η πανδημία παράγει μια σειρά μακροπρόθεσμων δομικών αλλαγών οι οποίες αναμένεται να μεταβάλλουν τόσο τα καταναλωτικά όσο και τα επιχειρηματικά πρότυπα, μεταστρέφοντας την καταναλωτική συμπεριφορά αλλά και την ίδια τη λειτουργία των επιχειρήσεων.
Μια (πρόδηλη) από αυτές τις μεταλλαγές είναι ότι, σταθερά πλέον οι καταναλωτές στρέφονται προς στις ηλεκτρονικές αγορές, με τα ηλεκτρονικά καταστήματα να αποτελούν ήδη ένα συστατικό στοιχείο του λιανικού εμπορίου. Η μεταστροφή αυτή φέρνει στο προσκήνιο, περισσότερο από ποτέ άλλοτε, το πρότυπο του «ορθολογικού καταναλωτή» ο οποίος αναζητά με πάθος τον καλύτερο συνδυασμό τιμής και ποιότητας.
Είναι χαρακτηριστικό πως, σύμφωνα με έρευνα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στα τέλη του 2020, επτά στους δέκα καταναλωτές πραγματοποίησαν διαδικτυακές αγορές κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Ακόμα και στην ελληνική περίπτωση όπου η εμβάθυνση του ηλεκτρονικού εμπορίου είναι αρκετά χαμηλότερα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, οι επιχειρήσεις ηλεκτρονικού εμπορίου (e-commerce) αύξησαν τις πωλήσεις τους κατά 43,2% για το πρώτο τρίμηνο του 2021 σε σχέση με το αντίστοιχο του 2020. Αντίστοιχα, παραδοσιακές κατηγορίες του λιανικού εμπορίου, όπως η υπόδηση και η ένδυση, συνεχίζουν να καταγράφουν σημαντική πτώση (-33,2% και -30,6% αντίστοιχα).
Όμως παρά την δραματική αυτή πτώση του κύκλου εργασιών, η πραγματικότητα δείχνει ότι το ηλεκτρονικό εμπόριο δεν μπορεί τελικά να υποκαταστήσει το τοπικό ‘φυσικό κατάστημα’ το οποίο μοιάζει να ενισχύεται και πάλι, κατά την σταδιακή επιστροφή προς την κανονικότητα.
Μια δεύτερη μεταλλαγή, που επιταχύνει η έλευση της πανδημίας, είναι η στροφή προς τα βιώσιμα καταναλωτικά πρότυπα και την αγορά προϊόντων με φιλοπεριβαλλοντικό αποτύπωμα. Σύμφωνα με την έρευνα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το 56% των καταναλωτών δηλώνει ότι οι περιβαλλοντικές τους ανησυχίες αποτέλεσαν έναν σημαντικό παράγοντα για την αγορά προϊόντων. Παράλληλα το 67% δήλωσε ότι αγόρασε προϊόντα που είναι περισσότερο φιλικά προς το περιβάλλον, ακόμη και αν αυτά είναι ακριβότερα. Το στοιχείο αυτό δείχνει την αυξανόμενη ένταση του πράσινου μετασχηματισμού, ο οποίος φαίνεται πως πρόκειται να ασκήσει σημαντικές επιδράσεις τόσο στα επιχειρηματικά οργανωτικά μοντέλα όσο και στις μεθόδους διακίνησης/εμπορίας των προϊόντων.
Ένα τελευταίο εύρημα της έρευνας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον είναι ότι διαφαίνεται μια τάση των καταναλωτών να πραγματοποιούν τις «φυσικές» αγορές τους πιο κοντά στην κατοικία τους, στηρίζοντας ουσιαστικά τις τοπικές αγορές. Είναι χαρακτηριστικό πως το 81% των ερωτώμενων πραγματοποίησε αγορές εγγύτερα στην κατοικία του στηρίζοντας τοπικές επιχειρήσεις.
Βέβαια αυτό το δεδομένο θα πρέπει να συνεκτιμηθεί σε συνδυασμό με τα υπόλοιπα, καθώς όπως προείπαμε είναι ισχυρή η γενικότερη τάση προσαρμογής σε νέα καταναλωτικά πρότυπα (περιορισμού των κοινωνικών εκδηλώσεων, της τάσης του καταναλωτή να αναζητά τον καλύτερο συνδυασμό τιμής/ποιότητας κλπ).
Πολύ ενδιαφέροντα ευρήματα, ενισχυτικά των ως άνω συμπερασμάτων της έρευνας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής περιλαμβάνονται επίσης στην έρευνα «Future Consumer Index Ελλάδα 2021», της ΕΥ (Ernst & Young) Ελλάδος. Η έρευνα αυτή διεξήχθη με τη συνεργασία της MRB, σε δείγμα Ελλήνων καταναλωτών, μεταξύ 9 και 15 Απριλίου 2021.
