Του Πρωτοπρεσβυτέρου Γεωργίου Ρ. Ζουμῆ
Ὕμνος ἅπας ἡττᾶται τῷ πλήθει΄τῶν πολλῶν οἰκτιρμῶν σου…
Ὁ στίχος τόν ὁποῖο ἀναφέραμε θέλει νά μᾶς πεῖ, πώς ὅποιον ὕμνο καί ἄν ποῦμε, ὅποια δοξολογία καί ἄν τῆς προσφέρουμε, δέν εἶναι τίποτε, δέν πιάνει τίποτε μπροστά στό μέγεθος τῆς καλωσύνης της, στό πλῆθος τῶν πολλῶν οἰκτιρμῶν της καί τῆς εὐσπλαχνίας της. Ὅ,τι καί νά τῆς ποῦμε, ὅσο καί ἄν τήν ὑμνήσουμε εἶναι πολύ λίγο καί μικρό μπροστά στήν μεγαλωσύνη της. Ποτέ δέν θά μπορέσουμε νά ὑμνήσουμε ἐπάξια αὐτήν, πού ἐδόξασε καί τίμησε ὁ Θεός, μέ τό νά τήν κάνει μητέρα τοῦ Υἱοῦ του.
Μποροῦμε νά μετρήσουμε τήν ἄμμο, πού βρίσκεται στό χεῖλος τῆς θαλάσσης; Ὄχι. Μποροῦμε νά μετρήσουμε τά ἀστέρια ψηλά στόν οὐρανό; Ὄχι, ἴλιγγος μᾶς πιάνει. Μποροῦμε νά μετρήσουμε τίς σταγόνες τῆς βροχῆς; Ἀδύνατον εἶναι. Ἔ, τόσους πολλούς ὕμνους ἄν προσφέρουμε στήν Παναγία, καί πάλι δέν κάνουμε τίποτε. Δέν κάνουμε κάτι ἀντάξιό της. Δέν τῆς προσφέρουμε κάτι ἀνάλογο ἀπέναντι σ᾿ ἐκεῖνα πού ἡ Παναγία μᾶς προσέφερε.
Τί ἔκανε γιά μᾶς ἡ Παναγία; Τά πάντα. Ἔφερε τόν Θεό στή γῆ. Ὁδήγησε τούς ἀνθρώπους στόν οὐρανό. Ἔφερε σ᾿ ἐμᾶς τό μέγα ἔλεος, δηλαδή τόν Χριστό. Ἔφερε τόν σωτήρα τοῦκόσμου. Ἄνοιξε τόν παράδεισο. Μεσιτεύει καί πρεσβεύει μέρα-νύχτα γιά μᾶς. Ἄν θά σωθοῦμε, θά σωθοῦμε ἐξ αἰτίας της. Εἶναι λοιπόν τόσο μεγάλες καί τόσο πολλές οἱεὐεργεσίες της πρός τήν ἀνθρωπότητα, ὥστε ὅ,τι καί ἄν κάνουμε, δέν εἶναι ἀντάξιό της, ἄξιο ὅσων ἐκείνη ἔκανε. Ποτέ δέν θά μπορέσουμε ἐπάξια νά τήν ὑμνήσουμε, ἔστω καί ἄν ἀκόμη ἔχουμε στόμα ἀγγελικό.
Αὐτό πάλι δέν σημαίνει, ὅτι ἐμεῖς δέν θά κάνουμε τήν προσπάθειά μας νά ὑμνοῦμε καί νά τιμοῦμε τήν Κεχαριτωμένη, τήν εὐλογημένη ἐν γυναιξί. Καί μάλιστα, ἀφοῦ δέν μποροῦμε μέ λόγια, ἀφοῦ ἀδυνατοῦμε μέ τούς ὕμνους, ἄς προσπαθήσουμε μέ τήν ζωή μας, μέ τά ἔργα καί τίς πράξεις μας.
Λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος: Τιμή ἁγίου, μίμησις ἁγίου. Τιμοῦμε τόν ἅγιο σωστά, ὅταν μιμούμεθα τήν ζωή του. Μέ ἄλλα λόγια, θέλουμε νά τιμήσουμε τήν Θεοτόκο; Νά μιμούμεθα τήν ζωή της.
Στό πρωτευαγγέλιο τοῦ Ἰακώβου διαβάζουμε, ὅτι ἡ Παναγία νήστευε, προσευχόταν,ἔκαμνε ἀγρυπνίες, γονυκλισίες καί ἐλεημοσύνες καί ὄχι μόνο αὐτά. Ὁ ἅγιος Ἀνδρέας ὁ Κρήτης λέει, ὅτι στό ὄρος τῶν ἐλεῶν πήγαινε ἡ Παναγία καθημερινῶς καί προσευχόταν. Στόν τόπο ἐκεῖνο ὅπου προσευχόταν καί ἔκαμνε τίς μετάνοιές της οἱ πλάκες βαθούλωσαν. Ἔφαγε τίς λίθινες πλάκες, τίς ἔλιωσε μέ τά γόνατά της.
