Ο παππούς μου Μανούσος Πεδιαδίτης ήταν ο τελευταίος βαρκάρης της Σπιναλόγκας και βοηθός και ψάλτης του επί 10 συναπτά έτη ιερέα των λεπρών ιερομόναχου πατέρα Χρύσανθου από τη Σητεία.
Ήταν πραγματικά συγκλονιστικό να τον ακούω να μου διηγείται με βουρκωμένα τα μάτια για την θυσιαστική χωρίς όρια αγάπη που μοίραζε απλόχερα ο αγιασμένος εκείνος άνθρωπος…
Στους ανθρώπους αυτούς, τους μιασμένους από το βακτήριο που ακόμα και η οικογένεια τους, τους είχε ξεχάσει και κανείς δεν ήθελε να πλησιάσει για να μην κολλήσει.
Εκείνος όμως με απέραντη καλοσύνη, τους μιλούσε με παρηγορητικά πατρικά λόγια, τους αγκάλιαζε, τους χάιδευε…
Ήταν ο πατέρας τους και μάνα τους μαζί.
Μια φωτεινή ακτίνα στην καταχνιά που σκέπαζε τα πάντα.
Και έτσι λοιπόν τις Κυριακές ο ναός του Αγίου Παντελεήμονα ήταν ασφυκτικά γεμάτος.
Όλοι ήθελαν να βρίσκονται με τον αγαπημένο τους ιερέα.
Κι εκείνος, αφού λειτουργούσε γεμάτος συγκίνηση και δάκρυα στα μάτια τους κοινωνούσε όλους με το σώμα και το αίμα του Κυρίου μας και στη συνέχεια κατέλυε γονατιστός ότι είχε περισσέψει…
Κάθε Κυριακή και γιορτή επί 10 συναπτά έτη…
Έφυγε τελευταίος από το νησί, ΥΓΙΕΣΤΑΤΟΣ, αφήνοντας τεράστιο κενό στις καρδιές των πνευματικών του παιδιών που έφευγαν για την Αγία Βάρβαρα Αττικής και δεν θα τον ξαναέβλεπαν…
Έμεινε εκεί μόνος του μαζί μονάχα με τον παππού μου για ακόμα 5-6 χρόνια πριν φύγει για τη Μονή Τοπλού ώστε να περιποιείται τους τάφους τους και να τους κάνει τρισάγιο…
Πηγή: Μανούσος Πεδιαδίτης