Σύνταξη κειμένου – έρευνα: Φανούριος Εμμ. Ζαχαριουδάκης
Στην οικογένεια των Μαλικούτηδων, αγωνιστών κατά τη διάρκεια της τουρκοκρατίας, στο χωριό Βορίζα Ηρακλείου Κρήτης, συναντούμε τους παρακάτω:
Νικόλαος Μαλικούτης
Ο Νικόλαος Μαλικούτης γεννήθηκε στα Βορίζα Καινουργίου Ηρακλείου Κρήτης το 1782.
Το όνομα ”Μαλικούτης” ήταν προσωνύμιο και του επιδόθηκε επειδή ήταν αψίθυμος και δημιουργούσε φασαρίες.
Το όνομα προέρχεται από το: ”μάλε χουλέ” που σημαίνει μεγάλη φασαρία, μεγάλη αναστάτωση, μεγάλος θόρυβος.
Το πραγματικό του όνομα, σύμφωνα με όλες τις μαρτυρίες των Βορζανών του περασμένου και προπερασμένου αιώνα και μία απ’ αυτές ήταν του Ζαχαρία Γ. Ζαχαριουδάκη ή Ντουϊντοζαχάρη που γεννήθηκε στα Βορίζα το έτος 1884, ήταν: ”Νικόλαος Ζαχαριουδάκης”.
Έλεγε επίσης ο προαναφερόμενος Ντουϊντοζαχάρης ότι, ο Παππούς του ο Κωστής Ζαχαριουδάκης ή Ντουϊντόκωστας που είχε γεννηθεί γύρω στα 1821 στα Βορίζα, υποστήριζε πως ο Καπετά Μαλικούτης ή Νικόλαος Ζαχαριουδάκης ήτανε και Ντούϊντος.
Προεπαναστατικά ο Νικόλαος Μαλικούτης υπήρξε ένας από τους ξακουστούς χαΐνηδες της Μεσσαράς και γι’ αυτό και έγινε οπλαρχηγός της περιοχής του, αφού διέθετε αρκετή εμπειρία, λόγο της προεπαναστατικής του δράσης και έτσι διακρίθηκε γρήγορα στις επαναστατικές επιχειρήσεις.
Το Μάιο του 1821, ο Μαλικούτης, μαζί με το Μιχάλη Κουρμούλη από τον Κουσέ και άλλους Μεσσαρίτες, συμμετείχαν στη συνάθροιση της Παναγίας Θυμιανής Σφακίων, όπου κηρύχτηκε η Επανάσταση στην Κρήτη.
Με την έναρξη της επανάστασης, τάχθηκε κάτω από τις διαταγές του Καπετά Μιχάλη Κουρμούλη, γενικού επαναστατικού αρχηγού της Κεντρικής και Ανατολικής Κρήτης.
Έλαβε μέρος σε πάρα πολλές μάχες στα διάφορα μέρη της Κρήτης, όπου διακρίθηκε για την απαράμιλλη ανδρεία του κι έγινε παράδειγμα για τους νεότερους συναγωνιστές του, τον Κόρακα, τον Μαστραχά, τον Κατεχάκη, το Ρωμάνο και τόσους άλλους.
Μετά την προσωρινή καταστολή της επανάστασης της Κρήτης από τους Αιγύπτιους του Μωχάμετ Άλλυ, το 1824, ο Μαλικούτης ήρθε στην Πελοπόννησο και έλαβε μέρος σε πολλές μάχες κατά του Ιμπραήμ και στη καταστροφική για τους Έλληνες μάχη του Φαλήρου, στις 24 Απριλίου 1827, κάτω από τις διαταγές του Δημήτρη Κουρμούλη και του Καλλέργη. Ήταν ένας από τους ελάχιστους διασωθέντες.
Μετά την ήττα των Ελλήνων επέστρεψε στην Κρήτη και συνέχισε το σκληρό αγώνα κατά των Τούρκων κατακτητών.
