του Πέτρου Μηλιαράκη*
Είναι κοινός τόπος ότι το δεύτερο τρίμηνο του 2021 θα είναι καταλυτικό για τις πολιτικές εξελίξεις. Ήδη δε διανύουμε το επίμαχο αυτό τρίμηνο, στο οποίο κυριαρχούν τρία ζητήματα:
- Το κατά πόσο η κοινωνία επανέρχεται σε μία «κανονικότητα»και ως προς τα ζητήματα της δημόσιας υγείας και ως προς την οικονομία,
- Το επίπεδο των ελληνοτουρκικών σχέσεωνκαι οι ενδεχόμενες εξελίξεις και
- Ο συσχετισμός δυνάμεωντων κομμάτων του δημοκρατικού τόξου, σε περίπτωση που ήθελε προκηρυχτούν αιφνιδιαστικές εκλογές. Στην περίπτωση αυτή ο πρωθυπουργός κ. Κυριάκος Μητσοτάκης, προδήλως υποβοηθούμενος και από ένα «ολόκληρο σύστημα» επικοινωνίας – προπαγάνδας – αποπληροφόρησης -παραπληροφόρησης, θα επιδιώξει να αιφνιδιάσει εκλογικά, εάν ο ιός SARS-Cov-2 και η COVID-19 του το επιτρέψουν ή εν πάση περιπτώσει η COVID-19 θα θεωρηθεί ότι είναι σε τέτοια «ύφεση» ή άλλως θα έχει δομηθεί τέτοιο «τείχος ανοσίας», που θα επιτρέπουν ως «συνθήκες» τη διεξαγωγή γενικών βουλευτικών εκλογών.
Εν όψει των προαναφερομένων και με δεδομένο ότι φιλολογείται στους πολιτικούς κύκλους κατ’ ιδίαν, αλλά και στα ΜΜΕ δημοσίως, το ενδεχόμενο αιφνίδιων εκλογών, αδιστάκτως προκύπτει ότι τον κ.πρωθυπουργό κατατρέχει το «δίλημμα» να αξιοποιήσει (ή όχι) τις συνταγματικές πρόνοιες, ώστε να οδηγήσει το εκλογικό σώμα στις κάλπες. Αυτό το «δίλημμα» εάν δεν επιλυθεί, μπορεί να είναι καίριο και κρίσιμο για την περαιτέρω πολιτική σταδιοδρομία του κ.πρωθυπουργού. Αντίστοιχο «δίλημμα» αντιμετώπισε και ο πατέρας του Κωνσταντίνος Μητσοτάκης.
Με αυτό ως πρόκριμα, ας εστιάσουμε και ό,τι εστιάζεται, ως εξής:
ΤΟ «ΔΙΛΗΜΜΑ» ΤΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗ
Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης ανήκει στους επιφανείς πολιτικούς του παρελθόντα αιώνα, ανεξαρτήτως των απόψεων που μπορεί να έχει ο καθένας (αρνητικές ή θετικές) ή τους παραπικρασμούς που μπορεί να συνοδεύουν την πορεία του στο δημόσιο βίο. Αντικείμενο του παρόντος κειμένου δεν είναι δι’ αυτού να αξιολογηθεί ιστορικά ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης. Αυτό αφορά στην πολιτική ιστορία και στους μελλοντικούς ιστορικούς. Εκείνο, όμως, που μπορεί να επισημειωθεί είναι ότι ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης προερχόμενος από την ιστορική παράταξη του Κόμματος των Φιλελευθέρων και την προδικτατορική Ένωση Κέντρου, προαλειφόταν για την ηγεσία του χώρου και την ενδεχόμενη πρωθυπουργία. Το ατυχές, όμως, γι’ αυτόν ήταν ότι «αιφνιδιάστηκε» από την καταλυτική παρουσία μίας χαρισματικής και με ηγετικά προσόντα προσωπικότητας. Αναφέρομαι στην παρέμβαση στα πολιτικά πράγματα του Ανδρέα Παπανδρέου. Δεν θα παρασυρθούμε, όμως, σε περαιτέρω αναλύσεις επ’ αυτού.
