Παρόλο που όλοι αναγνωρίζουν την αξία και σπουδαιότητα του δέντρου της ελιάς, πολύ φοβάμαι ότι το 90% των ελαιώνων κλαδεύονται με – από λίγο έως πολύ – λάθος τρόπο.
Πρώτον, κλαδεύουμε με λάθος ένταση τη χρονιά της μεγάλης ή της μικρής καρποφορίας. Δεύτερον, κλαδεύουμε γενικά πιο έντονα απ’ ό,τι χρειάζεται και, τρίτον, ακολουθούμε συχνά μη ορθολογικές πρακτικές στην διαδικασία κλαδέματος ενός δέντρου. Ολα αυτά τελικά ενισχύουν το φαινόμενο της παρενιαυτοφορίας, δηλαδή της γνωστής ετήσιας εναλλαγής μεγάλης και μικρής καρποφορίας.
Ο τομέας του κλαδέματος είναι από τους τομείς όπου μπορούμε να βοηθήσουμε έναν ελαιώνα να αυξήσει τη μέση καρποφορία του, όπως και με τις λιπάνσεις, όπου και εδώ βλέπουμε απουσία εφαρμογής βασικών κανόνων η ορθολογικών μεθόδων. Πριν πούμε λίγα λόγια για τις περιπτώσεις που αναφέρθηκαν παραπάνω, θέλω να φωνάξω όσο πιό δυνατά μπορώ: σταματήστε την καταστρεπτική τακτική του “μαζεύω καρπούς και ταυτόχρονα κάνω και κλάδεμα”! Δεν υπάρχει χειρότερη τακτική από αυτό το καταστροφικό “κλάδεμα” το οποίο, όπως όλοι καταλαβαίνουμε, σαν κύριο στόχο έχει να “κατεβάσει” από το δέντρο όσο περισσότερα κλαδιά μπορούμε προκειμένου να πάρουμε ευκολότερα τους καρπούς. Δεν υπάρχει άλλη χώρα στον κόσμο όπου εφαρμόζεται αυτή η απίστευτη τακτική που έχει σαν αποτέλεσμα την πλήρη έλλειψη καρποφορίας την επόμενη χρονιά αλλά και γενικώς την αφαίρεση κλάδων που σε καμμιά περίπτωση δεν θα έπρεπε να αφαιρέσουμε! Δεν σχολιάζω, βέβαια, καθόλου αυτά τα διαφημιζόμενα ευρεσιτεχνιαζόμενα μηχανήματα, μικρά η μεγαλύτερα, που απογυμνώνουν από τους καρπούς τα κατακρεουργημένα κλαδιά…
Το πρώτο λάθος, λοιπόν, που κάνουμε είναι ότι κλαδεύουμε πιο έντονα τον ελαιώνα μετά από μια χρονιά μεγάλης καρποφορίας και λιγότερο έντονα μετά από μια χρονιά μικρής ή καθόλου καρποφορίας. Πρέπει να κάνουμε το τελείως αντίθετο για να έχουμε την επόμενη χρονιά έστω μια καρποφορία 20% – 40% και να μην πάμε σε πλήρη ακαρπία! Τη χρονιά μιας μεγάλης καρποφορίας το δέντρο έχει σχεδόν εξαντληθεί από διατροφικά στοιχεία και, αν επέμβουμε κλαδεύοντας δραστικά, τότε θα συμβούν δύο πράγματα: πρώτον το αδυνατίζουμε περαιτέρω αφού του αφαιρούμε αποθήκες θρεπτικών συστατικών (φυλλώματα) και δεύτερον, και κυριότερο, το αναγκάζουμε να κάνει έντονη βλαστικότητα την επόμενη χρονιά αφήνοντας έτσι σε δεύτερη μοίρα την παραγωγή καρπών, που είναι δύο αντίθετες-αντιμαχόμενες λειτουργίες στο δέντρο. Αυτό βέβαια μεταφράζεται σε σίγουρη πλήρη ακαρπία την επόμενη χρονιά, δηλαδή σε ενίσχυση της παρενιαυτοφορίας. Τα δέντρα μας, λοιπόν. θέλουν ξεκούραση, ενίσχυση ίσως με άζωτο (μόνο αν μας το δείξει η φυλλοδιαγνωστική του Οκτωβρίου – Νοεμβρίου), ελαφρύ κλάδεμα αφαιρώντας κυρίως τις γερασμένες – κουρασμένες ποδιές, αγριλίδια, ίσως λίγα μεγάλα λαίμαργα, και κάποια επικαλυπτόμενα – διασταυρούμενα μικρότερα κλαδιά. Έτσι βοηθάμε σημαντικά το δέντρο να μας δώσει μερική καρποφορία και την επόμενη χρονιά.