Το 1827, πήρε μέρος στην κατάληψη του Φραγκοκάστελου.
Ένα από τα μεγαλύτερα κατορθώματά του ήταν η εξουδετέρωση, σε συνεργασία με τον Κόρακα και άλλους Μεσσαρίτες αγωνιστές, τον Αύγουστο του 1828, στα Kαπαριανά Μοιρών του αιμοβόρου αρχιγενίτσαρο και τύραννο της Μεσσαράς, Ιμπραχήμ Αγριολίδη, από τον Άγιο Ιωάννη της Φαιστού, ο οποίος ήταν αρχηγός των Τούρκων της ανατολικής Κρήτης, γεγονός που προκάλεσε τη σφαγή πολλών Ελλήνων του Ηρακλείου και του Ρεθύμνου.
Οι Μεσσαρίτες αγωνιστές ανακήρυξαν τον Καπετά Μαλικούτη γενικό επαναστατικό αρχηγό της Μεσσαράς, σαν μεγαλύτερος στην ηλικία που ήταν, αλλά και λόγω της ένδοξης ιστορίας του.
Τον Απρίλιο 1830 (Δευτέρα ή Τρίτη του Πάσχα), Τουρκικό σώμα 500 ιππέων υπό το Ντελή Χουσεΐν, σταλμένο από τον πασά του Ηρακλείου, στρατοπέδευσε χωρίς να γίνει αντιληπτό, στην περιοχή του Πλατάνου και των Τρυπητών της Μεσσαράς.
Ο Χουσεΐν για να παρασύρει προς το στρατόπεδό του τους Μεσσαρίτες καπεταναίους, οι οποίοι είχαν συγκεντρωθεί για τη γιορτή του Πάσχα στην Πόμπια, έστειλε τριάντα ιππείς για να τους προκαλέσουν, καλπάζοντας στην πεδιάδα.
Οι επαναστάτες (Μαλικούτης, Κόρακας, Λέκκας, Μαστραχάς, Ρωμάνος, Αποστόλης Κατεχάκης, Τσακίρης, Ψωμαδάκης, Γερώνυμος, Στρατής Σκουρβουλιανός, Λαδούκος, Τσομπάνος, Μπαλάσκας κ.α.) μαζί με εθελοντές από την άλλη Ελλάδα, συνολικά 60 -70, κυνήγησαν τους Τούρκους, οι οποίοι υποχωρώντας τους παρέσυραν στην παγίδα. Οι Κρήτες περικυκλώθηκαν από παντού. Πολλοί σκοτώθηκαν,( μεταξύ αυτών και ο Βοριζανός οπλαρχηγός Κων. Λέκκας), ενώ άλλοι κατάφεραν να διασπάσουν τον κλοιό και να σωθούν.
Ο Μαλικούτης με εννιά Έλληνες εθελοντές, κυνηγημένοι από πολυάριθμους Τούρκους, κατέφυγαν στο εκκλησάκι της Μεταμόρφωσης του Χριστού νότια των Τρυπητών.
Μετά την εξάντληση των πυρομαχικών οι πολιορκημένοι παραδόθηκαν, αφού πρώτα είχαν πάρει εγγυήσεις για τη σωματική τους ακεραιότητα.
Ο Ντελή Χουσεϊν αθετώντας τις υποσχέσεις και τους όρκους του, δένει αμέσως πισθάγκονα τον Μαλικούτη και τους εθελοντές και με μύριους εξευτελισμούς και κακοποιήσεις τους φέρνει στο Ηράκλειο.
Τους εθελοντές, λέγεται ότι τους απελευθέρωσαν οι Τούρκοι, επειδή ήταν Έλληνες υπήκοοι.
Τον Μαλικούτη όμως τον υποβάλλουν σ’ ένα πολύ φρικτό μαρτύριο ανάλογο του Δασκαλογιάννη.
