Του Πέτρου Μηλιαράκη*
Η πρόσφατη «στάση» σε επίπεδο Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) απέναντι στην Τουρκία, «παρουσία» της Ελλάδας και της Κύπρου, χαρακτηρίζεται από την επιμονή της γερμανικής πλευράς να αποφύγει με κάθε τρόπο ευθεία αναφορά σε κυρώσεις κατά της Τουρκίας. Η «στάση» αυτή χαρακτηρίζεται και από την αντίστοιχη υποχώρηση της Ελλάδας. Η υποχώρηση της Ελλάδας προδήλως είναι δεδομένη, όσο και αν επικοινωνιακά επιχειρείται το αντίθετο. Και τούτο διότι οι ηγέτες της ΕΕ προσέφυγαν στη Συνθήκη της Λισαβόνας και κατά το μέρος της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (άρθρο 29 ΣΕΕ) και κατά το μέρος της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (άρθρο 215 ΣΛΕΕ), σε κανόνες δικαίου που έχουν το αυτό νομικοπολιτικό κύρος, συντάσσοντας, όμως, έκθεση ιδεών γενικού περιεχομένου. Με τούτο δε ως δεδομένο θα πρέπει να επισημειωθούν τα εξής:
- η προσφυγή στη Συνθήκη της Λισαβόνας
1) Η τοποθέτηση της ΕΕ στο ανώτατο επίπεδο κορυφής αναφορικώς με την Τουρκία ότι: «προκειμένου για να υπερασπιστεί τα συμφέροντά της και τα συμφέροντα των κρατών μελών της», «σε περίπτωση ανανεωμένων μονομερών ενεργειών ή προκλήσεων κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου, η ΕΕ θα χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα και τις επιλογές που έχει στη διάθεσή της», αφορά γενικόλογη υπεκφυγή, που δεν παράγει έννομα αποτελέσματα. Και τούτο διότι για τα προαναφερόμενα άρθρα της Συνθήκης της Λισαβόνας ισχύουν τα εξής:
2) Ως προς το άρθρο 29 ΣΕΕ πρέπει να επισημειωθεί ότι υπάγεται μεν στις κοινές διατάξεις για την Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφάλειας, αφορά όμως γενική τοποθέτηση στο ευρύ πλαίσιο αποφάσεων που: «καθορίζουν τη στάση της Ένωσης επί συγκεκριμένου ζητήματος γεωγραφικής ή θεματικής φύσης και τα κράτη-μέλη μεριμνούν ώστε οι εθνικές τους πολιτικές να συνάδουν προς τις θέσεις της Ένωσης»…
Έτσι, σε επίπεδο κορυφής η ενωσιακή τάξη πραγμάτων απέφυγε να προσφύγει στις ειδικότερες διατάξεις που αφορούν στην Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφάλειας, που κατά τα λοιπά αποτελούν «αναπόσπαστο στοιχείο» των ενωσιακών πολιτικών.
3) Ειδικότερα, εφόσον έγινε προσφυγή στη ΣΕΕ, με δεδομένο από την πλευρά της Άγκυρας ότι λαμβάνουν χώρα ιταμές προκλήσεις που απειλούν με τρόπο άμεσο όχι μόνο την ειρήνη και την ασφάλεια στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, αλλά και της Μεσογείου εν γένει, με κύρια αναφορά στην εδαφική ακεραιότητα της Ελλάδας, οι ηγέτες της ΕΕ απέφυγαν να προσφύγουν στην παράγραφο 7 του άρθρου 42 ΣΕΕ, σύμφωνα με την οποία: «Σε περίπτωση κατά την οποία κράτος-μέλος δεχθεί ένοπλη επίθεση στο έδαφός του, τα άλλα κράτη μέλη οφείλουν να του παράσχουν βοήθεια και συνδρομή με όλα τα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους, σύμφωνα με το άρθρο 51 του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών».
Η διάταξη αυτή αφορά πράγματι Συμπολιτεία και όχι χαλαρή Συνομοσπονδία… όπως καταντά την ΕΕ η «ελίτ των Βρυξελλών-Βερολίνου». Η διάταξη δε αυτή ακόμη και ως ρητή δήλωση είναι η μόνη αναφορά που θα υπολόγιζε σοβαρά η Τουρκία.
