Του Μανούσου Κλάδου*
Στο πέρασμα των αιώνων, τούτος ο τόπος, το νησί μας, λόγω της γεωστρατηγικής του θέσης στη Μεσόγειο, έγινε στόχος κατακτητών, λαών ξενόφερτων και στρατευμάτων εχθρικών.
Και οι πρόγονοι μας, γενιές ολόκληρες, που γεννήθηκαν και ανδρώθηκαν σε αυτά τα χώματα, βρέθηκαν να φυλάγουν Θερμοπύλες, πανέτοιμοι πάντα να υπερασπιστούν την τιμή τους, τα ιδανικά και τα όσια μιας πατρίδας, που ενέπνεε ψυχές αδούλωτες, ελεύθερες, γενναίες.
Χαρακτηριστικό της ιστορίας μας η φωτιά.
Η φωτιά της καταστροφής και του θανάτου.
Μα και η φωτιά της ελπίδας, η ζέση της αναγέννησης και της συνέχειας.
Διότι, όσο έκαιγαν και σκότωναν οι κατά καιρούς κατακτητές, τόσο περισσότερο φλογίζονταν οι καρδιές των Κρητικών για αντίσταση και αγώνα.
Όσο ζεσταίνονταν τα χώματα της Κρήτης από το αίμα των παιδιών της, άλλο τόσο «έβραζαν» οι ψυχές των αδούλωτων, που μάχονταν.
Αυτό θα μπορούσε να πει κάποιος, ότι είναι η Κρήτη:
«Φλόγες και Αίμα»!
Και κάνοντας συμβολική χρήση των λέξεων αυτών η σκέψη μας περιπλανιέται σε χρόνους περασμένους, για να ξαναζήσει νοερά, γεγονότα και ιστορικές φάσεις, που συνθέτουν ένα παρελθόν, το οποίο μας καθιστά υπεύθυνους για την ιστορική συνέχεια, με συνέπεια, προσήλωση στις ιδανικά και στις Αξίες ενός λαού και ενός τόπου, που όχι άδικα ονομάστηκε και προσδιορίζεται ακόμα ως το «Νησί των γενναίων».
Ο προσδιορισμός αυτός, όσο συμβολικός και αν είναι, εδράζεται στην ουσία της ιστορίας της Κρήτης.
Και η ιστορία αυτή είναι μια σύνθεση από εικόνες και λόγια, που αποδίδουν με σαφήνεια οι τεχνίτες τις πένας και τους χρωστήρα αντίστοιχα.
Και είναι έτσι δοσμένη η δημιουργία αυτή για να μένουν οι εικόνες ως σημεία και μαρτύρια αλλοτινών καιρών αναλλοίωτα στο χρόνο και παράλληλα τα λόγια και οι γραφές πάντα επίκαιρες, καθώς πολύ συχνά καλούμαστε να αναφερθούμε σε αυτές, είτε όπως εδώ σήμερα, είτε αλλού, σε κάθε αντίστοιχη ευκαιρία.
Και έτσι ο νους γυρίζει σ’ εκείνο το κεφάλαιο της τοπικής ιστορίας που έχει τον τίτλο «Γουρνόλακος».
Και ήρθαμε σήμερα εδώ, ακριβώς γιατί, η φωνή του καθήκοντος μας κάλεσε να αφήσουμε και πάλι λίγες δάφνες, να έχουμε μια υπενθύμιση και να αναλάβουμε μια υπόσχεση.
Οι δάφνες για τους ήρωες τους Γουρνόλακου.
Η υπενθύμιση για μας.
Η υπόσχεση από μας για τους επιγενόμενους.
Πάνω σε αυτό το τρίπτυχο, Δάφνες, Υπενθύμιση, Υπόσχεση, ο λόγος μου αυτός προς εσάς, μέσα από τη συντομία που οφείλω και τα όρια, που ο σεβασμός μου στην υπομονή και αναμονή σας, επιβάλλει.
Δάφνες λοιπόν για τους ήρωες του Γουρνόλακου.
Εκείνους που βρήκαν θάνατο τραγικό, ακριβώς γιατί είχαν πάντα έντονη την υπενθύμιση του καθήκοντος τους προς την ιστορία και πάντα επίκαιρη την υπόσχεση τους για το ποια πατρίδα έπρεπε να παραδώσουν στα παιδιά τους.