Η λαϊκή παράδοση αναφέρει ότι ένας Ευρωπαίος πρόξενος του Ηρακλείου μεσολάβησε στον Σουλεϊμάν Πασά και του πρότεινε να του δώσει χρήματα, προκειμένου να σώσει τον Μαλικούτη, αλλά ο Πασάς αρνήθηκε κατηγορηματικά.
Στις 25 Ιουνίου ο Σουλεϊμάν πασάς του Ηρακλείου παρέδωσε το Μαλικούτη στον τουρκικό όχλο ο οποίος τον υπέβαλε επί ώρες , γυμνό και δεμένο πίσω από ένα άλογο, σε φρικτά βασανιστήρια στους κεντρικούς δρόμους της πόλης.
Εξαντλημένος από τα χτυπήματα και την αιμορραγία ξεψύχησε στο δρόμο.
Το σώμα του το κρέμασαν στον πλάτανο της πλατείας Λιονταριών σαν τρόπαιο.
Αναφέρει επίσης η παράδοση ότι ξεψυχώντας ο Μαλικούτης είπε τούτα τα λόγια στους Τούρκους βασανιστές του: «Εμένα κι αν με κάνετε θρουλιά-θρουλιά στην τάβλα, τα μπαϊράκια δε χαλούν, μόνο θα έρθουν άλλα». Μπαϊράκια λεγόταν τότε τα επαναστατικά σώματα.
Υπάρχει άλλη μια αναφορά, από την παράδοση, σχετικά με τον θάνατο του Μαλικούτη ότι, ο Σουλεϊμάν πασάς του Ηρακλείου έδωσε το όπλο στην Αγριολίδαινα και εκτέλεσε τον Μαλικούτη, σαν εκδίκηση της εξόντωσης του άνδρα της, τον Ιμπραχίμ Αγριολίδη.
Ο Μαλικούτης πεθαίνοντας στις 25 Ιουνίου 1830, σε ηλικία 48 ετών, άφησε ένα μικρό γυιο, το Μανούσο.
Μανούσος Μαλικούτης
Ο Νικόλαος Μαλικούτης πεθαίνοντας σε ηλικία 48 ετών, άφησε ένα μικρό γυιο, το Μανούσο, ο οποίος ανατράφηκε στο Ναύπλιο και αργότερα, συνεχίζοντας το ηρωικό παράδειγμα του πατέρα του πολέμησε γενναία στη μεγάλη επανάσταση του 1866-69, κάτω από τις διαταγές του τότε αρχηγού και πατρικού του φίλου, Καπετάν Μιχάλη Κόρακα.
Διακρίθηκε για την ανδρεία και τη γενναιότητά του και ήταν οπλαρχηγός της Επαρχίας Καινουργίου μέχρι το τέλος του δυνατού αυτού αγώνα, τον Ιανουάριο του 1869.
Με τη λήξη της επανάστασης ήλθε στην Αθήνα, όπου και πέθανε στις 20 Δεκεμβρίου του 1899.
Ιωάννης Μαλικούτης
Ο Ιωάννης Μαλικούτης ήταν οπλαρχηγός της Επαρχίας Καινουργίου κι έδρασε στην επανάσταση του 1866-69.
Πολεμώντας δε στη Μονή Αρκαδίου, όταν της επιτέθηκε ο Μουσταφά πασάς στις 8 Νοεμβρίου 1866, φονεύθηκε ηρωϊκά μαχόμενος.
Κωστής Μαλικούτης
Ο Κωστής Μαλικούτης ήταν γυιος του Μανούσο Μαλικούτη και γεννήθηκε στη Μεσσαρά το 1850.
Σπούδασε Ιατρική στην Αθήνα, όπου κατέφυγε η οικογένειά του μετά το άδοξο τέλος της επανάστασης του 1866-69 (Ιω. Χαβάκη: Γιατροί του Μ. Κάστρου, σελ. 99).
