Γράφει ο Κωστής Ηλ. Παπαδάκης
Παραθαλάσσιο χωριό της πρώην επαρχίας Αγίου Βασιλείου (σήμερα δήμου Λάμπης), 61 χιλιόμ. από το Ρέθυμνο, στον κόλπο της Μεσαράς, στα νότια του νομού Ρεθύμνου, με 1259 κατοίκους κατά την τελευταία απογραφή του 2001. Σημαντικό τουριστικό κέντρο στη Λυβική θάλασσα, για την ειδυλλιακή θέση στην οποία βρίσκεται και τις θαυμάσιες παραλίες της.
Στη θέση του σημερινού οικισμού κατά την αρχαιότητα υπήρχε παραθαλάσσιος οικισμός με το όνομα Σουλία ή Σούληνα ή Σουλή(έ)να, πού ήταν το λιμάνι της αρχαίας Συβρίτου- παρά το σημερινό χωριό Θρόνος τής επαρχίας Αμαρίου- και μία από τις εκατό πόλεις της ομηρικής Εκατόμπολης. Η αρχαία πόλη εντοπίζεται σε λόφο 500 μ. ΝΑ του χωριού. Στον τόπο αυτόν ανθούσε η λατρεία της Αρτέμιδος[2] και, οπωσδήποτε, σημειώνει η αρχαιολόγος Guarducci, θα υπήρχε και ναός της θεάς αυτής, του οποίου σώζονται δυο μονολιθικές κολόνες από αιγυπτιακό γρανίτη, απέναντι από τον ναό των αγίων Τεσσάρων Μαρτύρων[3].
Διάφορα λείψανα της αρχαίας Σουλίας έφτασαν μέχρι τις μέρες μας και έχουν κατά καιρούς ανεβρεθεί, όπως υπολείμματα οικιών ΝΑ και ΒΑ του παλιού νεκροταφείου. Ο Pendleburi[4], αναφέρει ότι στο Μουσείο του Ηρακλείου εκτίθεται λύχνος από την αρχαία Σουλία, ενώ στον κόλπο της Αγίας Γαλήνης, ΝΔ του Κόκκινου Πύργου (θέση Κακόσκαλο), το 1937, ανακαλύφθηκε από τον Έφορο αρχαιοτήτων Νικ. Πλάτωνα- και ύστερα από υποβρύχια έρευνα- ναυάγιο ρωμαϊκού πλοίου, του 3ου μ. Χ. αιώνα, από το οποίο ανασύρθηκε ολόκληρος θησαυρός από χάλκινα αντικείμενα, προτομές, ειδώλια, λύχνους κτλ., που εκθέτονται σήμερα στο Μουσείο Ρεθύμνου. Ο Ν. Πλάτων, ύστερα από εντατική έρευνα, περισυνέλεξε 260 χάλκινα νομίσματα, που καλύπτουν ιστορία τριών αιώνων, των Ρωμαίων αυτοκρατόρων Δεκίου, Γορδιανού και Φιλίππου, ένα αγαλμάτιο της Αφροδίτης, ένα άλλο του έρωτα, προτομή της Δήμητρας, βάσεις ειδωλίων κτλ. Ο Σ. Μαρινάτος ισχυρίστηκε ότι το φορτίο ανήκε σε κάποιον έμπορο, αλλά ο Θεοφανίδης πίστευε ότι μεταφερόταν από πειρατές[5]. Επίσης, στο κέντρο του χωριού ανασκάφηκαν πρόσφατα δυο τάφοι των Υστερορωμαϊκών χρόνων. Στους Σταδιασμούς, τέλος, αναφέρεται η φράση: «Από Ματάλης εις Σουλίαν στάδιοι ξε΄ (65) ακρωτήριον έστι καλόν ανέχον προς μεσημβρίαν. λιμήν εστί καλόν ύδωρ έχει». Όλα μαζί τα παραπάνω πιστοποιούν με βεβαιότητα την ύπαρξη της αρχαίας πόλης Σουλίας.
