Του Πρωτοπρεσβυτέρου Γεωργίου Δορμπαράκη
᾽Από τά πρόσωπα πού κυριαρχοῦν στό εὐαγγέλιο τῆς Κυριακῆς τῶν Μυροφόρων εἶναι ὁ ᾽Ιωσήφ ὁ ἀπό ᾽Αριμαθαίας, ὁ ὁποῖος προβάλλεται μέ τό κυριαρχικό γνώρισμά του, τῆς τόλμης, μέ τήν ὁποία κατώρθωσε γιά τήν ἐποχή ἐκείνη τό ἀκατόρθωτο: νά πάει στόν Πιλᾶτο καί νά ζητήσει καί νά ἀποκτήσει τό νεκρό σῶμα τοῦ ᾽Ιησοῦ, τό ὁποῖο βεβαίως στή συνέχεια μέ τή βοήθεια καί ἄλλων τό ἐκήδευσε. Συνιστᾶ δέ ἰδίως γιά τή σημερινή ἐποχή ἡ τόλμη του αὐτή κατεξοχήν παράδειγμα καί πρότυπο, ἀφοῦ αὐτό πού διαπιστώνουμε συνήθως, δυστυχῶς στούς περισσοτέρους μας ἤ ἔστω σ᾽ ἕνα μεγάλο μέρος τοῦ πληθυσμοῦ μας, εἶναι ἡ ἀτολμία καί ἡ δειλία, καρποί, ἀπ᾽ ὅ,τι θά φανεῖ καί στή συνέχεια, τῆς ἐλλείψεως τῆς παρουσίας τοῦ ἁγίου Πνεύματος στή ζωή μας. Μέ ἄλλα λόγια ἡ ἔλλειψη τόλμης ἀποκαλύπτει τήν ὀλιγοπιστία ἤ καί τήν ἀπιστία ἀκόμη πολλῶν ἀπό ἐμᾶς τούς Χριστιανούς καί συνεπῶς ἡ κατάσταση αὐτή καθιστᾶ περισσότερο ἀπό ἀναγκαία τήν ἀναφορά μας στήν τόλμη τοῦ ἁγίου ᾽Ιωσήφ.
Καί κατά πρῶτον: τί εἶναι τόλμη;
Θά μπορούσαμε νά τήν ὁρίσουμε ὡς τήν ψυχική ἐκείνη δύναμη καί διάθεση, πού κινεῖ τόν ἄνθρωπο ἔτσι ὥστε νά ὑπερνικᾶ τά στηρίγματα καί τίς ἀσφάλειές του, μέχρι μάλιστα τοῦ σημείου πού νά ἀψηφᾶ καί τήν ἴδια του τή ζωή. Βεβαίως, τήν ψυχική αὐτή δύναμη τήν βλέπουμε πολύ συχνά σέ διαφόρους τύπους ἀνθρώπων καί σέ πολλά ἐπίπεδα ζωῆς, ὅπως τό ἐθνικό, τό ἐπαγγελματικό, τό κοινωνικό, ἀλλά ἐμᾶς ἐδῶ μᾶς ἐνδιαφέρει ἐκείνη ἡ τόλμη πού σχετίζεται μέ τόν Θεό καί συνεπῶς μέ τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Μιλᾶμε λοιπόν γιά τήν τόλμη τοῦ Χριστιανοῦ, πού πηγάζει ἀπό τήν πίστη του στόν ᾽Ι. Χριστό καί τήν προσδοκία τῆς Βασιλείας Του, σάν τοῦ ᾽Ιωσήφ ῾ὅς ἦν προσδεχόμενος καί αὐτός τήν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ᾽ (Μάρκ. 15, 43). Ὁ χριστιανός δηλαδή ἐξαρτώντας τήν ὕπαρξή του ὄχι ἀπό τή ῾σιγουριά᾽ τῶν αἰσθήσεων καί τῆς ὑλικῆς κτίσεως, ἀλλά ἀπό τόν μή αἰσθητό καί μή μετρητό, ἄρα καί μή προσφέροντα καί ῾ἀσφάλεια᾽, κατά τά κριτήρια τοῦ κοσμικοῦ ἀνθρώπου, Θεό φανερώνει ὅτι χαρακτηριστικό τῆς ζωῆς του (πρέπει νά) εἶναι ἡ τόλμη καί ἡ ἀνδρεία καί ἡ γενναιότητα.