Ως φοιτητής της Ιατρικής αλλά και ως γιατρός, έλαβε μέρος σε όλους τους τελευταίους απελευθερωτικούς αγώνες της Κρήτης, τόσον ως αγωνιστής (αγωνιστής Β’ τάξεως – αριθ. αποφ. 379: Εφ. Κρητ. Πολιτ. φ.73/26-9-1902 Γ’), όσο και ως γιατρός των αγωνιζομένων.
Υπήρξε επίσης κατ΄ επανάληψη πληρεξούσιος της επαρχίας Καινουργίου στη Γενική Συνέλευση των Κρητών (Εφημ. ΚΡΗΤΗ, φύλλο της 9 Ιουλίου του 1886 – και εφημ. Κρητ. Πολιτ. φ. 6 της 4-2-1899).
Καθώς αναφέρει η εφημερίδα ΠΑΤΡΙΣ, 30 Νοεμβρίου 2007, εκλέχτηκε πληρεξούσιος (βουλευτής) Καινουρίου και στις εκλογές του Ιανουαρίου 1899 για τη Συντακτική Συνέλευση, με σκοπό την επεξεργασία και ψήφιση Κρητικού Συντάγματος.
Όπως μας αναφέρει ο Μανώλης Δετοράκης, Γιατροί και παιδεία στην Τουρκοκρατούμενη Κρήτη του ΙΘ΄ αιώνα, σελ. 68, ο Κων/νος Μαλικούτης είχε εκλεγεί Βουλευτής το 1886, ενώ υπηρέτησε ως γιατρός στη Μεσσαρά για αρκετά χρόνια.
Έλαβε ενεργό μέρας στις μάχες της περιοχής των Αρχανών, όπως μας πληροφορεί ο Ηλίας Βουτιερίδης στο γνωστό Ημερολόγιο (Ηλία Βουτιερίδη: Ημερολόγιο του Τάγματος των επιλέκτων, σελ. 167 – Αθήναι 1898, Ιδέ επίσης και σελ. 364). ”…Αλλά και οι ιατροί Ν. Βογιατζάκης, Γ. Παστρικάκης και Κ. Μαλικούτης, αφιχθείς μετά του Κόρακα, ίσην προς τους μαχόμενους επέδειξαν ανδρείαν και αυταπάρνησιν, διότι πολλάκις εις την γραμμήν του πυρός προσερχόμενοι, παρελάμβανον τους τραυματίας, όπως παράσχουσιν αυτοίς την δέουσαν περίθαλψιν…”
Ο Κωστής Μαλικούτης μετά την απελευθέρωση της Κρήτης και την εγκαθίδρυση της Κρητικής Πολιτείας, υπηρέτησε για αρκετά χρόνια ως αστίατρος Ηρακλείου (αρκετές αστιατρικές εκθέσεις του, έχουν δημοσιευτεί στην επίσημη εφημερίδα της Κρητικής Πολιτείας. Για τη μακρά υπηρεσία του στη θέση του αστιάτρου, υπάρχουν και αρκετά σκωπτικά σχόλια στον τύπο της εποχής).
Επίσης ο Κωστής Μαλικούτης είχε πάντα στενούς δεσμούς με το χωριό που καταγόταν, τα Βορίζα, που λόγω των ιατρικών συμβουλών που τους έδινε, επικράτησε στα Βορίζα η φράση και λέγεται μέχρι και την σήμερον ημέρα ”οι γιατριές του Μαλικούτη”.
Πέθανε στο Ηράκλειο στις 24 Απριλίου του 1919.
Σύντομη νεκρολογία δημοσίευσε η ”Νέα Εφημερίς” στο φύλλο της 26-4-1919.
ΤΟΥ ΚΑΠΕΤΑ ΝΙΚΟΛΑ ΜΑΛΙΚΟΥΤΗ
————–
Να ‘χε μη σωσ’ η Μεσσαρά να βγάλει πρασινάδα
όντε εστέσαν τω Ρωμιώ οι Τούρκοι τη μπροσκάδα.