Ο ποταμός Αμαριανός ή Πλατύς[6] και στην αρχαιότητα ποταμός Ηλέκτρας, που πηγάζει από τον Ψηλορείτη και εκβάλλει κοντά στο χωριό, αναφέρεται σε παλιούς χάρτες ως Santo Galini fiume. To 1415 o Cristof. Buondelmonti επισκέφθηκε το μοναστήρι της Αγίας Γαλήνης, τον Άγιο Γαλήνη (hodie Galenum Sanctum), όπως τον ονόμαζαν τότε. Πρόκειται για τη μονή του Γαλήνιου Χριστού (= ο Χριστός η γαλήνη τής ψυχής των ανθρώπων), που είναι στη θέση Ποταμίδα, εκεί όπου βρίσκεται σήμερα η εκκλησία της Παναγίας και το νεκροταφείο του χωριού. Οι καλόγεροι του μοναστηριού έδειξαν στον φλωρεντινό ιερέα, Cristof. Buondelmonti, ένα υδραγωγείο, που κατέβαινε από ψηλά, όπως και πέτρινους κίονες όλων των χρωμάτων. Αυτή η πόλη, που δεν είχε λιμάνι, ήταν κτισμένη κοντά σε ένα ρεύμα ποταμού (προφανώς του Ηλέκτρα, παρά τον οποίο ήταν κτισμένη κατά την αρχαιότητα η Σουλία, δείγματα της οποίας μας παρουσιάζει εδώ ο Cristof. Buondelmonti)[7].
Μετά το έτος αυτό, 1415, δεν υπάρχουν στοιχεία για το μοναστήρι το Γαλήνιου Χριστού. Η καταστροφή του αποδίδεται σε πειρατικές επιδρομές, που έγιναν λίγες δεκαετίες μετά την παραπάνω χρονολογία επίσκεψης στο μοναστήρι τού Buondelmonti.
Τη λατρεία της Αρτέμιδος διαδέχτηκε, λοιπόν, στα κατοπινά χρόνια η χριστιανική λατρεία. Στα ερείπια του ναού της Αρτέμιδος κτίστηκε, αργότερα- πιθανόν στη β΄ Βυζαντινή περίοδο- η εκκλησία του Γαλήνιου Χριστού, που- όπως σημειώσαμε και παραπάνω- επισκέφτηκε στα 1415 ο Χριστ. Μπουοντελμόντι. Συνεπώς από τη μονή του Γαλήνιου Χριστού πρέπει να προέρχεται και το όνομα του σημερινού οικισμού, που γι’ αυτό πρέπει, πιο σωστά, να λέγεται Άγιος Γαλήνης[8].
Υπάρχει ενδιαφέρουσα λαϊκή παράδοση, που προσπαθεί να ερμηνεύσει την ονομασία του οικισμού, από την ύπαρξη στο χωριό της εκκλησίας- μονής του Γαλήνιου Χριστού. Την κτήση της η παράδοση αυτή ανάγει στους Βυζαντινούς χρόνους και διηγείται σχετικά την παρακάτω ενδιαφέρουσα ιστορία. η Ευδοκία, σύζυγος του αυτοκράτορα του Βυζαντίου Θεοδοσίου Β΄ (408- 450) κατηγορήθηκε στον αυτοκράτορα, από την αδελφή του Πουλχερία, για δήθεν συζυγική απιστία. Φούντωσε το μίσος και η οργή του Θεοδοσίου για την αγαπημένη του σύζυγο, για την οποία είχε μέσα του θρέψει το μύθο της πιο τέλειας στην ψυχή και το πνεύμα γυναίκας. Δεν το άντεξε και, κυριευμένος από το πάθος της συζυγικής ζήλιας, πήρε την άδικη απόφαση να την εξορίσει όσο το δυνατόν μακρύτερα, στην Αφρική. Το ιστιοφόρο πλοίο που την οδηγούσε στον μακρινό τόπο της εξορίας της, περνούσε, κάποια στιγμή, από τη θαλάσσια περιοχή της σημερινής κοινότητας Αγίας Γαλήνης. Συνάντησε, όμως, μεγάλη θαλασσοταραχή και αναγκάστηκε να προσαράξει στον εδώ ασφαλή όρμο, τον, έκτοτε- κατά την χαρακτηριστική φράση της βασίλισσας- «αεί γαλήνη»(= πάντοτε γαλήνιο). Από εδώ, σύμφωνα με τη συγκεκριμένη παράδοση, προήλθε και το όνομα «Αϊ-Γαλήνης».
