του Πέτρου Μηλιαράκη*
Τον τελευταίο καιρό οι δημοσκοπήσεις έχουν μπει για τα καλά στην καθημερινότητά μας. Στην κοινή αντίληψη το αποτέλεσμα μιας δημοσκόπησης δεν εξαντλείται στο ότι πρόκειται για μία συγκεκριμένη καταγραφή σε μία δεδομένη στιγμή, αλλά αντιθέτως επ’ ευκαιρία της δημοσκόπησης επιχειρείται από τους πολιτικούς αναλυτές να εμπεδωθεί η πρόβλεψη ενός συγκεκριμένου μελλοντικού αποτελέσματος, με τη λεγόμενη «παράσταση νίκης». Υπό την έννοια αυτή, η δημοσκόπηση προβλέπει ή προκαταλαμβάνει ή ακόμη και καθοδηγεί και τη λαϊκή ετυμηγορία δημιουργώντας ένα «πολιτικό κλίμα».
Πάει καιρός που στην καθομιλούμενη έχει αντικατασταθεί ο όρος «γκάλοπ» με τον όρο «δημοσκόπηση». Υπενθυμίζεται δε, για την ιστορία της υπόθεσης, ότι με την έναρξη των δημοσκοπήσεων, ο όρος που επικρατούσε ήταν η λέξη «γκάλοπ». Υπ’ όψιν δε, ότι η λέξη «γκάλοπ» οφείλεται στον εμπνευστή των δημοσκοπήσεων, στον καθηγητή του Πανεπιστημίου Columbia Τζορτζ Γκάλοπ (George Gallup), του οποίου το όνομα έγινε συνώνυμο με τις δημοσκοπήσεις-σφυγμομετρήσεις της κοινής γνώμης.
«ΤΙ» ΕΙΝΑΙ ΔΗΜΟΣΚΟΠΗΣΗ
Δημοσκόπηση είναι η ποσοτική ερευνητική μέθοδος για την αποτύπωση και τη διερεύνηση των διαθέσεων του κοινού. Η δημοσκόπηση καταγράφει τη γνώμη ή ακόμη και τη συμπεριφορά μάζας ανθρώπων σε συγκεκριμένο χρόνο και τόπο.
Η δημοσκόπηση δεν είναι ένα απλό, «τυπικό» γεγονός. Δεν αφορά δηλαδή μία «πρωτοβουλία» που δεν εμπίπτει σε όρους συμπεριφοράς, μέσω κανόνων δικαίου. Η δημοσκόπηση διέπεται από κανόνες της έννομης τάξης.
Στην Ελλάδα οι δημοσκοπήσεις διεξάγονται στο πλαίσιο του Ν.3603/2007 (ΦΕΚ 188/Α/08.8.2007) και έχουν άμεση ή έμμεση σχέση με τις κοινοβουλευτικές εθνικές και ευρωβουλευτικές εκλογές, τα δημοψηφίσματα, αλλά και τις εκλογές σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο.
Υπ’ όψιν δε ότι με βάση την παράγραφο 4 του άρθρου 2 του Ν. 3603/2007, που ρυθμίζει θέματα δημοσκοπήσεων:
«… Η δήλωση πρόθεσης ψήφου ή η δήλωση της δοθείσας ψήφου καταγράφεται με τις επιστημονικά αποδεκτές μεθόδους, όπως αυτές αναφέρονται στους κανόνες του Διεθνούς Κώδικα Δεοντολογίας για την Πρακτική της Έρευνας Αγοράς και της Κοινωνικής Έρευνας (International Code of Marketing and Social Research Practice), του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Κοινής Γνώμης και Έρευνας Αγοράς (ΙCC/ESOMAR) και του κώδικα δεοντολογίας του Συλλόγου Εταιρειών Δημοσκόπησης και Έρευνας Αγοράς (Σ.Ε.Δ.Ε.Α.), όπως εκάστοτε ισχύουν.»
Υπ’ όψιν δε ότι στην «τεχνική των δημοσκοπήσεων» υπάρχουν κατά κανόνα «κυλιόμενες δημοσκοπήσεις» (rolling polls) και «δημοσκοπήσεις εξόδου» (exit polls). Ειδικότερα, εκτός από τα exit polls, που υποτίθεται ότι αυθεντικά ο πολίτης καταγράφει την ψήφο του, οι δημοσκοπικές εταιρείες χρησιμοποιούν την τηλεφωνική συνέντευξη με τη χρήση υπολογιστών (CATI = Computer Aided Telephone Interviewing) σε συνδυασμό με τη μέθοδο τυχαίας επιλογής αριθμών (random digit dialing).