Τιμοῦμε λοιπόν τήν Παναγία, ὅταν μιμούμεθα τήν εὐσπλαχνία της καί τήν ἀσκητική της ζωή. Διά τοῦτο πρέπει καί ἡμεῖς, ἀδελφοί μου, λέει ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, νά τιμῶμεν τήν Δέσποινά μας Θεοτόκο μέ νηστεῖες, προσευχή καί καλά ἔργα.
Ἡ Παρθένος ἦταν πεντακάθαρη καί στό σῶμα καί στήν ψυχή ἀπό κάθε τί πού μολύνει τήν σάρκα καί τό πνεῦμα. Ἔτσι κι᾿ ἐμεῖς, ἄν θέλουμε νά τιμήσουμε τήν ἀειπάρθενο, θά πρέπει νά ἀγωνιζώμαστε σοβαρά, γιά νά μή μολύνουμε τό σῶμα καί τήν ψυχή μας μέ ἁμαρτωλές ἡδονές, τό στόμα μας μέ λόγια ρυπαρά, τήν διάνοιά μας μέ ρυπαρούς λογισμούς, τά μάτια μας μέ πονηρά θεάματα κ.ο.κ.
Ἔλεγε πάλι ὁ ἅγιος Ἀνδρέας Κρήτης, ὅτι στό Ναό τοῦ Σολομῶντος εἶχαν βάλει δίχτυα στίς πόρτες καί στά παράθυρα, γιά νά μή μπαίνουν μέσα στό Ναό τά διάφορα ἔντομα. Ἔτσι κι᾿ ἐμεῖς πρέπει νά προσέχουμε τίς αἰσθήσεις μας, γιατί ἀπό αὐτές μπαίνουν μέσα μας οἱδιάφοροι πειρασμοί. Οἱ αἰσθήσεις μας γίνονται οἱ δίοδοι, οἱ πόρτες διά τῶν ὁποίων μπαίνει μέσα μας ἡ ἁμαρτία καί μολύνει τήν καρδιά μας.
Νά προσέχουμε τήν ζωή μας. Νά εἶναι ἕνας διαρκής ὕμνος εὐχαριστίας καί δοξολογίας καί ποτέ νά μή πληγώνουμε τήν Παναγία.
Ὁ ἅγιος Σιλουανός ὁ Ἀθωνίτης πρίν ἐγκαταλείψει τά ἐγκόσμια, ζοῦσε ζωή ἁμαρτωλή. Στό διάστημα αὐτό (διηγεῖται ὁ ἴδιος), τοῦ φανερώθηκε ἡ Παναγία καί τοῦ εἶπε: Δέν μ᾿ ἀρέσει νά βλέπω τά ἔργα σου. Μήπως τά δικά μας τῆς ἀρέσουν; Βέβαια ἐμεῖς θέλουμε νά λέμε, ὅτι εἴμαστε καθαροί, ὅτι δέν ἔχουμε ἁμαρτίες. Ἔτσι ξεγελοῦμε τόν ἑαυτό μας καί προσπαθοῦμε νά κοιμήσουμε τήν ταραγμένη συνείδησή μας. Ἄς ρωτήσουμε ὅμως τήν Παναγία, τί γνώμηἔχει γιά μᾶς;
Τά λόγια αὐτά, συνεχίζει ὁ ἅγιος Σιλουανός, ράγησαν τήν ψυχή μου. Ὦ καί νά γνωρίζαμε πόσο λυπᾶται καί στενοχωρεῖται ἡ Παρθένος γιά ἐκείνους, πού δέν μετανοοῦν! Αὐτό τό δοκίμασα ἀπό τήν πείρα μου.
Στό βιβλίο «ἁμαρτωλῶν σωτηρία» ἀναφέρεται ἕνα περιστατικό: Ἕνας στρατιώτης πήγαινε νά προσκυνήσει τήν εἰκόνα τῆς Θεοτόκου. Κάθε φορά πού πήγαινε, ἔβλεπε τήν Παναγία καταπληγωμένη, μαχαιρωμένη, γεμάτη αἵματα. Κατάλαβε ὅτι ἔφταιγε ὁ ἴδιος, γιατίἀπατοῦσε τήν γυναίκα του. Ἡ μοιχεία του ἦταν μαχαιριά, πού πλήγωνε τήν ψυχή της. Ἦρθε σέ μετάνοια, ἐξομολογήθηκε καί καθαρίσθηκε. Καθαρός πλέον προσκύνησε τήν εἰκόνα της. Οἱ πληγές καί τά αἵματα ἐξαφανίσθηκαν.
Πρέπει ἀκόμη νά γνωρίζουμε, πώς οἱ ἅγιοι δέν φοβοῦνται τά τελώνια. Ὅμως κατά τήν φοβερά ἡμέρα τῆς κρίσεως καί αὐτοί θά τρέμουν. Μόνο ἡ Παναγία ἔχει τό θάρρος νά ἀτενίζει κατά πρόσωπο τόν Υἱό της καί Κριτή τῆς οἰκουμένης. Μόνο αὐτή θά ἱκετεύει γιά μᾶς καί αὐτό γιά τελευταία φορά. Θά παρακαλεῖ μέ ἀγωνία καί ἐπιμονή, μέ πολύ πόνο.