4) Αντί, λοιπόν, οι ηγέτες της ΕΕ να διατυπώσουν ευθεία αλληλεγγύη σε Ελλάδα και Κύπρο αναλαμβάνοντας τις ευθύνες τους σύμφωνα με τις πρόνοιες της παραγράφου 7 του άρθρου 42 ΣΕΕ, απλώς σημειώνουν το άρθρο 215 ΣΛΕΕ που αφορά στον τίτλο «περί των περιοριστικών μέτρων». Και αυτή, όμως, η αναφορά συνιστά γενικόλογη προσφυγή, χωρίς αποφάσεις επ’ αυτού! Υπ’ όψιν δε ότι το άρθρο αυτό έχει τροποποιηθεί με τη Συνθήκη της Λισαβόνας και δίδει στην ΕΕ τη δυνατότητα να επιβάλει χρηματοοικονομικές κυρώσεις όχι μόνο σε τρίτες χώρες, όπως είναι η Τουρκία, αλλά ακόμα και σε φυσικά και νομικά πρόσωπα.
- «ποίαν φροντίδα με παρακινείς;»
Με βάση τα προαναφερόμενα, και την πρόσφατη τοποθέτηση των ηγετών της ΕΕ σε επίπεδο κορυφής για τις τουρκικές παραβιάσεις και προκλήσεις, ειδικότερα εναντίον της Ελλάδος και της Κυπριακής Δημοκρατίας, κατά το μέρος που αφορά στους Έλληνες καλό είναι να επαναβεβαιώσουν το μοναδικό ελληνικό πολιτισμό, και να προσφύγουν στα «ελληνικά γράμματα», στο: Πλάτωνος Γοργίας: «ἢ περὶ Ρητορικῆς, ἀνατρεπτικός», όπου:
«ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Ειπέ μου λοιπόν –ως εν συμπεράσματι- ποίαν από τας δύο αυτάς φροντίδας με παρακινείς να λάβω περί των Αθηναίων. Εξήγησέ μου: να καταπολεμώ τας κακάς έξεις των, προς τον σκοπόν να γίνουν καλύτεροι….ή τουναντίον να γίνω ένας καλός υπηρέτης των … ως κόλαξ; Διότι ορθόν είναι, καθώς ήρχισες να ομιλής «με παρρησίαν», μέχρι τέλους να λέγης όσα σκέπτεσαι. Μίλησε λοιπόν θαρραλέα και χωρίς φόβον». Τούτου δοθέντος:
Εάν στις Συνόδους κορυφής «θαρραλέα και χωρίς φόβον» , ήθελε κάποτε η Ελλάδα θέσει το δικαίωμα της αρνησικυρίας, δηλαδή το δικαίωμα του veto, προδήλως «κάτι διαφορετικό» θα καταλάβαιναν εταίροι και σύμμαχοι, καθώς και η Τουρκία, που αυτές τις ημέρες ακριβώς προσβάλλει ευθέως όχι μόνο την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών. Η ρεαλιστική άρνηση , να αποδεχθεί η Ελλάδα πολιτικές που προσβάλλουν την αξιοπρέπειά της ως κυρίαρχου κράτους πρέπει επιτέλους να εκτιμηθεί απο ελληνικής πλευράς και εθνικής πολιτικής, ως στρατηγικός στόχος!
- η ρεαλιστική ανυπακοή ως «veto»
Ως κατακλείδα υπ´όψιν τα εξής: οι Έλληνες πολίτες δεν θα αργήσουν να βρεθούν ενώπιον του εκκρεμούς που θα αφορά δύο αντίθετες κατευθύνσεις: α) στο να καταπολεμήσουν «τας κακάς έξεις…», ή β) στο να καταντήσουν «καλοί υπηρέτες ως κόλακες».
Επ’ αυτού επισημαίνεται ότι το «veto» αφορά ρεαλιστική και από τις Συνθήκες προκύπτουσα ανυπακοή, δηλαδή έννομο δικαίωμα της ευρωπαϊκής έννομης τάξης.
Αρκεί, βεβαίως, οι εκάστοτε πρωθυπουργοί μας όταν εξέρχονται των ορίων της ελληνικής επικράτειας να μην το λησμονούν στα συρτάρια του Μαξίμου ή ως αντιπολιτευόμενοι να το επικαλούνται από το βήμα της Βουλής για ψηφοθηρία και εσωτερική κατανάλωση…
* Ο Πέτρος Μηλιαράκης δικηγορεί στα Ανώτατα Ακυρωτικά Δικαστήρια της Ελλάδας και στα Ευρωπαϊκά Δικαστήρια του Στρασβούργου και του Λουξεμβούργου (ECHR και GC – EU).