ΤΑ ΛΑΘΗ ΤΩΝ ΔΗΜΟΣΚΟΠΗΣΕΩΝ
Η διαδικασία των δημοσκοπήσεων, ειδικότερα στις ΗΠΑ τη δεκαετία του ’40 ήταν ήδη ενεστώσα και είχε καταστεί «εργαλείο πολιτικής». Ειδικότερα για τις εκλογές ανάδειξης του Προέδρου των ΗΠΑ τον Νοέμβρη του 1948 στην αναμέτρηση αυτή αντιμέτωποι ήταν ο Τόμας Ντιούι (Thomas Dewey) και ο Χάρι Τρούμαν (Harry Truman).
Η προεκλογική καμπάνια του Τρούμαν υστερούσε σοβαρά έναντι του Ντιούι. Ειδικότερα πολλές από τις απόψεις του Τρούμαν αποδοκιμάζονταν ακόμα και μέσα στο δημοκρατικό κόμμα, το οποίο εκπροσωπούσε. Έτσι, το σύνολο των δημοσκοπήσεων υπερθεμάτιζε για την εκλογή του Ντιούι. Μάλιστα τόσο το Life, όσο και οι New York Times, μόλις πριν τις εκλογές προέκριναν με βεβαιότητα για την εκλογή του Ντιούι. Τελικά, όμως, προέκυψε ο Τρούμαν!
Εάν υποθέσουμε ότι τα «εργαλεία» δημοσκοπήσεων του 1948 δεν μπορεί να ήταν τα καλύτερα, ας δούμε μεταγενέστερα «εργαλεία», με κύρια αναφορά στα της ελληνικής πολιτικής ζωής.
ΟΙ ΔΗΜΟΣΚΟΠΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Ας πάρουμε μερικά παραδείγματα που αφορούν στην ελληνική πολιτική πραγματικότητα.
Λίγο πριν τις πρώτες εκλογές του 2012 οι έρευνες έδιναν στη ΝΔ ποσοστό περίπου στο 30%, στο ΠΑΣΟΚ περίπου στο 20% και στον ΣΥΡΙΖΑ περίπου στο 10%. Τα αποτελέσματα ήταν τελείως διαφορετικά: ΝΔ 18%, ΣΥΡΙΖΑ 16% και ΠΑΣΟΚ 13%. Δηλαδή οι δημοσκοπήσεις έπεσαν έξω για τη ΝΔ 12%, για το ΠΑΣΟΚ 7% και για το ΣΥΡΙΖΑ 6%.
Εκεί που ήταν πραγματικό Βατερλό για τις δημοσκοπήσεις ήταν το δημοψήφισμα του 2015, όπου:
1) Η εκτίμηση της MRB ήταν: 50,20% για το «ΝΑΙ» και 49,80% για το «ΟΧΙ»
2) Η εκτίμηση της GPO ήταν η εξής: 44,10% για το «ΝΑΙ» και 43,70% για το «ΟΧΙ»
3) Η εκτίμηση της ALCO ήταν η εξής: 41,70% για το «ΝΑΙ» και 41,10% για το «ΟΧΙ»
4) Η εκτίμηση της Public Issue ήταν η εξής: 42,50% για το «ΝΑΙ» και 43,00% για το «ΟΧΙ»
Επειδή, όμως, προέκυψε το «ΟΧΙ» στο 61,30% των ψήφων, η MRB έπεσε έξω 11,50%, η GPO έπεσε έξω 17,60%, η ALCO έπεσε έξω 20,20% και η Public Issue έπεσε έξω 18,30%.
Ωστόσο, οι δημοσκοπήσεις αυτές έλαβαν χώρα στο πλαίσιο της έννομης τάξης, όπου σύμφωνα με το άρθρο 5 Ν.3603/2007:
«1. Στο Τμήμα Ελέγχου και Διαφάνειας του Ε.Σ.Ρ. τηρείται Μητρώο Φορέων και Επιχειρήσεων Δημοσκοπήσεων.