Το δεύτερο σημείο, που συνήθως δεν προσέχουμε, είναι η συχνότητα και ένταση του κλαδέματος. Τα δέντρα πρέπει να κλαδεύονται κάθε δύο η ίσως και κάθε τρία χρόνια, πάντα τη χρονιά που είχαμε μικρή η καθόλου καρποφορία. Ο λόγος είναι πρώτον ότι όλες ανεξαιρέτως οι μελέτες που έχουν γίνει διεθνώς (πλην Ελλάδος, που δεν υπάρχουν σχετικές μελέτες) δείχνουν ότι το διετές κλάδεμα (η και τριετές σε ποτιζόμενους) έχει σαν αποτέλεσμα τελικά την αύξηση της καρποφορίας και μειώνει βεβαίως το κόστος παραγωγής, αφού θα κλαδεύουμε εναλλάξ κάθε δεύτερο χρόνο. Σε αυτή την περίπτωση, του διετούς κλαδέματος, ανάλογα αν ο ελαιώνας είναι ξερικός ή ποτιζόμενος ικανοποιητικά, η αφαίρεση φυλλώματος και ξύλου δεν πρέπει να ξεπερνά το 20% – 25% του συνολικού όγκου της κόμης. Αν κάποιος επιθυμεί να κλαδεύει κάθε χρόνο, θα πρέπει να προσέχει να κλαδεύει πολύ ελαφρά (αγριλίδια, λαίμαργα, αδύνατες εσωτερικές ποδιές) αφαιρώντας όχι περισσότερο όμως από 10% – 15% του συνολικού όγκου φυλλώματος.
Ποια εποχή πρέπει να κλαδεύουμε; Μετά τη συγκομιδή, Νοέμβριο και αργότερα αλλά προτιμάμε γενικά το ανοιξιάτικο κλάδεμα, δηλαδή να κλαδεύουμε Μάρτιο – Απρίλιο ιδίως σε περιοχές όπου ο παγετός δεν μπορεί να αποκλειστεί. Ένα πλεονέκτημα είναι ότι οι πληγές από κοψίματα δεν θα βρεθούν μέσα στις πολλές βροχές που μπορεί να δημιουργήσουν επιμολύνσεις από μύκητες, κλπ. Δεύτερον, το δέντρο με ανοιξιάτικο κλάδεμα θα αντιδράσει με μικρότερης έντασης βλαστικότητα κάτι το οποίο το θέλουμε ιδίως μετά από μια χρονιά μικρής η καθόλου καρποφορίας ώστε να επικεντρωθεί στην παραγωγή καρπών και όχι σε έντονη βλαστικότητα (αντίθετες – αντιμαχόμενες λειτουργίες). Τρίτον, αν έχουμε ελαιώνα με βρώσιμες ελιές (Καλαμών – Αμφίσσης), όταν είμαστε σε φάση έναρξης της ανθοφορίας, θα μπορέσουμε να επιλέξουμε την αφαίρεση ανθοφόρων κλάδων εάν έχουμε πολύ μεγάλη καρποφορία αποσκοπώντας σε μεγαλύτερο μέγεθος καρπών.
Τέλος, πρέπει να αρχίζουμε το κλάδεμα από το επάνω τμήμα του δέντρου και να πηγαίνουμε προς τα κάτω και όχι ανάποδα, όπως συνήθως γίνεται. Ο λόγος είναι ότι έτσι θα μπορέσουμε ίσως να αποφύγουμε την αποκοπή κάποιων χαμηλότερων κλάδων, αφού το φως θα έχει φτάσει στα πιο χαμηλά φυλλώματα από αυτό που υπολογίζαμε αρχικά. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ποτέ όταν κλαδεύουμε ότι, σύμφωνα και με τον Ιταλό Καθ. Riccardo Gucci, κάθε αφαίρεση φύλλων σημαίνει αφαίρεση μονάδων παραγωγής ενέργειας, τα οποία παράγουν θρεπτικά συστατικά απαραίτητα για την καρποφορία, κάτι αντίστοιχο με τα ηλιακά φωτοκύτταρα…
Πηγή: bostanistas.gr