Αφού αναφέρουμε ότι ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης προσπάθησε να ιδρύσει κόμμα, το οποίο μετά δυσκολίας τον έφερε στη Βουλή το 1977, μεταπήδησε (με τον Θανάση Κανελλόπουλο) στο ήδη υπάρχον κόμμα της Νέας Δημοκρατίας, στο πλαίσιο μίας «διεύρυνσης» που επέλεξε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, επιδιώκοντας την κοινοβουλευτική πλειοψηφία για το αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας. Εκεί «τα βρήκε έτοιμα» ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης και αφού απέτυχαν οι Γεώργιος Ράλλης και Ευάγγελος Αβέρωφ – Τοσίτσας, «ήρθε η ώρα του», που και πάλι με μεγάλη δυσκολία δια των εκλογών του 1990 αναδείχθηκε στη θέση του πρωθυπουργού.
Όταν ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης ορκίστηκε πρωθυπουργός το 1990, ελάχιστοι αμφέβαλλαν για την μακροχρόνια παραμονή του στην εξουσία. Ωστόσο, πέραν των λοιπών σφαλμάτων στις πολιτικές του και των αρνητικών επιλογών του, ιδίως ως προς τα κοινωνικά δικαιώματα των πολιτών, του προέκυψε αιφνιδίως(!) ένας ιδιότυπος «πολιτικός ιός», που προκαλούσε «μόλυνση» στην πολιτική ζωή του τόπου, ήτοι το λεγόμενο «Μακεδονικό». Το «Μακεδονικό» δεν μπορούσε να προβλεφθεί προεκλογικά στην περίοδο 1989-1990, ούτε να συνεκτιμηθεί ως «αντικείμενο» που θα επιβάρυνε την πολιτική ζωή υπό τις συνθήκες που ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης θα κυβερνούσε τη χώρα.
ΟΙ ΕΚΛΟΓΕΣ ΤΟΥ 1993 ΚΑΙ Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ «ΔΙΛΗΜΜΑΤΟΣ»
Οι συνθήκες, υπό τις οποίες ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης απώλεσε την πρωθυπουργία, αλλά και την ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας, αφορούν γνωστά γεγονότα. Εκείνο, όμως, που αποκάλυψε με απόλυτα σαφή λόγο ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης (εάν δεν με απατά η μνήμη μου), στο δημοσιογράφο Νίκο Χατζηνικολάου δύο ημέρες πριν τις εκλογές του 1993, ήταν η απάντησή του στο ερώτημα «εάν έχετε σε κάτι μετανιώσει(;) εάν έχετε κάνει κάποιο λάθος;».
Επ’ αυτού, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης απάντησε (εάν και πάλι δεν με απατά η μνήμη μου), συνομολογώντας ήδη την ήττα του, ότι:
«μετανόησε» (sic), και «ήταν λάθος του»(sic), που «δεν προκήρυξε εκλογές αμέσως μετά το “Πακέτο Πινέιρο”»(sic). Υπ’ όψιν ότι το «Πακέτο Πινέιρο» (Μάρτιος-Απρίλιος 1992) αφορούσε μία κατ’ αρχάς και κατ’ αρχήν συμφωνία για το λεγόμενο «Μακεδονικό».