Έτσι η μηχανή του χρόνου μας γυρνάει στον Σεπτέμβρη του 1943. Σε εκείνες τις ημέρες, που τα Γερμανικά στρατεύματα κατοχής, έχοντας εντολή να πατάξουν κάθε θύλακα αντίστασης, περικύκλωσαν τον Ψηλορείτη, για να ποτιστεί και πάλι το χώμα του από το αίμα των ανθρώπων του, να φλογιστεί ο αέρας του από τα πυρά των κατακτητών και των υπερασπιστών του, μα και να ανάψει δυνατότερα η ελπίδα του μέλλοντος, το φως της Ελευθερίας, το οποίο γινόταν ολοένα και πιο ευδιάκριτο, καθώς οι Σύμμαχες δυνάμεις είχαν αρχίσει να περιορίζουν την ισχύ και να υποσκάπτουν αποτελεσματικά το οικοδόμημα του Χίτλερ, έχοντας μέσα από νικηφόρες μάχες, ανοίξει το δρόμο για την ανατροπή του φασιστικού Γερμανικού καθεστώτος στην Ευρώπη.
Ενώ λοιπόν ο χρόνος είχε αρχίσει να μετράει αντίστροφα για τις δυνάμεις κατοχής, η απόφαση τους ήταν να εξουδετερώσουν τις αντάρτικες δυνάμεις του Ψηλορείτη.
Ο ορεινός πληθυσμός του Μυλοποτάμου και του Αμαρίου δέχθηκε τότε δεινό πλήγμα.
Δεκάδες οι νεκροί στα χωριά βόρεια και νότια του «περήφανου βουνού».
Οι επιδρομές και οι λεηλασίες έφεραν καταστροφή και θρήνους.
Οι Γερμανοί εξόρμησαν από τα κέντρα εγκατάστασης τους και περικύκλωσαν τον ορεινό όγκο.
Ένα από τα αποσπάσματα αυτά, είχε ως αποστολή και ερεύνησε διεξοδικά μεταξύ άλλων τα όρη γύρω από τα χωριά Αβδελάς, Άγιος Μάμας, Κάλυβος και Λιβάδια. Αποτέλεσμα ήταν να συλληφθούν δώδεκα κτηνοτρόφοι και δύο παιδιά.
Τη νύχτα της 2ας προς 3η Σεπτεμβρίου διανυκτέρευσαν στη θέση «Βικιά Λαγκός» και το πρωί της 3ηςΣεπτεμβρίου οδήγησαν τους συλληφθέντες εδώ στο Γουρνόλακο. Αφού έδιωξαν τα δύο παιδιά, τον Μιχάλη Πρινάρη από τις Αβδανίτες και τον Ιωάννη Λαμπρινό από τα Αβδελά, ετοιμάστηκαν να εκτελέσουν τους δώδεκα κρατούμενους.
Εκείνοι αντιστάθηκαν, κάνοντας μια τελευταία απέλπιδα προσπάθεια να ξεφύγουν, αλλά τα πυρά των Γερμανών του γάζωσαν καθώς έτρεχαν στις πλαγιές των βουνών, που μας τριγυρίζουν και βρισκόμαστε σήμερα.
Από τους 12 κτηνοτρόφους κατάφερε να διαφύγει ο Ελευθέριος Σαρρής από τον Άγιο Μάμα με σοβαρό τραύμα στο χέρι. Δεν μπόρεσε ωστόσο να ξεφύγει από τον τρόμο του θανάτου και το μακελειό που έζησε και πέθανε λίγο καιρό αργότερα, χωρίς να ξεπεράσει τις εικόνες της φρίκης.
Όμως, και μεταξύ των έντεκα που έπεσαν, ένας δεν ήταν νεκρός.
Ο τότε 16χρονος Ιωάννης Νικηφόρος από την Κάλυβο, έχοντας τραύμα από σφαίρα στο κεφάλι, θεωρήθηκε νεκρός από τους Γερμανούς, οι οποίοι έκριναν άσκοπο να του δώσουν τη λεγόμενη «χαριστική βολή».
Ο Ιωάννης Νικηφόρος επέζησε. Διασώθηκε από τον πατέρα του και κατοίκους των Ζωνιανών και των Λιβαδίων που είχαν ανέβει στον Γουρνόλακο για να δουν τι είχε συμβεί.
Ο άνθρωπος αυτός, μάρτυρας γεγονότων δραματικών, ζει ανάμεσα μας και μεις περήφανοι αναφερόμαστε στο χρονικό εκείνο που σημάδεψε τη ζωή του και την ιστορία του τόπου μας, της οποίας ξεχωριστή και ιδιαίτερη είναι η περίπτωση του Γουρνόλακου.
