Κείμενο – φωτογραφίες: Γεώργιος Χουστουλάκης
Θα πάμε στην εποχή που οι Μεσαρίτες είχαν στο τραπέζι τους πολλά αχέλια και καβρούς – Πως τα ψάρευαν όμως;
Τα χέλια τα ψάρρευαν συνήθως τα Καλοκαίρια, ή τις ημέρες που ήταν αποκριές, επειδή το κρέας του θεωρείται νηστίσιμο.
Τα χέλια σύχναζαν στο τρεχούμενο νερό που σχημάτιζε κολύμπες, στα ποτάμια σε φράγματα η λίμνες, και φυσικά στις σαΐτεςτου κάμπου της Μεσαράς.
Το χέλι του άρεσε να τρέχει κόντρα στο ρέμα και όπου έβρισκε κολύμπα, εκεί και φώλιαζε και άφηνε τα αυγά του.
Ο κόσμος τότε μικροί ή μεγάλοι, κυνήγαγαν τα χέλια για τον εκλεκτό μεζέ τους, μια και το κρέας ήταν δύσκολο να βρεθεί στο τραπέζι.
Υπήρχαν διάφοροι τρόποι ψαρέματος του χελιού
Ψάρεμα με φλομάκι
Σε κάποιες περιοχές της Μεσαράς όπως στα Κάτω Περβόλια, υπήρχαν άφθονα φλομάκια, που τα μάζευαν και τα πήγαιναν να τα ρίξουν στα μέρη που υπήρχαν χέλια.
Το φλομάκι ή φλόμο, όταν τον κόψεις βγάζει ένα τοξικό γάλα, δηλητηριώδες, που αυτό κάνει το νερό να μυρίζει, και το χέλι να βγάλει έξω το κεφάλι του. Τότε με ένα πιρούνι στο χέρι, τα κάρφωναν, και τα πέταγαν έξω.
Ψάρεμα με αλισανδρούλα
Υπήρχε ένα άλλο φυτό που το έλεγαν αλισανδρούλα, και αυτό ανήκει στη κατηγορία του φλόμου, που ανήκει στα δηλητηριώδη φυτά. Αλλού τον λένε καλάνθρωπο και είναι ένα φυτό με πλατιά φύλλα, και γίνεται όρθιο πάνω από ένα μέτρο!
Το φυτό αυτό το έκοβαν και το πήγαιναν εκεί όπου είχε χέλια. Εκεί το κοπανίζανε καλά με μια πέτρα και αυτό έβγαζε ένα ζουμί, και κατόπιν το πέταγαν στο νερό.
Λέγεται πως το ζουμί αυτό έχει την ιδιότητα να καταστρέφει το οξυγόνο του νερού, και τα χέλια μη μπορώντας να αναπνεύσουν έβγαζαν και πάλι το κεφάλι τους έξω από μια γωνιά, και τότε τα κάρφωναν με ένα πιρούνι πάλι, και τα πέταγαν έξω!
Φυσικά το χέλι, μόλις βρεθεί δυο λεπτά έξω από το νερό, πεθαίνει όπως και το ψάρι.
Αυτός είναι ένας πανάρχαιος τρόπος ψαρέματος χελιού. Από κεί βγείκε και η φράση “με φλόμωσες”!
Ψάρεμα με τη κούρτα
Άλλος σπουδαίος τρόπος ψαρέματος χελιού, ήταν και το ειδικά καλαθάκια, που τα λέγανε κούρτα η κερτάρι..
Η κούρτα ήταν σαν καλαθάκι στενόμακρο και πλεχτό από ειδικά άγρια βρούλα που ήταν μυτερά στην άκρη.
Μπορεί να ήταν και πλεχτό από καλάμι.
Η κατασκευή αυτή , είχε μια στενή τρύπα από τη μια πλευρά, και από την άλλη μια τάπα, σαν πορτάκι, που άνοιγε για να μπαίνει το χέρι να πιάνει το χέλι.
Τις κούρτες τις βάζανε από βραδύς στο νερό με διάφορες τροφές μέσα για να προσελκύσουν τα χέλια.
Το πρωί πήγαιναν και τα κοίταζαν να δουν τι χέλια είχαν πιάσει. Το χέλι ήταν το ψάρι της εποχής!