Σύμφωνα με άλλη παράδοση, που συνεχίζει την προηγούμενη, η αυτοκράτειρα έκαμε τάμα προς την Παναγία να γαληνεύσει τη θάλασσα από την τρικυμία και σε ένδειξη ευχαριστίας θα Της έκτιζε ναό στην χάρη Της. Το θαύμα έγινε και η αυτοκράτειρα έκτισε, πράγματι, ναό βυζαντινού ρυθμού, που έμελλε να γίνει μοναστηριακός, ανατολικά της κωμοπόλεως, με το όνομα της Παναγίας ως «Αγίας Γαλήνης» (Παναγία Αγία Γαλήνη- σήμερα νεκροταφείο), που, στη συνέχεια, έδωσε το όνομά του σε ολόκληρο τον οικισμό[9]. Λείψανα του παλαιότατου αυτού παλαιοχριστιανικού μοναστηριακού ναού διαπιστώθηκαν στις μέρες μας γύρω και κάτω από τον νεότερο σημερινό ναό, στη θέση τού σημερινού νεκροταφείου.
Η Αγία Γαλήνη, λοιπόν, είναι η αρχαία πόλη Σουλία, πράγμα που πιστοποιείται πολυτρόπως από αρχαίες επιγραφές, κολόνες, μνήματα κτλ. Αργότερα, προσέλαβε και το όνομα «Ερημούπολις», «Ερημόπολις» και «Ερμούπολις»[10] και με το όνομα αυτό ακουγόταν όλη, γενικότερα, η νότια ακτή της Κρήτης από τα Αστερούσια Όρη (Κόφινας) μέχρι την Αγία Γαλήνη. Πιστεύω ότι αυτό θα συνέβη, όταν, μετά την παρακμή της αρχαίας Σουλίας, και τις επακολουθήσασες ληστρικές- πειρατικές επιδρομές, οι άνθρωποι αναγκάστηκαν να τραβηχτούν ψηλότερα, βρίσκοντας καταφύγιο στο σημερινό οικισμό των Μελάμπων. Στο εξής, στη θέση της παλαιάς ακμάζουσας πόλης ανευρίσκονταν μονάχα τα ερείπιά της. Αυτά όλα θα συνέβησαν περί το έτος 640 μ.Χ., οπότε αφανίζονται και τα τελευταία ίχνη της αρχαίας πόλης Σουλίας.
Από το 1884 το χωριό άρχισε να επανιδρύεται από κατοίκους των γειτονικών Μελάμπων, που θεωρούνται, έκτοτε, η μητρόπολη του νέου οικισμού. Γι’ αυτό και κατά το ενδιάμεσο διάστημα το χωριό δεν αναφέρεται σε καμιά απογραφή βενετσιάνικη, ούτε όμως και στην απογραφή τού 1881. Ως πρώτοι οικιστές της νέας Αγίας Γαλήνης φέρονται οι αδελφοί «Μαμαλάκηδες» (Ματθαίος, Εμμανουήλ, Κωνσταντίνος, Ηλίας και Γεώργιος). Το πρώτο ρυμοτομικό σχέδιο του οικισμού με δρόμους παράλληλους, εκπονήθηκε από τον Ιωάννη Μαμαλάκη, πού ήταν μηχανικός στη Σμύρνη της Μ. Ασίας. Το 1890 κτίζονται στην Αγία Γαλήνη ελαιοτριβείο, σαπωνοποιείο, αλευρόμυλος και πυρηνελαιουργείο. Επειδή, όμως, δεν υπήρχαν δρόμοι, όλα τα υλικά μεταφέρονταν με καΐκια και βάρκες. Το λιμάνι άρχισε να κατασκευάζεται το 1950 και επεκτάθηκε το 1993[11]. Έτσι, η Αγία Γαλήνη από εμπορικό κέντρο που ξεκίνησε, μετατράπηκε, αργότερα, σε ψαροχώρι, για να καταλήξει από το έτος 1970 και εξής σε ένα από τα σημαντικότερα τουριστικά θέρετρα του νομού Ρεθύμνου.