Τί εἶναι λοιπόν ἐκεῖνο πού τόν κάνει νά ἔχει αὐτήν τήν τόλμη καί νά τήν διακηρύσσει ὡς ἀπαραίτητο στοιχεῖο ὅλων τῶν ἀνθρώπων; Ὅπως τό ἐπισημάναμε ἤδη ἀπό τήν ἀρχή: ἡ παρουσία τοῦ ἁγίου Πνεύματος στήν ψυχή του, πού τόν κάνει ὄχι ἁπλῶς νά στηρίζεται στόν Θεό, ἀλλά καί νά εἶναι ἕτοιμος καί ὁλόκληρο τόν ἑαυτό του νά προσφέρει θυσία σ᾽ Αὐτόν. Διότι βεβαίως τό ἅγιον Πνεῦμα ὡς παντοδύναμος Θεός χορηγεῖ τόλμη καί δύναμη στόν ἄνθρωπο καί συνεπῶς τόν ἀπομακρύνει ἀπό τή δουλεία τῆς δειλίας. ῾Οὐ γάρ ἔδωκεν ἡμῖν ὁ Θεός πνεῦμα δειλίας, ἀλλά δυνάμεως καί ἀγάπης καί σωφρονισμοῦ᾽ (Β´ Τιμ. 1,7) τονίζει ὁ ἀπ. Παῦλος.
Καί πράγματι ὁλόκληρη ἡ ἱστορία τῆς ᾽Εκκλησίας εἶναι μία ἐπιβεβαίωση τῆς παραπάνω ἀλήθειας. ῎Ας θυμηθοῦμε γιά παράδειγμα τούς ἀποστόλους πρίν καί μετά τήν Πεντηκοστή. Πρίν τήν Πεντηκοστή ζοῦν φοβισμένοι καί κλεισμένοι στά σπίτια τους ῾διά τόν φόβον τῶν ᾽Ιουδαίων᾽, κάτι πού προβάλλει ἀκόμη πιό ἔντονα τήν γενναιότητα καί τήν τόλμη τοῦ ᾽Ιωσήφ, ὅπως ἀκόμη βεβαίως καί τῶν μυροφόρων γυναικῶν. Μετά ὅμως τήν κάθοδο τοῦ ἁγίου Πνεύματος τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, μεταμορφώνονται σέ θαρραλέους κήρυκες τοῦ Εὐαγγελίου, ἐπιβεβαιώνοντας τή μαρτυρία τους γιά τήν ᾽Ανάσταση τοῦ Κυρίου μέ τό μαρτύριό τους. ῾Οὐ δυνάμεθα ἡμεῖς ἅ εἴδομεν καί ἠκούσαμεν μή λαλεῖν᾽ (Πρ. ᾽Απ. 4, 20). Τοῦτο ὅμως γίνεται, γιατί ἐνδύθηκαν ῾τήν ἐξ ὕψους δύναμιν᾽ (Λουκ. 24, 49) καί ὄχι γιατί στηρίχτηκαν στίς δικές τους δυνάμεις. Τό ἴδιο βλέπουμε καί στήν περίοδο τῶν διωγμῶν, στήν ἐποχή τῶν Πατέρων, ἀλλά καί σέ κάθε ἐποχή, ὅπου ὑπάρχουν συνεπεῖς στήν πίστη τους Χριστιανοί, κληρικοί καί λαϊκοί. ῎Ετσι ὁ Χριστιανός εἶναι τολμηρός ἄνθρωπος, πού διαπνέεται ἀπό γενναιότητα καί ἀνδρεῖο φρόνημα.
Ποιό ὅμως τό πεδίο στό ὁποῖο ἐκφράζεται ἡ τόλμη αὐτή; Πῶς φανερώνεται συγκεκριμένα;
- Καταρχάς στό ἴδιο τό γεγονός τῆς πίστεως. Γιά νά μπορέσει ὁ ἄνθρωπος νά φτάσει στό σημεῖο τῆς ῾γεύσεως᾽ τοῦ Θεοῦ, τῆς αἰσθητῆς παρουσίας τοῦ ἁγίου Πνεύματος μέσα του, θά χρειαστεῖ κι ὁ ἴδιος ν᾽ ἀνταποκριθεῖ στό κάλεσμα τοῦ Θεοῦ νά Τόν ἀκολουθήσει. Διότι στή χριστιανική πίστη προηγεῖται τό κάλεσμα τοῦ Θεοῦ, πού καλεῖ τόν ἄνθρωπο πρός τόν ᾽Ι. Χριστό κι ἀκολουθεῖ ἡ ἀποδοχή Του. ῾Οὐδείς δύναται ἐλθεῖν πρός με, ἐάν μή ὁ πατήρ μου ὁ πέμψας με ἑλκύσῃ αὐτόν᾽ (᾽Ιωάν. 6, 44). Ἡ ἀποδοχή τῆς κλήσεως αὐτῆς φαίνεται ὅτι εἶναι ἕνα ῾πήδημα στό κενό᾽, ἀφοῦ, ὅπως παρατηρήσαμε καί παραπάνω, ὁ ἄνθρωπος δέν στηρίζεται στήν ἀσφάλεια τῶν αἰσθήσεών του, ἀλλά μόνο στήν κλήση τοῦ Θεοῦ. Αὐτό τό τολμηρό ῾πήδημα᾽ ὅμως εἶναι γιά τόν ἄνθρωπο πού τό κάνει καί ἡ μεγαλύτερη ἔκπληξη: πέφτει στή θέρμη τῆς ἀγκαλιᾶς τοῦ Θεοῦ. ῎Ετσι ἡ τόλμη τῆς πίστεως φέρνει καί τή μεγαλύτερη δυνατή ἀσφάλεια πού ὑπάρχει στόν κόσμο: τήν ἀσφάλεια τοῦ παντοδύναμου Θεοῦ. ῾Εἰ ὁ Θεός ὑπέρ ἡμῶν, τίς καθ᾽ ἡμῶν;᾽ (Ρωμ. 8, 31).
