Της Ζαμπίας Λαζανάκη
Ήσουν παιδί όταν ήρθες στο χωριό.
Με ξανθά μαλλιά και γένια…σαν άγγελος.
Αν υπήρχαν επίγειοι άγγελοι έτσι θα ήταν!
Ήσουν ο άγγελος όλων μας.
Το χέρι σου, μου άλλαξε βέρες, έβαλε λάδι στα παιδιά μου, καλοστράτησε τον πατέρα μου, τον Μιχάλη μας.
Το χέρι σου ακούμπησε στις καρδιές όλων μας και με ένα θεϊκό τρόπο πήρε ένα κομμάτι τους…
Από τότε που έπιανες τα ράσα με μια παραμάνα για να παίξεις ποδόσφαιρο με τα παιδιά.
Την θυμάμαι αυτήν τη παραμάνα.
Γι’ αυτήν σου έλεγα το Σάββατο όταν σε είδα…
Δεν το ήξερα ότι θα ήταν η τελευταία φορά…
Δεν το ήξερα.
Δεν το ήξερα.
Τώρα έχεις μπελονιάσει μέσα της, αυτό το κομμάτι από τις καρδιές μας και το πήρες μαζί σου…
Ο Αμπελουζος δεν είναι τα σπίτια, οι δρόμοι κι οι εκκλησιές…
Ο Αμπελουζος είναι εσύ και εμείς.
Και εσύ έφυγες και εμείς πονάμε.
Να τα κρατάς σφιχτά τα κομμάτια μας εκεί ψηλά….να τα προσέχεις