Ἐκείνη τήν ἡμέρα θά γίνει ἡ πιό μεγάλη «φιλονικεία», κατά τήν ὁποία θά νικήσει ἡΠαναγία. Χάρις σ᾿ αὐτήν τήν «φιλονικεία» πολλοί θά ἐλεηθοῦν. Γιαὐτό ἕνας στίχος τῶν χαιρετισμῶν λέει: Χαῖρε, πολλῶν πταιόντων συγχώρησις.
Σήμερα ὅσο ποτέ ἄλλοτε ὁ κόσμος πίνει τήν ἁμαρτία σάν ἀναψυκτικό ποτό καί δῆθεν εὐχαριστιέται. Κάτι πού ἐξοργίζει καί λυπεῖ τόν Θεό. Ἐν τούτοις ἡ ὀργή του δέν ἔχει ξεσπάσειἀκόμη. Ὁ κόσμος μας δέν ἔχει καταστραφεῖ. Ζεῖ καί εὐημερεῖ χάρις στήν Παναγία.
Ἔλεγε ὁ μακαριστός π. Κλεώπας, σπουδαῖος Γέροντας στή Ρουμανία: Ὁ Θεός πρό πολλοῦθά μᾶς εἶχε καταστέρεψει ἐξ αἰτίας τῶν ἁμαρτιῶν μας. Ὅμως ἡ μητέρα τοῦ ἐλέους δέν ἐπιθυμεῖτήν καταστροφή τοῦ κόσμου. Ὅπως μέ τά σπάργανα τύλιξε τόν Ἰησοῦ Χριστό στήν φάτνη,ἔτσι καί τώρα «περιτυλίγει», συγκρατεῖ τήν ὀργή του, γιά νά μή καταστραφοῦμε. Τέτοια παρρησία, τέτοια δύναμη ἔχει ἡ Παναγία!
Λέει ὁ Χριστός στούς ἁγίους: Ἐσεῖς ἔχετε τό δικαίωμα νά παρακαλεῖτε. Στήν Παναγία λέει:Ἐσύ μητέρα μου, ἔχεις τό προνόμιο μόνο νά ζητᾶς. Ὁ Χριστός δέν τῆς χαλάει ποτέ τό χατίρι.Ἡ Παναγία ἀλλάζει ἀκόμη καί τά σχέδια τοῦ Χριστοῦ, ὅπως βλέπουμε στόν γάμο τῆς Κανᾶ. Ἡ δέησή της εἶναι ἐντολή γιά τόν Χριστό. Ἴσχύεις ὅσα καί βούλεσαι, λέει ἕνα τροπάριο θεομητορικό. Μπορεῖ νά κάνει ὅ,τι θέλει. Γιαυτό ἐπιμένει ἡ Παναγία καί λέει, νά μέ ἐπικαλεῖσθε, νά μέ φωνάζετε κι᾿ἐγώ θά τρέχω, θά ἔρχωμαι νά σᾶς βοηθάω.
Ἀγαπητοί μου,
Ἄν πράγματι ἀγαποῦμε τήν Παναγία, ἄς τῆς δώσουμε χαρά. Ἄς κόψουμε γιά χατίρι της τήν ἁμαρτία. Ἄς μή ἁμαρτήσουμε οὔτε ἐν λόγῳ, οὔτε ἐν ἔργῳ, οὔτε ἐν διανοίᾳ. Νά ἀφοσιωθοῦμε στό καλό, στήν ἀρετή, ὅπως ἔκανε ἐκείνη. Ἀξίζει τόν κόπο μόνο καί μόνο γιά νά μή τήν λυπήσουμε, νά σταματήσουμε τήν ἁμαρτία. Ἔτσι θά τήν τιμήσουμε.
Μή λησμονοῦμε πώς ἡ Παναγία ἔχει ἀδυναμία στούς χαιρετισμούς. Ἐμφανίσθηκε σέ μοναχούς τοῦ Ἁγίου Ὄρους καί τούς εἶπε, ὅτι ἀγαπᾶ πολύ τούς χαιρετισμούς. Ὅποιος τούς λέει κάθε μέρα, θά τόν προστατεύει. Αὐτό ψάλλουμε μέ ἕνα τροπάριο τοῦ κανόνος: Τούς σούς ὑμνολόγους, Θεοτόκε… στεφάνων δόξης ἀξίωσον. Ἄς τῆς προσφέρουμε ὕμνους καί δεήσεις. Νά τήν ἐπικαλούμεθα μέ ἐμπιστοσύνη καί ἐλπίδα, γιά νά μᾶς στεφανώνει μέ τήν χάρη της καί τήν βοήθειά της. Ἀμήν.-
Πηγή: Ιερός Ναός Αγίου Προφήτου Ηλιού