Κείμενο: Γιώργος Χουστουλάκης
Tα παιδιά της υπαίθρου είχαν ένα βασικό πλεονέκτημα έναντι εκείνα των πόλεων. Που μπορούσαν να μοιράζονται μεταξύ τους και να χαίρονται τις ομορφιές της φύσης! Το ίδιο και σε σύγκριση με τα σημερινά παιδιά των τάμπλετ και παιγνιδομηχανών. Είχαν να θαυμάσουν τη χλωρίδα και τη πανίδα της φύσης. Και πολλές φορές έπαιρναν και διδάγματα από αυτήν!
Μα αλήθεια, ποιό χωριατόπαιδο της Κρήτης δεν που είχε βρεθεί το καλοκαίρι στην εξοχή, και δεν κάθισε με τις ώρες να χαζέψει τις …”διεργασίες” ενός εντόμου – σκαθαριού, της γνωστής στους παλιούς «καβρομαμούνας»? Ποιο παιδί δεν θαύμασε τη μαεστρία που έφτιαχναν τα έντομα αυτά τα «τσουράλι α» τους, δηλαδή την μικρή στρογγυλή μπαλίτσα τους;
Ποιό παιδί, δεν το εντυπωσίασαν οι κινήσεις και όλες οι ενέργειες του σκαθαριού, από τη στιγμή που θα παρευρεθεί σε μια φρέσκια καβαλίνα, και από την ύλη της να καταφέρει να την πλάσει μια ολοστρόγγυλη μικρή μπαλίτσα, δυό εκατοστά διάμετρο, λίγο δηλαδή μεγαλύτερη από το μπόι της? Αφού δε τη φτιάξει, τη σπρώχνει σε μια μακρινή διαδρομή, μέχρι να την πάει στη φωλιά της? Δεν ήταν απαραίτητο να ήταν κόπρανα αλόγων ή άλλων μεταφορικών μέσων. Όλα τα κόπρανα τους έκαναν, ακόμα και τα ανθρώπινα!
Τις περισσότερες φορές, το θέαμα αυτό ήταν ιδιαίτερα εντυπωσιακό, δηλαδή τη μπαλίτσα αυτή, να προσπαθούν μια ή δύο καβρομαμούνες μαζί, να τη σπρώχνουν, η μία από την μία πλευρά και η άλλη από την άλλη!
Ασφαλώς το να είναι δύο οι καβρομαμούνες δεν ήταν τυχαίο, αφού θα ήταν σίγουρα και ζευγάρι!
Ακόμα ποιό εντυπωσιακό θέαμα για ένα παιδί, ήταν να τύχαινε κάποιες φορές, να έχουν “ανακαλύψει” πολλές καβρομαμούνες μαζί, πάνω σε ένα σωρό καβαλίνες, και όλες μαζί να προσπαθούν να φτιάξουν τις μπάλες τους, με τα μπροστινά τους πόδια, τα οποία χρησιμοποιούσαν σαν χέρια, με βοήθεια φυσικά και των άλλων ποδιών! Τα κατάφερναν τέλεια και σχετικά γρήγορα να φτιάξουν την ολοστρόγγυλη μπαλίτσα τους, καθώς στο τέλος διαχωριζόταν σε ζευγάρια, για να σπρώχνουν κάθε ζευγάρι τη μπάλα του στη δική του φωλιά, που μπορεί να ήταν μια τρύπα ή κάτω από μια πέτρα, ή μια κουφάλα ελιάς!
Και εγώ ο γράφων είχα βρεθεί πολλές φορές να παρακολουθώ τέτοια θεάματα με τις ώρες σαν «έβλεπα τα έχνη» έβοσκα δηλαδή τα ζώα μας στην εξοχή, σαν αλωνεύαμε ή θερίζαμε κλπ.
Το μόνο που μου διέφευγε τότε ήταν το πώς, ενώ έπλαθαν αυτή την μπάλα από τα κόπρανα του γαϊδάρου, που στο καλό την χρησιμοποιούσαν! Δεν μπορούσα να το ξέρω όμως.
Πολύ αργότερα έμαθα πως το θηλυκό σκαθάρι άφηνε μέσα εκεί τα αυγά του για επώαση για αναπαραγωγή! Δηλαδή, εν ολίγοις, η κατασκευή αυτή, έπαιζε το ρόλο σφαιρικής “φωλιάς” που από εκεί θα επωαζόταν τα μικροσκοπικά αυγά, θα γινόταν σκουλικάκια και προνύμφες, ώσπου να πάρουν τη μορφή σκαθαριών! Αυτό όμως το μάθαμε πολύ αργότερα, τότε η εξήγηση αυτή δεν έπεφτε στην αντίληψή μας.