Τον καιρό αυτής της τελευταίας επανίδρυσής της, στη θέση της παλιάς Ερημόπολης και ακόμα παλιότερα Σουλίας, έγραφαν τις Γεωγραφίες τους οι Εμμ. Σ. Λαμπρινάκης και Εμμ. Γ. Γενεράλις (1890 ο πρώτος και 1891 ο δεύτερος). Οι δυο παραπάνω κρητολόγοι αναφέρονται με τις ίδιες ακριβώς λέξεις στην νεοϊδρυμένη, τότε, Αγία Γαλήνη, σημειώνοντας χαρακτηριστικά ότι ο οικισμός, στις μέρες τους, κατοικούνταν «υπό τινων μεταπρατών»[12], λέξεις που φανερώνουν, νομίζω, τα πρώτα δειλά βήματα του νέου οικισμού, στη νέα αυτή περίοδο ύπαρξής του, στα τέλη του 19ου αιώνα.
Είκοσι χρόνια αργότερα, στη 2η επανέκδοση της Γεωγραφίας του (1910), ο Εμμ. Γενεράλης σημειώνει και πάλι: «εις τον δήμον τούτον (των Μελάμπων) ανήκει ο συνοικισμός Άγιος Γαλήνης, επί ομωνύμου όρμου, ασκών ικανόν εμπόριον, με υποτελωνείον»[13]. στοιχεία που φανερώνουν, επαρκώς, την πρόοδο που είχε, ήδη, σημειωθεί στο χωριό.
Ο πληθυσμός του χωριού, στα επόμενα χρόνια, παρουσιάζει ιδιαίτερα εντυπωσιακή ανάπτυξη. Ενώ η λοιπή ύπαιθρος οσημέραι ελαττώνεται και φθίνει δραματικά, ο πληθυσμός της Αγίας Γαλήνης, μέσα σε ένα, μόλις, αιώνα, κυριολεκτικά δεκαπλασίασε τον πληθυσμό της. Έτσι, αναλυτικότερα, ο πληθυσμός της Αγίας Γαλήνης κατά τον εικοστό αιώνα διακυμάνθηκε ως εξής: 1900: κάτοικοι 125, 1928: 430, 1940: 460, 1961: 457,1971: 528, 1981: 751, 1991: 1041 και 2001: 1259[14].
Η Αγία Γαλήνη, παραθαλάσσιος οικισμός με αρκετά ασφαλές λιμάνι- που εξυπηρετούσε ικανοποιητικά το κοντινό αεροδρόμιο του Τυμπακίου- έμελλε, εξαρχής, να καταστεί σημαντικό εμπορικό κέντρο της περιοχής. Το 1980 η περιοχή καθίσταται σημαντικό κέντρο ιχθυαλιείας, που προμηθεύει με φρεσκότατα ψάρια τα διάφορα χωριά των επαρχιών Αγίου Βασιλείου, Αμαρίου, Πυριωτίσσης και Καινουρίου, φθάνοντας, καμιά φορά, και μέχρι τις πρωτεύουσες των νομών Ρεθύμνου και Ηρακλείου, όπου τα καθαρότατα ψάρια της Πίσω Γιαλιάς γίνονταν, πραγματικά, περιζήτητα. Όλα αυτά είναι που ώθησαν το χωριό στη σημερινή αξιοσημείωτη ανάπτυξή του.
Οι κάτοικοι ασχολούνται κυρίως με τον τουρισμό, την αλιεία και τη γεωργία. Το χωριό, σήμερα, διαθέτει Δημοτικό Σχολείο, αγροτικό ιατρείο (από το 1979), Λιμενικό Σταθμό (από το 1956), τελωνείο (από το 1910), Χωροφυλακή (από το 1948), ΕΛΤΑ, ΟΤΕ και αρκετά ξενοδοχεία και ενοικιαζόμενα δωμάτια, καταστήματα όλων των ειδών, καφετέριες και άλλα κέντρα αναψυχής.
Ειδικότερα, όσον αφορά στο Δημοτικό Σχολείο λειτούργησε, για πρώτη φορά, το έτος 1909 ως τετρατάξιο, ενώ το 1919 το σχολείο γίνεται εξατάξιο και το έτος 1932 προάγεται σε διθέσιο. Το σημερινό διδακτήριο οικοδομήθηκε το έτος 1928 με προσωπική εργασία των κατοίκων και μικρή οικονομική βοήθεια από το Υπουργείο Παιδείας[15].
Κατά τη διάρκεια τής Γερμανικής Κατοχής πολλοί κάτοικοι τού χωριού έλαβαν μέρος και έπεσαν σε μάχες εναντίον των Γερμανών.
