Ήταν Δευτέρα, 15 Ιούλη του 1974, στις 8.15 με 8.30 το πρωί, όταν άρχισαν να βγαίνουν άρματα μάχης από το στρατόπεδο της Κοκκινοτριμιθιάς, τα οποία πήγαν στο Προεδρικό Μέγαρο, στο κτίριο Τηλεπικοινωνιών και το κτίριο της Αρχιεπισκοπής. Αυτή τη μέρα, η έξοδος των αρμάτων μάχης δεν ήταν άσκηση ρουτίνας, αφού επρόκειτο για πραξικόπημα. Αυτό βεβαίως επιβεβαιώθηκε, όταν τα άρματα έφτασαν στο Προεδρικό Μέγαρο και άρχισαν να το χτυπούν.
Η στρατιωτικοφασιστική δικτατορία της Ελλάδας, πιο συγκεκριμένα το καθεστώς Ιωαννίδη είχε αποφασίσει, τουλάχιστον, από τις αρχές του 1974 το πραξικόπημα για την ανατροπή του Μακαρίου. Η απόφαση πάρθηκε σε σύσκεψη που έγινε, με πρωτοβουλία του Δ. Ιωαννίδη, στο σπίτι του «πρωθυπουργού» Ανδρουτσόπουλου και με τη συμμετοχή του «Προέδρου Δημοκρατίας» του καθεστώτος Φ. Γκιζίκη, καθώς και του αρχηγού Ενόπλων Δυνάμεων στρατηγού Μπονάνου.
Το ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, με ανακοίνωσή του στις 15 του Ιούλη 1974, κατήγγειλε ότι «η αμερικανοκίνητη φασιστική χούντα της Ελλάδας, εκτελεστής ιμπεριαλιστικής συνωμοσίας, πραγματοποίησε ωμή ένοπλη επέμβαση στην Κύπρο». Επίσης, σε ανακοίνωση της ΚΕ του ΚΚΕ, στις 29 Ιούλη 1974, αναφέρεται ότι «ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός και οι σύμμαχοί του προσπαθούν να μετατρέψουν την Κύπρο σε πολεμικό ορμητήριό τους».
Το πραξικόπημα στην Κύπρο όσο και ο ΑΤΤΙΛΑΣ, που ακολούθησε, αποτελούσαν ένα ενιαίο σχέδιο των Αμερικανών, με κύριο στόχο να προωθήσουν το σχέδιο διχοτόμησης και ΝΑΤΟποίησης της Κύπρου.
Οι Αμερικανοί αυτοαποκαλύπτονται
Σχετικά με την άμεση εμπλοκή των ΗΠΑ στο πραξικόπημα της Κύπρου, αυτή γίνεται φανερή από την τακτική τους, μετά τη διάπραξή του. Ο Λόρενς Στερν γράφει:
«Ο Αντερσον, (σ.σ. ο εκπρόσωπος Τύπου του ΥΠΕΞ των ΗΠΑ), ήταν ένας φιλικός και επί μακρό ταλαιπωρούμενος γραφειοκράτης, η δουλειά του οποίου ήταν, παρά τις πάρα πολύ επίμονες παρενοχλήσεις των ανακριτών – δημοσιογράφων, να εκφράζει πιστά το γράμμα και το πνεύμα αυτών που ο Κίσινγκερ ήθελε να ειπωθούν, χωρίς να αποκλίνει ούτε ίντσα από τις κατευθυντήριες γραμμές του υπουργού (…). Τη μέρα του πραξικοπήματος, ο Αντερσον βρέθηκε μπροστά σε μια αίθουσα πλημμυρισμένη από δημοσιογράφους. Περιορίστηκε να δηλώσει απλά και ήρεμα ότι “η πολιτική μας παραμένει η ίδια, υποστηρίζουμε την ανεξαρτησία, την εδαφική ακεραιότητα της Κύπρου και τις συνταγματικές της διατάξεις και καλούμε τα άλλα κράτη να ακολουθήσουν μια παρόμοια πολιτική”. Αμέσως μετά, ο Αντερσον απάντησε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν ανέλαβαν οποιεσδήποτε “διαπραγματεύσεις, μυστικές συνομιλίες, τηλεφωνικές συνδιαλέξεις”, για να αποτρέψουν το πραξικόπημα». Και, ταυτόχρονα, ο εκπρόσωπος του Κίσινγκερ δεν καταφέρθηκε κατά της Ελλάδας για την ανάμειξή της στο πραξικόπημα, ούτε καταδίκασε την ανακοινωθείσα δολοφονία του Μακαρίου (Λόρενς Στερν: «Λάθος Αλογο», εκδόσεις ΤΑΜΑΣΟΣ, Λευκωσία 1978).
Ο αντιναύαρχος Π. Αραπάκης, στο βιβλίο του, «Το τέλος της σιωπής», εκδόσεις «ΝΕΑ ΣΥΝΟΡΑ – Α. Α. ΛΙΒΑΝΗ», Αθήνα 2000 αναφέρει:
«Οι σχεδιασμοί των ξένων κέντρων απέβλεπαν στην εξυπηρέτηση των συμμαχικών συμφερόντων, σε βάρος, στην περίπτωση αυτή, της Ελλάδας και της Κύπρου και υπέρ της Τουρκίας. Η εξόντωση του Μακαρίου απέβλεπε, πέρα από την αποτροπή του κινδύνου “κουβανοποίησης” της Κύπρου και της πρόληψης τριτοκοσμικών ενεργειών του, που θα μπορούσαν να αποβούν σε βάρος του Ισραήλ και των Δυτικών συμμάχων, στη διαμόρφωση συνθηκών ικανών να δικαιολογήσουν τη δημιουργία τουρκικής βάσης στη βόρεια Κύπρο, σύμφωνα με συμμαχική επιδίωξη». Κατά τον Αραπάκη, υπήρχε «μεγάλο σχέδιο της διχοτόμησης για την Κύπρο».
Οι ΗΠΑ επιδίωκαν το πραξικόπημα και την τουρκική εισβολή. Χωρίς το πρώτο, δε θα ερχόταν η δεύτερη. Και χωρίς τον Αττίλα, δε θα ερχόταν η διχοτόμηση. Τα αποτελέσματα είναι σήμερα παραπάνω από ορατά.
Πηγή: 2.rizospastis.gr