Ένα ξεχωριστό άρθρο για ένα υπέροχο άνθρωπο τον Αβραάμ Μιστίλογλου έγραψε ο κ. Ν. Φλεμετάκης.
Για μια πολύ ευγενική και ξεχωριστή προσωπικότητα που έζησε και στον τόπο μας.
Ο Αβραμάκης, όπως ήταν γνωστός παντρεύτηκε το 1970 τη Γεωργία Κουτσάκη από τον Κουσέ και έζησαν αρχικά στο Ηράκλειο και στη συνέχεια στο χωριό της γυναίκας του. Δυστυχώς η Γεωργία χτυπήθηκε από καρκίνο και έφυγε από τη ζωή το 1991, αφήνοντας μόνο του τον Αβρακάκη.
Έμεινε κάποια χρόνια μόνος στον Κουσέ και στη συνέχεια ξανάφυγε για το Ηράκλειο, τη συνέχεια της πορείας του οποίου περιγράφει ο κ. Ν. Φλεμετάκης, σε άρθρο που δημοσιεύτηκε στο cretalive.gr:
Του Ν. Φλεμετάκη
Ναι,….. μπορεί να ήταν ζήτουλας, όπως γράφτηκε σε βιβλία, αλλά όχι από εκείνους που σου λέγουν «έχετε ένα ευρώ;» και μετά τα σπαταλούν σε ασωτίες ή κάτι ανάλογο.
Δεν κάπνιζε, δεν έπινε οινοπνευματώδη.
Έτρωγε για να ζει και όχι ζούσε για να τρώει.
Έκανε μια διατροφική συντήρηση.
Ζούσε στο γηροκομείο του Αγίου Ιωάννου.
Εκεί ποτέ δεν δημιούργησε κάποια δυσάρεστη κατάσταση ή να ενοχλήσει τους άλλους συγκατοίκους του, κατά δήλωση των διοικούντων το ίδρυμα.
Επισκέφτηκα το ίδρυμα αυτό αρκετές φορές, από διάφορες κοινωνικοπολιτισμικές θέσεις, για να περάσω μαζί με όλους τους τροφίμους, κάποιες ώρες γνωριμίας, χαράς, διασκέδασης , συζήτησης επί πάντων των επιστητών και για να δώσω μια χαρούμενη νότα στη ζωή τους, μα τον Αβραμάκη, όπως τον έλεγαν, δεν τον συνάντησα ποτέ εκεί.
Στο δρόμο Ναι.
Εκεί συνάντησα αρκετά γνωστά πρόσωπα.
Πρόσωπα που στην προγενέστερη νεαρή ηλικία τους ήταν ΑΡΧΟΝΤΕΣ ΚΑΙ ΑΡΧΟΝΤΙΣΣΕΣ.
Η μοίρα όμως άλλα γράφει για τον καθένα μας σε τούτη τη ζωή γιατί «Έστιν ειμαρμένα πάντα» (δηλ. οπωσδήποτε υπάρχουν πεπρωμένα) όπως έλεγε για την τύχη του ανθρώπου και ο Ηράκλειτος ο Εφέσιος.
Ο Αβραμάκης έφευγε κάθε πρωί από το γηροκομείο και γυρνούσε το μεσημέρι.
Περιφερόταν στην πόλη του Ηρακλείου και με εκείνη τη χαρακτηριστική του φωνή ,που ακόμα αντηχεί στ αυτιά μου ,έλεγε στους διαβάτες: «Έχετε ένα euro;» , «Έχετε ένα euro»;
Άλλοι του έδιναν, άλλοι τον κοίταζαν λοξά-λοξά, άλλοι τον ειρωνευόταν, άλλοι τον περιφρονούσαν, άλλοι περνούσαν αδιάφοροι στην παράκλησή του και οι τουρίστες σήκωναν τους ώμους τους μη γνωρίζοντας τι τους έλεγε .
Έτσι περνούσε τις ημέρες του, τριγυρνώντας στη πόλη του Μεγάλου Κάστρου, ο Αβραάμ Μιστίλογλου .
Ένας απλοϊκός, καλοκάγαθος, ανεξίκακος και κατά κάποιον τρόπο διασκεδαστικός ΑΝΘΡΩΠΟΣ. Και αν γύριζε, κι αν σου ζητούσε κι αν σε παρακαλούσε, πάντα το έκανε με το χαμόγελο και με τον ευγενικό τρόπο που ήταν μαθημένος στην ζωή του, χωρίς ποτέ να δημιούργησε έστω και το παραμικρό ζήτημα, όπως δημιουργούν άλλοι περιφερόμενοι στην πόλη μας.
Γιατί είχεν ευγενική και ευαίσθητη ψυχή στον πόνο των ανθρώπων.
Και αν όλοι ήξεραν τον εσωτερικό συναισθηματικό κόσμο του ΑΒΡΑΑΜ ΜΙΣΤΙΛΟΓΛΛΟΥ, θα τον κοίταζαν με αληθινή και χριστιανική αγάπη, αλτρουισμό και ανθρώπινη αξιοπρέπεια, όπως ακριβώς ΕΚΕΙΝΟΣ κοίταζε να αξιοποιήσει εκείνο που σου ζητούσε και του το έδινες.
Το ένα euro!