Εδώ, μεταξύ των λοιπών ευρημάτων σταχυολογούμε ότι: με δεδομένη την κυρίαρχη ανησυχία για τον αντίκτυπο της πανδημίας στην οικονομία, οι Έλληνες καταναλωτές δηλώνουν ότι ξοδεύουν σήμερα λιγότερο (60%) και αγοράζουν μόνο τα απαραίτητα (43%), ενώ η τιμή των προϊόντων και υπηρεσιών έχει γίνει μακράν το σημαντικότερο κριτήριο αγοράς (67%). Η τάση αυτή δεν αναμένεται να αλλάξει στο εγγύς μέλλον, καθώς η τιμή θα παραμείνει, με διαφορά, το σημαντικότερο κριτήριο για τις αγορές και κατά την επόμενη τριετία (79%).
Ωστόσο, σε αυτό το περιβάλλον αβεβαιότητας για το μέλλον, αρκετοί καταναλωτές δηλώνουν ότι είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν περισσότερο για προϊόντα με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Ανάμεσα σε αυτά, περιλαμβάνονται προϊόντα που παράγονται στην Ελλάδα (34%), προϊόντα υψηλής ποιότητας (30%) και προϊόντα που υπόσχονται άνεση, πρακτικότητα και ευκολία (29%).
Ταυτόχρονα, το σύνολο των καταναλωτών στην Ελλάδα, (όπως και στο εξωτερικό), βίωσαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας δραστικές αλλαγές στον τρόπο που πραγματοποιούν τις αγορές τους, με σημαντική αύξηση του ηλεκτρονικού εμπορίου. Ένας στους δυο καταναλωτές (50%) έχουν την πρόθεση να αυξήσουν τις online αγορές ορισμένων, τουλάχιστον ειδών, μακροπρόθεσμα. Ωστόσο, η στροφή στο ηλεκτρονικό εμπόριο, σε ένα τόσο σύντομο χρονικό διάστημα, βρήκε πολλούς καταναλωτές, αλλά και το λιανεμπόριο και τα κανάλια διανομής, απροετοίμαστους, δημιουργώντας προβληματισμό, κυρίως ως προς τις καθυστερήσεις (49%) και το υψηλό κόστος (47%) παράδοσης. Παράλληλα, αρκετοί καταναλωτές, εξακολουθούν να βρίσκουν συγκριτικά πλεονεκτήματα στα φυσικά καταστήματα.
Ολόκληρη η έρευνα εδώ: https://www.ey.com/el_gr/future-consumer-index/kathos-o-ellinas-katanalotis-allazei-poso-etoimi-einai-i-epixeirisi-sas-na-antapokrithei
Αναμφίβολα λοιπόν, η πανδημία του COVID-19 επιταχύνει ευρύτερους μετασχηματισμούς στην αγορά προωθώντας την προσαρμογή των εμπορικών επιχειρήσεων, ειδικότερα των μικρότερων. Επί του παρόντος όμως, οι μεγάλες επιχειρήσεις, λόγω και της εντονότερης ψηφιοποίησης τους, έχουν κερδίσει ένα σημαντικό μέρος της αγοράς συμπιέζοντας τις μικρότερες.
Είναι παρηγορητικό τουλάχιστον το γεγονός ότι η ευκολότερη πλέον, ψηφιακή προσαρμογή των μικρών επιχειρήσεων, τους δίνει τη δυνατότητα της υιοθέτησης νέων επιχειρηματικών μοντέλων τα οποία αναδύθηκαν στη διάρκεια στης πανδημίας. Αυτά τα μοντέλα είναι που μπορούν να τους προσδώσουν τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της βιώσιμης κατανάλωσης και της τοπικότητας, ικανά να τις διαφοροποιήσουν από τις μεγαλύτερες.
Παρά τις επίμονες ενέργειες και πρωτοβουλίες της ΕΣΕΕ για την ενημέρωση και υποστήριξη τους, παραμένει βασικά στις ίδιες τις μικρές Ελληνικές εμπορικές επιχειρήσεις η κρίσιμη απόφαση του να εκμεταλλευτούν επιτυχώς τη δυνατότητα αυτή. Θα πρέπει να νικήσουμε τη δύναμη της συνήθειας, παρόλο που στη φήμη της είναι ανίκητη, και να επιδιώξουμε τις αναγκαίες αλλαγές που ποτέ, διαχρονικά, δεν έβλαψαν ούτε το εμπόριο.
Ας ελπίσουμε αλλά και ας εργαστούμε γι’ αυτόν τον στόχο.
* Ο Μανώλης Γ. Ψαρουδάκης είναι αντιπρόεδρος της ΕΣΕΕ