Έδ’ άλογα, έδ άρματα κι όμορφοι καβαλάροι
τον ήλιο εθαμπώνανε τ’ άστρα και το φεγγάρι.
Και τα πετούμενα πουλιά που πάνε στον αέρα
κι εκείνα να εκλάψανε μιαν Παρασκήν ημέρα.
Επιάστηκε τ’ ασκέριν του του καπετάν Νικόλα
η Κρήτη όλη θλίβεται, μα χαίρεται η χώρα.
Χαίρετ’ η χώρα, χαίρεται, χαίρετ’ η βουλισμένη
γιατ’ ήσανε Λαμπρόσκολα κι ήτονε στολισμένη.
Στη Μεσσαριά στον Πλάτανο εστέσανεν την προσκάδα
οι Τούρκοι κι εσκοτώσανε το Λέκα με τριάντα.
Κι ο Μαλικούτης σ’ εκκλησιά κλειέται και πολεμούσε
μ’ εννιά λεβέντες λιάπηδες τσι Τούρκους εχτυπούσε.
Σώθηκαν τα φυσέκια τους, ζητούν το Χουσεϊνη
κι ο Χουσεϊνης ο Ντελής υπόσχεση τους δίνει
πως δε θ’ αφήσει την Τουρκιά για να τόνε χαλάσει
μα πιάνει τον αζωντανό κι η γνώμη του αλλάσσει.
Τσι λιάπηδες εμόλαρε, όμως το Μαλικούτη
στο Κάστρο τον εφέρανε πισθάγκωνα οι Τούρκοι.
Κι όντε τον ανεβάζανε στη σκάλα του Βεζίρη
ο Κόνσολας τον ερωτά ποιός είν’ κι από πού σύρει.
-Εγώ ‘μαι που τον όριζα τση Μεσσαριάς τον τόπο
και των τεσσάρω καστελιώ, χιλίαρχος ανθρώπω.
Μια φορεσά του χάρισε να ντύσει το κορμί ντου
και τότε σας λυσσάξανε οι σκύλοι οι εχθροί ντου
και μια φρεγάδα έστεκε στου Κάστρου το λιμάνι
κι ο καπετάνιος το ‘κουσε και πάει να τον βγάλει.
Και τότε σας ο Κόνσολας ζητά τον του Βεζίρη
να του τον εζυγιάσουνε, να τον εδώσ’ ασήμι.
– Κόνσολε πώς τον εζητάς να σου τον εχαρίσω
δέκ’ αρτζιχάλια ήρθανε, θένε να τον επνίξω,
που κατεργάρης ήτονε κι έβλεπε στην Καμάρα
κι έκαμε τσι χανούμισσες και βάλανε τα μαύρα.
Ως κι γη Αγριολίδαινα εβγήκε στο παλάτι:
”Να τον ε κατακόψετε το σκύλο στου τζελάτη
μπουκιές να τόνε κάμετε να πάρω έναν κομμάτι”.
Και τότες αποκρίθηκε ως ήτον αντρειωμένος
κι είπ’ ένα λόγο αντρίστικο ως ήτο μαθημένος:
”Μα ‘μένα κι αν με κόψετε γουλιές γουλιές στην τάβλα
τα μπαϊράκια δε χαλούν μόνο θα ρθούνε κι άλλα.
Μα ‘μέ κι αν με σκοτώσετε δε σάζουν τα καστέλια
κι αφήνω να μ’ εκδικηθούν τση Κρήτης τα κοπέλια”.
[Ερμηνευτικά: Κόνσολας = Πρόξενος.
αρτζιχάλι = αίτηση, αναφορά.
τζελάτης = δήμιος.
Σύνταξη κειμένου – έρευνα: Φανούριος Εμμ. Ζαχαριουδάκης Μέλος της ΠΑ.Ε.ΔΗ. και Μ.Μ.Ε.