Έτσι πολλές φορές, αυτό γινόταν πιο οργανωμένα. Έφτιαχναν πεντ’ έξη κούρτες, και τις πήγαιναν σε διάφορα σημεία που είχε κολύμπες, και τις έριχαν στο νερό σε διαφορετικές περιοχές.
Το πρωί που πήγαιναν και τα μάζευαν, μπορούσε να είχαν μαζέψει καμιά δεκαριά χέλια, για να χορτάσει όλη η οικογένεια. Τα έκαναν συνήθως τηγανιτά η στα κάρβουνα.
Τα αχέλια και τα πιτσιρίκια στην εξοχή
Στην εξοχή, στα περισσότερα χωριά, τα παιδιά που βλέπανε τα έχνη, (αιγοπρόβατα), σαν πεινούσαν πήγαιναν να πιάσουν 3 έως 5 χέλια στο ποτάμι, για να φάνε τον εκλεκτό τους μεζέ.
Άναβαν πρώτα μια φωτιά για να είναι έτοιμη, και κατόπιν πήγαιναν στο νερό είτε με φλόμο, είτε με τα χέρια, είτε χτυπώντας τα με ένα ξύλο, τα έπιαναν και επιτόπου τα πήγαιναν για ψήσιμο!
Έκοβαν μια βέργα από αγριελιά και την έκαναν μυτερή μπροστά με ένα τσακί, σαν σούβλα.
Εκεί τα πέρναγαν ολόκληρα τα χέλια όπως είναι, ζικ – ζακ σαν λουκάνικα. Το χέλι δεν έχει λέπια, οπότε το έβαζαν όπως είναι πάνω σε δυο πέτρες στη φωτιά
Πολλές φορές όμως όταν έτρωγαν πολλά χέλια, τα βάραινε το στομάχι τους, γιατί το χέλι ανήκει στα βαριά δυσκολοχώνευτα φαγητά
Το ψάρεμα του καβρού στον ποταμό
Ο καβρός, κοινός καβούρι, για να πιαστεί ήθελε καλό μάστορα!
Στα χωριά όλοι, από παιδιά όμως είχαν εκπαιδευτεί στο ψάρεμα του καβρού, και σπάνια θα πήγαινε κάποιος και να μην φέρει κάμποσα καβούρια στο σπίτι.
Ο λόγος που τα κυνήγαγαν ήταν για το πολύ νόστιμο κρέας του, που μοιάζει με αστακού η γαρίδας.
Ο απλός τρόπος ψαρέματος
Συνήθως τα παιδιά που δεν ήταν καλά εκπαιδευμένα, πήγαιναν στα ποτάμια και ξυπόλητα με τα κοντά παντελονάκια, ανασήκωναν πέτρες η πλάκες στο νερό, και κοίταζαν αν έχει από κάτω «καβρούλια». Έτσι συνήθως έπιαναν μικρά δεύτερα αδέσποτα καβούρια, ή θηλυκά που σύχναζαν κάτω από πλακωτές πέτρες μέσα στο νερό.
Ψάρεμα του καβρού με το βρούλο
Ένας παμπάλαιος τρόπος για να πιάσει κάποιος καβρούς η καπατσέλες (μεγάλους καβρούς), μέσα στην τρύπα τους (φωλιά τους), ήταν να βρει ένα έξυπνο τρόπο να τα ξεγελάσει, γιατί το ίδιο το καβούρι είναι πανέξυπνο, και η
παραμικρή λάθος κίνηση θα το αφήσει κρυμμένο για ώρες μέσα στη φωλιά του! Ο τρόπος λοιπόν είναι «το κόλπο με το βρούλο»!
Έβρισκαν λοιπόν ένα βρούλο που στην άκρη να έχει το δικό του ανθάκι, η ένα άλλο άριο βρούλο μυτερό, που στην άκρη έδεναν σφιχτά με σπάγκο ένα φτερό!
Εντόπιζαν την καβροτρυπχιά, και με πολύ αργές κινήσεις την πλησίαζαν.
Γονάτιζαν με προσοχή να μην τρομάξει ο καβρός, και με προσοχή πολύ, κρατώντας με το δεξί χέρι το βρούλο, το κατεύθυναν προς τον καβρό αργά αργά, που ακόμα φαινόταν ελάχιστα στην τρύπα του.
