Γράφει η Ζαμπία Λαζανάκη*
Γιορτή του πατέρα.
“Εγώ έχω τον καλύτερο μπαμπά του κόσμου κυρία “.
Υπήρξα κι εγώ κορίτσι του μπαμπά.
Κι εγώ ..είχα τον καλύτερο μπαμπά του κόσμου, του δικού μου κόσμου!
Αυτή την μικρούλα ιστορία που θα γράψω δεν θυμάμαι να την έζησα …τέντωσα όμως το χέρι και την άρπαξα από το στόμα του πατέρα που την αφηγήθηκε αμέτρητες φορές.
Και αμέτρητες φορές την έζησα.
Πολύ μικρή εγώ και ο αδελφός μου, ο Γιώργος μας, δύο χρόνια μεγαλύτερος (κι ας λέει σήμερα ότι τον περνάω 10 χρόνια!).
Μας είχε πάρει ο πατέρας μαζί του σε ένα χωράφι λίγο έξω από το χωριό για να αρμέξει τις κατσίκες μας.
Όπως όλα τα παιδιά έτσι κι εμείς αγαπούσαμε τα ζώα μεγαλώναμε μαζί τους και ο πατέρας δεν έχανε ευκαιρία να τα ζούμε.
Ο ίδιος ψυχή μικρού παιδιού τα λάτρευε!
Άρμεξε τις κατσίκες έβαλε το γάλα σε ένα κουβαδάκι και πήραμε τον δρόμο της επιστροφής στο ένα χέρι του το γάλα στο άλλο χέρι του εγώ.
Ο Γιώργος μας, ακολουθούσε…
Κάποια στιγμή αντιλήφθηκε μια φωλιά πουλιών, πουλιτσά όπως την έλεγε, πάνω σε μια ψηλή ελιά.
Με σηκώνει πρώτη στα χέρια του για να τη δω.
Μετά σηκώνει τον Γιώργο μας.
Γέμισαν τα μάτια μας φαίνεται γιατί δεν μας έφτανε το βλέμμα της μίας φοράς.
-Μπαμπά σήκωσε με πάλι του είπα.
Χαμογελάει ο πατέρας και με σηκώνει ξανά και μετά πάλι τον Γιώργο μας.
-Σήκωσε πάλι μπαμπά !
-Και εμένα και εμένα πάλι !
Υπήρχε και νομίζω υπάρχει ακόμα.
Ένας άγραφος παιδικός νόμος νίκης του περισσότερου…
Ποιός έχει δοκιμάσει τα περισσότερα παγωτά ποιος έχει κάνει τα περισσότερα μπάνια τις περισσότερες σκανδαλιές…
Και ξαφνικά προστέθηκε στο μυαλουδάκι μας ποιος έχει δει μια φωλιά περισσότερες φορές…
Στην αφήγηση του ο πατέρας έλεγε ότι σήκωσε τον αδελφό μου και εμένα για να δούμε την πουλιτσά πάνω από 20 φορές.
Όποιος γνώρισε τον μπαμπά μου θα του φαινόταν απολύτως φυσικό .Στόλιζε με υπομονή χιούμορ και σοφία κάθε στιγμή μας.
Την τελευταία φορά που με ανέβασε ξανά ψηλά ο Γιώργος μας μην αντέχοντας άλλο την ιδέα ότι αυτό το παιχνίδι νικητή δε θα έχει…δίνει μια κλωτσιά στο κουβαδάκι με το γάλα, ρίχνει στο χώμα το γάλα, και αρχίζει να τρέχει προς χωριό.
Ο πατέρας δεν τον κυνήγησε γιατί κρατούσε εμένα και εγώ δεν μπορούσα να τρέχω…
-Μα δε θύμωσες μπαμπά;
-Θύμωσα αλλά μέχρι να φτάσουμε σπίτι, είχε περάσει ο θυμός και χαμογελούσα…
Αυτός είναι ο δικός μου μπαμπάς πρόλαβε να μας ανεβάσει αμέτρητες φορές ψηλά πριν ανέβει το ίδιος.
Χρόνια πολλά σε όλους τους μπαμπάδες!
* Η Ζαμπία Λαζανάκη είναι Νηπιαγωγός στο Ηράκλειο και συγγραφέας παιδικών βιβλίων.