Όσοι ενθυμούνται την περίοδο εκείνη, έλαβαν χώρα έντονες συζητήσεις εάν θα «αιφνιδίαζε» ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης με εκλογές, τις οποίες σίγουρα θα κέρδιζε και εξ αιτίας των οποίων θα ήταν αβέβαιη η τύχη του μετεκλογικού ΠΑΣΟΚ, ως εν συνόλω οργανωμένου κόμματος…
Υπ’ όψιν, επίσης, ότι το «Σχέδιο Συνθήκης» («Πακέτο Πινέιρο»), περιλάμβανε και δύο πρόσφορα σημεία για αξιοποίηση προεκλογικής εκμετάλλευσης, έναντι των «Μακεδονομάχων», μεταξύ των οποίων και ότι:
«Το κάθε κράτος-μέλος αναλαμβάνει την υποχρέωση να σέβεται την κυριαρχία, εδαφική ακεραιότητα και πολιτική ανεξαρτησία του άλλου.» (άρθρο 2) και ότι:
«Τα δύο κράτη-μέλη θα απέχουν από απειλές ή τη χρήση βίας που αποσκοπεί στην παραβίαση των κοινών υφιστάμενων συνόρων, σύμφωνα με τους σκοπούς και αρχές του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και συμφωνούν ότι κανένα από αυτά δε θα εκφράσει ή θα υποστηρίξει διεκδικήσεις σε κανένα τμήμα της επικράτειας του άλλου κράτους ή διεκδικήσεις για την αλλαγή των υφιστάμενων συνόρων.»(άρθρο 3).
Επίσης, πέραν των προαναφερόμενων δύο καίριων σημείων, στο σχετικό «Σχέδιο Επιστολής» που αφορούσε στο «Πακέτο Πινέιρο» περιλαμβάνονταν οι δεσμεύσεις-πρόνοιες της παραγράφου «δ»ότι: «κάθε πράξη εχθρικής δραστηριότητας ή προπαγάνδας εναντίον της Ελλάδας που είναι πιθανό να διεγείρουν βία, μίσος και εχθρότητα εναντίον του Ελληνικού Λαού, και θα προσέβαλαν τις πολιτιστικές και ιστορικές του αξίες δεν ήταν συμβατές με την επίλυση του όλου ζητήματος.».
Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, απ’ ό,τι αποδείχθηκε, δεν τόλμησε αυτό που σκέφτηκε και που μπορούσε να πράξει.
ΤΙ ΘΑ ΠΡΑΞΕΙ ΑΡΑΓΕ Ο ΥΙΟΣ;
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, σε αντίθεση με τους μακροχρόνιους αγώνες του πατέρα του, «τα βρήκε όλα έτοιμα». Για να είμαστε, όμως, δίκαιοι και εντός του πλαισίου της έννομης τάξης, ο Κυριάκος Μητσοτάκης κατόρθωσε να εκλεγεί –αντιπαρατιθέμενος με άλλους ανθυποψηφίους – στη θέση της ηγεσίας της Νέας Δημοκρατίας και στη συνέχεια, με τη συναίνεση της πλειοψηφίας του Ελληνικού Λαού, πέτυχε να αναδειχθεί στο αξίωμα του πρωθυπουργού. Το ενδιαφέρον, όμως, είναι, παρά που «η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται», ότι πέραν των λοιπών σφαλμάτων στις πολιτικές του και των αρνητικών επιλογών του, ιδίως ως προς τα κοινωνικά δικαιώματα των πολιτών (όπως, άλλωστε, συνέβαινε και με τον πατέρα του) και στον υιό Μητσοτάκη «έτυχε»(!) ένα αιφνίδιο, απρόβλεπτο και μη συμπεριλαμβανόμενο στα προεκλογικά δεδομένα γεγονός, ήτοι ο ιός SARS-Cov-2 που δημιουργεί την COVID-19.
Η ΙΣΤΟΡΊΑ ΘΑ ΔΕΊΞΕΙ!
Θα έχει ιστορικό ενδιαφέρον, εάν σε κάποια συνέντευξή του στο εγγύς (ή απώτερο) μέλλον(!), ο σημερινός πρωθυπουργός επαναλάβει τα του «διλήμματος» και τα του «σφάλματος» του πατρός είτεότι δεν το τόλμησε και μετανόησε είτε ότι το τόλμησε και μετανόησε! Τα «διλήμματα» έχουν τα κόστη τους! Η ιστορία θα δείξει!
*Ο Πέτρος Μηλιαράκης δικηγορεί στα Ανώτατα Ακυρωτικά Δικαστήρια της Ελλάδας και στα Ευρωπαϊκά Δικαστήρια του Στρασβούργου και του Λουξεμβούργου (ECHR και GC – EU).