Διότι το δράμα δεν είχε ολοκληρωθεί εκείνο το πρωινό αλλά έμελλε να κορυφωθεί δύο ημέρες αργότερα, στις 5 Σεπτεμβρίου 1943, ακριβώς 68 χρόνια πριν, σαν σήμερα, σε τούτες τις πλαγιές που πατούμε.
Τότε, που συγγενείς και φίλοι, συνολικά 25 άνθρωποι, μαζί με τον παπά Ανδρέα Βαρδιάμπαση από τα Λιβάδια, ανέβηκαν εδώ για να τιμήσουν και να θάψουν τους δέκα πρώτους νεκρούς.
Οι 22 από αυτούς, μεταξύ των οποίων ο ιερέας, ανέλαβαν να θάψουν τα πτώματα των εκτελεσθέντων.
Οι τρεις έμειναν σκοποί, στο φόβο εμφάνισης Γερμανικού αποσπάσματος.
Και δεν είχαν άδικο.
Όντος Γερμανικό απόσπασμα είχε ξεκινήσει για ακόμα μία επιδρομή στον Ψηλορείτη.
Περνώντας από τα Ζωνιανά ο παπά Γιάννης Ζερβός με διάφορα προσχήματα προσπάθησε να καθυστερήσει τους Γερμανούς φονιάδες.
Έτσι βρήκε την ευκαιρία να προπορευθεί η Αναστοδημήτραινα. Η ηρωίδα Πελαγία Δημητρίου Παρασύρη, η οποία ανέβαινε τρέχοντας τις πλαγιές του Ψηλορείτη φωνάζοντας προς κάθε κατεύθυνση : «οι τράγοι ανεβαίνουν στα όρη», ώστε βοσκοί και αντάρτες να λάβουν τα μέτρα τους, να κρυφτούν ή να ταμπουρωθούν στα κρησφύγετα τους.
Οι τρεις φύλακες του Γουρνόλακου άκουσαν το μήνυμα και ειδοποίησαν τους άλλους 22 που βρισκόταν ακόμα μέσα στο λάκκο και έθαπταν τους νεκρούς. Εκείνοι όμως δεν έφυγαν. Προτίμησαν να συνεχίσουν την απόδοση τιμών στους ήρωες, για τους οποίους είχαν ανέβει στο συγκεκριμένο σημείο. Οι Γερμανοί έφτασαν και τους βρήκαν εκεί. Τους κύκλωσαν και τους εκτέλεσαν επί τόπου. Χωρίς οίκτο. Χωρίς σεβασμό στο έργο που επιτελούσαν.
Το δράμα είχε ολοκληρωθεί με συνολικά 32 ανθρώπους να προσμετρούνται στον πολυάριθμο κατάλογο των θυμάτων της Ευρώπης, που έζησε εκείνα τα χρόνια, τι στην ουσία θα πει φασισμός, τι θα πει Γερμανική θηριωδία, τι θα πει ναζιστικό καθεστώς.
Τα θύματα του Γουρνόλακου λέγεται, ότι αντίκρισε μεταξύ άλλων από τους πρώτους που έφτασαν, ο δάσκαλος από τα Λιβάδια Γεώργιος Βαρδιάμπασης, του οποίου γιός ήταν ο παπά Ανδρέας. Στη θέα του νεκρού του παιδιού και των άλλων ανδρών λύγισε και στο μυαλό του γεννήθηκε ένα από τα πιο περίεργα ποιήματα, από όσα έχουν δει το φως της δημοσιότητας μέχρι σήμερα. Ο λόγος για τη «Μάχη του Αρμαγεδών» που εκδόθηκε πέρσι από τον Δήμο Κουλούκωνα, πολλά χρόνια μετά το θάνατο του συγγραφέα.
Τη δε ταφή των νεκρών έκανε ο παπά Ζερβός από τα Ζωνιανά, ο οποίος σφράγισε με τις προσευχές και τις δεήσεις του, το δράμα του Γουρνόλακου.
Αυτά σε συντομία, είναι τα γεγονότα που συγκλόνισαν τότε τον πληθυσμό γύρω από τον Ψηλορείτη μαζί βεβαίως με όσα ακολούθησαν σε μαζικές εκτελέσεις σε διάφορά χωριά και τα ολοκαυτώματα των οικισμών του Κέντρους και των Ανωγείων ένα χρόνο αργότερα.
Για τα θύματα των γεγονότων αυτών, οι δάφνες της τιμής και του χρέους, είναι το ελάχιστο, που οφείλουμε σε αυτή την ετήσια σύναξη μας.
Και μαζί με τα άνθη που εναποθέτουμε στο μνημείο τους, έρχεται η υπενθύμιση.