Στην περιοχή της Αγίας Γαλήνης παρατηρούνται σπάνια γεωλογικά φαινόμενα ως προς την ακτογραμμή και το υπέδαφος, που αποτελείται από θαλάσσιες πέτρες. Τα φαινόμενα αυτά φαίνεται πώς οδήγησαν στη δημιουργία της εκδοχής, που λέγει ότι η πόλη καταπλακώθηκε από θαλάσσιο ηφαίστειο. Υπάρχουν και ενάλια σπήλαια (Αγίας Γαλήνης Σπηλιά, δίπλα στο λιμάνι)- διανοιγμένα σε ιζηματογενή πετρώματα από την μηχανική ενέργεια των κυμάτων- στα οποία εισχωρεί η θάλασσα και δημιουργούνται φωτεινές ανταύγειες, όπως και στο Κάπρι της Ιταλίας. Ο αείμν. σπηλαιολόγος Ελ. Πλατάκης θεωρεί ότι εδώ βρίσκεται το πιο θεαματικό ενάλιο σπήλαιο της Κρήτης.
Σε ένα άλλο από τα σπήλαια της Αγ. Γαλήνης, που ακούγεται και ως Χριστοφογιάννη, διαστάσεων 100Χ10Χ10, με κατεύθυνση ΒΔ του χωριού, πάνω στον αμαξωτό, σαράντα μέτρα πάνω από την Αγία Γαλήνη, η παράδοση αναφέρει ότι φυλακίστηκαν ο Δαίδαλος μαζί με τον γιο του τον Ίκαρο από τον Μίνωα, μετά την ανοικοδόμηση του ανακτόρου του στην Κνωσό. Εδώ, λέγεται ότι ο Δαίδαλος κατασκεύασε τα περίφημα κέρινα φτερά του, με τα οποία πέταξε, μαζί με τον γιο του, τον Ίκαρο, προς την ελευθερία. Οι κάτοικοι, μάλιστα, υποδεικνύουν και το μέρος από το οποίο ξεκίνησε η πολυθρύλητη πτήση τους, εκεί, ακριβώς, όπου ήταν ο παλιός φάρος της Αγίας Γαλήνης. Η συγκεκριμένη παράδοση διασώζεται έντονη και στα νησιά Παξιμάδια[16] (6 μίλια ΝΔ της Αγίας Γαλήνης) και την είχε σημειώσει ήδη από τον 15ο αιώνα ο Χριστόφορος Μπουοντελμόντι. Εξάλλου, στην ίδια περιοχή, και ίσως ανάμεσα στα υψώματα Βουβάλα και Λαυρασό, εντοπίζεται αρχαία πόλη με το όνομα Δαίδαλα, που αναφέρεται από τον Στ. Βυζάντιο, με αρχική πηγή του τον Ξενίωνα (150π.Χ)[17].
Όπως σημειώνει, κατά το έτος 1953, η δασκάλα Ιωάννα Τρουλλινού[18], τη διήγηση αυτήν εξιστόρησε ο παλιός λόγιος Ν. Καπετανάκης στον Πρίγκιπα Γεώργιο, που επισκέφτηκε το χωριό. Το μέρος αυτό, που αναπλάστηκε από τον γλύπτη Βαγγέλη Ψιλάκη- ονομάστηκε «Πάρκο Δαιδάλου και Ικάρου», τα αγάλματα των οποίων- έργο του γλύπτη κ. Χρυσοσπάθη- αποκαλύφθηκαν την Κυριακή 11 Ιουλίου 2004, στη διάρκεια τελετής υποδοχής της Ολυμπιακής Φλόγας. Οι Αγιογαληνιώτες πρέπει να αισθάνονται υπερήφανοι, διότι τίμησαν τους πρωτοπόρους των αιθέρων, στήνοντας πρώτοι αυτοί στην παγκόσμια ιστορία τα αγάλματά τους, αντίγραφα από μικρή ανάγλυφη παράσταση της αρχαιότητας (βλ. φωτ. 1 και 2).
