Η Κάνεβος είναι ένας ορεινός οικισμός, 50 περίπου κατοίκων, στον Δήμο Αγίου Βασιλείου στο Ρέθυμνο. Η φυσιογνωμία της μικρής αυτής κοινότητας, αλλάζει εντελώς τους καλοκαιρινούς μήνες, καθώς επιστρέφουν στα πάτρια εδάφη, οι “ξενιτεμένοι”. Η Κάνεβος, φυσικά, δεν είναι η μοναδική περίπτωση ορεινού χωριού που “ζωντανεύει” το καλοκαίρι. Το φαινόμενο αυτό, συναντάται σχεδόν σε όλες τις περιοχές της χώρας, αφού πολλοί είναι εκείνοι, κυρίως μόνιμοι κάτοικοι των μεγάλων αστικών κέντρων, που επιλέγουν να επιστρέψουν στα χωριά της καταγωγής τους για να ξεκουραστούν, να αλλάξουν παράστάσεις και να φροντίσουν τις περιουσίες τους.
Τη διάσταση αυτή των ορεινών χωριών και οικισμών με τους ελάχιστους μόνιμους κατοίκους που “ζωντανεύουν” το καλοκαίρι αναδεικνύει το kathimerini.gr, παρουσιάζοντας την περίπτωση του οικισμού αυτού του νομού Ρεθύμνου, όπως επίσης της Άνω Κώμης Κοζάνης, της Λεκάνης και του Κεχρόκαμπου Καβάλας, ή των Αγνάντων στα Τζουμέρκα.
Όπως επισημαίνεται στο σχετικό δημοσίευμα «από τη μια άκρη της Ελλάδας μέχρι την άλλη, η ιστορία επαναλαμβάνεται. Χωριά που μοιάζουν ακίνητα τον χειμώνα, παίρνουν ζωή για λίγο. Μια κοινωνία από απόδημους, μόνιμους και περαστικούς που δημιουργεί κοινότητες, φτιάχνει φιλίες, μοιράζεται στιγμές. Και όταν όλα αυτά σβήσουν με τον Σεπτέμβρη, μένουν οι αναμνήσεις και η ανυπομονησία για το επόμενο καλοκαίρι».
Η επιστροφή στην Κάνεβο
Φιλοξενώντας τη μαρτυρία της Όλγας, η οποία κάθε Μάιο επιοστρέφει στο χωριό της όπου και παραμένει μέχρι το φθινόπωρο, το kathimerini.gr αναφέρει:
«Η Ολγα ταξιδεύει κάθε Μάιο από την Αθήνα στην Κάνεβο, ένα μικρό ορεινό χωριό του Ρεθύμνου, για να περάσει τέσσερις μήνες στο σπίτι που αφήνει ξανά κλειστό το φθινόπωρο. Η πρώτη εβδομάδα ανήκει σε μια ιεροτελεστία που απολαμβάνει να τηρεί: “Καθαρίζω το σπίτι δωμάτιο δωμάτιο. Δεν με κουράζει αυτή η διαδικασία, αντιθέτως με χαροποιεί. Είναι σαν να ξαναβρίσκω έναν φίλο και τον φροντίζω. Εκείνες τις μέρες δεν θα πάω θάλασσα. Θα αφοσιωθώ στο να γίνει το σπίτι πάλι λειτουργικό”.
Τον χειμώνα, η Κάνεβος μοιάζει με τόπο ξεχασμένο. Οι μόνιμοι κάτοικοι δεν ξεπερνούν τους πενήντα, το ένα από τα δύο καφενεία και η ταβέρνα παραμένουν κλειστά, οι δρόμοι είναι άδειοι και τα βουνά σκεπάζονται από βαριά σύννεφα. “Το τοπίο είναι άγριο, αλλά και συναρπαστικό. Αν είχα παρέα, θα ερχόμουν και τότε. Αλλιώς είναι πολύ μοναχικά”, λέει η Ολγα. Με το που μπαίνει όμως το καλοκαίρι, όλα αλλάζουν. Σπίτια που έμειναν κλειστά ανοίγουν, οι αυλές τους γεμίζουν καρέκλες και τραπέζια, οι δρόμοι γεμίζουν αυτοκίνητα με “ξενικές” πινακίδες. Οι μόνιμοι κάτοικοι χαίρονται με αυτή τη “μεταμόρφωση”, το δεύτερο καφενείο ανοίγει τις πόρτες του, η ταβέρνα σηκώνει ρολά και μετατρέπεται και πάλι σε σημείο συνάντησης -μέχρι και καθολικούς γάμους έχει φιλοξενήσει στα λιγοστά τραπέζια της.
Τον χειμώνα βλέπεις ελάχιστα φώτα στον ορίζοντα, το καλοκαίρι όμως λάμπουν. Είναι σαν να ζωντανεύει το χωριό.
Τα τελευταία χρόνια σπίτια ανακαινίζονται, παλιά ερείπια ξαναχτίζονται και η ατμόσφαιρα είναι πιο ανοιχτή και φιλόξενη σε σχέση με περασμένες δεκαετίες. “Συναντάω φίλους και συγγενείς από παλιά, με αυτούς τους ανθρώπους άλλωστε μεγάλωσα, οπότε ανυπομονώ να μάθω τα νέα τους, τι τους έφερε ο χρόνος από την τελευταία φορά που ανταμώσαμε. Γνωρίζω όμως και νέο κόσμο. Η μια φίλη φέρνει την άλλη και δημιουργούνται καινούργιες παρέες και νέες συνήθειες”, λέει η Ολγα. Το βράδυ είναι η αγαπημένη της στιγμή. “Κάθε βράδυ, πριν κοιμηθώ, βγαίνω στο μπαλκόνι και αγναντεύω. Τον χειμώνα βλέπεις ελάχιστα φώτα στον ορίζοντα, το καλοκαίρι όμως λάμπουν. Είναι σαν να ζωντανεύει το χωριό”. Κυρίως τον Αύγουστο κάθε βράδυ μοιάζει να λαμβάνει χώρα και κάτι διαφορετικό, καθώς οι πολιτιστικοί σύλλογοι των γύρω χωριών οργανώνουν πανηγύρια και εκδηλώσεις που ενώνουν τον κόσμο. “Παλιά έκαναν λίγες εκδηλώσεις, τώρα όμως ο κόσμος ανταποκρίνεται σε οτιδήποτε αφορά τον πολιτισμό. Δημιουργείται μια κοινότητα που ξέρουμε πως σε λίγους μήνες θα διαλυθεί, αλλά όσο υπάρχει, την απολαμβάνουμε στο έπακρο”».
Πηγή:kathimerini.gr