- Κάθε φορέας ή επιχείρηση δημοσκόπησης της ημεδαπής πρέπει να είναι εγγεγραμμένος στο Μητρώο αυτό, προκειμένου να έχει τη δυνατότητα να αναλαμβάνει δημοσκοπήσεις ή κάθε άλλη έρευνα ή μέτρηση της κοινής γνώμης…
- Οι φορείς ή οι επιχειρήσεις που εγγράφονται στο Μητρώο πρέπει να αποδέχονται εγγράφως την τήρηση των επιστημονικών μεθόδων έρευνας της αγοράς του Διεθνούς Κώδικα Δεοντολογίας για την Πρακτική της Έρευνας Αγοράς και της Κοινωνικής Έρευνας (International Code of Marketing and Social Research Practice), του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Κοινής Γνώμης και Έρευνας Αγοράς (ΙCC/ESOMAR) και του Συλλόγου Εταιρειών Δημοσκόπησης και Έρευνας Αγοράς (Σ.Ε.Δ.Ε.Α.), καθώς και τον έλεγχο της γνησιότητας και πληρότητας των στοιχείων, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος, εφόσον αυτό τους ζητηθεί.»
Τούτων δοθέντων συνάγεται ότι οι προαναφερόμενες εταιρείες λειτούργησαν στο πλαίσιο της έννομης τάξης. Ωστόσο, έπεσαν δραματικά έξω.
ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΑ ΣΦΑΛΜΑΤΑ (ERRORS)
Το περιθώριο σφάλματος (ή στατιστικό σφάλμα) είναι ένα μέτρο για να δείξει «πόσο» κοντά είναι η εκτίμηση με το πραγματικό ποσοστό, σε αναγωγή με τον όλο πληθυσμό. Επίσης, υπάρχουν γενικές παραδοχές για τα περιθώρια σφάλματος. Για παράδειγμα, σε δείγμα 1.200 ατόμων, το στατιστικό σφάλμα είναι της τάξης των ±2.9%. Σε δείγμα, όμως, 7.709 ατόμων (από exit polls), το σφάλμα είναι ±1%, με ποσοστό εμπιστοσύνης στο 95% ότι ο ερωτηθείς προβαίνει σε ειλικρινή δήλωση.
Ως προς τα σφάλματα, ας λάβουμε υπ’ όψιν μας ένα παράδειγμα ως εξής:
Σε ένα κόμμα όπου η δημοσκόπηση δίδει ποσοστό 2.9%. Δηλαδή, το κόμμα βρίσκεται στο όριο του 3% για να εισέλθει στη Βουλή. Εάν το σφάλμα έχει πέσει έξω θετικά, το κόμμα αυτό δεν διαθέτει 2,9% στο εκλογικό σώμα, αλλά το 5,8%. Εάν έχει πέσει έξω αρνητικά, το κόμμα αυτό είναι πλήρως εξαφανισμένο, δηλαδή δεν το ψηφίζουν καν τα εγγεγραμμένα μέλη του. Αντίστοιχα παραδείγματα μπορεί να είναι πάμπολλα.
ΜΙΑ ΠΡΟΤΑΣΗ ΠΡΟΣ ΣΥΖΗΤΗΣΗ
Με τούτα τα δεδομένα ο γράφων υποστηρίζει τα εξής:
Δεν αμφισβητεί την εγκυρότητα καμίας δημοσκόπησης μέχρι αυτή να επιβεβαιωθεί, και στο ποσοστό που θα επιβεβαιωθεί, ή θα αμφισβητηθεί, και στο ποσοστό που θα αμφισβητηθεί, από την αυθεντική ετυμηγορία του εκλογικού σώματος. Επιβάλλεται, όμως, όταν παρουσιάζεται η πρόθεση ψήφου, να καταγράφονται και οι θετικές και οι αρνητικές αποκλίσεις με βάση τα παραδεδεγμένα όρια σφάλματος. Δηλαδή η κάθε δημοσκόπηση επιβάλλεται να αποδέχεται εκ προοιμίου το ποσοστό του σφάλματος και να το παραθέτει.
Για παράδειγμα, σε ένα δείγμα 1.200 ατόμων επιβάλλεται να παρατίθενται και πίνακες των σφαλμάτων με βάσει το ±2.9%.
Με τον τρόπο αυτό και με τις εκτιμήσεις προσθαφαιρέσεων, η κοινή γνώμη θα έχει «καλύτερη εικόνα», η δημοσκόπηση θα έχει μικρότερη επίπτωση στην τάση επηρεασμού της κοινής γνώμης και θα παρέχονται στο κοινό οι δυνατότητες ευρύτερων πολιτικών εκτιμήσεων!..
* Ο Πέτρος Μηλιαράκης δικηγορεί στα Ανώτατα Ακυρωτικά Δικαστήρια της Ελλάδας και στα Ευρωπαϊκά Δικαστήρια του Στρασβούργου και του Λουξεμβούργου (ECHR και GC – EU).