Ο κεντρικός ιερός ναός της ενορίας Αγίας Γαλήνης, ήδη από τους πρώτους Μελαμπιανούς οικιστές του χωριού, αφιερώθηκε από σεβασμό στους αγίους Τέσσερις Νεομάρτυρες, που κατάγονται από τις Μέλαμπες. Πρόκειται για ναό του 20ου αι. που έχει οικοδομηθεί δίπλα σε ναό της Αρτέμιδος ή της Αθηνάς. Την ημέρα τής μνήμης τους στις Μέλαμπες γίνεται μεγάλο πανηγύρι. Οι άλλοι ναοί του χωριού είναι:
α) της Κοιμήσεως της Θεοτόκου (εορτάζει 15 Αυγούστου). Πρόκειται για τον προαναφερθέντα ναό της Παναγίας Αγίας Γαλήνης, μικρό εκκλησάκι λαξευμένο στο βράχο. Στο προαύλιό του υπάρχει, σήμερα, το κοιμητήριο του χωριού. Την ημέρα τής μνήμης της γίνεται, σήμερα, μεγάλο πανηγύρι στο χωριό.
β) του αγίου Αντωνίου (17 Ιανουαρίου), σπηλαιώδης ναός, μετόχι της Ι. μονής Ασωμάτων Αμαρίου. Δίπλα σε αυτόν, μέσα σε σπηλιά, υπήρχε ελαιοτριβείο, το οποίο εξυπηρετούσε τις ανάγκες της Μονής στην περιοχή, το οποίο, όμως, σήμερα δεν υπάρχει.
γ) του αγίου Γεωργίου (23 Απριλίου), που κτίστηκε την εποχή της Τουρκοκρατίας δ) του αγίου Νικολάου (6 Δεκεμβρίου), στα σύνορα των ενοριών Αγίας Γαλήνης και Μελάμπων ε) Εισοδίων της Θεοτόκου (21 Νοεμβρίου), αγίου Μύρωνος (8 Αυγούστου) και Αρχαγγέλου Μιχαήλ (8 Νοεμβρίου), τρίκλιτος ναός, στη θέση Μελισσουργάκι, παλιό μονύδριο, κελιά του οποίου σώζονται μέχρι σήμερα δίπλα στο ναό, στ) της Μεταμορφώσεως (6 Αυγούστου), ζ) της αγίας Παρασκευής (26 Ιουλίου) και η) του αγίου Σπυρίδωνος (12 Δεκεμβρίου), στο στρατόπεδο 699 ΠΑΠ, στην περιοχή Ξηρόκαμπος.
[1] Ευχαριστώ θερμά την κ. Ελένη Πετρακάκη και τον κ. Εμμ. Εμμ. Ιερωνυμάκη- για είκοσι επτά χρόνια αγροφύλακα στην Αγία Γαλήνη (1960-1987)- για τη βοήθειά τους στη συγκέντρωση των παρόντων τοπωνυμίων. Επίσης, θερμά ευχαριστώ για τις πολύτιμες πληροφορίες τους και τους κ.κ.: Ιωάννη Βεργαδή, πρώην Πρόεδρο της Κοινότητας Αγ. Γαλήνης, Εμμ. Τρουλινό, δάσκαλο του Δημοτικού Σχολείου Αγ. Γαλήνης, Φάνη Μαυρογιώργη, π. Παναγιώτη Γιασαφάκη, πρώην εφημέριο ενορίας Αγ. Γαλήνης και Γιάννη Φραγκάκη.
[2] R. Pashley, Travels in Crete, London 1837,304
[3] Χάρη Κ. Στρατιδάκη, Αρχαιολογικές θέσεις στο Ν. Ρεθύμνης από τα νεολιθικά ως και τα ρωμαϊκά χρόνια, Κρητολογικά Γράμματα 9/10 (1994), 108.
[4]J.D.S.Pendleburi The Archaelogy of Crete, London 1939, 371
[5] Χάρη Κ. Στρατιδάκη, ό.π.
[6] Ο ποταμός αυτός ρέει στη διάρκεια του χειμώνα και της άνοιξης. Γενικά είναι ρηχός, αλλά επειδή στη διάρκεια των μεγάλων νεροποντών γίνεται χείμαρρος και προσλαμβάνει ιδιαίτερα μεγάλο πλάτος, γι’ αυτό ονομάστηκε και Πλατύς. Όμορφος θρύλος επιχειρεί να δώσει εξήγηση στη δεύτερη ονομασία, Πλατύς, του ποταμού. Τα παλιά. λέει, χρόνια ο Διγενής Ακρίτας έσκυψε να πιει νερό. Το ένα του πόδι πατούσε πάνω στην κορυφή του Ψηλορείτη και το άλλο στου Κέδρους. Σκύβοντας, όμως, να πιει νερό τα μουστάκια του έκλεισαν τη ροή του ποταμού, με αποτέλεσμα να ξεχειλίσει και να πάρει αυτό το πλάτος.
