Ανακοίνωση σχετικά με τις αναφορές για την εμφάνιση θρόμβωσης και τα εμβόλια εξέδωσε ο Ελληνικός Οργανισμός Εγκεφαλικών.
Όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση, ως προς τη «θρόμβωση των φλεβωδών κόλπων του εγκεφάλου, που συνδυάζεται με επαγόμενη από τον εμβολιασμό για COVID-19 θρομβοπενία», ο Ελληνικός Οργανισμός Εγκεφαλικών επισημαίνει τα εξής:
«Τα εμβόλια της Janssen (Johnson & Johnson) και της AstraZeneca περιέχουν μη αναπαραγόμενο ιικό φορέα, δηλαδή ένα κέλυφος αδενοϊού, που περιέχει DNA, το οποίο κωδικοποιεί την πρωτεΐνη-ακίδα του SARS-CoV‑2. Έχει διατυπωθεί η άποψη ότι τμήματα DNA από τα προσβεβλημένα με αδενοϊό κύτταρα προσδένονται στον παράγοντα αιμοπεταλίων 4 (platelet factor 4; PF4) και διεγείρουν την παραγωγή αυτοαντισωμάτων.
Το συνηθέστερο σύμπτωμα των γυναικών που εμφάνισαν το σύνδρομο, μετά τον εμβολιασμό με Janssen, ήταν η κεφαλαλγία. Άλλα συμπτώματα που έχουν αναφερθεί είναι πυρετός, φρίκια, έμετοι, λήθαργος, άλγος στη ράχη, μυαλγίες, ημιπάρεση, αφασία, αγνωσία και απώλεια αισθήσεων.
Επιπρόσθετα, δυο ασθενείς εμφάνισαν κοιλιακό άλγος, εξαιτίας θρόμβωσης της πυλαίας φλέβας. Η έναρξη των συμπτωμάτων παρατηρήθηκε 6-13 ημέρες από τον εμβολιασμό και το ηλικιακό εύρος ήταν 18-48 έτη.
Παρόμοιες είναι και οι αναφορές από την Ευρώπη για την εμφάνιση θρομβοπενίας και φλεβοθρόμβωσης, μετά τον εμβολιασμό με Astra Zeneca.
Τα συμπτώματα εμφανίσθηκαν 5-24 ημέρες μετά την πρώτη δόση του εμβολίου και όλοι οι ασθενείς είχαν θρομβοπενία. Το ηλικιακό εύρος που έχει καταγραφεί στις διάφορες χώρες είναι 21-77 έτη, με υπεροχή των γυναικών.
Εκτός από τα περιστατικά εν τω βάθει φλεβοθρόμβωσης και πνευμονικής εμβολής, έχουν αναφερθεί και περιπτώσεις θρόμβωσης φλεβωδών κόλπων του εγκεφάλου, θρόμβωση πυλαίας φλέβας, ισχαιμικό εγκεφαλικό επεισόδιο από θρόμβωση της μέσης εγκεφαλικής αρτηρίας και αμφοτερόπλευρη αιμορραγία των επινεφριδίων, που αποδόθηκε σε έμφρακτο.
Ο διαγνωστικός έλεγχος επί υποψίας του συνδρόμου περιλαμβάνει την απεικόνιση με μαγνητική ή αξονική φλεβογραφία και εργαστηριακό έλεγχο, συγκεκριμένα γενική αίματος με μέτρηση αιμοπεταλίων και περιφερικό πλακάκι, χρόνο προθρομβίνης, χρόνο μερικής θρομβοπλαστίνης, δ-διμερή, ινωδογόνο και αντισώματα κατά του PF4 με ELISA.
Τα δεδομένα, αναφορικά με τη βέλτιστη αντιμετώπιση του συνδρόμου, είναι περιορισμένα και οι συστάσεις, σε γενικές γραμμές, ακολουθούν αυτές της θεραπείας της θρομβοπενίας, που επάγεται από ηπαρίνη (heparin-induced thrombopenia; HIT), καθώς οι δύο νοσολογικές οντότητες έχουν σημαντικές ομοιότητες. Οπωσδήποτε χρειάζεται συνεργασία πολλών ειδικοτήτων για την καλύτερη δυνατή αντιμετώπιση αυτών των ασθενών.
Συστήνεται η χορήγηση ενδοφλέβιας ανοσοσφαιρίνης σε δόση 1 mg/kg βάρους σώματος καθημερινά για δύο ημέρες, αφού σταλεί έλεγχος για την ύπαρξη αντισωμάτων κατά του PF4. Κάποιοι ειδικοί συστήνουν και τη χορήγηση στεροειδών.
Όσον αφορά την αντιπηκτική αγωγή, πρέπει να αποφεύγεται η χορήγηση ηπαρίνης και παραγώγων της και εναλλακτικά προτείνονται το argatroban, η μπιβαλιρουδίνη, το danaparoid, το fondaparinux ή τα νεότερα από του στόματος αντιπηκτικά σε θεραπευτική δόση.
Σε περιπτώσεις βαριάς θρομβοπενίας (<20,000/mm3) ή ύπαρξης χαμηλού ινωδογόνου, μπορεί να χρειαστεί τροποποίηση της δόσης.
Σημειώνεται ότι η χορήγηση αντιπηκτικής αγωγής, σε περίπτωση θρόμβωσης των φλεβωδών κόλπων του εγκεφάλου, είναι απαραίτητη ακόμα και παρουσία δευτεροπαθούς ενδοκράνιας αιμορραγίας, καθώς η πρόληψη επέκτασης της θρόμβωσης είναι απαραίτητη για να ελεγχθεί η αιμορραγία.
Σε βαρέως πάσχοντες ασθενείς, προτιμώνται τα παρεντερικά σκευάσματα με μικρή διάρκεια δράσης. Η μετάγγιση αιμοπεταλίων πρέπει να αποφεύγεται. Εφόσον αποκατασταθεί ο αριθμός των αιμοπεταλίων, οι περισσότεροι ασθενείς μπορούν να συνεχίσουν την αγωγή τους με ένα από του στόματος αντιπηκτικό, εφόσον δεν υπάρχει αντένδειξη. Ορισμένοι ειδικοί προτείνουν τα νεότερα αντιπηκτικά, αντί των ανταγωνιστών της βιταμίνης Κ, κυρίως εξαιτίας του χαμηλότερου κινδύνου εμφάνισης εγκεφαλικής αιμορραγίας.
Η COVID-19 είναι μια καινούρια και πολύπλοκη νοσολογική οντότητα, για την οποία οι γνώσεις είναι ως ένα βαθμό ελλιπείς. Ωστόσο, ως ιατρική κοινότητα οφείλουμε να είμαστε ενημερωμένοι και να παρέχουμε σωστή πληροφόρηση στους ασθενείς μας.
Επιπρόσθετα, οφείλουμε να ενημερώνουμε τους κατάλληλους φορείς για τυχόν ανεπιθύμητες ενέργειες από τον εμβολιασμό για COVID-19».
Πηγή: in.gr