Γιατί δεν σου το ζητούσε για ίδιον πλουτισμό ή ωφελιμισμό αλλά να πλουτίσει την ψυχή ενός παιδιού, να βοηθήσει έναν ανήμπορο συνάνθρωπό μας και να κάνει να χαμογελάσει το πικραμένο χείλη μιας πολυβασανισμένης χήρας μάνας, που δεν είχε την δυνατότητα να καλύψει τα έξοδα του παιδιού της, το οποίο είχε τόση όρεξη να μάθει γράμματα, να σπουδάσει για να ξεφύγει μια μέρα από την μιζέρια και την κακομοιριά της φτώχειας.
Και όλα αυτά τα έκανε εφαρμόζοντας πιστά εκείνο που λέγει Ο ΧΡΙΣΤΟΣ: «Μη γνώτω η αριστερά σου τι ποιεί η δεξιά σου».
Είχε κάτι πολύ ξεχωριστό από πολλούς άλλους συνανθρώπους μας.
Έτσι, όντας πρόεδρος του Συλλόγου Υποτροφιών και βραβεύσεων του Ροταριανού Ομίλου Ηρακλείου, διαπίστωσα προσωπικά την παραπάνω ρήση για αυτόν τον ξεχωριστό πολίτη και άνθρωπο.
Είχα δημοσιοποιήσει δια της εφημερίδος «ΠΑΤΡΙΣ» ανακοίνωση σχετική με την προκήρυξη υποτροφιών για ασθενείς οικονομικά φοιτητές του Νομού Ηρακλείου.
Μετά από λίγες ήμερες έλαβα ένα τηλεφώνημα από μια κοινωνική λειτουργό ή οποία μου εδήλωσε ότι τηλεφωνεί από το Γηροκομείο των Ιδρυμάτων Καλοκαιρινού, στον Αϊ Γιάννη, και με καλούσε να πάω για μία υπόθεση του Συλλόγου.
Πράγματι, μετά από λίγη ώρα βρεθήκαμε στο γραφείο του Δ/ντή και μετά από τις απαραίτητες συστάσεις μου είπε η κοινωνική λειτουργός:
«Έχω κάτι για το σύλλογό σας», είπε και έφερε έναν φάκελο .
«Ανοίξτε τον» μου είπε με πολύ ευγένεια και συγκίνηση .Πήρα τον φάκελο τον άνοιξα δειλά δειλά και έβγαλα από μέσα κάποια χρήματα.
Πριν να ανοίξω το στόμα μου κάτι για να πω, με πρόλαβε η κοινωνική λειτουργός και με πολύ συγκίνηση μου είπε: Αυτά τα χρήματα είναι για τις υποτροφίες του Συλλόγου σας, τις οποίες δημοσιεύετε στην εφημερίδα για τους οικονομικά ασθενείς φοιτητές. Μας τα παρέδωσε ένας Κύριος του Ιδρύματός μας με τη ρητή εντολή να μην αναφερθεί το όνομά του.
Ομολογουμένως δεν μπόρεσα να κρατήσω κάποιες σταγόνες των ματιών, όπως και τώρα που το αναθυμούμαι, για την ευγενέστατη χειρονομία, μα και για την παράκληση του τροφίμου να μην αναφερθεί το όνομά του.
Όμως, όπως είναι γνωστό, ο κάθε συλλογικός φορέας τηρεί βιβλία και υποχρεούται στην επίδοση απόδειξης είσπραξης μικρού ή μεγάλου ποσού επί της οποίας αναγράφεται το ονοματεπώνυμο του καταθέτη. Έτσι κι εγώ, παρά τις έντονες αντιρρήσεις των διοικούντων και στην πρότασή μου να εγγραφεί ως καταθέτης το ίδρυμα, εκάμθησαν οι αντιρρήσεις των και μου είπαν:
Τα χρήματα αυτά τα προσφέρει ο κ. ΑΒΡΑΑΜ ΜΥΣΤΙΛΟΓΛΟΥ στα παιδιά φοιτητές που είναι οικονομικά ασθενή. Ακόμη μας παρακάλεσε να σας εκφράσουμε τις θερμές ευχαριστίες του, που φροντίζετε για αυτούς τους φοιτητές.
Αλήθεια ποίος μπορεί να μείνει ασυγκίνητος από το μεγαλείο της ψυχής του ΑΒΡΑΑΜ ΜΥΣΤΙΛΟΓΛΟΥ !
Ποιος μπορεί να μην πει: Δώρο Θεού σ αυτόν τον άνθρωπο, η Θέωση!
Ποιός αμφιβάλλει πως οι πράξεις του αυτές δεν είχαν εφαρμογή σε πάρα πολλούς άλλους συνανθρώπους μας !
Ποιος μπορεί να αμφισβητήσει οτι η ουσία του καθημερινού βήματός του στη πόλη του Μεγάλου Κάστρου, ήταν το υπέροχο συναίσθημά του να προσφέρει .
Ας είναι λοιπόν η αναφορά μου αυτή ένα αναμνηστικό μνημόσυνο στον Αβραμάκη μας, ΑΒΡΑΑΜ ΜΥΣΤΙΛΟΓΛΟΥ .
Όλοι τον θυμόμαστε με θετικά συναισθήματα ,τον άνθρωπο που ο Θεός θέλησε να τον προικίσει και να τον πλουτίσει με ψυχή που γνώρισε την θέωση, την ένωση με τον Θεόν.