- ῎Επειτα ἡ τόλμη τοῦ Χριστιανοῦ φανερώνεται στή βίωση τῆς πνευματικῆς ζωῆς, τῆς πορείας δηλαδή πρός αὔξηση τῆς σχέσεώς του μέ τόν Θεό καί τήν ἀπόκτηση περισσοτέρου ἁγίου Πνεύματος. Καί τοῦτο γιατί στήν πορεία του αὐτή ἐναντιώνονται σ᾽ αὐτόν τά πάθη του, οἱ πονηρές πνευματικές δυνάμεις, τά στοιχεῖα τοῦ κόσμου τούτου. ῾Οὐκ ἔστιν ἡμῖν ἡ πάλη πρός αἷμα καί σάρκα᾽, μαρτυρεῖ ὁ ἀπ. Παῦλος, ῾ἀλλά πρός τάς ἀρχάς, πρός τάς ἐξουσίας, πρός τούς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου, πρός τά πνευματικά τῆς πονηρίας ἐν τοῖς ἐπουρανίοις᾽ (᾽Εφεσ. 6, 12). ῎Ετσι χωρίς τόλμη δέν μπορεῖ νά διεξαχθεῖ αὐτός ὁ πνευματικός ἀγώνας, ὁ ὁποῖος συνίσταται στήν ἀντίσταση ἀπό τόν πιστό τῶν ἐπιθέσεων τοῦ διαβόλου καί στό ἄνοιγμα τῆς ὑπάρξεώς του στόν Θεό. Στόν ἀγώνα βεβαίως αὐτό συμμετέχει καί ἡ ἴδια ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ, καθώς καί ὁ ἀγαθός κόσμος τῶν ἀγγέλων. Διότι μόνος του ὁ Χριστιανός δέν μπορεῖ νά κάνει τίποτε γιά τή σωτηρία του. ῾Χωρίς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν᾽ (᾽Ιωάν. 15,5). Εἶναι ἀπαραίτητη ὅμως κι ἡ δική του συμμετοχή. Μάλιστα μᾶς ἀναφέρουν οἱ πνευματικοί μας Πατέρες ὅτι ὅταν ὁ διάβολος δεῖ τήν ψυχή νά πολεμᾶ ἐναντίον του μέ τόλμη, ἀπομακρύνεται ἀπό αὐτήν, ἐνῶ ὅταν τήν δεῖ νά δειλιάζει, ἤδη ὁ δρόμος γιά τήν ἅλωσή της εἶναι ἀνοικτός. Εἶναι πολύ χαρακτηριστικά τά λόγια τοῦ πατέρα τοῦ μοναχισμοῦ ἁγίου ᾽Αντωνίου, ὅπως μᾶς τά παραθέτει ὁ ἅγιος ᾽Αθανάσιος στή βιογραφία του: ῾῎Αν παραμένει γιά πολύ ἡ ψυχή στό φόβο, τότε εἶναι παρόντες ἐκεῖ οἱ ἐχθροί. Διότι οἱ δαίμονες δέν βγάζουν ἀπό τούς ἀνθρώπους τό φόβο…Μᾶλλον, ὅταν δοῦν ἀνθρώπους πού φοβοῦνται, αὐξάνουν τίς φαντασίες, ὥστε νά τούς τρομοκρατοῦν περισσότερο. Καί μετά, ὅταν πιά τούς κατακτήσουν, παίζουν μαζί τους λέγοντας: – Γονατίστε τώρα νά μᾶς προσκυνήσετε… ῎Ας μήν ἀπατώμαστε (λοιπόν) μέ τόν τρόπο αὐτό οὔτε νά φαινώμαστε δειλοί… ᾽Απεναντίας νά νιώθουμε θαρραλέοι καί πάντοτε χαρούμενοι, σάν νά ἔχουμε σωθεῖ. Νά σκεφτώμαστε ὅτι ὁ Κύριος εἶναι μαζί μας᾽.