[7] Cristof. Buondelmonti, Descriptio Insule Crete, edition critique, και μετάφραση στα ελληνικά και εισαγωγή της Μάρθας Αποσκίτη, Ένας γύρος της Κρήτης στα 1415, Έκδοση Πολιτιστικής Αναπτύξεως Ηρακλείου, Ηράκλειο 1983, 37-38.
[8] Στέργ. Σπανάκη, Πόλεις και χωριά της Κρήτης, στο πέρασμα των αιώνων, τ. Α΄, Ηράκλειο 1991, 43. Απ’ όσο είμαι σε θέση να γνωρίζω, στις αρχές του αιώνα μας μόνο με αυτό το όνομα άκουγες το χωριό (Άγιος Γαλήνης).
[9] Η συγκεκριμένη, όμως, παράδοση έχει και συνέχεια, αφού διηγείται ότι, ενόσω η βασίλισσα έμενε και επιτηρούσε την ανέγερση του ναού, ειδοποιήθηκε να επιστρέψει στην Κωνσταντινούπολη και να αναλάβει το θρόνο της, γιατί ο βασιλιάς, στο μεταξύ, είχε πεθάνει. Δικαιωμένη η Ευδοκία παίρνει το δρόμο του γυρισμού, αφού πρώτα άφησε τα απαραίτητα χρήματα για την αποπεράτωση του ναού [βλ. Καταγραφή τοπωνυμίων Αγ. Γαλήνης του 1953 (ΕΚΙΜ) και Εμμ. Χ. Αυγουστάκη, Η Αγία Γαλήνη, Αθήνα 1983, 26-27].
[10] Ο Λαμπρινάκης διαχωρίζει τον Άγιο Γαλήνη (αρχαία Σουλία) από την «Ερημούπολι», «Ερημόπολι» και «Ερμούπολι» (αρχαία Ηλέκτρα, Ελέκτρα), Εμμ. Σ. Λαμπρινάκη, Γεωγραφία της Κρήτης, Έκδοση του Φιλεκπαιδευτικού Συλλόγου Ρεθύμνης, Ρέθυμνα 1890, 70. Ο Ιωάννης, πάλι, Νουχάκης, τοποθετεί τον Άγιο Γαλήνη παρά την αρχαία πόλη «Ψύχιον» (Ιωάννη Εμμ. Νουχάκη, Κρητική Χωρογραφία, Εν Αθήναις 1903, 181).
[11] Εμμ. Παπαδογιάννη , Ενορία Αγίας Γαλήνης, Ορθόδοξο Μήνυμα, τ. 26 (2002 ), 9.
[12] Εμμ. Σ. Λαμπρινάκη, ό.π., 70 και Εμμ. Γ. Γενεράλι, Επίτομος Γεωγραφία της Νήσου Κρήτης, Εν Αθήναις 1891, 57.
[13] Εμμ. Γ. Γενεράλι, Επίτομος Γεωγραφία της Νήσου Κρήτης, Εν Αθήναις 1910, 33-34.
[14] Οι πληθυσμοί από το 1971 και εξής μαζί με τον Ξηρόκαμπο, που αριθμεί αυτός ο τελευταίος κατά το έτος 1971: κατοίκους 36, το 1981:30, το 1991: 32 και 2001:32. Σήμερα γίνονται προσπάθειες η Αγία Γαλήνη να ανακηρυχθεί σε αυτόνομη κοινότητα.
[15] Εμμ. Χ. Αυγουστάκη, ό.π, 104-105.
[16] Λόγω του σχήματός τους που θυμίζει παξιμάδια.
[17] Τα Σπήλαια του νομού Ρεθύμνης, Περιβαλλοντικό Κέντρο Πρωτοβ. Εκπαίδευσης «Φάλκονας», (επιμ. Χ. Στρατιδάκη), Ρέθυμνο 1998, 19.
[18] Καταγραφή των Τοπωνυμίων του χωριού από την Εταιρεία Κρητικών και Ιστορικών Μελετών (ΕΚΙΜ- 1953), ό.π.
Πηγή: ret-anadromes.blogspot.gr