Ταυτόχρονα με την εξιστόρηση των γεγονότων γίνεται κατάλληλα η καλλιέργεια της μνήμης.
Διότι δεν πρέπει να ξεχνούμε.
Δεν πρέπει να λησμονούμε ποτέ τα όσα υπέστησαν οι πρόγονοι μας για να κυματίζει περήφανη η Ελληνική Σημαία σήμερα και εμείς να απολαμβάνουμε τα αγαθά της δημοκρατίας και της ελευθερίας.
Έχουμε χρέος αυτό που κληρονομήσαμε να το υπερασπιστούμε και να το παραδώσουμε αλώβητο.
Και δεν μιλώ μόνο για την κυριαρχία τους έθνους σε εδάφη και θάλασσες, μιλώ και για τα κεκτημένα μας, σε αξίες και ιδανικά, την πίστη μας στον άνθρωπο, στο πνεύμα, στα χαρίσματα και στα τάλαντα του λαού μας.
Δεν δικαιούμαστε να παρεκκλίνουμε και δεν υπάρχει δικαιολογία όταν λησμονούμε.
Οι πανανθρώπινες Αξίες των Ελλήνων, κτήμα και βάση του παγκόσμιου πολιτισμού σήμερα, είναι ο μόνος δρόμος που μπορεί να αντιπαρέλθει τα όποια προβλήματα του παρόντος και να μας οδηγήσει με ασφάλεια στο μέλλον.
Και πάνω σε αυτές τις Αξίες της αλληλεγγύης, της συναδελφικότητας, της δημοκρατίας, της ελευθερίας του λόγου και της έκφρασης, στις αξίες της Ορθόδοξης Χριστιανικής Πίστης μας αλλά και στο δικαίωμα της ανεξιθρησκίας, στην παραγωγικότητα, που έκαστος από εμάς οφείλει να έχει από όποια θέση και αν βρίσκεται, στο λόγο της τιμής και της ευθύνης, που έχουμε απέναντι στο παρελθόν μας, οφείλουμε να αναλάβουμε ιερή υπόσχεση απέναντι στις γενιές που έρχονται.
Διότι οι ένδοξες ημέρες της ιστορίας μας είναι βάση εξέλιξης.
Όχι στασιμότητας.
Όχι βαυκαλισμού και επανάπαυσης.
Οι δάφνες δεν ανήκουν σε μας.
Γίνονται σουβλερά αγκάθια αν ήσυχοι ολιγωρούμε επαναπαυόμενοι σε αυτές.
Σε εμάς ανήκει το χρέος.
Το χρέος της συνέχειας μέσα από το καινούργιο, το πρωτοποριακό, το ανατρεπτικό, το καλύτερο δυνατό που μπορούμε να κάνουμε μέσα από την εξέλιξη των επιστημών και την κατάκτηση της χρήσιμης γνώσης και της τεχνολογίας που υπηρετεί τον άνθρωπο.
Και αυτό οφείλουμε να μεταλαμπαδεύσουμε στη νέα γενιά.
Για να συνεχίσει να θυμάται, να παραδειγματίζεται και να χαράξει και αυτή με τη σειρά της νέους δρόμους ανάπτυξης και ευημερίας.
Για αυτή την ευημερία, την ανάπτυξη, για το καλύτερο μέλλον της πατρίδας και των επόμενων γενιών, θυσιάστηκαν οι ήρωες του Γουρνόλακου και όλοι οι ήρωες της ιστορίας μας.
Εμείς σήμερα μέσα από άλλα μετερίζια και άλλες προκλήσεις οφείλουμε να ακολουθήσουμε το αγωνιστικό τους παράδειγμα.
Για αυτό ήρθαμε εδώ και σήμερα.
Για ένα στεφάνι με δάφνες, μια υπενθύμιση, μια δέσμευση.
Και εύχομαι, φεύγοντας από δω, να έχουμε επιτύχει και στους τρεις αυτούς στόχους.
Ας είναι λοιπόν αιωνία η μνήμη των ηρώων,
ας έχουμε την δύναμη να αντέξουμε όσα μπορούμε και ας προσπαθήσουμε να ανταπεξέλθουμε με τιμιότητα και ευσυνειδησία σε όσα οφείλουμε στους επιγενόμενους.
Πηγή: dimosmylopotamou.gr
* Ο κ. Μανούσος Κλάδος ήταν Πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου Μυλοποτάμου το 2011. Το παραπάνω κείμενο είναι η κεντρική ομιλία του για τα γεγονότα του Γουρνόλακου, στην 68η επέτειο!