Αλήθεια, τι υπέροχο θέαμα! Πάντα μας έκανε εντύπωση η φύση, το πως λειτουργούσε σε διάφορες περιπτώσεις! Πώς η φύση έχει προικίσει κάποια έντομα, και ενστικτωδώς να διαθέτουν ένα ιδιαίτερο ταλέντο. όπως το σκαθάρι των αγρών, αλλά και πολλά άλλα έντομα!
Προσωπικά παραλλήλιζα το θέαμα, βλέποντας ανά δύο σκαθάρια να σπρώχνουν τη μπαλίτσα, με τα λόγια του πατέρα μου, που συχνά έλεγε τη γνωστή φράση: «Οι δυο πέτρες βγάζουνε το λάδι»! Και ίσως και οι ίδιοι οι γονείς μας, να έπαιρναν και εκείνοι «μαθήματα ζωής» από διδάγματα της ίδιας της φύσης, και έτσι και εκείνοι πάντα πήγαιναν μαζί στις αγροτικές δουλειές τους, και στο σπίτι πάλι μαζί βοηθούσαν να μαγειρέψουν να φάνε και να κοιμηθούνε. Πραγματικά οι άνθρωποι της εποχής εκείνης ήταν «σκαθάρια» της ζωής!
Ή καβαλίνα όλοι ξέρουμε πόσο καλή κοπριά ήταν, κυρίως για τις ελιές, τα κηπικά κλπ.
Ξέρουμε επίσης πως αποξηραμένη στον ήλιο η καβαλίνα ήταν ιδανική για ίσκα, δηλαδή σαν προσάναμμα για να ανάψει κάποιος φωτιά. Έκανε επίσης και για κατάλληλο θυμίαμα, κυρίως για απομάκρυνση εντόμων από τη φωλιά τους, πχ μέλισσες, σφίγγες κλπ, γιατί ο καπνός τις ζάλιζε.
Για τις καβρομαμούνες όμως ήταν χρήσιμη, γιατί μέσα σε αυτές τις μπάλες υπήρχε κατάλληλη θερμοκρασία επώασης, υπήρχε μόνωση από υγρασία, οπότε λογικά έκαναν εκεί τα αυγά τους, τις μετέφεραν σε μια τρύπα στο χώμα, που ήταν η φωλιά τους, τις σκέπαζαν και περίμεναν να επωάσουν τα αυγά και να βγουν τα νέα έντομα!
Εκείνο που έκανε ιδιαίτερο το όλο θέαμα, δεν ήταν μονάχα το να σπρώχνουν δυό έντομα μια μπαλίτσα και να κάνουν μια μεγάλη διαδρομή, το θεαματικότερο όλων ήταν… τα εμπόδια, που συναντούσαν στο δρόμο τους! Το τι ελιγμούς έκαναν πότε από δω πότε από εκεί, πότε μπρός πότε πίσω, και το πείσμα τους να ξεφύγουν από το εμπόδιο ή να βρουν τρόπο να το παρακάμψουν! Δεν μπορούσε κάποιος θεατής να μη θαυμάσει την εξυπνάδα και μαεστρίας αυτών των εντόμων! Σήμερα δυστυχώς δεν συναντά κανείς τόσο εύκολα το θέαμα αυτό, όχι γιατί έχουν εξαφανιστεί τα σκαθάρια αυτά οι καβρομαμούνες των παιδικών μας χρόνων, αλλά σπανίζουν και τα άλογα και γαϊδούρια που άφηναν τις καβαλίνες στην εξοχή!
Στη Μεσαρά όλα τα σκαθάρια τα λένε «καβρομαμούνες»!
Πρέπει να πούμε βέβαια πως στη Μεσαρά όλα τα σκαθάρια τα έλεγαν με μια λέξη «μαμούνες» ή «καβρομαμούνες», ακόμα και τις κατσαρίδες! Με τη διαφορά πως τις κατσαρίδες όλοι θα τις σκότωναν, όχι όμως και τα σκαθάρια που συναντούσαν στους αγρούς!
Καβρομαμούνα λέμε και το έντομο που τρώει το φοίνικα.
Άλλο παρόμοιο σκαθάρι μαύρο με σκληρό περίβλημα συναντούσαν κυρίως όταν μάζευαν ελιές, και επειδή ήταν μαύρο έμοιαζε με την ελιά και κατά λάθος το έπιαναν.
Και αυτό το σκαθάρι το ονόμαζαν « καβρομαμούνα». Πάνω σε αυτό υπήρχε σχετικό παλιό αστείο. Μιλούσε για κάποιον που πεινούσε πολύ, και βρέθηκε κάτω από μια ελιά που είχε σταφιδολιές και έτρωγε με μανία πιάνοντάς τις από χάμω που είχαν πέσει! Από τη λιγωμάρα του όμως δεν έβλεπε καλά, και μαζί με τις σταφιδολιές έπιανε και κάποιες καβρομαμούνες! Όταν το κατάλαβε είπε τη φράση:
«Βρουλίδια μου βρουλίδια μου – καβρομαμουνίδια μου!»
Φωτογραφίες: Μπουρμάς