Αρχίζοντας ένα αργό σφύριγμα μακρόσυρτο. «Φιούουου», και ξανά «φιούουουου», αργά και χαμηλόφωνα, και παράλληλα άρχιζε ένα γαργάλημα με το φτερό στα πόδια του καβρού διακριτικά και πολύ απαλά…
Ο καβρός επεξεργάζοντας στο μυαλό του τα «νέα στοιχεία» που έχει μπροστά του, νομίζει πως το φτερό είναι κάποιο έντομο είναι και θέλει να περάσει μέσα στην τρύπα του!
Έτσι ο καβρός κάνει την πρώτη κίνηση ένα βήμα προς τα έξω, για να είναι πιο κοντά «στη λεία του»!
Όμως το βρούλο όλο και το τραβά πιο έξω το χέρι, και δόστου και βγαίνει και ο κάβουρας προς τα έξω!
Όταν έχει βγει ολόκληρος ο καβρός έξω, κάνει μια με το αριστερό ο εκάστοτε καβροκυνηγός, και το αρπά και το πετά έξω μακριά από την φωλιά του!
Έτσι πλέον με ευκολία, πιέζοντας το στη πλάτη του, και με τέχνη το πιάνει το καβούρι και το βάζει στο καλαθάκι του, που από πάνω είναι δεμένο με ένα πανί, να μη φύγουν όσα έχει μέσα.
Τρόποι για να μεταφέρουν τα καβούρια στο σπίτι
Εκτός από το καλαθάκι η κουβά, με το πανί από πάνω, ήταν και το σταμνί, με το στενό λαιμό, που δεν μπορούσε να βγει ο καβρός από εκεί.
Συνήθως τα παιδιά που δεν είχαν ούτε σταμνί, ούτε καλαθάκι, μόλις τα έπιαναν, τους άνοιγαν τον αφαλό που έχουν στην κοιλιά, και εκεί τους κάρφωναν ένα ξύλο, και το καβούρι πέθαινε αμέσως, και άρα ήταν ακίνδυνο να δραπετεύσει! Έτσι εν ανάγκη τα έβαζαν και στις τσέπες τους!
Χέλια και καβούρια για ρεφενέ!
Πολλές φορές στα καφενεία, που δεν ήθελαν να πιούνε το κρασάκι με σκέτες ελιές και κριθαρόνταγκο, έλεγαν σε κάποιον…
-Πετάξου μπρε Μανώλη μέχρι το μποταμό, να φέρεις καμιά δεκαριά καβρούς, η πράμα χέλια να πχιούμε ένα (γ)κρασί !
Πήγαινε ο εκάστοτε Μανωλιός, και τα έφερνε στην παρέα και ο καφετζής τα έψηνε, η βραστά η τηγανητά η στα κάρβουνα.
Φυσικά εκείνος που πήγαινε και τα έφερνε, δεν πλήρωνε ρεφενέ στο μερίδιό του!
Ήταν βλέπεις και εποχές που δεν υπήρχαν ψυγεία, τα κρέατα σπανίζανε, και αυτοί οι μεζέδες ήταν ιδιαίτερα εκλεκτοί για όλους!
Έτσι ο φτωχός κόσμος στα χωριά, κατεργαζόταν άλλα πράγματα για να κάνει τη ζωή του καλύτερη!
Κάτι ανάλογο, γινόταν και όταν υπήρχαν εργάτες σε διάφορες δουλειές, σε αμπελοσκάματα, σε τρυγητούς η σε έργα της κοινότητας, κλπ.
Όταν σχόλαγαν αργά, έστελναν κάποιον να πάει να χελέψει, η να πιάσει καβρούς, να περάσουν το βράδυ τους όμορφα πίνοντας τα κρασάκια τους πλέον με θεσπέσιους μεζέδες!
Σήμερα φυσικά ο κόσμος δεν ασχολείται πλέον με αυτά τα σπόρ, και γιατί δεν υπάρχουν πλέον στη φύση, αλλά κι αν υπάρχουν ελάχιστα, τα ενδιαφέροντα των ανθρώπων έχουν αλλάξει προς άλλες κατευθύνσεις.
Έτσι χέλια και καβροί, μας άφησαν τουλάχιστον σε μας τους παλιότερους πολλές αναμνήσεις…
Θα ήθελα να ευχαριστήσω τον κ. Μύρωνα Μαραγκάκη για τις δικές του αναμνήσεις με το ψάρεμα στα χέλια.