- ᾽Επίσης ἡ τόλμη τοῦ Χριστιανοῦ φανερώνεται ἀκόμη καί στίς ἴδιες τίς πτώσεις του. Ὁ Χριστιανός πού ἀγωνίζεται στό δρόμο τῆς πνευματικῆς του προκοπῆς, εἶναι πολύ πιθανό ὅτι θά ἔχει καί στιγμές ἀδυναμίας καί πτώσεως. Μή ξεχνᾶμε ὅτι ὁ ἅγιος στήν πίστη μας δέν εἶναι ὁ ἀναμάρτητος, ἀλλ᾽ ὁ ἀγωνιστής καί μάλιστα στόν δρόμο τῆς μετάνοιας. Σ᾽ αὐτές τίς στιγμές λοιπόν ἀπαιτεῖται τόλμη γιά νά ξανασταθεῖ στά πόδια του καί νά μήν ἀπελπιστεῖ. Νά μπορεῖ νά στρέψει τό βλέμμα του στόν Οὐρανό, ἐπικαλούμενος τή χάρη τοῦ Θεοῦ γιά μετάνοια. Σάν τόν νεαρό μοναχό τοῦ Γεροντικοῦ, πού ἀπελπισμένος ἀπό κάποιες πτώσεις του ὁδηγήθηκε στό κελλί ἑνός μεγάλου καί διακριτικοῦ Γέροντα. Κι ὅταν τοῦ ἀνακοίνωσε τήν πτώση στήν ἁμαρτία του, ἐκεῖνος μέ χαρακτηριστική ἁπλότητα τοῦ εἶπε νά σηκωθεῖ. – Μά ξανάπεσα, ψιθύρισε καί πάλι ὁ νεαρός μοναχός. – Καί πάλι νά σηκωθεῖς, τόν παρότρυνε ὁ Γέροντας. Κι αὐτό νά κάνεις, νά βάζεις δηλαδή πάντα ἀρχή μετανοίας, μέχρι τό τέλος τῆς ζωῆς σου. Μόνον νά εὔχεσαι ὁ θάνατος νά σέ εὕρει στή μετάνοια καί ὄχι στήν πτώση. ῞Ωστε τόλμη ἀπαιτεῖται καί στή μετάνοια, γιά νά μπορῶ νά ἐλπίζω στήν ἄπειρη φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι μεγαλύτερη ἀπό ὅλες τίς πτώσεις καί ἁμαρτίες μου.
- Μά τόλμη χρειάζεται τέλος καί γιά τήν ὁμολογία καί τή μαρτυρία μας ὡς Χριστιανῶν. Εἰδικά στήν ἐποχή μας πού τό κακό ἔχει ἀποθρασυνθεῖ καί παρουσιάζεται ὡς τό φυσιολογικό καί τό κανονικό, ἀπαιτεῖται τόλμη γιά νά εἶναι κανείς συνεπής χριστιανός καί νά δίνει μαρτυρία τῆς πίστεώς του αὐτῆς. Κι ἡ μαρτυρία αὐτή εἶναι καί λόγων, μά κυρίως πρέπει νά εἶναι ζωῆς. Εἶναι ἀνάγκη νά συνειδητοποιήσουμε οἱ Χριστιανοί ὅτι ἡ χλιαρότητα στήν πίστη εἶναι ἡ χειρότερη κατάσταση καί γιά ἐμᾶς, ἀλλά καί γιά τούς ἀνθρώπους πού βρίσκονται γύρω μας. Θά ἔλεγε μάλιστα κανείς ὅτι εἶναι προτιμότερο νά εἶναι ὁ ἄνθρωπος στρατευμένος ἄθεος παρά ἀδιάφορος, ἀφοῦ ὑπάρχει μεγαλύτερη πιθανότητα στόν πρῶτο νά μεταστραφεῖ ἀπό ὅ,τι στόν δεύτερο.῾῎Οφειλες νά εἶσαι ψυχρός ἤ θερμός᾽, μᾶς λέει τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ στήν ᾽Αποκάλυψη τοῦ ᾽Ιωάννη. ῾᾽Αλλ᾽ ἐπειδή εἶσαι χλιαρός, καί οὔτε ζεστός οὔτε ψυχρός, θά σέ ἐμέσω ἀπό τό στόμα μου᾽ (3, 15-16).